8. ᾿Εκκλησιαστικὴ μουσική — ἱστορία, θεωρία, μελοποιήσεις Ἱστορία, θεωρία καὶ πρᾶξις ᾿Αφιέρωσις 2011· Γεώργιος Βιολάκης (1820-1911) ῾Η ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Γεωργίου Βιολάκη (ἐπετειακὸ ἄρθρο)

 

᾿Επέτειος ἑκατὸ ἐτῶν

ἀπὸ τὴν κοίμησί του

 

 

Ο ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΟΛΑΚΗΣ

(1820-1911)

 

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ

 

ὑπὸ Διονυσίου ᾿Ανατολικιώτου*

 

 

1. Συνοπτικὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα

 

1. Καθὼς ἐφέτος (2011) συμπληρώνονται 100 χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας Γεωργίου Βιολά­κη († 10 ᾿Ιουλίου 1911), θὰ μποροῦσε νὰ πῇ κανεὶς ὅτι ἦταν ἀπαραίτη­το ἡ πολύ­πλευρη προσωπικότητά του καὶ τὸ ἔργο του νὰ ἀποτέλεσουν ἀντι­κείμενο ἐπιστημονικῆς μελέτης στὸν τομέα τῆς μου­σικολογίας. τὸ ὄνομά του εἶναι μέχρι σήμερα γνωστὸ στὸν χῶρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καὶ λατρείας χάρις στὶς δύο ἀρ­γὲς δοξολογίες του καὶ στὸ ἰσχῦον τυπικὸν τῆς Μεγά­λης ᾿Εκκλησίας, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε συντάκτης καὶ ἐκδό­της. πα­ρὰ ταῦ­τα στὴν πραγμα­τι­κό­τητα τὸ εὐρύτερο ἔργο του καὶ ἡ προσφορά του στὴν ψαλ­τικὴ τέχνη καὶ ἐπιστήμη παρέμεναν κατ᾿ οὐσίαν ἄγνωστα καὶ ἀν­εξερεύνητα. πέ­ρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι διετέλεσε πρω­το­ψάλ­της γιὰ 30 χρόνια στὸν πα­τρι­αρχικὸ ναὸ στὸ Φανάρι καὶ πέ­ρα ἀπὸ τὰ λίγα ἔργα ποὺ φέρουν τὸ ὄ­νο­­μά του καὶ ἤδη ἐμνημόνευσα, σχε­δὸν τίποτε ἄλλο δὲν ἦταν γνω­στὸ γι᾿ αὐ­τὸν τὸν ἐκκλησιαστικὸ ἄν­δρα. καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλ­λὰ ἐ­πι­­πλέον –ἀ­πὸ μία ἀνεξήγητη ἀδικία τῆς ἱστορίας– δημιουργήθηκε γύρω ἀπὸ τὸ πρό­σωπό του σειρὰ παρε­ξη­γήσεων καὶ πα­ρα­νοήσεων, ποὺ ἀ­μαυ­ρώνουν τὴν ἀξία του καὶ ἀ­πο­προσανατολίζουν τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν κρί­σι τῶν με­τα­γενεστέρων ἐ­ρευ­νητῶν. εὐτυχῶς ὅτι ἡ διεξαχθεῖσα ἔρευνα ἔ­φε­ρε στὴν ἐ­πι­φάνεια ὑλικὸ καὶ στοιχεῖα ποὺ αἴρουν διάφο­ρες ἀστήρικτες εἰκασίες ἢ προκα­τα­λή­ψεις ποὺ ὑπῆρχαν μέχρι τώρα γιὰ τὸν Γεώργιο Βιο­λάκη καὶ γιὰ τὴν σημασία τοῦ ἔργου του.

