Η ΠΑΡΑΔΟΣΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ
Δρος Κωνσταντίνου Σιαμάκη
Περγαμηνὸ χειρόγραφο παρισινὸ κοϊσλινιανὸ 2
(Rahlfs 15 – Παλαιὰ Διαθήκη τοῦ Ι΄ αἰῶνος)
Η ΠΑΡΑΔΟΣΙ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ
Ὅλα τ' ἀρχαῖα κείμενα τῆς ἀνθρωπότητος, τ' ἀρχαιότερα ἀπὸ τὴν ἐμφάνισι τῆς τυπογραφίας, παραδίδονται φυσικὰ σὲ χειρόγραφα, ποὺ φυλάγονται σήμερα σὲ ἀρχαιολογικὰ μουσεῖα ἢ κυρίως σὲ εἰδικὲς βιβλιοθῆκες ἀρχαίων χειρογράφων, οἱ ὁποῖες εἶναι εἶδος μουσείων. διότι στὰ μουσεῖα ὑπάρχουν συνήθως ὅλων τῶν εἰδῶν τ' ἀρχαιολογικὰ εὐρήματα, ἐνῷ μόνο γιὰ τὰ χειρόγραφα βιβλία ὑπάρχουν αὐτὰ τὰ εἰδικὰ μουσεῖα, οἱ βιβλιοθῆκες ἀρχαίων χειρογράφων, οἱ ὁποῖες ἄλλοτε εἶναι ἔτσι ἀμιγεῖς, ἄλλοτε πάλι ἔχουν τόσο τμήματα ἀρχαίων χειρογράφων ὅσο καὶ τμήματα συγχρόνων μας ἔντυπων βιβλίων.
Κάθε ἀρχαῖο κείμενο παραδίδεται σὲ ἕνα ἢ περισσότερα ἀρχαῖα χειρόγραφα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τυπώνονται στὴν ἀρχὴ ἡ πρώτη ἔκδοσι κι ἔπειτα οἱ αὐθεντικώτερες ἔντυπες ἐκδόσεις, οἱ λεγόμενες κριτικὲς ἐκδόσεις, ἔπειτα δὲ ἀπ’ αὐτὲς ἀνατυπώνονται ὅλες γενικὰ οἱ ἔντυπες ἐκδόσεις. γιὰ παράδειγμα ὅλες οἱ ἔντυπες ἐκδόσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης ποὺ ἔγιναν στὴν Ἑλλάδα εἶναι ἀνατυπώσεις ἀπὸ ἄλλες ἔντυπες τέτοιες ποὺ ἔγιναν στὴν Εὐρώπη, μόνο δὲ ἡ ἔκδοσι τοῦ Β. Ἀντωνιάδου, ποὺ ἔγινε τὸ 1904 στὴν Κωνσταντινούπολι ἀπὸ τὴν ἐκεῖ ἱερὰ σύνοδο καὶ ἀνατυπώνεται σήμερα ἀπὸ τὴν ἱερὰ σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔγινε κατ' εὐθεῖαν ἀπὸ 125 ἀρχαῖα χειρόγραφα. ἢ οἱ ἐκδόσεις τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων ποὺ γίνονται στὰ πανεπιστήμια τῆς Ὀξφόρδης τῆς Ἀγγλίας καὶ τῆς Λειψίας τῆς Γερμανίας γίνονται ἀπὸ ἀρχαῖα χειρόγραφα, ἐνῷ σχεδὸν ὅλες οἱ ἐκδόσεις των ποὺ γίνονται στὴν Ἑλλάδα εἶναι ἀνατυπώσεις τῶν ἀγγλικῶν καὶ γερμανικῶν ἐκείνων ἐκδόσεων. ἐπίσης τὰ περισσότερα συγγράμματα τῶν ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων τῶν 15 πρώτων αἰώνων, τῆς προτυπογραφικῆς δηλαδὴ ἐποχῆς, τὰ ἐξέδωκαν ἀπὸ χειρόγραφα διάφοροι Εὐρωπαῖοι, συνήθως Γάλλοι καὶ Γερμανοὶ ῥωμαιοκαθολικοί, ἐνῷ οἱ περισσότερες ἑλληνικὲς ἐκδόσεις ἀνατυπώνονται ἀπὸ τὶς ξένες ἐκεῖνες, ἂν καὶ στὴν Ἑλλάδα τὰ τελευταῖα 100 χρόνια ἔγιναν ἐκδόσεις μερικῶν πατερικῶν κειμένων κι ἀπὸ χειρόγραφα.
Τ᾿ ἀρχαῖα χειρόγραφα ἑνὸς κειμένου, τὰ παραθέματά του (citata, τσιτάτα) σὲ ἄλλα κείμενα ἐπίσης ἀρχαῖα ἀλλὰ νεώτερά του, καὶ οἱ τυχὸν σῳζόμενες ἀρχαῖες μεταφράσεις του ποὺ παραδίδονται ἐπίσης σὲ ἀρχαῖα χειρόγραφα, ἀποτελοῦν τὴ χειρόγραφη παράδοσι αὐτοῦ τοῦ κειμένου. κάθε ἔντυπη ἔκδοσι ἑνὸς ἀρχαίου κειμένου προέρχεται ἄμεσα ἢ ἔμμεσα ἀπὸ τὴ χειρόγραφη παράδοσί του.
* * *
Ἡ Ἁγία Γραφὴ στὴ χειρόγραφη παράδοσί της εἶναι ὁ ἀδιαφιλονείκητος γίγαντας καὶ βασιλεὺς τῶν βιβλίων ὅλου του κόσμου. γιὰ παράδειγμα σ' ὁλόκληρη τὴν παράδοσι τῶν ἑλληνικῶν κειμένων ἡ ῾Αγία Γραφὴ κατέχει μόνη της τὸ 12 ἢ 13% τῶν ἀρχαίων χειρογράφων, ἐνῷ τὸ ὑπόλοιπο 87 ἢ 88% τὸ μοιράζονται πάνω ἀπὸ 2.100 ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, ἤτοι 600 εἰδωλολάτρες καὶ 1.500 Χριστιανοί. ἴδια εἶναι ἡ ἀναλογία καὶ στὴν παράδοσι τῶν λατινικῶν κειμένων μεταξὺ τῆς Βίβλου καὶ τῶν ἄλλων.
Γιὰ νὰ γίνεται ἀντιληπτὸ κάθε γνώρισμα καὶ πλεονέκτημα τῶν βιβλικῶν χειρογράφων (πλῆθος, ἀρχαιότης, ποιότης, κλπ.), θὰ τὰ συγκρίνω πολλὲς φορὲς μὲ τ' ἀντίστοιχα γνωρίσματα τῶν χειρογράφων παραδόσεων ἄλλων συγγραφέων ἢ γραμματειῶν, λ.χ. τοῦ Ὁμήρου, τοῦ Ἱπποκράτους, τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας γενικῶς, τῆς ἑλληνορρωμαϊκῆς γενικώτερα, τῆς ἰνδικῆς, τῆς κινεζικῆς, τῆς παλαιοαμερικανικῆς, κλπ..
Ἕνα πρῶτο ἐρώτημα ποὺ γεννιέται στὴ σκέψι κάθε ἀνθρώπου, ποὺ θέλει νὰ μάθῃ γι᾿ αὐτὰ τὰ πράγματα, εἶναι ἂν σῴζονται αὐτόγραφα ἀρχαίων συγγραφέων, τῶν προφητῶν, τῶν εὐαγγελιστῶν, τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ Λατίνων, τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἄλλων. αὐτόγραφα γενικῶς σ' ὅλο τὸν κόσμο ὑπάρχουν μόνο ἀπὸ τὸ ΙΒ΄ μ.Χ. αἰῶνα κι ἔπειτα, καὶ μόνο Ἑλλήνων καὶ Λατίνων συγγραφέων. σῴζονται λ.χ. αὐτόγραφα τὰ πρακτικὰ τῆς συνόδου ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολι τὸ 1166, τὰ σχόλια τοῦ Εὐσταθίου Θεσσαλονίκης στὰ Ἔπη τοῦ Ὁμήρου τὰ ἐπιγραφόμενα Παρεκβολαὶ εἰς τὴν Ἰλιάδα καὶ τὴν Ὀδύσσειαν (ἀπὸ τὸ 1180 περίπου), καὶ ἐλάχιστα ἄλλα κείμενα. τὰ κείμενα τῶν ἀρχαιοτέρων συγγραφέων σῴζονται μόνο σὲ ἀντίγραφα. ἀλλὰ καὶ ἂν παρ' ἐλπίδα βρίσκαμε σήμερα ἕνα πολὺ ἀρχαῖο αὐτόγραφο, λ.χ. τὴν Πρὸς Γαλατὰς ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου γραμμένη ἀπὸ τὸ χέρι του, δὲν θὰ καταλαβαίναμε οὔτε θὰ μπορούσαμε ν' ἀποδείξουμε ὅτι εἶναι τὸ αὐτόγραφο τοῦ ἀποστόλου.
Ἀπὸ τὰ κείμενα τοῦ ἑλληνορρωμαϊκοῦ κόσμου σῴζονται ἀποσπάσματα ἐκτάσεως μισῆς ἢ μιᾶς σελίδος ἢ ἐλαχίστων σελίδων ἀπὸ τὸν Δ΄ π.Χ. αἰῶνα (320 π.Χ.)· σπάνια ἀκέραια συγγράμματα ἀπὸ τὸ Β΄ μ.Χ. αἰῶνα· καὶ ὁλόκληρα βιβλία (δηλαδὴ τόμοι σὰν τὰ σημερινὰ βιβλία μὲ πολλὰ συγγράμματα σὲ κάθε τόμο) ἀπὸ τὸν Δ΄ μ.Χ. αἰῶνα (340 μ.Χ.)· καὶ πρόκειται πάντοτε γιὰ ἑλληνικὰ ἢ ἑλληνόγλωσσα κείμενα. κυρίως ὅμως τὰ ἑλληνικὰ λατινικὰ κι ἑβραϊκὰ κείμενα σῴζονται καὶ παραδίδονται σὲ χειρόγραφα τοῦ Θ΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα. Τ' ἀρχαιότερα χειρόγραφα τῆς Κοντινῆς Ἀνατολῆς (συριακά, κοπτικά, ἀραβικά, καὶ λοιπὰ ἀνατολίτικα) Χριστιανικὰ μὲν εἶναι σπανίως τοῦ Δ΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα, κυρίως δὲ τοῦ ΙΒ΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα, ἰσλαμικὰ δὲ τοῦ ΙΒ΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα. τ' ἀρχαιότερα χειρόγραφα τῆς Μακρινῆς Ἀνατολῆς (ἰνδικά, κινεζικά, ἰνδοκινεζικὰ) εἶναι τοῦ ΙΓ΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα, τὰ δὲ ἀρχαιότερα παλαιοαμερικανικὰ εἶναι τοῦ ΙF΄ αἰῶνος μόνο.
