ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ
2
Μετάφρασι Βάμβα
Διονυσίου Ἀνατολικιώτου
δρος φιλοσοφικῆς σχολῆς Ἀθηνῶν,
πτυχιούχου κοινωνικῆς θεολογίας
symbole@mail.com
῾Η μετάφρασι ἡ γνωστὴ ὡς «τοῦ Βάμβα» εἶναι νεοελληνικὴ μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὴν ὁποία διαδίδει κυρίως ἡ Βιβλικὴ ῾Εταιρεία (ἡ Παλαιὰ Διαθήκη δὲν περιλαμβάνει τὰ 10 λεγόμενα δευτεροκανονικὰ βιβλία). ῾Η μετάφρασι αὐτὴ ὡλοκληρώθηκε μέσα σὲ 10 χρόνια, ἀπὸ τὸ 1829 μέχρι τὸ 1838, ἡ δὲ ἐκτύπωσί της χρειάστηκε 14 χρόνια (1831-1844)· μετάφρασι καὶ ἔκδοσι ἔγιναν μὲ πρωτοβουλία καὶ δαπάνες τῶν ἀγγλικανῶν Ἄγγλων, ποὺ κατεῖχαν τότε τὰ ῾Επτάνησα, γιὰ λογαριασμὸ κυρίως τῶν ἐν ῾Ελλάδι Ἄγγλων ἀγγλικανῶν μισιοναρίων, ποὺ ἀσκοῦσαν προσηλυτισμὸ εἰς βάρος τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας. Γιὰ τὴν πραγματοποίησι τῆς μεταφράσεως συνεργάστηκαν συνολικὰ πέντε ἄτομα, οἱ δύο Ἄγγλοι ἀγγλικανοὶ H. D. Leeves (Λὴβς) καὶ I. Lowndes (Λάουντς) καὶ οἱ τρεῖς ῞Ελληνες ὀρθόδοξοι Νεόφυτος Βάμβας (ἀρχιμανδρίτης), Κωνσταντῖνος Τυπάλδος ᾿Ιακωβᾶτος (ἱερομόναχος καὶ ἀργότερα τιτουλάριος μητροπολίτης Σταυρουπόλεως), καὶ Γ. ᾿Ιωαννίδης.
Κατὰ τὴν μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (1829-1836 στὴν Κέρκυρα) οἱ δύο Ἄγγλοι ἐξηγοῦσαν προφορικῶς τὰ νοήματα μὲ βάσι τὴν ἀγγλικὴ ἰακωβιανὴ μετάφρασι τοῦ 1611 καὶ οἱ τρεῖς ῞Ελληνες διατύπωναν ἐγγράφως τὴν τελικὴ ἐξήγησί τους στὴν ἑλληνικὴ ἔχοντας ὑπόψει τους ἐπίσης καὶ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μετάφρασι «τῶν ῾Εβδομήκοντα». ῾Ο Ν. Βάμβας μετέφρασε τὰ βιβλία ῎Εξοδος, Σαμουὴλ 1-2 καὶ Βασιλέων 1-2 (= Βασιλειῶν 1-4), Χρονικῶν (= Παραλειπομένων) 1-2, ῎Εσδρας - Νεεμίας, ᾿Ησαΐας, ᾿Ιεζεκιήλ, καὶ τὴν ᾿Εσθήρ (45%)· ὁ Κ. Τυπάλδος τὰ βιβλία Γένεσις, Λευιτικόν, Κριταί, ῾Ρούθ, Ψαλμοί, ᾿Ιώβ, Παροιμίαι, ᾿Εκκλησιαστής, Ἆσμα, ᾿Ιερεμίας, Θρῆνοι, Δανιήλ, Δώδεκα προφῆται (42%)· καὶ ὁ Γ. ᾿Ιωαννίδης τὰ βιβλία Ἀριθμοί, Δευτερονόμιον, ᾿Ιησοῦς τοῦ Ναυή (13%). ᾿Επίσης χρησιμοποιήθηκε καὶ ἕνας ἀνώνυμος ᾿Ιουδαῖος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀναλάβει τὴν εὐθύνη νὰ συμφωνοῦν τὰ κύρια μόνον ὀνόματα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μὲ τὴν γραφή τους στὸ μασοριτικὸ ἑβραϊκό.