2. ῾Ο Γεώργιος Βιολάκης γεννήθηκε στὴν Σίφνο τὸ 1820. ἀπὸ μικρὸ παι­δὶ αἰσθα­νόταν «ἀκάθεκτον δί­ψαν πρὸς τὰ γράμματα» ἀλλὰ καὶ ζῆλο γιὰ τὴν ἐκμάθησι τῆς ἐκ­κλησιαστικῆς μας μου­σι­κῆς, γι᾿ αὐτὸ ὁ πα­τέρας του τὸν στέλνει μόλις δέκα ἐτῶν στὴν Κων­σταν­τινούπολι, ὅπου ὁ Γεώρ­γιος θὰ ἐγκα­τα­σταθῇ μόνιμα. ἀπὸ μαθητὴς ἀνεβαίνει στὸ ἀνα­λό­γιο, διδά­σκε­ται τὰ μου­σικὰ μαθήματα καὶ ἀναλαμβάνει τὸ κανονάρχημα, σύμφωνα μὲ τὶς τό­τε συνήθειες. οἱ ἐπι­φα­νέ­στεροι μουσι­κο­διδάσκαλοι ἐ­κείνης τῆς ἐ­πο­χῆς τὸν ἐξε­τίμησαν ἰδιαιτέρως «διὰ τὸ ἐξό­χως μελῳ­δικὸν καὶ μελίρρυτον τῆς φω­νῆς του».

3. «Ἔφηβος γενόμενος» ὁ Γεώργιος ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λι καὶ πηγαίνει στὴν Χίο, γιὰ νὰ φοι­τήσῃ στὸ ἐκεῖ περίφημο γυμνάσιο ἀλλὰ καὶ στὴν μουσικὴ σχολὴ τοῦ γυμνασίου μὲ διδά­σκαλο τὸν ὀνομαστὸ πρω­το­ψάλτη τῆς Χίου Νικόλαο Πουλάκη (1810-1889). ἐκεῖ ὁ μικρὸς Γεώρ­γι­ος πῆρε τρία πολύτιμα ἐφόδια ποὺ τοῦ χρησίμευσαν σὲ ὅλη τὴν μετέ­πει­τα ζωή του καὶ τοῦ χάρι­σαν εὔφημη μνεία μέχρι τὶς ἡμέρες μας· 1ον, ὁ δά­σκα­λός του τελειοποίησε τὸν Γεώργιο στὴν μουσική· 2ον, τοῦ ἔμαθε τὶς τυ­πι­κὲς διατάξεις τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν· καὶ 3ον, αὐτὸς ὁ δάσκαλος ἔδωσε στὸν εὐνο­ού­μενο μαθητή του τὸ ἐπίθετο Βιολά­κης λόγῳ τῆς γλυκύ­τητος τῆς φω­νῆς του· μέχρι τότε τὸ ἐπώνυμο τοῦ Γεωργίου ἦταν Σίφνιος.

4. ᾿Επίσης ὁ τότε περίφημος πρω­το­ψάλτης τῆς Νέας Μονῆς Χίου ἱε­ρο­μόναχος Μελέτιος ἀνέ­λαβε νὰ τοῦ διδάσκῃ συστηματικῶς τὴν μουσικὴ σὲ ὅλες τὶς ἱερὲς ἀκο­λου­θίες καὶ ἀγρυπνίες τόσο στὸ πρα­κτικὸ μέρος τῆς ψαλ­μῳδίας ὅσο καὶ στὴν τυπικὴ διάταξι τῶν ἀκο­λουθιῶν. ἔτσι στὴν Χίο μπαίνουν τὰ στερεὰ ἐκεῖνα θεμέλια, ποὺ θὰ κατα­στή­σουν ἀργό­τερα τὸν Γεώργιο Βιολάκη ἱκανὸ νὰ ἀναλάβῃ τὴν θέσι τοῦ πρωτο­ψάλτου στὸ Οἰ­κου­μενικὸ Πα­τριαρ­χεῖο, καὶ νὰ παρου­σιά­σῃ τὸ καὶ σήμερα ἰσχῦον Τυ­πι­κὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο φέρει τὸ ὄνομά του.