Τὸ ἀρχαιότερο χειρόγραφο τοῦ κόσμου ποὺ περιέχει ἀκέραιο βιβλίο εἶναι ὁ ἑλληνικὸς πάπυρος τοῦ Bodmer 2, τοῦ Β΄ αἰῶνος, ποὺ περιέχει τὸ Κατὰ Ἰωάννην εὐαγγέλιον, καὶ βρίσκεται στὸ Δουβλῖνο τῆς Ἰρλανδίας. Τὸ ἀρχαιότερο βιβλίο τοῦ κόσμου, δηλαδὴ τόμος μὲ τὴ σημερινὴ ἔννοια, εἶναι τὸ περγαμηνὸ χειρόγραφο 03 τῆς Βίβλου· περιέχει τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, εἶναι βιβλιοδετημένο σὲ 5 τόμους, γράφτηκε τὸ 340 μ.Χ. καὶ βρίσκεται στὴ βιβλιοθήκη τοῦ Βατικανοῦ μὲ ἀριθμὸ 1.209· γι’ αὐτὸ εἶναι γνωστὸ σὰ Βατικανὸ χειρόγραφο τῆς Βίβλου, παρ' ὅλο ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. ὑπάρχει τοῦ ἴδιου αἰῶνος κι ἄλλο ἕνα ὁλόκληρο βιβλίο, περγαμηνὸ καὶ πολύτομο, τὸ σιναϊτικὸ χειρόγραφο τῆς Βίβλου (τὸ 01), ποὺ προέρχεται πάλι ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ βρίσκεται σήμερα στὸ βρετανικὸ μουσεῖο τοῦ Λονδίνου.
Πέντε εἶναι τὰ κυριώτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου ξεχωρίζουν ἀπ’ ὅλα τ' ἄλλα χειρόγραφα τῆς προχριστιανικῆς καὶ χριστιανικῆς γραμματείας.
1. Εἶναι τὰ περισσότερα ἀπ’ ὅλα. ἀπὸ 60.000 ἑλληνικὰ χειρόγραφα ποὺ ὑπάρχουν σ' ὅλο τὸν κόσμο, τὰ 7.300 εἶναι τῆς Βίβλου. κανένα ἄλλο σύγγραμμα προχριστιανικὸ ἢ χριστιανικὸ δὲν πλησιάζει σ' αὐτὸ τὸ ὕψος. τὰ 5.300 εἶναι τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τὰ 2.000 τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Σχεδὸν δὲν ὑπάρχει στὴ γῆ βιβλιοθήκη ἑλληνικῶν χειρογράφων ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ χειρόγραφα τῆς Βίβλου· καὶ εἶναι ἀδύνατο ἕνας ἐρευνητὴς νὰ ἐξετάσῃ ὅλα τὰ χειρόγραφά της μὲ αὐτοψία. τὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου βρίσκονται σὲ 380 βιβλιοθῆκες ὅλων τῶν ἠπείρων· ἀπ’ αὐτὲς οἱ ἑφτὰ κυριώτερες εἶναι οἱ ἑξῆς κατὰ σειρὰ πλήθους βιβλικῶν χειρογράφων· Ἅγιον Ὅρος (ἂν θεωρηθῇ σὰ μία βιβλιοθήκη), Μονὴ τοῦ Σινά, ἐθνικὴ βιβλιοθήκη Παρισίων, ἐθνικὴ βιβλιοθήκη Ἀθηνῶν, βιβλιοθήκη τοῦ Βατικανοῦ, βρετανικὸ μουσεῖο τοῦ Λονδίνου, κι ἐθνικὴ βιβλιοθήκη τῆς Πετρουπόλεως. ἴδια εἶναι, ὅπως λέχθηκε, ἡ ἀναλογία καὶ στὴ χειρόγραφη παράδοσι τῶν λατινικῶν κειμένων ἀνάμεσα στὴ Βίβλο καὶ στοὺς ἄλλους συγγραφεῖς. οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες συγγραφεῖς συνήθως παραδίδονται ὁ καθένας σὲ 1 μέχρι 10 χειρόγραφα, λίγες φορὲς δὲ μέχρι καὶ σὲ 20 χειρόγραφα, καὶ μόνον ὁ Ὅμηρος, ποὺ εἶναι ὁ ἄφταστος γίγαντας ἀνάμεσα σ' ἐκείνους, παραδίδεται σ' ἑκατοντάδες, ἤτοι σὲ 190 χειρόγραφα ἡ Ἰλιὰς καὶ σὲ 80 ἡ Ὀδύσσεια. οἱ Χριστιανοὶ συγγραφεῖς ποὺ εἶναι στὸ πλῆθος τῶν χειρογράφων τους οἱ πλησιέστεροι πρὸς τὴ Βίβλο, καὶ εἶναι σ' αὐτὸ ἀνώτεροι ἀπὸ τὸν Ὅμηρο ἀλλὰ πολὺ κατώτεροι ἀπὸ τὴ Βίβλο, εἶναι ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος, ὁ Ἱερώνυμος, ὁ Ἰωάννης Σιναΐτης (Κλῖμαξ), τὸ Σύνταγμα τῶν κανόνων (= Πηδάλιον), καὶ τὰ λειτουργικὰ βιβλία (Ὡρολόγιον, Τριῴδιον, Μηναῖα, κλπ.). οἱ παλαιογράφοι, αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ διαβάζουν τ' ἀρχαῖα κείμενα ἀπὸ τ' ἀρχαῖα χειρόγραφα καὶ τὰ μεταφέρουν μὲ τὸν κριτικό τους τρόπο στὶς ἔντυπες κριτικὲς ἐκδόσεις, ὅταν μαθαίνουν παλαιογραφία, ἀκόμη κι ἂν εἶναι φιλόλογοι ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὸν Ὅμηρο ἢ τὸ Θουκυδίδη, καὶ δὲν ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴ Βίβλο, μαθαίνουν κυρίως ἀπὸ τὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου, διότι αὐτὰ εἶναι ἀπὸ κάθε ἄποψι (πλῆθος, ἀρχαιότητα, ποιότητα, γραφικὸ στὺλ) τ' ἀντιπροσωπευτικώτερα τῆς γενικῆς χειρόγραφης παραδόσεως. ἐπίσης τὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου, λόγῳ τοῦ πλήθους καὶ τῆς ἀντιπροσωπευτικότητός των, ἀποτελοῦν γιὰ τοὺς παλαιογράφους τὸν πιὸ ἀσφαλῆ γνώμονα γιὰ τὴ χρονολόγησι ὅλων τῶν χειρογράφων, γιὰ τὸν προσδιορισμὸ δηλαδὴ τοῦ χρόνου κατὰ τὸν ὁποῖο γράφτηκε τὸ κάθε χειρόγραφο ἀπὸ τὸ γραφέα του (ὄχι τὸ κείμενο ἀπὸ τὸ συγγραφέα του).