῾Η μετάφρασι ὁλόκληρης τῆς Καινῆς Διαθήκης πραγματοποιήθηκε τὸ 1836-38 στὴν ᾿Αθήνα κυρίως ἀπὸ τὸν Ν. Βάμβα μὲ τὴν συνεργασία τοῦ Ἄγγλου I. Lowndes, ὁ ὁποῖος πάλι ἐξηγοῦσε προφορικῶς τὰ νοήματα μὲ βάσι τὴν προαναφερθεῖσα ἀγγλικὴ μετάφρασι, ἐνῷ ὑπάρχουν κάποιες ἐνδείξεις ὅτι σὲ πρώιμο στάδιο ἴσως συνεργάστηκε καὶ ὁ Κ. Τυπάλδος, ὁ ὁποῖος ὅμως μετὰ διεχώρισε τὴν θέσι του, καὶ ἀποκήρυξε τὴν μετάφρασι συνολικῶς (Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, πρωτοπρεσβυτέρου, Τὸ ζήτημα τῆς μεταφράσεως τῆς ῾Αγίας Γραφῆς εἰς τὴν νεοελληνικὴν γλῶσσαν κατὰ τὸν ΙΘ΄ αἰῶνα, διδακτορικὴ διατριβή, Ἀθῆναι 1977· ἔκδοσις β΄, Ἀθῆναι 2004).
Οἱ σύγχρονοι προτεστάντες χρησιμοποιοῦν πολὺ αὐτὴν τὴν μετάφρασι καὶ τονίζουν ἰδιαιτέρως τὸ ὅτι ὁ φερόμενος ὡς κύριος μεταφραστὴς Νεόφυτος Βάμβας ἦταν «ὀρθόδοξος ἀρχιμανδρίτης». Τὸ πόσο ὀρθόδοξος ἦταν ὁ Βάμβας καὶ πόσο ὀρθόδοξη ἡ μετάφρασί του μᾶς τὸ λένε οἱ πηγὲς ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Ἂς δοῦμε λοιπὸν τὶς σχετικὲς μαρτυρίες.
῾Ο Ἄγγλος προτεστάντης ἱεραπόστολος Χάρτλεϋ σὲ ἀπόρρητη ἔκθεσί του (μὲ ἡμερομηνία 20 Σεπτεμβρίου 1825) πρὸς τὴν προτεσταντικὴ ῾Εταιρεία ᾿Εκκλησιαστικῆς ῾Ιεραποστολῆς γράφει γιὰ τὸν Νεόφυτο Βάμβα· «...Συνωμίλησα μαζί του περὶ τῶν δογμάτων, περὶ μεσιτείας τῶν ἁγίων, χρήσεως εἰκόνων, μετουσιώσεως, ἐξομολογήσεως, ἀναγεννήσεως καὶ πολλῶν ἄλλων σημείων, εὑρίσκω δὲ ὅτι τελεῖ ἐν ἁρμονίᾳ πρὸς τὰ ἰδικά μου φρονήματα...» (π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, ἔκδοσις β΄, σ. 195). Ὁ ἴδιος προτεστάντης καὶ ὁ Ἀμερικανὸς ὁμοϊδεάτης του Στέφανος Γκρέλετ μαρτυροῦν ἐπίσης ὅτι ὁ Βάμβας χωρὶς κανέναν δισταγμὸ συμπροσευχόταν μαζί τους καὶ μὲ μεγάλη χαρὰ συμμετεῖχε στὶς προτεσταντικὲς ἀκολουθίες τους, ἐνῷ εὐκαιρίας δοθείσης καταδίκασε τὸν μοναχισμό, ἂν καὶ τυπικὰ ἦταν καὶ ὁ ἴδιος μοναχός! (π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω σ. 192 καὶ 195).
