1. Βίβλος Μεταφράσεις τῆς Βίβλου 4. Tὸ ἑβραϊκὸ κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἡ μετάφρασι Βάμβα (β)

 

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

 

4

Tὸ ἑβραϊκὸ κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

καὶ ἡ μετάφρασι τοῦ Βάμβα (β)

 

 

Διονυσίουνατολικιώτου

δρος φιλοσοφικς σχολςθηνν,

πτυχιούχου κοινωνικς θεολογίας

symbole@mail.com

 

 

Σημειωτέον ὅτι γύρω στὸ 130 μ.Χ. οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἐγκατέλειψαν τὴν μετάφρασι τῶν Ο΄ (= ῾Εβδομήκοντα), ἡ ὁποία ἦταν δική τους ἑλληνό­γλωσση μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ τὴν χρησιμοποιοῦσαν ἐπὶ 4 αἰῶνες, κι ἔκαμαν μία ἄλλη ἑλληνόγλωσση μετάφρασι (αὐτὴν τοῦ ᾿Ιου­δαίου Ἀκύλα), μεταφράζοντας ἀκριβῶς τὸ μέχρι τότε νοθευμένο καὶ ψαλιδισμένο πλέον ἑβραϊκὸ κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (τὸ λεγόμενο καὶ πρωτομασοριτικό). Εὐτυχῶς ὅμως τὴν μετάφρασι τῶν Ο΄ τὴν κρά­τησε ἡ χριστιανικὴ ᾿Εκκλησία, διότι σήμερα ξέρουμε ὅτι εἶναι ἀπαραί­τητη γιὰ τὴν ἐπὶ τὸ ὀρθότερον ἀποκατάστασι τοῦ ἀρχικοῦ ἑβραϊκοῦ κει­μένου.

Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι σήμερα γιὰ τὸ μασοριτικὸ κείμε­νο χρησιμοποιεῖται ἡ διεθνῶς καὶ ἐπιστημονικῶς καθιερωμένη κριτικὴ ἔκδοσί του μὲ τίτλο Biblia Hebraica Stuttgartensia, ἡ ὁποία συμπληρώνει καὶ ἀποκαθιστᾷ πολλὰ χωρία βάσει τοῦ κειμένου τῶν Ο΄. ᾿Απὸ τὴν πρώτη μέχρι τὴν τελευταία σελίδα τῆς Biblia Hebraica Stuttgartensia συνεχῶς συγκρίνεται τὸ μασοριτικὸ μὲ τοὺς ῾Εβδομήκοντα, καὶ γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο χρησιμοποιοῦνται 2 καλὲς ἐκδόσεις καὶ περισσότερα ἀπὸ 30 χειρόγραφα τοῦ ἑλληνικοῦ κειμένου τῶν Ο΄.

Γιὰ παράδειγμα στὸ 1ο κεφ. τῆς Γενέσεως, χωρίο 9, δὲν ὑπάρχει στὸ καθιερωμένο μασοριτικὸ κείμενο ἡ πρότασι «καὶ συνήχθη τὸ ὕδωρ τὸ ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ εἰς τὰς συναγωγὰς αὐτῶν, καὶ ὤφθη ἡ ξηρά». Γι᾿ αὐτὸ ἡ φράσι αὐτὴ δὲν ὑπάρχει οὔτε στὴν ᾿Ιακωβιανὴ ἀγγλικὴ μετάφρασι τοῦ 1611 οὔτε στὶς ἄλλες παλαιὲς εὐρωπαϊκὲς μεταφράσεις οὔτε φυσικὰ στὴν μετάφρασι Βάμβα! ῞Ομως στὴν Biblia Hebraica Stuttgartensia ἡ πρότασι προστίθεται ἀπὸ τὸ κείμενο τῶν Ο΄ μὲ ταυτόχρονη ἐπαναμετάφρασί του στὰ ἑβραϊκά, καὶ ἔτσι ἡ σύγχρονή μας ἑλληνικὴ μετάφρασι ἐκ τοῦ μασοριτικοῦ ποὺ ἐκδίδει ἀπὸ τὸ 1998 περίπου ἡ Βιβλικὴ ῾Εταιρεία, σὲ δημοτικὴ γλῶσσα πλέον, περιλαμβάνει τὴν ἐν λόγῳ φράσι, ἀφοῦ στηρίζεται στὴν Biblia Hebraica Stuttgartensia. Ἄρα ἡ μετάφρασι Βάμβα ἐκτὸς τοῦ ὅτι κληρονομεῖ ὅλα τὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς ἀδυναμίες τοῦ μασοριτικοῦ (κειμένου πολλαπλῶς ἀλλοιωμένου καὶ παραποιημένου), ἐπιπλέον εἶναι ἐλλιπὴς καὶ ἐπιστημονικῶς ἀνε­παρκής.