Πάπυρος Rylands 457
(P52 – Καινὴ Διαθήκη τῶν ἐτῶν 100-120)
Πρώτη εἶναι ἐπίσης ἡ Βίβλος καὶ σὲ σπαράγματα παπύρων, σὲ μεμονωμένα δηλαδὴ παπύρινα φύλλα ἢ τεμάχια φύλλων μὲ ἀποσπάσματα κειμένων, τὰ ὁποῖα προέρχονται ἀπὸ διαλυμένα καὶ κατεστραμμένα παπύρινα βιβλία. ἀπὸ 20.000 ἐκδεδομένους τέτοιους ἑλληνικοὺς παπύρους, ποὺ ὑπάρχουν, οἱ πάπυροι τῆς Βίβλου ποὺ ἐκδόθηκαν μέχρι τὸ 1976 εἶναι 567, καὶ ἀναλυτικῶς 323 τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ 244 τῆς Καινῆς. ὑπάρχουν δὲ καὶ ἄλλοι τόσοι περίπου ἀνέκδοτοι, καὶ ἄλλοι ποὺ βρέθηκαν μετὰ τὸ 1976 ἐπίσης ἀνέκδοτοι. τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁ ἀρχαιότερος εἶναι ὁ πάπυρος τοῦ Rylands 458, τοῦ Β΄ π.Χ. αἰῶνος, ποὺ περιέχει ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ κεφάλαια 23-28 τοῦ Δευτερονομίου κατὰ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα, καὶ βρίσκεται στὸ Μάντσεστερ τῆς Ἀγγλίας· τῆς δὲ Καινῆς Διαθήκης μέχρι ἐφέτος (1995) ἀρχαιότερος θεωροῦνταν ὁ πάπυρος πάλι τοῦ Rylands 457, ποὺ εἶναι γραμμένος κατὰ τὰ ἔτη 100-120, καὶ περιέχει ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ κεφάλαιο 18 τοῦ Κατὰ Ἰωάννην εὐαγγελίου. πέρυσι ὅμως (τὸ 1994) ὁ βιβλικὸς ἐπιστήμων καὶ κορυφαῖος παπυρολόγος Πέτρος Thiede, βασισμένος σὲ τεκμήρια ὄχι μόνο παπυρολογικὰ παλαιογραφικὰ καὶ κωδικολογικὰ ἀλλὰ καὶ φυσικά, ἀπέδειξε ὅτι ὁ πάπυρος τοῦ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου, τοῦ ὁποίου 10 σπαράγματα φυλάγονται στὸ μουσεῖο τοῦ κολλεγίου Magdalen τῆς Ὀξφόρδης καὶ περιέχουν ἰσάριθμα εὐανάγνωστα ἀποσπάσματα χωρίων ἀπὸ τὸ κεφάλαιο 26 τοῦ εὐαγγελίου, εἶναι γραμμένος τὸ ἔτος 70 μ.Χ., δηλαδὴ ὅσο ζοῦσαν ἀκόμη μερικοὶ ἀπόστολοι καὶ πολλοὶ αὐτόπτες τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἴσως δὲ κι ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος. ἡ ἀνακάλυψι αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλείτερη φιλολογικὴ καὶ θεολογικὴ ἀνακάλυψι τοῦ αἰῶνος μας, συγκλόνισε τόσο τοὺς εἰδικοὺς ὅσο καὶ ὅλο τὸ χριστιανικὸ κόσμο. δημοσιεύτηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὸ ἀγγλόγλωσσο διεθνὲς περιοδικὸ Time (23-1-1995, τόμ. 145, τεῦχ. 3, σελ. 43) σὲ ἄρθρο τοῦ R. N. Ostling μὲ τίτλο «Ἕνα βῆμα πλησιέστερα στὸν Ἰησοῦ;» (A Step Closer τὸ Jesus?), καὶ στὴ συνέχεια ἀνακοινώθηκε μὲ ὅλες τὶς ἐπιστημονικὲς λεπτομέρειες ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν P. Thiede στὰ μεγαλείτερα παπυρολογικὰ περιοδικὰ τοῦ κόσμου καὶ σὲ βιβλικὰ καὶ παπυρολογικὰ συνέδρια. στοὺς Times τοῦ Λονδίνου ὁ Thiede χαρακτηρίστηκε ὡς ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ μεταμορφώσῃ τὴν περὶ Χριστιανισμοῦ ἀντίληψί μας (ἐννοοῦν τὴ μέχρι σήμερα ὑπάρχουσα ἀρνητικὴ ἀντίληψι γιὰ τὴν ἀρχαιότητα κι αὐθεντικότητα τῶν πηγῶν τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, δηλαδὴ τῶν βιβλικῶν κειμένων). ὁ πάπυρος εἶχε ἀγοραστῆ τὸ 1901 στὸ Λοῦξορ τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ τὸν Ἄγγλο C. Huleatt, ἐφημέριο τῆς ἐκεῖ καὶ τότε ἀγγλικανικῆς παροικίας. παρέμενε στὸ προειρημένο πανεπιστημιακὸ μουσεῖο ἀδημοσίευτος μέχρι τὸ 1953 κι ἀνερεύνητος μέχρι πέρυσι. τὰ 3 σπαράγματά του, τῶν ὁποίων δημοσιεύεται ἐδῶ φωτογραφία, περιέχουν, χωρὶς καμμία ἀπολύτως διαφορὰ ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικό μας κείμενο τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὰ ἑξῆς χωρία τοῦ Εὐαγγελίου· (στὰ παπυρικὰ σπαράγματα διαβάζονται ὅσα μέρη τῶν χωρίων γράφω μὲ μαῦρα κεφαλαῖα γράμματα).
Τὰ 3 σπαράγματα τοῦ παπύρου τοῦ κολλεγίου
Magdalen τῆς ᾿Οξφόρδης (τοῦ ἔτους 70)
26,10· Γνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τί κόπους παρΕΧΕΤΕ τῇ γΥΝΑΙΚΙ; ΕΡΓΟΝ ΓΑΡ καλὸν εἰργάσατο εἰς ἐμέ.
26,14· Τότε ΠΟΡΕυθεὶς εἷς τῶν δώδεκα, Ο ΛΕΓΟΜενος Ἰούδας ΙΣΚΑΡΙώτης, πρὸς τοὺΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ εἶπε· τί θέΛΕΤΕ ΜΟΙ δοῦναι, καὶ ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν;
26,31· Τότε λέγει ΑΥΤΟΙΣ Ο ΙΗΣΟΥΣ· πάντες ὑμεῖς ΣΚΑΝΔΑΛΙΣΘΗσεσθε ΕΝ ΕΜΟΙ ΕΝ τῇ νυκτὶ ΤΑΥΤῌ.
Κανένα ἄλλο ἔργο τῆς ἀρχαιότητος, οὔτε τὰ Ἔπη τοῦ Ὅμηρου, δὲν ἔχει τόσα παπυρικὰ ἀποσπάσματα ὅσα ἔχει ἡ Βίβλος, οὔτε φυσικὰ καὶ τόσο κοντὰ στ' αὐτόγραφα ὅσο ἡ Βίβλος.
Τὰ χειρόγραφα τόσο τῆς Βίβλου ὅσο καὶ ὅλων τῶν ἄλλων κειμένων τοῦ ἑλληνορρωμαϊκοῦ κόσμου καὶ τῆς Κοντινῆς Ἀνατολῆς εἶναι ἀπὸ 3 γραφικὲς ὗλες· πάπυρο, περγαμηνή (κατεργασμένο λεπτὸ δέρμα), καὶ χαρτί. σὲ πάπυρο μόνο ἀποσπάσματα, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρα τὸ Κατὰ Ἰωάννην εὐαγγέλιον, οἱ Ἐπιστολὲς τοῦ Πέτρου καὶ τοῦ Ἰούδα, καὶ μερικοὶ Ψαλμοί· σὲ περγαμηνὴ τὰ περισσότερα ἀκέραια χειρόγραφα τῆς Βίβλου· σὲ χαρτὶ τὰ λιγώτερα καὶ ὀψιμώτερα.
2. Τὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου σὲ σύγκρισι μὲ τὸ σύνολο τῶν χειρογράφων τῶν ἀρχαίων κειμένων εἶναι τ' ἀρχαιότερα ἀπ’ ὅλα. τοῦ ῾Ομήρου καὶ ὅλων τῶν ἄλλων συγγραφέων τῶν πρὸ καὶ μετὰ Χριστὸν τὰ ἔργα βρίσκονται σὲ χειρόγραφα τοῦ Θ΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα (Ι΄ - ΙΖ΄ αἰ.). μόνο τοῦ Ἀριστοτέλους ἡ Ἀθηναίων πολιτεία βρέθηκε ἡ μισὴ σὲ χειρόγραφο τοῦ Α΄ μ.Χ. αἰῶνος καὶ ἡ κωμῳδία τοῦ Μενάνδρου Δύσκολος σὲ χειρόγραφο τοῦ Γ΄ αἰῶνος. ἡ Βίβλος ἔχει 20 ἀκέραια χειρόγραφα μὲ τὶς δύο Διαθῆκες, 80 μόνο μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη, κι ἄλλα 180 μὲ τὴ μισὴ Καινὴ Διαθήκη, συνολικὰ 280 χειρόγραφα, ἀρχαιότερα ἀπὸ τὸν Θ΄ αἰῶνα, δηλαδὴ ἀρχαιότερα ἀπ᾿ ὁλόκληρη τὴ χειρόγραφη παράδοσι ὅλων τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο μέχρι τὸν τελευταῖο χρονικῶς, κι ὅλων τῶν Λατίνων, κι ὅλων τῶν συγγραφέων κι ἀνωνύμων βιβλίων τοῦ κόσμου. Ἂν ὅλα τ' ἀκέραια χειρόγραφα τῆς ἀνθρωπότητος τὰ κατατάξουμε χρονικῶς, στὴν ἀρχὴ ἐπὶ 7 αἰῶνες (Β΄ - Η΄) ἐμφανίζονται μόνο χειρόγραφα τῆς Βίβλου· ἔπειτα ἀρχίζουν νὰ ἐμφανίζωνται καὶ χειρόγραφα μόνο Ἑλλήνων Λατίνων Ἑβραίων καὶ Χριστιανῶν Ἀνατολιτῶν ἐπὶ ἄλλους 4 αἰῶνες (Θ΄ - ΙΒ΄)· ἔπειτα ἀπὸ τὸ ΙΒ΄ αἰῶνα ἀρχίζουν νὰ ἐμφανίζωνται καὶ ἀραβικὰ ἰσλαμικά· καὶ μόνο ἀπὸ τὸ ΙΓ΄ αἰῶνα κι ἐδῶθε ἐμφανίζονται χειρόγραφα ἰνδικά, κινεζικά, παλαιοαμερικανικά, κλπ.. τὸ μεγαλείτερο πλῆθος τῶν χειρογράφων τῆς Βίβλου εἶναι τῶν αἰώνων Ι΄ - ΙΒ΄.
3. Τὰ βιβλικὰ χειρόγραφα εἶναι τὰ ἐπιμελέστερα ἀπ᾿ ὅλα τὰ χειρόγραφα ὅλων τῶν κειμένων τῆς ἀρχαιότητος. ἡ ἐπιμέλειά τους, ἡ κριτική τους ἀκρίβεια, ἡ ἐπιστημονική τους σχολαστικότης, καὶ ἡ μεθοδικὴ διαίρεσι τοῦ κειμένου των σὲ κεφάλαια καὶ στίχους δὲν ἔχουν τὸ ἀντίστοιχό τους σὲ κανένα χειρόγραφο κανενὸς συγγραφέως καὶ καμμιᾶς γραμματείας στὸν κόσμο. τὸ δὲ 25% ἀπ’ αὐτὰ εἶναι χειρόγραφα σχολιασμένα σὰν τὸν περίφημο κώδικα venetus τοῦ Ὅμηρου.