5. Τὸ 1842 ὁ Γεώργιος ἐπέστρεψε στὴν Κων­σταν­τινού­πολι, ὅπου ὑπη­ρε­τεῖ στὸ ἀναλόγιο δια­φόρων ναῶν. παραλλήλως ὅμως συνεχίζει τὶς μου­σι­κὲς σπουδές του, καθὼς τὸ πνεῦμα φιλομαθείας δὲν τὸν ἔχει ἐγ­κα­τα­λεί­ψει καὶ δὲν θε­ω­ρεῖ τὸν ἑαυτό του ὡλοκληρωμένο στὴν μουσικὴ κατάρ­τισι· δεῖγ­μα κι αὐτὸ τοῦ σεμνοῦ ἤθους καὶ τοῦ τα­πει­νόφρονος χαρακτῆρος του. οἱ μεγάλοι ψάλτες καὶ διδάσκαλοι τῆς μουσικῆς πάντοτε θεω­ροῦσαν ὅτι βρί­σκονταν σὲ θέσι μαθητείας, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Γεώργιος Βιο­λά­κης μαθη­τεύει κοντὰ στὸν δια­πρε­πῆ μου­σικοδιδάσκαλο Θεό­δωρο τὸν Φωκαέα, γε­γονὸς ἀσφα­λῶς καθο­ριστικῆς σημασίας γιὰ τὴν μου­σικὴ ὁλοκλή­ρωσί του, ἀφοῦ καὶ ὁ ἴδιος ἀργότερα ὡς πρωτοψάλτης τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ ἐσε­μνύνετο νὰ παρουσιάζῃ τὸν ἑαυτό του ὡς μαθητὴ τοῦ Θεοδώρου Φωκα­έ­ως. τὴν ἴδια περίπου περίοδο ὁ Γ. Βιολάκης ἀσχολεῖται καὶ μὲ τὴν ἐκ­μά­θη­σι τόσο τῆς εὐρωπαϊκῆς ὅσο καὶ τῆς ἀνατολικῆς μου­σι­κῆς.

6. Ἂς δοῦμε μὲ λίγα λόγια τὴν ψαλτικὴ πορεία τοῦ Γεωργίου Βιο­λάκη. ὅταν τὸ 1842 ἐπέστρεψε στὴν Πόλι ἀπὸ τὴν Χίο, διωρίστηκε δεύτερος ψάλ­της στὸν ναὸ τῆς Παναγίας τοῦ Γαλατᾶ. τὸ 1843 διο­ρί­ζεται ψάλτης στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῶν Χίων πάλι στὸν Γαλα­τᾶ, ὅπου θὰ πα­ρέ­μενε γιὰ τὰ ἑπόμενα 33 χρόνια· τὰ πρῶτα ἑπτὰ στὸ ἀρι­στερὸ ἀναλόγιο, καὶ τὰ ὑπόλοιπα 26 (1851-1876) διευ­θύνον­τας τὸν δεξιὸ χορὸ ὡς πρω­το­ψάλτης. τὶς μουσικὲς γνώσεις καὶ ψαλτικὲς ἱκανότητές του τὶς ἐκτι­μοῦ­σαν οἱ δια­πρε­πέστεροι μουσικοδιδάσκαλοι τῆς ἐπο­χῆς, μεταξὺ τῶν ὁ­ποί­ων ὁ τότε πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Κων­σταν­τῖνος Βυζάν­τι­ος καὶ ὁ ἱε­ρο­μόναχος Πέτρος Συμεὼν ὁ Ἁγιο­ταφίτης. συνεργάστηκε ἐ­πί­σης μὲ πολ­λοὺς ἐπιφανεῖς μου­σικοὺς τῆς ἐποχῆς του. ἐξαι­ρετικὴ φι­λία εἶ­χε μὲ τὸν δι­δάσκαλο τοῦ γέ­νους καὶ «μέγα ῥήτορα» τοῦ Πα­τριαρ­χείου ᾿Η­λί­α Ταν­τα­λί­δη (1818-1876), μὲ τὸν ὁποῖο συχνὰ εἶχαν ἐκτενεῖς συ­ζητήσεις στὰ θέματα τῆς μου­σι­κῆς ἐπιστήμης, καὶ τοῦ ὁποίου διάφορα ποιήματα ἐ­με­λοποίησε. ἐπιπλέον συνερ­γά­στηκε πολλὲς φορὲς μὲ τὸν νεαρὸ τότε Κων­σταν­τῖνο Ψά­χο, καὶ φαίνεται ὅτι μεταξὺ τῶν δύο μουσικολόγων ὑ­πῆρ­χε ἀμοι­βαῖος σε­βα­σμός.