῾Ο ἀρχικὰ συνεργάτης του στὴν μετάφρασι τῆς Ἁγίας Γραφῆς Κωνσταντῖνος Τυπάλδος ᾿Ιακωβᾶτος ἀπὸ τὴν Κέρκυρα γράφει σ᾿ ἕνα γράμμα του (ἡμερομ. 13 Νοεμβρίου 1837)· «Τοιούτου χαρακτῆρος ἄνθρωπος εἶναι ὁ Βάμβας ἐκεῖνος ὁ ἀλιτήριος. Ἄπληστος φιλαργυρία καὶ φιλοδοξία εἰς τὸν ὕπατον βαθμὸν κατακυριεύουν τὴν σατανικὴν ψυχήν του. Εἰς τὰ δύο αὐτὰ θυσιάζει καὶ θρησκείαν καὶ πατρίδα καὶ ὅ,τι οἱ ἄνθρωποι λογίζονται ἱερὸν καὶ ἅγιον. ῾Η φιλαργυρία καὶ ἡ φιλοδοξία εἶναι αἱ δύο θεότητες, τὰς ὁποίας σέβεται καὶ λατρεύει καὶ εἰς τὰς ὁποίας προσφέρει τὸ θυμίαμα. Ὄχι διὰ τριάκοντα ἀργύρια, ὡς ἄλλοτε ὁ ᾿Ιούδας, ἀλλὰ δι᾿ ἓν μόνον κολακευτικὸν ἐπίθετον εἶναι ἕτοιμος νὰ προδώσῃ τὴν ᾿Εκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ...
»...Ἀληθινὰ ἐδούλευσα εἰς τὴν μετάφρασιν τῆς Παλαιᾶς [καὶ Νέας] Διαθήκης. Ἀλλὰ τοῦτο δὲν θέλει νὰ εἰπῇ ὅτι συνηγορῶ ὑπὲρ τῆς αἱρέσεως, ὅτι ὑποστηρίζω τοὺς αἱρεσιόφρονας... Τὴν μετάφρασιν ἐκείνην ἐθεώρησα πάντοτε ὡς κόπον ἁπλῶς φιλολογικόν, εἰς τὸν ὁποῖον καθεὶς ἠμπορεῖ νὰ ἐργασθῇ, καὶ ποτὲ ὡς θρησκευτικόν...
»...Εἰς τὴν πρὸς τὴν κυβέρνησιν ἀναφοράν μου (τῆς ὁποίας σᾶς ἀποστέλλω τὸ ἴσον) ἀποδοκιμάζω καὶ ἐκσυρίττω τὴν μετάφρασιν ταύτην ὡς αἱρετικὴν καὶ μὴ φέρουσαν τὴν σφραγῖδα τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας» (π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, Παράρτημα ἐγγράφων σ. 42*-43*). [ἐκσυρίττω = ἐκφέρω σφυρίγματα ἀποδοκιμασίας, «γιουχάρω», ἀποδοκιμάζω ἐντόνως καὶ ἐμπράκτως.]