4. Τὰ βιβλικὰ χειρόγραφα εἶναι τὰ πολυτελέστερα ἀπ’ ὅλα. τὸ 90% ἀπ’ αὐτὰ εἶναι περγαμηνά, καὶ μόνο τὰ ὑπόλοιπα καὶ ὀψιμώτερα εἶναι χάρτινα. ἀρκετὰ εἶναι γραμμένα πάνω σὲ σπάνια περγαμηνή, δέρμα ἐμβρύων γιδιῶν (τὸ ἄριστο πάντων), δέρμα πορφυροβαμμένο (τὸ πολυτελέστερο πάντων), δέρμα λαγοῦ, δέρμα ἀντιλόπης, κλπ.. ἀπὸ δέρμα ἐμβρύων γιδιῶν λ.χ. εἶναι τὸ περγαμηνὸ χειρόγραφο τῆς Καινῆς Διαθήκης 1404 (= ἁγιορειτικῆς μονῆς Παντοκράτορος 234) τοῦ ΙΓ΄ αἰῶνος, ποὺ περιέχει τὴν Καινὴ Διαθήκη, τοὺς Ψαλμούς, καὶ ἀρκετοὺς ἐκκλησιαστικοὺς συγγράφεις. Γιὰ τὴν ὑπόλοιπη παγκόσμια γραμματεία ἕνα μόνο πορφυρὸ χειρόγραφο μαρτυρεῖται –δὲν διασῴζεται– καὶ ἦταν τοῦ Ὁμήρου· τὸ μαρτυρεῖ ὁ ῾Ρωμαῖος ἱστορικὸς Ἰούλιος Καπιτωλῖνος· ἦταν ἰδιοκτησία τοῦ ῾Ρωμαίου αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ. τῆς Βίβλου πορφυρᾶ χειρόγραφα μαρτυροῦνται πάρα πολλά, διασῴζονται δὲ μέχρι σήμερα ἐννέα ἑλληνικὰ καὶ περισσότερα λατινικά. ἑλληνικὰ εἶναι τὸ χειρόγραφο Τ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (ἕνα Ψαλτήριον τοῦ Ζ΄ αἰῶνος ποὺ βρίσκεται στὴ δημοτικὴ βιβλιοθήκη τῆς Ζυρίχης μὲ ἀριθμὸ C. 84) καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης τὰ χειρόγραφα 022 023 042 043 080 565 1143 καὶ λ 46· τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι πέντε του F΄ αἰῶνος, δύο τοῦ Θ΄, καὶ ἕνα τοῦ Ι΄. τὸ 022 περιέχει καὶ τὴ Γένεσι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης· εἶναι κομμένο σ' ἐννέα κομμάτια, καὶ βρίσκονται 182 φύλλα του στὴν Πετρούπολι, 33 στὴν Πάτμο, 6 στὸ Βατικανό, 4 στὸ Λονδίνο, 2 στὴ Βιέννη, 1 στὴ Θεσσαλονίκη, 1 στὴν Ἀθήνα, 1 στὴ Λέρμα τῆς Ἰταλίας σ' ἕναν πύργο, κι 1 στὴ Νέα Ὑόρκη. οἱ ἀρχαῖοι γιὰ ἄκρα πολυτέλεια ἔγραφαν μερικὲς φορὲς μὲ χρυσῆ ἢ ἀργυρῆ μελάνη, ἰδίως πάνω σὲ πορφυροβαμμένη περγαμηνή. χρυσόγραφα τέτοια ἢ ἀργυρόγραφα χειρόγραφα ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων δὲν ὑπάρχουν σήμερα, μαρτυροῦνται ὅμως ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ἕνα μόνο τοῦ ῾Ομήρου, ἐκεῖνο τὸ πορφυρὸ ποὺ μαρτυρεῖ ὁ Ἰούλιος Καπιτωλῖνος, κι ἕνα μόνο ποίημα τοῦ Πινδάρου. τῆς Ἁγίας Γραφῆς μαρτυροῦνται πάρα πολλά, σῴζονται δὲ σήμερα 8 τέτοια, ἤτοι 7 χρυσόγραφα (ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὰ 3 εἶναι καὶ πορφυρᾶ, τὰ δὲ 2 ἔχουν καὶ ἀργυρογραφία) κι 1 σκέτο ἀργυρόγραφο. εἶναι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τὸ Τ (Ψαλτήριον), καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης τὰ 022 (Καινὴ Διαθήκη + Γένεσις), 023, 1404 (Καινὴ Διαθήκη + Ψαλτήριον), λ 117, λ 132, λ 757, καὶ λ 1390. περισσότερα εἶναι τὰ λατινικὰ χρυσόγραφα κι ἀργυρόγραφα τῆς Βίβλου, ποὺ σῴζονται, ἀπὸ τὰ ὁποῖα περίφημο εἶναι ἡ χρυσῆ Βίβλος τοῦ Καρόλου τοῦ μεγάλου, τοῦ Η΄ αἰῶνος. ὑπάρχουν κι ἐλάχιστα πατερικὰ ἔργα ποὺ ἔχουν χρυσᾶ τὰ γράμματα μόνο τῶν τίτλων ἢ τὰ πρῶτα γράμματα τῶν κεφαλαίων. πολὺ περισσότερα εἶναι τὰ βιβλικὰ χειρόγραφα ποὺ ἔχουν ἐξωτερικὴ πολυτέλεια στὴ βιβλιοδεσία, μὲ καλύμματα χρυσᾶ ἢ ἀργυρᾶ ἢ ἐλεφάντινα (δηλαδὴ φιλντισένια) ἢ στολισμένα μὲ διαμάντια καὶ ἄλλα πολύτιμα πετράδια. μερικὰ ἔχουν καὶ ὡρισμένα κόκκινα γράμματα γραμμένα μὲ κιννάβαρι γιὰ λόγους κυρίως εὑρετηριακοὺς καὶ λοιποὺς ἐπιστημονικούς.
5. Τὰ βιβλικὰ χειρόγραφα εἶναι ἐπίσης τὰ καλλιτεχνικώτερα ἀπ᾿ ὅλα τὰ χειρόγραφα ὄχι μόνο τοῦ ἑλληνορρωμαϊκοῦ ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ κόσμου. πάρα πολλὰ βιβλικὰ ἔχουν πολλὲς μινιατοῦρες, ἀνθέμια, καὶ κεφαλάρια κειμένου, ποὺ εἶναι ἀριστουργήματα ζωγραφικῆς καὶ διακοσμητικῆς τέχνης, καὶ βρίσκονται πολλὲς φορὲς μέχρι καὶ 300 τέτοια σ' ἕνα χειρόγραφο. πολλὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου εἶναι μνημεῖα ζωγραφικῆς ἐφάμιλλα μὲ τοὺς παγκοσμίου φήμης ζωγραφικοὺς πίνακες· μία, ἂς τὴν ποῦμε ἔτσι, καλὴ τέχνη τῆς ἀρχαιότητος ἦταν καὶ ἡ λεπτογραφία. λεπτογραφικὰ χειρόγραφα διασῴζονται μόνο τῆς Βίβλου ἀρκετὰ καὶ τῶν πατερικῶν κειμένων ἐλάχιστα. τέτοιο εἶναι τὸ προειρημένο χειρόγραφο 234 τῆς μονῆς Παντοκράτορος· τὰ χρυσᾶ γράμματά του πάνω στὴν ἀπὸ ἔμβρυα γιδιῶν περγαμηνή του εἶναι μικρὰ σὰν τὰ μικρότερα γράμματα τῶν σημερινῶν ἐφημερίδων.
Ἕνα ἄλλο γνώρισμα τῶν βιβλικῶν χειρογράφων, ποὺ δὲν εἶναι μοναδικὸ ἀλλὰ μόνο κύριο, εἶναι ὅτι αὐτὰ σχεδὸν ὅλα εἶναι τὸ καθένα μόνο Βίβλος, ἐνῷ τὰ ἄλλα χειρόγραφα περιέχουν σχεδὸν πάντοτε τὸ καθένα πολλοὺς καὶ διαφόρους συγγραφεῖς. λίγα εἶναι τὰ μὴ βιβλικὰ χειρόγραφα ποὺ περιέχουν τὸ καθένα ἕναν μόνο ἀρχαῖο συγγραφέα.
Τὰ βιβλικὰ χειρόγραφα ἀπὸ πλευρᾶς περιεχομένου διακρίνονται σὲ δύο κατηγορίες· στὰ χειρόγραφα τοῦ συνεχοῦς κειμένου καὶ στὰ χειρόγραφα τοῦ ἐκλογαδικοῦ κειμένου, δηλαδὴ τ' ἀνθολόγια ἢ ἐκλογάδια λεγόμενα. τὰ τῆς δευτέρας κατηγορίας εἶναι μόνο τοῦ Ι΄ αἰῶνος καὶ μεταγενέστερα, καὶ σὲ ποσότητα τὰ μὲν τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀποτελοῦν τὸ 39% τοῦ συνόλου τῶν χειρογράφων της, τὰ δὲ τῆς Παλαιᾶς λιγώτερο κι ἀπὸ τὸ 10% τοῦ συνόλου τῶν χειρογράφων της.
Τὰ χειρόγραφα τοῦ συνεχοῦς κειμένου ἄλλοτε περιέχουν ὁλόκληρη τὴν Παλαιὰ ἢ τὴν Καινὴ Διαθήκη (μερικὲς φορὲς καὶ τὶς δύο Διαθῆκες μαζί), ἄλλοτε δὲ μόνο τὰ ἱστορικὰ βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἢ μόνο τὰ ποιητικὰ καὶ προφητικά, ἢ μόνο τὰ 4 εὐαγγέλια τῆς Καινῆς, ἢ μόνο τὶς Πράξεις καὶ τὶς Ἐπιστολὲς τῶν ἀποστόλων καὶ τὴν Ἀποκάλυψι. φυσικά, ὅταν λέμε γιὰ ἑλληνικὸ κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἐννοοῦμε πάντοτε τὴν ἀρχαία μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα. ὅταν ἕνα χειρόγραφο τῆς Καινῆς Διαθήκης περιέχῃ τὸ συνεχὲς καὶ ὁλόκληρο κείμενο μόνο τῶν 4 εὐαγγελίων, λέγεται συνήθως καὶ Εὐαγγέλιον ἢ Τετραευάγγελον ἢ Εὐαγγελιστάριον, ἐνῷ ὅταν περιέχῃ μόνο τὶς Πράξεις καὶ τὶς Ἐπιστολὲς τῶν ἀποστόλων καὶ τὴν Ἀποκάλυψι, λέγεται Πραξαπόστολος ἢ Ἀπόστολος.
Ἀπὸ τοὺς διαφόρους τρόπους ταξινομήσεως τῶν βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς στὰ χειρόγραφα ἐξιχνιάζεται ὅτι κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ παπύρου, ποὺ βιβλιοδετοῦνταν σὲ ῥόλο ἢ μικρὸ τομίδιο, πρὶν δηλαδὴ τὴν εὐρεῖα χρῆσι τῆς περγαμηνῆς ποὺ βιβλιοδετοῦνταν σὲ ῥαφτὸ βιβλίο σὰν τὸ σημερινό, ἡ μὲν Παλαιὰ Διαθήκη κυκλοφοροῦσε πρῶτα σὲ 22 ῥόλους κι ἔπειτα σὲ 8 τομίδια, ἡ δὲ Καινὴ Διαθήκη πρῶτα σὲ 6 ρόλους κι ἔπειτα σὲ 4 τομίδια.