7. ῞Υστερα λοιπὸν ἀπὸ 36 χρόνια ἐπιτυχημένης ψαλτικῆς ὑπηρεσίας σὲ ναοὺς τῆς Χίου καὶ κυρίως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦρθε ἡ ὥρα ὁ Γε­ώρ­γιος Βιολάκης νὰ ἀναλάβῃ τὴν θέσι τοῦ πρω­το­ψάλτου στὸν πατριαρχικὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι στὶς 5 Νοεμβρίου τοῦ 1876 διαδε­χό­με­νος τὸν Γεώργιο τὸν ῾Ραι­δε­στη­νό. ἡ προσφορὰ τοῦ Γεωργίου Βιολάκη ἀπὸ τὴν θέσι αὐτὴ δὲν εἶχε μελετηθῆ καὶ ἀξιολογηθῆ ὅσο ἔπρεπε μέχρι σή­με­ρα. ἀσφαλῶς ἦταν πιστὸς ἐκτε­λεστὴς τῶν ἀρ­χαί­ων καὶ ἰδίως τῶν κλασ­σι­κῶν μαθημάτων, τὰ ὁ­ποῖα ἀπέδιδε μὲ τὴν σοβαρότητα καὶ σε­μνό­τητα τοῦ λεγομένου πα­τρι­αρ­χικοῦ ὕφους. εἶναι γνω­στὸν ἄλλωστε ὅτι ὁ πα­τρι­αρ­χικὸς ναὸς ἐχρη­σί­μευε ὡς διδα­σκαλεῖο αὐ­τοῦ τοῦ ὕφους, δηλαδὴ τῆς γνη­σιώτερης ἀ­παγ­γε­λίας τῶν μουσικῶν μας μελῶν. ἰδιαίτερα ἀξιό­λο­γη καὶ σημαντικὴ εἶναι ἐπίσης καὶ ἡ συμβολή του στὸ ῥεπερτόριο τῆς βυ­ζαν­τινῆς μουσικῆς (καὶ ἰδιαιτέρως τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ), ὅπως αὐτὸ δι­α­μορ­φώθηκε μέχρι σήμερα, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὑπῆρξε ὁ κόμβος μέσα ἀ­πὸ τὸν ὁ­ποῖο φιλτρα­ρίστηκαν τὰ παλαι­ό­τερα μαθήματα (π.χ. καλο­φω­νι­κοὶ εἱρ­μοί, κα­θὼς ἀπὸ τὴν ἐποχή του περι­ο­ρίζεται σημαντικὰ ἡ χρῆσί τους) καὶ καθι­ε­ρώθηκαν πολλὰ νεώτερα, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι τὰ χε­ρου­­βι­κὰ καὶ κοι­νω­νι­κὰ τοῦ δασκάλου του Θεοδώρου Φωκαέως, ἢ διατηρήθηκαν σὲ χρῆ­σι κά­ποια μαθήματα τοῦ προκατόχου του, ἂν καὶ κατὰ 13 χρόνια νεωτέ­ρου του, Γεωργίου ῾Ραιδε­στη­νοῦ.