Πολλὰ εἶναι τὰ προβλήματα τοῦ περίφημου μασοριτικοῦ ἑβραϊκοῦ κειμένου (γιὰ τὰ ὁποῖα ἔγινε ἀναφορὰ καὶ σὲ προηγούμενη δημοσίευ­σι), πάνω στὸ ὁποῖο μὲ καμάρι στηρίζονται οἱ νεώτερες εὐρωπαϊκὲς με­ταφράσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (ἀπὸ τὴν Βουλγάτα τοῦ ῾Ιερωνύμου καὶ δῶθε) καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖο δῆθεν ἔγινε καὶ ἡ μετάφρασι Βάμβα.

Βέβαια εἰδικὰ γιὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὁ Βάμβας καὶ οἱ συνεργάτες του δὲν εἶχαν ἐπαρκεῖς γνώσεις τῆς βιβλικῆς ἑβραϊκῆς, ὥστε νὰ μετα­φράσουν κατευθεῖαν ἀπὸ τὸ ἑβραϊκὸ μασοριτικό, ἀλλὰ οἱ ἀγγλικανοὶ ἐκδότες ἐννοοῦσαν ὡς «θεῖον ἑβραϊκὸν ἀρχέτυπον» τὴν ᾿Ιακωβιανὴ ἀγ­γλικὴ μετάφρασι (King James Version) τοῦ 1611, ἡ ὁποία τέθηκε ὡς βάσι γιὰ τὴν συνολικὴ μετάφρασι, ἐνῷ κάποια βιβλία μεταφράστηκαν καὶ ἀπὸ τὴν γαλλικὴ μετάφρασι τοῦ ᾿Ολιβετὰν (1535) ἢ ἀπὸ τὴν ἰταλικὴ τοῦ Ντιοντάτι (1607). ῞Ομως καὶ ἡ ᾿Ιακωβιανὴ μετάφρασι τοῦ 1611 δὲν εἶχε γίνει ἀπευθείας ἀπὸ τὸ ἑβραϊκὸ (μασοριτικὸ) κείμενο ἀλλὰ ἀπὸ τὴν λα­τινικὴ μετάφρασι τοῦ ῾Ιερωνύμου τὴν ὀνομαζόμενη καὶ Βουλγάτα (ἀρ­χὲς 5ου αἰῶνος), καὶ σὲ ὅσα σημεῖα ἦταν δυσνόητη, ἀπὸ τὴν γερμανικὴ μετάφρασι τοῦ Λουθήρου (1517)!

᾿Επειδὴ ὁ ῾Ιερώνυμος ἀπεχθανόταν πάρα πολὺ τὸ κείμενο τῶν Ο΄, ποὺ χρησιμοποιεῖ ἡ ᾿Εκκλησία ὡς Βίβλον της ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν ἀπο­στόλων, παρασκεύασε μία δική του λατινικὴ μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ ὁποία ἀκολουθοῦσε τὸ ἑβραϊκὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο ὅμως ἤδη στὴν ἐποχή του ἦταν ψαλιδισμένο, ἀντιχριστιανικῶς ἐπεξεργασμένο καὶ πολλαπλῶς ἀλλοιωμένο (πρωτομασοριτικό). ᾿Αλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἤξερε ἑβραϊκὰ τόσο καλά, ὥστε νὰ μεταφράσῃ ἀπευθείας ἀπὸ αὐτά, ξεπέρα­σε αὐτὸ τὸ «μικρὸ» ἐμπόδιο μὲ δύο τρόπους·