Ἡ σειρὰ τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης στὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα δὲν εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ποὺ βλέπουμε στὶς σημερινὲς ἔντυπες ἐκδόσεις μας. οἱ ἔντυπες ἐκδόσεις μας ἔχουν τὰ βιβλία μὲ τὴ σειρὰ ποὺ βρίσκονται στὰ λατινικὰ χειρόγραφα καὶ στὶς εὐρωπαϊκὲς ἔντυπες ἐκδόσεις τόσο τοῦ λατινικοῦ ὅσο καὶ τοῦ ἑλληνικοῦ κειμένου. στὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα διαφέρει ἡ σειρὰ τῶν Ἐπιστολῶν τῶν ἀποστόλων. Μετὰ τὶς Πράξεις πρῶτα βρίσκονται οἱ 7 Καθολικὲς Ἐπιστολές, ἔπειτα οἱ Ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου, κι ἔπειτα ἡ Ἀποκάλυψι. καὶ οἱ Ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου βρίσκονται μὲ ἄλλη σειρά· μετὰ τὴ Β΄ Πρὸς Θεσσαλονικεῖς βρίσκεται ἡ Πρὸς Ἑβραίους, κι ἔπειτα οἱ Ἐπιστολὲς πρὸς πρόσωπα, ἤτοι Πρὸς Τιμόθεον Α΄-Β΄, Πρὸς Τίτον, καὶ πρὸς Φιλήμονα.
Τὸ βιβλικὸ κείμενο στὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα διαιρεῖται σὲ κεφάλαια καὶ στίχους, ὅπως καὶ σήμερα, ἀλλὰ τὰ μὲν κεφάλαια ἀριθμοῦνται ἕνα ἕνα, οἱ δὲ στίχοι μόνο δηλώνονται σὰν ἀριθμητικὸ σύνολο στὴν ἀρχὴ ἢ στὸ τέλος τοῦ κάθε βιβλίου ἢ στοὺς λεγομένους στιχαριθμικοὺς καταλόγους τῶν βιβλίων. τόσο τὰ κεφάλαια ὅσο καὶ οἱ στίχοι εἶναι πολὺ μικρότερα ἀπὸ τὰ σημερινὰ τῶν ἔντυπων ἐκδόσεων. συναντῶνται τρεῖς διαφορετικὲς διαιρέσεις, ἀλλὰ συνηθέστερη εἶναι ἡ μία, αὐτὴ τὴν ὁποία χρησιμοποιοῦν μερικὲς φορὲς στὶς παραπομπές των οἱ πατέρες. σὲ πολλὰ χειρόγραφα, μπροστὰ ἀπὸ τὰ 4 Εὐαγγέλια σημειώνονται οἱ 10 κανόνες (= πίνακες) τοῦ Εὐσεβίου μαζὶ μὲ τὴν Ἐπιστολή του πρὸς Καρπιανόν, ποὺ ἐξηγεῖ τὴ χρῆσι τῶν πινάκων αὐτῶν. οἱ πίνακες αὐτοὶ εἶναι ἕνα εἶδος θεματολογικοῦ ταμείου τῶν Εὐαγγελίων, δηλαδὴ κονκορντάτσιας.
Στὸ βιβλίο τῶν Ψαλμῶν σὲ πολλὰ χειρόγραφα παρατηρεῖται μία λειτουργικὴ διαίρεσί τους σὲ 20 ὁμάδες ψαλμῶν, τὰ 20 λεγόμενα καθίσματα· λέγονται ἔτσι, ἐπειδὴ κατὰ τὴν ἐπίσημη ἐπ᾿ ἐκκλησίας ἀνάγνωσί τους οἱ ἐκκλησιαζόμενοι ἀκοῦν τοὺς ψαλμοὺς καθιστοί. στὸ τέλος τοῦ βιβλίου τῶν Ψαλμῶν τὶς περισσότερες φορὲς στὰ χειρόγραφα προστίθενται οἱ ἐννέα ᾠδές, ποὺ εἶναι ἐννέα ποιητικὰ ἢ ποιητικοῦ ὕφους κομμάτια ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη Βίβλο, ἤτοι 7 ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ 2 ἀπὸ τὴν Καινή, ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὴ λατρεία σὰν ψαλμοί. σπανίως οἱ ᾠδὲς εἶναι περισσότερες ἢ διαφορετικὲς ἀπὸ τὶς ἐννέα συνηθισμένες.
Τὸ ἐκλογαδικὸ κείμενο τῆς Βίβλου, παραδεδομένο, ὅπως λέχθηκε, στὸ 10% τῶν χειρογράφων της Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ στὸ 39% ἐκείνων τῆς Καινῆς, εἶναι ἐκεῖνο ποὺ δὲν περιέχει ἀκέραια βιβλία, ἀλλὰ ἀνθολογίες περικοπῶν ἀπ’ αὐτά. οἱ ἀνθολογίες αὐτὲς λέγονται ἐκλογάδια ἢ ἀναγνωσματάρια, διότι περιέχουν ἀναγνώσματα τῆς Βίβλου ποὺ διαβάζονται στὴ λατρεία. οἱ ἀνθολογίες αὐτὲς εἶναι 4· Προφητολόγιον, Ψαλτήριον, Εὐαγγέλιον, καὶ Ἀπόστολος.
1. Τὸ Προφητολόγιον, ἂν καὶ λέγεται ἔτσι, εἶναι ἀνθολογημένο ἀπ᾿ ὅλη τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, πλὴν τῶν Ψαλμῶν, κι ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς Προφῆτες. οἱ περισσότερες περικοπές του εἶναι παρμένες ἀπὸ τὰ βιβλία Γένεσις, Ἰώβ, Παροιμίαι, Ἠσαΐα. κάθε ἀνάγνωσμα τοῦ Προφητολογίου εἰσάγεται μὲ τὴ λειτουργικὴ φράσι Γενέσεως (ἢ ἄλλου βιβλίου) τὸ ἀνάγνωσμα, γραμμένη συνήθως μὲ κόκκινη μελάνη. ἡ χρῆσι τοῦ Προφητολογίου ἐγκαταλείφτηκε γύρω στὸ 1200, πιθανῶς τὸ 1204 μὲ τὴν ἔναρξι τῆς φραγκοκρατίας, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν τυπώθηκε ποτὲ σὰ λειτουργικὸ βιβλίο. διαβάζονται ὅμως μέχρι σήμερα, κυρίως κατὰ τὴ μεγάλη τεσσαρακοστὴ καὶ τὴ μεγάλη ἑβδομάδα, λίγες μόνο περικοπὲς προερχόμενες ἀπὸ τὸ Προφητολόγιο καὶ κατεσπαρμένες στὸ Τριῴδιο καὶ στὰ Μηναῖα.
2. Τὸ Ψαλτήριον εἶναι τὸ μόνο ἐκλογάδιο τὸ ὁποῖο στοὺς Ψαλμοὺς συμπίπτει ἀπόλυτα μὲ τὸ συνεχὲς κείμενο, διότι εἶναι ἀκέραιο τὸ βιβλίο τῶν Ψαλμῶν καὶ ὄχι ἀνθολογία. ἀνθολογία εἶναι μόνο γιὰ τὶς ἐννέα ᾠδές. οἱ μικροδιαφορὲς τοῦ Ψαλτηρίου ἀπὸ τὸ μὴ λειτουργικὸ βιβλίο τῶν Ψαλμῶν εἶναι ὅτι αὐτὸ ἐπιγράφεται Ψαλτήριον, διαιρεῖται σὲ 20 καθίσματα, καὶ ἔχει σὰν προσθήκη τὶς ἐννέα ᾠδές, ἐνῷ τὸ ἄλλο ἐπιγράφεται Ψαλμοὶ καὶ δὲν ἔχει τὴ διαίρεσι σὲ καθίσματα οὔτε στὸ τέλος τὶς ᾠδές. οὐσιαστικὴ διαφορὰ δὲν ὑπάρχει καμμία.
3. Τὸ Εὐαγγέλιον ἢ καὶ Εὐαγγελιάριον (ἄλλο εἶναι τὸ Εὐαγγελιστάριον ποὺ ἀναφέρθηκε προηγουμένως) εἶναι ἀνθολογία περικοπῶν ἀπὸ τὰ 4 Εὐαγγέλια. εἶναι τὸ Εὐαγγέλιον ποὺ διαβάζει ὁ παπᾶς στὴν Ἐκκλησία. καὶ ἡ κάθε περικοπή του λέγεται ἐπίσης Εὐαγγέλιον (λ.χ. τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς Κυριακῆς, τὰ 12 Εὐαγγέλια τῆς Μεγάλης Πέμπτης). Ἐνῷ στὸ Εὐαγγελιστάριον τοῦ συνεχοῦς κειμένου ἡ σειρὰ τῶν Εὐαγγελίων εἶναι Ματθαῖος Μᾶρκος Λουκᾶς Ἰωάννης, στὸ Εὐαγγελιάριον τοῦ ἐκλογαδικοῦ κειμένου εἶναι Ἰωάννης Ματθαῖος Λουκᾶς Μᾶρκος. τὰ πρῶτα γράμματα ὅλων τῶν περικοπῶν τοῦ Εὐαγγελίου, γραμμένα συνήθως ὅπως καὶ στὰ ἔντυπα μὲ κόκκινη μελάνη, εἶναι τὸ Τ καὶ τὸ Ε, διότι ὅλες εἰσάγονται μὲ τὶς λειτουργικὲς φράσεις: Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ... (ὅταν πρόκηται γιὰ διήγησι), καὶ Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ (τὴν παραβολὴν ταύτην)... (ὅταν πρόκηται γιὰ παραβολὴ ἢ ἄλλη διδαχή). Εὐαγγελιάρια ὑπάρχουν δύο, ποὺ βρίσκονται συνήθως σ᾿ ἕνα χειρόγραφο. τὸ ἕνα λέγεται Πασχάλιον ἢ Τῶν κινητῶν ἑορτῶν, ποὺ εἶναι ὅλες ἐξαρτήματα τοῦ πάσχα. τὸ ἄλλο λέγεται Μηνολόγιον ἢ Τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν καὶ ἀντιστοιχεῖ στοὺς 12 μῆνες τοῦ ἔτους μὲ πρῶτο τὸ Σεπτέμβριο. ὅταν τὰ δύο εἶναι σ' ἕνα καὶ τὸ ἴδιο χειρόγραφο, προηγεῖται τὸ Πασχάλιον.