8. Τὸ 1905 ὁ Γεώργιος Βιολάκης συμπλήρωσε 65 χρόνια μουσικῆς στα­διο­δρομίας καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ 30 ὡς πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χρι­στοῦ Ἐκκλησίας. ἀποχώρησε λοιπὸν ἀπὸ τὸ πατριαρχικὸ ἀναλόγιο συντα­ξιο­δοτηθεὶς καὶ διατηρῶντας τὸν τίτλο τοῦ «ἐπιτίμου πρώην πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας». ὁ θάνατος θὰ τὸν συναντήσῃ στὶς 10 ἰουλίου 1911 πλήρη ἡμερῶν σὲ ἡλικία 91 ἐτῶν. τόσο ὅταν ἦταν ἀκόμη ἐν ζωῇ ὅσο καὶ μετὰ τὴν ἐκδημία του ἐθε­ωρεῖτο ὑπό­δειγμα ἤθους καὶ συμπε­ριφορᾶς γιὰ τοὺς ψάλτες τῆς ἐπο­χῆς του καὶ γιὰ ὅλους τοὺς χρι­στιανούς. γι᾿ αὐ­τοὺς τοὺς λόγους τιμήθηκε καὶ ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον, ὅπως φαί­νε­ται ἀπὸ τὶς ἑξῆς περιπτώσεις.

α) Τὸ 1874 ὁ Γ. Βιολά­κης, ὄντας ἀκόμη πρωτοψάλτης στὸν ἅγιο ᾿Ιωάννη τῶν Χίων, ἀναγο­ρεύ­τηκε ἀντεπιστέλλον μέλος τοῦ ἐκκλη­σια­στικοῦ μου­σι­­κοῦ συλλόγου τῶν ᾿Αθηνῶν.

β) Τὸ 1879 ἱδρύθηκε στὴν Καλαμάτα μου­σικὸς σύλ­λο­γος, καὶ ἐξέ­λε­ξαν ἐπίσης ὡς ἀντε­πι­στέλλον μέλος τὸν Γ. Βιολάκη τιμῶντας μὲ αὐτὸν τὸν τρό­πο τὸν πρω­τοψάλτη τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλη­σίας.

γ) Στὶς 4 δεκεμβρίου 1900 ὁ ἐκκλησιαστικὸς μου­σι­κὸς σύλ­­λογος ὠρ­γά­νω­σε εἰδικὴ ἐκδήλωσι πρὸς τιμὴν τοῦ Γεωργίου Βιολάκη, καθὼς ἐκείνη τὴν χρονιὰ συμπλήρωσε 60 χρόνια μου­σι­κοῦ στα­­δίου καὶ 25 χρόνια πρω­το­ψαλτίας στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.

δ) Τὸ 1911 μὲ τὴν κοίμησί του ἔγιναν ἐκτενεῖς ἀναφορὲς στὸν βίο καὶ τὸ ἔργο του καθὼς καὶ ἀναδημοσιεύσεις μελετῶν του σὲ ἐφημερίδες καὶ μου­σικὰ ἔντυπα τῆς ἐποχῆς.

ε) Τὸ 1951 μὲ τὴν συμπλήρωσι 40 ἐτῶν ἀπὸ τὴν κοίμησι τοῦ Γεωργίου Βιολάκη ὁ καθηγητὴς τοῦ ᾿ῼδείου ᾿Αθηνῶν Νικόλαος Παππᾶς δημοσί­ευσε σὲ ἐφημερίδα τῆς ἐποχῆς ἐκτενὲς ἄρθρο ἀφιέρωμα στὴν μνήμη του.

f) Τὸ 1987, τὸ 1991 καὶ τὸ 2000 ἐπανεκδίδονται ἢ ἀναδημοσιεύονται διά­φο­ρα αὐτοτελῆ ἔργα καὶ δημοσιεύματα τοῦ Γεωργίου Βιολάκη.

ζ) Στὶς 23 νοεμβρίου 2008 ἡ νομαρχιακὴ αὐτοδιοίκησι ᾿Ιωαννίνων καὶ ὁ σύλ­λογος φίλων βυζαντινῆς μουσικῆς «Τὸ ἐνδόφωνον» σὲ συνεργασία μὲ τὸ τμῆμα «λαϊκῆς καὶ παραδοσιακῆς μουσικῆς» τῆς ἀνωτάτης σχολῆς μου­σι­κῆς τεχνολογίας τοῦ Τ.Ε.Ι. ᾿Ηπείρου (Ἄρτης) διωργάνωσαν μου­­σι­κο­φι­λο­λο­γικὴ ἐκδήλωσι ἀφιερωμένη στὸν Γεώργιο Βιολάκη. κατὰ τὴν διάρ­κεια τῆς ἐκδηλώσεως παρουσιάστηκε εἰσήγησι γιὰ τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του, ἐνῷ ἀ­κο­λού­θησε ἡ παρουσίασι ἑνὸς πλουσίου ῥεπερτορίου μὲ ἐκκλη­σια­στι­κὰ καὶ ἐξωεκκλησιαστικὰ μέλη τοῦ ἐν λόγῳ πρωτοψάλτου.