α) Στηρίχτηκε πλουσίως ὁ ῾Ιερώνυμος στὴν νεώτερη μετάφρασι τοῦ Συμμάχου (Παν. Μπρατσιώτου, «Εἰσαγωγὴ εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην», σελ. 586-587, 594· τοῦ ἰδίου, «᾿Εκκλησιαστής», σελ. 13), ὁ ὁποῖος στὰ τέλη τοῦ 2ου μ.Χ. αἰῶνος εἶχε μεταφράσει τὸ ἀλλοιωμένο ἑβραϊκὸ κεί­μενο τῆς ἐποχῆς του σὲ κομψὰ ἑλληνικά, προκειμένου νὰ ἀντικαταστή­σῃ τὶς ἀποτυχημένες μέχρι ἀκαταληψίας ἑλληνόγλωσσες μεταφράσεις τῶν ᾿Ιουδαίων ᾿Ακύλα καὶ Θεοδοτίωνος, οἱ ὁποῖες εἶχαν γίνει ἐπίσης στὸν 2ο αἰῶνα, γιὰ νὰ ὑποκαταστήσουν τὴν μισητὴ πλέον γιὰ τοὺς ᾿Ιου­δαίους μετάφρασι τῶν Ο΄. ῾Ο Σύμμαχος ἀρχικὰ ἀνῆκε στὴν ἰουδαιοχρι­στιανικὴ αἵρεσι τῶν ἐβιωνιτῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν πίστευαν στὴν θεότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οὔτε στὸ μυστήριο τῆς ῾Αγίας Τριάδος, δὲν δέχονταν τὸν Παῦλο ὡς ἀπόστολο οὔτε τὶς ἐπιστολές του, ἐνῷ τηροῦσαν καὶ πολλὲς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου. Ἔτσι δὲν ξαφνιάζει τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Σύμμαχος ἀργότερα ἀσπάστηκε πλήρως τὸν ἰουδαϊσμό, ἡ δὲ μετάφρασί του ἀκολουθεῖ πιστῶς τὶς διδασκαλίες καὶ ἀπόψεις τῶν ᾿Ιουδαίων ῥαββίνων τῆς ἐποχῆς του. Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ μία σημαντικὴ πηγὴ τοῦ ῾Ιερωνύμου γιὰ τὴν μεταφραστική του ἐργασία ἐπὶ τῆς Παλαιᾶς Διαθή­κης!

β) ᾿Αλλὰ ὁ ῾Ιερώνυμος οὔτε ἑλληνικὰ ἤξερε τόσο καλά, γιὰ νὰ μετα­φράσῃ ἀπευθείας ἀπὸ αὐτὰ στὰ λατινικά, καὶ τοῦτο φαίνεται ἀπὸ τὰ σοβαρὰ λάθη ποὺ ἔκαμε μεταφράζοντας τὴν Καινὴ Διαθήκη, ὑπάρχει δὲ καὶ νεώτερη διδακτορικὴ διατριβὴ ποὺ τεκμηριώνει τὴν ἐλλιπῆ γλωσσο­μάθεια καὶ γλωσσικὴ ἀνεπάρκεια τοῦ ῾Ιερωνύμου. Γι᾿ αὐτὸ συνεργά­στηκε μὲ τὸν δάσκαλό του στὴν ἑβραϊκὴ γλῶσσα καὶ ἐχθρὸ τῆς χριστιανικῆς πίστεως Ἰουδαῖο ῥαββῖνο Βαρανίνα (Baranina), ὁ ὁποῖος ἐξηγοῦσε στὸν ῾Ιερώνυμο τὸ φθαρμένο ἤδη κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα ἑβραϊκὸ-πρωτομασοριτικὸ κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τὸ μετέφραζε σὲ ἀδέξια λατινικά, τὰ ὁποῖα κατόπιν ὁ ἴδιος ὁ Ἱερώνυμος γλωσσικῶς μόνο διεμόρφωσε σὲ κομψὰ λατινικά! (Κων. Σιαμάκη, «῾Ο κόσμος τῆς ἀδικίας», Μελέτες, τεῦχος 4).