4. Ὁ Ἀπόστολος εἶναι ἐκλογάδιο ἀνθολογημένο ἀπὸ τὶς Πράξεις καὶ τὶς 21 Ἐπιστολὲς τῶν ἀποστόλων. σ' αὐτὸν οἱ περικοπὲς σχεδὸν ὅλες ἀρχίζουν μὲ τὰ γράμματα Ε καὶ Α, διότι εἰσάγονται μὲ τὶς λειτουργικὲς φράσεις Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις... (ὅταν πρόκηται γιὰ διήγησι τῶν Πράξεων), καὶ Ἀδελφοί... (ὅταν πρόκηται γιὰ διδαχὴ ἀπὸ τὶς Ἐπιστολές).
Συχνὰ τὰ χειρόγραφα τοῦ συνεχοῦς κειμένου ἔχουν σὲ κάθε βιβλίο τῆς Γραφῆς στὴν ἀρχὴ τὴν ἐπιγραφὴ καὶ στὸ τέλος τὴν ὑπογραφή· ἡ δεύτερη δὲν εἶναι παρὰ ἐπανάληψι τῆς ἐπιγραφῆς. στὸ τέλος ἔχουν ἐπίσης σημειωμένο τὸν ἀριθμὸ τῶν στίχων τοῦ κειμένου καὶ τὸν τόπο τῆς συγγραφῆς του π.χ. Στίχοι βχνε΄· ἐγράφη ἐν Καισαρείᾳ ἢ ἐγράφη ἀπὸ Κορίνθου.
Τοῦ κάθε βιβλίου τῆς Ἁγίας Γραφῆς συχνὰ στὰ χειρόγραφα προηγεῖται ἕνας πρόλογος· οἱ πρόλογοι αὐτοὶ εἶναι γραμμένοι ἀπὸ τὸν Ἀλεξανδρέα τοῦ Ε΄ αἰῶνος Εὐθάλιο ἐπίσκοπο Σούκλης ἢ κι ἀπὸ ἄλλους ἄγνωστους ἐκκλησιαστικοὺς συγγράφεις, καὶ μοιάζουν μὲ τὶς «ὑποθέσεις» τῶν ῥαψῳδιῶν τοῦ Ὁμήρου ἢ τῶν τραγῳδιῶν καὶ κωμῳδιῶν.
Τὰ χειρόγραφα τοῦ συνεχοῦς κειμένου διακρίνονται σὲ δύο κατηγορίες· σ' αὐτὰ ποὺ ἔχουν σκέτο κείμενο καὶ σ' αὐτὰ ποὺ τὸ ἔχουν σχολιασμένο. τὰ σχόλια, ποὺ λέγονται συνήθως Σειραὶ ἢ Catenae, εἶναι συλλογὲς ἀποσπασμάτων ἀπὸ ἑρμηνευτικὰ συγγράμματα ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων, τὰ ὁποῖα σώθηκαν ἢ καὶ χάθηκαν. εἶναι τοποθετημένα στὸ πάνω, στὸ κάτω, καὶ στὸ ἔξω περιθώριο τῆς σελίδος (ὄχι ποτὲ στὸ περιθώριο τὸ πρὸς τὴ ῥάχι τοῦ βιβλίου). στὴν Καινὴ Διαθήκη ὑπάρχουν 11 διαφορετικὲς Σειρές, γραμμένες στὸ 25% τῶν χειρογράφων, ὅπως λέχθηκε προηγουμένως. τὶς ξεχώρισαν οἱ ἐρευνηταὶ Karo καὶ Lietzmann. ἡ κυριώτερη ἀπ᾿ αὐτὲς ἔχει ἐκδοθῆ ἀπὸ τὸν Cramer κι ἐκτείνεται σὲ 8 ὀγκώδεις τόμους. στὴν Παλαιὰ Διαθήκη οἱ Σειρὲς δὲν ἔχουν ἀκόμη διακριθῆ καὶ χαρακτηρισθῆ, ἀλλ᾿ ἀπ᾿ ὅ,τι βλέπω στὰ χειρόγραφα, πρέπει νὰ ξεπερνοῦν τὶς 10. ἡ κυριώτερη ἀπ᾿ αὐτὲς καλύπτει σχεδὸν ὅλα τὰ ἱστορικὰ βιβλία (ἀπὸ τὴ Γένεσι μέχρι καὶ τὶς Βασιλεῖες) καὶ ἔχει ἐκδοθῆ ἀπὸ τὸ Νικηφόρο Θεοτόκη σὲ δύο πελώριους τόμους.
Στὸ τέλος τῶν Εὐαγγελίων μερικὲς φορὲς ὑπάρχει τὸ Συναξάριον δηλαδὴ πίνακας τῶν περικοπῶν ποὺ διαβάζονται ἐπ᾿ ἐκκλησίας κατὰ σύναξιν, δηλαδὴ κυρίως κατὰ τὶς Κυριακὲς κι ἔπειτα κατὰ τὶς κινητὲς καὶ ἀκίνητες ἑορτὲς τοῦ ἐνιαυτοῦ. (ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τὸ ἁγιολογικὸ Συναξάριον, ποὺ εἶναι ἐπιτομὴ βιογραφιῶν τῶν ἁγίων στὰ Μηναῖα). αὐτὸ τὸ βιβλικὸ Συναξάριον δημοσιεύεται καὶ στὴν ἔντυπη ἔκδοσι τῆς Καινῆς Διαθήκης τοῦ Β. Ἀντωνιάδου, τὴν ὁποία διαδίδει ἡ ἱερὰ σύνοδος.
Στὰ βιβλικὰ χειρόγραφα πολλὲς φορὲς πάνω ἀπὸ τὰ γράμματα τοῦ κειμένου ὑπάρχουν καὶ μουσικὲς ἐνδείξεις, δηλαδὴ σημαδόφωνα, μουσικὲς νότες. αὐτὸ στὰ χειρόγραφα τοῦ συνεχοῦς κειμένου συμβαίνει λίγες φορές, ἐνῷ στὰ ἐκλογάδια πολλὲς φορές. τὸ ἁπλούστερο σύστημα σημαδοφώνων ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο σημεῖα ποὺ τὸ καθένα μὲ 3 στιγμὲς παριστάνει ὀξεῖα ἢ βαρεῖα (.·˙ ·.).
Αὐτὰ γιὰ τὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα τῆς Βίβλου, δηλαδὴ τῆς μεταφράσεως τῶν Ἑβδομήκοντα γιὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ τοῦ πρωτοτύπου τῆς Καινῆς Διαθήκης.
* * *
Εἶναι γνωστὸ ὅτι, ὅπως γίνεται σήμερα, ἔτσι καὶ στὴν ἀρχαιότητα διάφοροι συγγραφεῖς μέσα στὰ συγγράμματά τους παρέθεταν στίχους ἢ πεζὰ παραθέματα (τσιτάτα) ἀπὸ ἀρχαιότερους συγγραφεῖς. γιὰ παράδειγμα ὁ Ἀριστοτέλης καὶ ὁ Στράβων στὰ ἔργα τους παραθέτουν (τσιτάρουν) πολλὲς φορὲς στίχους τοῦ Ὅμηρου. φυσικὰ τὰ παραθέματα προέρχονται κυρίως ἀπὸ σπουδαίους ποιητὰς καὶ συγγραφεῖς. εἶναι εὐνόητο ὅτι, ὅσο πιὸ σπουδαῖος καὶ πολυδιαβασμένος ἦταν ἕνας ποιητὴς ἢ συγγραφεύς, τόσο περισσότερα παραθέματά του παρατίθενται ἀπὸ τοὺς μεταγενεστέρους του συγγράφεις. ἀπὸ τοὺς ἄλλους συγγραφεῖς πλὴν τῆς Βίβλου πρῶτος στὰ παραθέματα καὶ μὲ μεγάλη διαφορὰ εἶναι ὁ Ὅμηρος· γύρω στὰ 1000 παραθέματά του βρίσκονται σὲ περισσοτέρους ἀπὸ 100 μεταγενεστέρους συγγραφεῖς. τῆς Βίβλου ὑπάρχουν 205.000 παραθέματα σ' ἑλληνογλώσσους μόνο Χριστιανοὺς συγγραφεῖς, ἤτοι 85.000 παραθέματα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κι 120.000 τῆς Καινῆς. τὰ παραθέματα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι συνήθως πιὸ ἐκτεταμένα ἀπὸ τὰ τῆς Καινῆς. οἱ συγγραφεῖς ποὺ τὰ παραθέτουν εἶναι περίπου 1500. πολὺ περισσότερα εἶναι τὰ βιβλικὰ παραθέματα στὴν ἀρχαία λατινικὴ Χριστιανικὴ γραμματεία, ποὺ παρατίθενται ἀπὸ 3.000 περίπου συγγραφεῖς. ἡ Βίβλος εἶναι τὸ μόνο βιβλίο στὸν κόσμο, ποὺ τὸ κείμενό της παρατίθεται ὁλόκληρο· ἂν δηλαδὴ χάνονταν ὅλα τὰ χειρόγραφά της κι ὅλα τὰ τυπογραφικὰ ἀντίτυπά της, θὰ μποροῦσε ν' ἀποκατασταθῇ ὅλο τὸ κείμενό της μόνο ἀπὸ τὰ παραθέματα. χωρία τῆς Βίβλου παραθέτουν καὶ μὴ Χριστιανοὶ συγγραφεῖς, ὅπως ὁ λίγο μεγαλείτερος τοῦ Χριστοῦ σὲ ἡλικία γραμματικὸς Λογγῖνος, ὁ ὁποῖος παραθέτει χωρία τοῦ πρώτου κεφαλαίου τῆς Γενέσεως κατὰ τὴ μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα, καὶ οἱ ἱστορικοί, λογοτέχνες, καὶ φιλόσοφοι ᾿Επίκτητος, Λουκιανός, Κέλσος, Ἀμέλιος, Πορφύριος, Αἴλιος Λαμπρίδιος, καὶ ἄλλοι, ποὺ παραθέτουν ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη.