῾Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Γρηγόριος F΄ σὲ ἐπιστολή του μὲ ἡμερομηνία 5 Φεβρουαρίου 1838, ἀναφέρει· «...Ἡ πνευματικὴ ἀποστασία τοῦ Βάμβα ἤδη εἶναι γνωστὴ πρὸ πολλοῦ εἰς τὴν Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίαν, δι᾿ ἣν καὶ δὲν θέλει ἀποφύγει τὴν ὀργὴν τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας. Θέλει συναριθμηθῆν μεταξὺ τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως καὶ θέλει λάβει τὰ ἐπίχειρα τῆς κακίας, τῆς πλάνης καὶ τῆς διαφθορᾶς του, ἐὰν ἀκολουθήσῃ νὰ καταχρᾶται καὶ εἰς τὸ ἑξῆς τὴν εὐσπλαγχνίαν τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας, ἥ τις τὸν περιμένει ἀκόμη εἰς μετάνοιαν καὶ εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας» (π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, Παράρτημα ἐγγράφων σ. 45*). Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς ἴδιας ἐπιστολῆς· «...ὁ Φαρμακίδης καὶ ὁ Βάμβας, ἀμφότεροι γνωστοὶ εἰς ὅλους τοὺς ᾿Ορθοδόξους ποίων φρονημάτων, διαθέσεων καὶ πολιτείας ἐστάθησαν, μάλιστα ὁ δεύτερος τούτων ἀναφανδὸν καὶ ἀναισχύντως ὕψωσε τὴν σημαίαν τῆς ἀποστασίας κατὰ τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας» (ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σ. 52*).
Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὶς μαρτυρίες ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν, ἑτεροδόξων καὶ ὀρθοδόξων, ὁ Βάμβας ἦταν ὁμοϊδεάτης μὲ τοὺς προτεστάντες, συμπροσευχόταν μαζί τους, ἀθετοῦσε τὰ ὀρθόδοξα δόγματα, καταδίκαζε τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμό, ἦταν κακός, ἀλιτήριος, ἄπληστος, φιλάργυρος, φιλόδοξος, πλανεμένος, διεφθαρμένος, ἀναίσχυντος, θρασὺς ἀποστάτης ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία, αἱρετικὸς καὶ ἐχθρὸς τῆς πίστεως, ἡ δὲ μετάφρασί του εἶναι ἀναφανδὸν αἱρετική, κακόδοξη, ἐπιζήμια γιὰ τοὺς πιστοὺς καὶ πνευματικὰ ἐπικίνδυνη. Ὅταν λοιπὸν οἱ Ἕλληνες προτεστάντες χρησιμοποιοῦν τὴν μετάφρασι τοῦ Βάμβα ἀποκαλῶντάς τον «ὀρθόδοξο», μᾶλλον ἐννοοῦν ὅτι ἦταν «ὀρθόδοξος προτεστάντης»· διότι ἔχουν καὶ οἱ προτεστάντες τοὺς ὀρθόδοξους καὶ τοὺς ἀνορθόδοξους ὀπαδούς τους, στὴν προτεσταντικὴ πίστι βέβαια. Ἀσφαλῶς πρέπει ἡ ᾿Εκκλησία νὰ ἀφορίσῃ τὸν Βάμβα μετὰ θάνατον, ἐφόσον πέθανε ἀμετανόητος, ὥστε οἱ νεώτεροι, ποὺ δὲν γνωρίζουν τὰ γεγονότα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ τὴν ἱστορία τῆς μεταφράσεως ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του, νὰ μὴν πέφτουν θύματα τῆς σύγχρονης προπαγάνδας τῶν προτεσταντῶν.
Σημείωσις. Τὰ στοιχεῖα προέρχονται κυρίως ἀπὸ τὸν τόμο «᾿Επικίνδυνες μεταφράσεις τῆς Βίβλου (ἀπὸ ἀλλοιωμένα κείμενα)», συλλογικὸ ἔργο, ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 2008 ἀπὸ τὶς ᾿Εκδόσεις «Κάλαμος» καὶ διατίθεται ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο Νεκτάριος Παναγόπουλος (Χαβρίου 3, Τ.Κ. 10562 ᾿Αθῆναι, τηλ. 210-3224819), καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλα χριστιανικὰ καὶ γενικὰ βιβλιοπωλεῖα.
«᾿Εκκλησιολόγος», φ. 516, 10/6/2017