᾿Επιθυμοῦσε ὁ ῾Ιερώνυμος μὲ τὴν μετάφρασί του νὰ ἀντικαταστήσῃ γιὰ μὲν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὸ κείμενο τῶν Ο΄ γιὰ δὲ τὴν Καινὴ αὐτὸ τὸ πρωτότυπο ἑλληνικὸ κείμενο τῶν ἱερῶν ἀποστόλων, καὶ νὰ χρησιμο­ποιῆται ἀπὸ ὅλη τὴν ᾿Εκκλησία ἀποκλειστικῶς ἡ δική του μετάφρασι τόσο γιὰ λειτουργικὴ χρῆσι ὅσο καὶ γιὰ βιβλικὴ μελέτη καὶ ἑρμηνεία. Τὴν ὡς ἄνω λατινικὴ μετάφρασι τοῦ ῾Ιερωνύμου (δηλαδὴ κατ᾿ οὐσίαν τὴν ἐξήγησι τοῦ ᾿Ιουδαίου ῥαββίνου Βαρανίνα) ἔχει ὡς ἐπίσημη Βίβλο σήμερα ἡ παπικὴ-ῥωμαιοκαθολικὴ ἐκκλησία. Καὶ αὐτὴ χρησιμοποιήθη­κε ὡς δῆθεν «ἑβραϊκὸ θεῖο ἀρχέτυπο» γιὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τὴν ᾿Ιακωβιανὴ ἀγγλικανικὴ μετάφρασι (King James Version) τοῦ 1611, ἡ ὁποία μὲ τὴν σειρά της ἔγινε «ἑβραϊκὸ θεῖο ἀρχέτυπο» γιὰ τὴν μετά­φρασι Βάμβα!

Οἱ ἀγγλικανοὶ ἐκδότες τῆς μεταφράσεως Βάμβα, 14 αἰῶνες μετὰ τὸν ᾿Ιερώνυμο, ἤθελαν νὰ κάμουν κι αὐτοὶ τὸ ἴδιο μὲ ἐκεῖνον· ἐπεδίωκαν δηλαδὴ ἡ μετάφρασι Βάμβα νὰ ἀντικαταστήσῃ σὲ ὅλες τὶς χρήσεις μέσα στὴν ἑλληνόφωνη ἐκκλησία τόσο τὸ κείμενο τῶν Ο΄ γιὰ τὴν Παλαιὰ Δια­θήκη ὅσο καὶ τὸ πρωτότυπο ἑλληνικὸ κείμενο γιὰ τὴν Καινή. Γι᾿ αὐτὸ στὴν μετάφρασι Βάμβα ἐνῷ ὡς Παλαιὰ Διαθήκη μεταφράζεται ἄλλοτε ἡ ἀγγλικὴ μετάφρασι τοῦ 1611 ἄλλοτε ἡ ἰταλικὴ τοῦ 1608 καὶ ἄλλοτε ἡ γαλλικὴ τοῦ 1535, ὅμως χρησιμοποιεῖται τὸ λεξιλόγιο τῶν ῾Εβδομή­κοντα! Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐπιχειρεῖται διπλῆ ἐξαπάτησι· ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν δημιουργεῖται ἡ ψευδαίσθησι στὸν ἀνυποψίαστο ῞Ελληνα ἀναγνώστη (ποὺ ἄλλη Παλαιὰ Διαθήκη ἐκτὸς τῶν Ο΄ δὲν γνώριζε μέχρι τότε), ὅτι διαβάζει μία ἐλαφρὰ γλωσσικὴ ἁπλούστευσι τῶν Ο΄, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ μα­θαίνει ὁ ἴδιος ἀναγνώστης νὰ «καταλαβαίνῃ» καὶ νὰ «ἑρμηνεύῃ» τὸ λε­ξιλόγιο τῶν Ο΄ μὲ βάσι τὴν μετάφρασι Βάμβα, δηλαδὴ κατ᾿ οὐσίαν μὲ βάσι τὶς ἑρμηνευτικὲς ἀρχὲς τῶν ἀγγλικανῶν καὶ λοιπῶν προτεσταντῶν τοῦ 16ου καὶ 17ου αἰῶνος.

Δυστυχῶς ἡ μετάφρασι Βάμβα ἀποδεικνύεται ἐλλιπής, ἀνεπαρκής, ἀνακριβής, ἀναξιόπιστη, διαστρεβλωτικὴ καὶ φθοροποιὸς τῶν βιβλικῶν νοημάτων.

 

Σημείωσις. Περισσότερες πληροφορίες καὶ βιβλιογραφία μπορεῖ κανεὶς νὰ βρῇ καὶ στὸν τόμο «᾿Επικίνδυνες μεταφράσεις τῆς Βίβλου (ἀπὸ ἀλλοιωμένα κείμενα)», συλλογικὸ ἔργο, ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 2008 ἀπὸ τὶς ᾿Εκδόσεις «Κάλαμος», καὶ διατίθεται ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο Νεκτάριος Παναγόπουλος (Χαβρίου 3, Τ.Κ. 10562 ᾿Αθῆναι, τηλ. 210-3224819).

 

 

«᾿Εκκλησιολόγος», φ. 518, 24/6/2017