Μία μόνο φράσι τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ποὺ δὲν ἀνευρίσκεται οὔτε στὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα οὔτε στὰ ἑλληνικὰ παραθέματα· κι αὐτὴ εἶναι ἡ φράσι ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ Πατήρ, ὁ Λόγος, καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, καὶ οὗτοι οἱ τρεῖς ἕν εἰσι· καὶ τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῇ γῇ, ἡ ὁποία στὶς ἔντυπες ἐκδόσεις βρίσκεται στὴν Α΄ Ἐπιστολὴ τοῦ Ἰωάννου 5,7. αὐτὴ τὴ φράσι, κάπως διαφορετικὰ διατυπωμένη, τὴν ἔχει μόνο ἕνα δίγλωσσο ἑλληνολατινικὸ χειρόγραφο τοῦ ΙΔ΄ αἰῶνος γραμμένο στὴν Ἰταλία, τὸ βατικανὸ ὀττοβονιανὸ 298 (ὅπου τὸ ἑλληνικό της κείμενο εἶναι μετάφρασι τοῦ λατινικοῦ τῆς ἀπέναντι στήλης), καὶ τὴν παραθέτει ἕνας μόνο ἑλληνόγλωσσος συγγραφεύς, ὁ δομινικανὸς μοναχὸς τοῦ ΙΕ΄ αἰῶνος καὶ ὀπαδὸς τοῦ Θωμᾶ Ἀκινᾶ Μανουὴλ Καλέκας. πρῶτος παραθέτει τὴ φράσι αὐτὴ σὲ λατινικὴ γλῶσσα ὁ ῾Ισπανὸς αἱρεσιάρχης τοῦ Δ΄ αἰῶνος Πρισκιλλιανός. ἔπειτα συναντᾶται σὲ ἀρκετὰ λατινικὰ χειρόγραφα. στὶς ἔντυπες ἐκδόσεις τοῦ ἑλληνικοῦ κειμένου τὴν ἔβαλε μεταφρασμένη ἀπὸ τὰ λατινικὰ ὁ πρῶτος ἐκδότης τῆς ἑλληνικῆς Βίβλου καρδινάλιος Ximenes de Cisneros τὸ 1514. γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς στὴν ἔκδοσι τῆς ἱερᾶς συνόδου ὁ Β. Ἀντωνιάδης τὴ φράσι αὐτὴ τὴ χαρακτηρίζει σὰ νόθο καὶ τὴν τυπώνει μὲ μικρότερα στοιχεῖα.
* * *
Πρώτη στὸν κόσμο εἶναι ἡ Βίβλος καὶ στὶς μεταφράσεις. ἔχει τὴν ἀρχαιότερη μετάφρασι στὴν παγκόσμια ἱστορία, ποὺ εἶναι ἡ μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο ἑβραϊκὸ πρωτότυπο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα, καμωμένη στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸν Γ΄ π.Χ. αἰῶνα. κατὰ τὴ γνώμη μου λέγεται μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα –ἀκριβέστερα τῶν Ἑβδομήκοντα δύο–, ἐπειδὴ αὐτὴ μόνη ἔγινε μὲ τὴ φροντίδα καὶ κυκλοφόρησε μὲ τὴν ἔγκρισι τοῦ μεγάλου συνεδρίου τῶν ἑβδομήκοντα δύο, ποὺ ἦταν γιὰ τὸν ἀρχαῖο Ἰσραὴλ ὅ,τι εἶναι γιὰ μᾶς σήμερα ἡ ἱερὰ σύνοδος, ἡ βουλή, ὁ ἄρειος πάγος, καὶ τὸ συμβούλιο τῆς ἐπικρατείας μαζί. πρόκειται γιὰ τὸ μέγα συνέδριο τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸ Μωυσῆ, καταδίκασε τὸ Χριστὸ καὶ τὸ Στέφανο, δίκασε τὸν Παῦλο, καὶ γράφτηκε γι᾿ αὐτὸ τὸ βιβλίο τῆς Μισνὰ καὶ τῆς Ταλμοὺδ «Συνέδριον»· αὐτὸ λεγόταν ἀλλιῶς οἱ Ἑβδομήκοντα ἢ οἱ Ἑβδομήκοντα δύο, διότι τόσα ἦταν τὰ μέλη του. Σήμερα ἡ προχριστιανικὴ αὐτὴ ἰουδαϊκὴ ἑλληνόγλωσση μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα ἐπέχει τὴ θέσι τοῦ πρωτοτύπου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, διότι τὸ ἀρχικὸ ἑβραϊκὸ πρωτότυπό της χάθηκε. τὸ ἑβραϊκὸ ποὺ κυκλοφορεῖ σήμερα ἢ μασοριτικὸ λεγόμενο εἶναι ἐπαναμετάφρασι κυρίως τῶν Ἑβδομήκοντα στὴν ἑβραϊκὴ γλῶσσα τοῦ μεσαίωνος, ποὺ ἔγινε βαθμιαῖα ἀπὸ τὸ Β΄ μέχρι τὸν Θ΄ μ.Χ. αἰῶνα, γι᾿ αὐτὸ ἔχει κι ἑλληνικὲς λέξεις, ὅπως Οὒρ (= Χὼρ = Χώρα) (Γε 11,31), φοιριὸν (= φορεῖον) (Ἆσ 3,9), παράδεισος (Ἆσ 4,13· περσικὴ λέξι παρμένη μέσῳ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης), καὶ πολλὲς ἄλλες.
Ἔχει ἐπίσης ἡ Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἄλλες ἓξ τουλάχιστο ἑλληνόγλωσσες Ἰουδαϊκὲς μεταφράσεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες σῴζονται μόνο λείψανα· εἶναι τοῦ Ἀκύλα (130 μ.Χ.), τοῦ Θεοδοτίωνος (180), τοῦ Συμμάχου (210), καὶ οἱ λεγόμενες Πέμπτη (Γ΄ αἰ.), Ἕκτη (Γ΄ αἰ.), καὶ ῾Εβδόμη (Γ΄ αἰ.). τὸ μασοριτικὸ κείμενο εἶναι δευτερευόντως ἐπαναμετάφρασι καὶ αὐτῶν τῶν 6 μεταφράσεων. ὑπάρχει καὶ μία ὄψιμη μερικῶν βιβλίων σῳζόμενη μετάφρασι, ἡ μαρκιανή, τοῦ ΙΕ΄ αἰῶνος· εἶναι μετάφρασι τοῦ μασοριτικοῦ κειμένου. τοῦ μασοριτικοῦ κειμένου τ' ἀρχαιότερα χειρόγραφα εἶναι ἕνα μερικὸ τοῦ Θ΄ αἰῶνος κι ἕνα ὁλόκληρο τοῦ Ι΄ αἰῶνος.
Χριστιανικὲς μεταφράσεις ἀρχαῖες ἔχουν καὶ οἱ δύο Διαθῆκες 18, ἤτοι 2 λατινικές (τοῦ Β΄ καὶ τοῦ Δ΄ αἰῶνος), 5 συριακές (Β΄, Ε΄, F΄, καὶ Ζ΄ αἰῶνος), 4 κοπτικὲς δηλαδὴ αἰγυπτιακές (Γ΄ καὶ Δ΄ αἰῶνος), τὴ γοτθική (Δ΄ αἰ.), τὴν αἰθιοπική (Ε΄ αἰ.), τὴν ἀρμενική (Ε΄ αἰ.), τὴν ἰβηρικὴ δηλαδὴ γεωργιανή (Ε΄ αἰ.), τὴν ἀραβική (Ζ΄ αἰ.), τὴν περσική (Ζ΄ αἰ.), καὶ τὴ Σλαβονική (Θ΄ αἰ.). μόνη ἡ Καινὴ Διαθήκη ἔχει κι ἄλλες 4 ἀρχαῖες μεταφράσεις σὲ μερικὲς ἀπὸ τὶς παραπάνω γλῶσσες (λατινική, συριακή, κοπτική). ὅλες οἱ ἀρχαῖες αὐτὲς μεταφράσεις παραδίδονται ἡ κάθε μία σὲ πλῆθος χειρογράφων, ἡ δὲ λατινικὴ βουλγάτα ξεπερνάει σὲ χειρόγραφα τὸ ἑλληνικὸ πρωτότυπο. ἀρχαιότερο χειρόγραφό της εἶναι τὸ ἀμιατῖνο τοῦ Ζ΄ αἰῶνος.
Ἔχει ἡ Βίβλος καὶ τὶς περισσότερες σύγχρονες μεταφράσεις ἀπ᾿ ὅλα τὰ βιβλία τοῦ κόσμου. σήμερα (1995) ὑπάρχουν συγγραφεῖς καὶ λογοτέχνες ποὺ ἔχουν μέχρι καὶ 30 μεταφράσεις σὲ σύγχρονες γλῶσσες, κι αὐτοὶ θεωροῦνται σὰν οἱ κορυφαῖοι στὸν κόσμο. ἡ Βίβλος κυκλοφορεῖ σήμερα σὲ 1577 μεταφράσεις, ὅσες εἶναι οἱ γλῶσσες τῆς γῆς. οἱ γλωσσολόγοι, ὅταν θέλουν νὰ μάθουν πόσες εἶναι οἱ γλῶσσες τῆς γῆς, ῥωτοῦν τὶς βιβλικὲς ἑταιρεῖες πόσες καὶ ποιές μεταφράσεις τῆς Βίβλου ἔχουν θέσει σὲ κυκλοφορία. ὅπως δήλωσαν οἱ ἑταιρεῖες αὐτὲς στὶς 31-12-1976, μέχρι τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ Βίβλος εἶχε μεταφραστῆ σὲ 1577 γλῶσσες. ἀπ’ αὐτὲς στὶς 261 γλῶσσες εἶχαν μεταφραστῆ καὶ οἱ δύο Διαθῆκες, σὲ ἄλλες 384 μόνο ἡ Καινὴ Διαθήκη, καὶ στὶς ὑπόλοιπες 932 μεμονωμένα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, ποὺ εἶναι συνήθως τὰ 4 εὐαγγέλια καὶ οἱ Πράξεις, ἢ οἱ Ψαλμοί.
* * *
Καὶ στὶς ἔντυπες ἐκδόσεις ἡ Βίβλος ἔχει τὸ ἀπλησίαστο πρωτεῖο. σήμερα ἕνα βιβλίο ἐκδίδεται συνήθως σὲ 1000 ἀντίτυπα, ἐνῷ τὰ μεγάλης κυκλοφορίας σὲ 10.000 καὶ 20.000. ὅταν κάποιο φτάσῃ τὶς 100.000, βραβεύεται καὶ χαρακτηρίζεται μπὲστ-σέλλερ. ὑπάρχουν στὸν κόσμο σπάνια βιβλία ποὺ ξεπερνοῦν κι αὐτὸ τὸ ὅριο φτάνοντας καὶ τὶς 200.000. ἡ Βίβλος μόνο ἀπὸ τὶς βιβλικὲς ἑταιρεῖες καὶ μόνο κατὰ τὸ ἔτος 1975 εἶχε κυκλοφορήσει σὲ 308.000.000· ναὶ ἑκατομμύρια, κι ὄχι χιλιάδες.
Ἀλλὰ καὶ τὸ βιβλίο ποὺ ἐκδόθηκε τυπωμένο πρῶτο στὴν παγκόσμια ἱστορία εἶναι πάλι ἡ Βίβλος. τὸ πρῶτο ἔντυπο βιβλίο ποὺ ἐκτύπωσε ὁ ἐφευρέτης τῆς τυπογραφίας Ἰωάννης Γουτεμβέργιος τὸ 1441 ἦταν ὁλόκληρη ἡ Βίβλος, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, στὴ λατινικὴ μετάφρασι τὴ λεγόμενη βουλγάτα. στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα ἡ Βίβλος εἶναι τὸ τρίτο βιβλίο ποὺ τυπώθηκε, στὴν Ἱσπανία τὸ 1514.
* * *
Ἡ Βίβλος σὰ βιβλίο ἔχει κι ἄλλα πολλὰ καὶ σπουδαῖα πρωτεῖα, χωρὶς νὰ συζητῶ ποτὲ τὴ θεοπνευστία της, διότι ἀφ' ἑνὸς μὲν σ' αὐτὸ δὲν ὑπάρχει σύγκρισι, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει ἕνα δεύτερο τέτοιο θεόπνευστο βιβλίο, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ θεοπνευστία της εἶναι ἀντικείμενο πίστεως. τὰ 10 ἢ 12 ἀρχαιότερα βιβλία της εἶναι τ' ἀρχαιότερα ἀναγνώσιμα βιβλία στὸν κόσμο. ἔπειτα ἔρχονται τὰ Ἔπη τοῦ Ὅμηρου. ἡ μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ τῶν Ἑβδομήκοντα, εἶναι, ὅπως εἶπα, ἡ ἀρχαιότερη μετάφρασι στὸν κόσμο ἀπ᾿ ὅσες σῴζονται κι ἀπ᾿ ὅσες μνημονεύονται χωρὶς νὰ σῴζωνται. ἀλλὰ καὶ οἱ ἀρχαῖες μεταφράσεις τῶν δύο Διαθηκῶν εἶναι ἀπὸ τὶς ἀρχαιότερες ποὺ ἔγιναν, καὶ οἱ ἀρχαιότερες ποὺ σῴζονται· διότι οἱ λίγο ἀρχαιότερες λατινικὲς μεταφράσεις τοῦ ῾Ομήρου καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους δὲν σώθηκαν. οἱ ἱστορικοὶ τῆς Βίβλου (Μωυσῆς καὶ οἱ συγγραφεῖς τῶν λοιπῶν ἱστορικῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης) εἶναι οἱ ἀρχαιότεροι ἱστορικοὶ τοῦ κόσμου, οἱ πραγματικοὶ πατέρες τῆς ἱστορίας. διότι οἱ τελευταῖοι χρονικῶς ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι ἀπὸ μισὸ μέχρι ἕναν αἰῶνα ἀρχαιότεροι ἀπὸ τὸν Ἡρόδοτο καὶ τὸ Θουκυδίδη. οἱ συγγραφεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καὶ ἰδίως ἐκεῖνοι τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου καὶ τῆς Βασιλείας Δαυῒδ καὶ τῶν Βασιλειῶν καὶ τῆς Παραλειπόμενης, εἶναι οἱ ἀρχαιότεροι συγγραφεῖς τοῦ κόσμου ποὺ παραπέμπουν σὲ ἄλλα βιβλία. ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς Ἑβδομήκοντα εἶναι τὸ ἀρχαιότερο κι ἐκτενέστερο σῳζόμενο κείμενο ποὺ εἶναι γραμμένο στὴ δημοτικὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα τῆς ἑλληνιστικῆς ἀρχαιότητος. αὐτὴ ἡ μετάφρασι μαζὶ μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη εἶναι ὁ ἀδιαφιλονείκητος κύριος διαμορφωτὴς τῆς δημοτικῆς βυζαντινῆς καὶ νεοελληνικῆς γλώσσης. γιὰ πολλὰ ἔθνη, ὅπως λ.χ. γιὰ τοὺς Γότθους (Γερμανούς), Σύρους, Ἄραβες, Αἰθίοπες, Πέρσες, Ἀρμενίους, Γεωργιανούς, Σλάβους, κλπ., ἡ μετάφρασι τῆς Βίβλου στὴ γλῶσσα τους εἶναι τὸ ἀρχαιότερο ἐθνικό τους γραπτὸ μνημεῖο, ὅπως γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες ὁ Ὅμηρος. αὐτὸ συμβαίνει κατὰ κανόνα καὶ γιὰ τοὺς τέως ἀπολίτιστους λαοὺς τῶν διαφόρων ἠπείρων, ποὺ ἐκπολιτίστηκαν πρόσφατα. γιὰ τοὺς σημερινοὺς Γερμανοὺς ἡ Βίβλος κατὰ τὴ μετάφρασι τοῦ Λουθήρου εἶναι ἐπίσης τὸ ἀρχαιότερο γραπτὸ μνημεῖο τῆς λαλουμένης γλώσσης των.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μονοθεΐα καὶ τὴ λοιπὴ πνευματικὴ ἀλήθεια, καὶ πάρα πολλὰ βιοτικὰ πράγματα καὶ θεσμοὶ ἀναφέρονται γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος μέσα στὴ Βίβλο, ὅπως λ.χ. τὰ 6 προϊστορικὰ μέταλλα, οἱ πολύτιμοι λίθοι καὶ ἡ τέχνη τῆς χαράξεώς των, τὰ προϊόντα ζυμώσεως (ψωμί, τυρί, κρασί, ξίδι), τὸ πλεκτὸ πανί, τὸ βυρσοδεψικὸ δέρμα, ἡ ἄσφαλτος (πίσσα), ὁ ἄσβεστης, τὸ γιαλί, ὁ ἀκονιστικὸς τροχός, τὰ μουσικὰ ὄργανα καὶ οἱ μουσικὲς νότες, ἡ στενογραφία, ἡ ἐπιστολή, τὸ νόμισμα, ὁ πάπυρος, κλπ.. ἐπίσης στὴ Βίβλο ἀνευρίσκονται γιὰ πρώτη φορὰ ὡρισμένες λέξεις ποὺ ἔγιναν παγκόσμιοι ὅροι ὅπως οἱ λέξεις ἀγάπη, προσωποληψία - προσωπολήπτης, πνευματικός (μὲ τὴν πνευματικὴ καὶ ὄχι τὴ μηχανολογικὴ σημασία), καλλιέργεια (πνευματική), ὑποκριτής (μὲ τὴν ἠθικὴ καὶ ὄχι τὴ θεατρικὴ σημασία), τάλαντον - ταλέντο (στὴ γνωστὴ μεταφορικὴ σημασία), τύπτω - τύψεις (συνειδήσεως), ἀνάστασις (νεκρῶν), κοιμοῦμαι - κοίμησις - κοιμητήριον, ἐθελοθρησκεία, κλπ., οἱ ὁποῖες, προσαρμοσμένες βέβαια στὴν προφορὰ τῆς κάθε γλώσσης ἢ καὶ μεταφρασμένες, ἔχουν περάσει ἀκόμη καὶ σὲ γλῶσσες μὴ χριστιανικῶν ἐθνῶν.
Τέλος τὸ ἀλφάβητο, τὸ μοναδικὸ στὸν κόσμο καὶ ἀξεπέραστο ἐξελικτικῶς φθογγικὸ γραμματάριο τῆς ἀνθρωπότητος, ἐφευρέθηκε γιὰ νὰ γραφτῆ μ' αὐτὸ ἡ Βίβλος, κι ἔπειτα ἔμεινε καὶ χρησιμοποιήθηκε καὶ γιὰ τὰ ὑπόλοιπα βιβλία τῆς ἀνθρωπότητος μέχρι σήμερα. εἶναι δὲ τὸ ἀλφάβητο ἡ μεγαλείτερη καὶ ἀξεπέραστη ἐφεύρεσι τῆς ἀνθρωπότητος, τὸ κλειδὶ τῆς γνώσεως, τῆς ἱστορίας, καὶ τῆς λοιπῆς ἐπιστήμης, κι αὐτὸ εἰσήγαγε ὅλα τὰ ἔθνη τῆς γῆς ἀπὸ τὴν προϊστορία στὴν ἱστορία κι ἀπὸ τὸν πρωτογονισμὸ στὸν πολιτισμό.
Ἀσυζητητεὶ καὶ ἔξω ἀπὸ τὸ ζήτημα τῆς αἰωνίου σωτηρίας ἡ Βίβλος γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα εἶναι ὄχι ἁπλῶς ἕνα βιβλίο ἢ ἕνα σπουδαῖο βιβλίο, ἀλλὰ τὸ βιβλίο· ἡ Βίβλος.
Δρ Κωνσταντῖνος Σιαμάκης
Θεσσαλονίκη 1995
© Δρ Κωνσταντῖνος Σιαμάκης, Τ.Θ. 1635, Πανεπιστημιούπολις, 54006 Θεσσαλονίκη (www.philologus.gr). ἡ μελέτη αὐτὴ ἐκδόθηκε τὸ 1995 ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολι Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ ᾿Αλμωπίας, 58200 Ἔδεσσα, σὲ αὐτοτελὲς τεῦχος 24 σελίδων.