η) ῾Η «ΣΥΜΒΟΛΗ» στὸν δια­δικτυακό της τόπο (www.symbole.gr) ἀνεκήρυξε τὸ τρέχον ἔτος 2011 ὡς «ἔτος Γεωργίου Βιολάκη» μὲ ἀφορμὴ τὴν συμπλήρωσι 100 χρόνων ἀπὸ τὴν κοίμησί του. στὴν συγκεκριμένη ἱστοσελίδα ὑπάρχει εἰδικὸ ἀφι­έ­ρωμα μὲ ἄρθρα καὶ διάφορα στοιχεῖα γιὰ τὸν τιμώμενο πρωτοψάλτη.

θ) Τὸ σάββατο 16 ἰουλίου 2011 ὁ ἐν ᾿Αθή­ναις «Σύλλογος Μουσικο­φίλων Κωνσταντινουπόλεως» κα­τόπιν ἀποφάσεως τοῦ διοικητικοῦ του συμ­βου­λί­ου τέλεσε ἐκκλησιαστικὸ μνημό­συ­νο στὸν ναὸ Παναγίας Φανε­ρω­μένης τοῦ δημοτικοῦ διαμερίσματος Βουλιαγμέ­νης ᾿Αττικῆς γιὰ τὸν ἀ­είμνηστο πρω­το­ψάλτη τῆς μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας καὶ συν­τά­κτη τοῦ ἰ­σχύοντος τυπικοῦ Γεώργιο Βιολάκη, ἐπὶ τῇ συμ­πλη­ρώσει ἑ­κατον­τα­ε­τη­ρίδος ἀπὸ τὴν ἐκδημία του. στὴν ἀκολουθία ἔψαλε κλι­μά­κιο τῆς χορῳδίας τοῦ ἐν λόγῳ συλλόγου καὶ ἐκφωνήθηκε σύντομος ἐπιμνημόσυνος λόγος.

 

 

2. Μουσικολογικὸ καὶ ψαλτικὸ ἔργο

(συνοπτικὴ περιγραφή)

 

9. ῾Η προσφορὰ τοῦ Γεωργίου Βιολάκη στὴν μελοποίησι, ἐξή­γησι, δια­σκευὴ καὶ καταγραφὴ ἐκ­κλησιαστικῶν μελῶν καὶ μὴ ἐκκλη­σια­στικῶν ᾀ­σμά­των εἶναι ἰδιαίτερα ἀξιόλογη. πολλὰ ἀπὸ τὰ ἔρ­γα του αὐτὰ ἐκδό­θη­καν πολὺ νωρίς, οἱ δὲ μελοποιήσεις του θεω­ροῦν­ται ἐπιτυχημένες, μὲ χά­ρι καὶ γλαφυρότητα. ἀπὸ τὶς μελοποιήσεις καὶ καταγραφὲς τοῦ Γεωργίου Βιο­λάκη ἀποδει­κνύ­εται ἡ γνῶσι καὶ ἐνασχόλησί του τόσο μὲ τὴν εὐρω­παϊκὴ ὅσο καὶ μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ἀνατολικὴ μουσική. ἰδίως στὸ βιβλίο ποὺ ἐξέ­δωσε ὁ α΄ δομέστικός του καὶ γαμπρός του Ἰάκωβος Ναυπλιώτης ὑπὸ τὸν τίτλο «Φόρμιγξ» (ἐν Κων­σταν­τι­νου­πόλει 1894) ὑπάρχουν πολλὰ σχο­λι­­κὰ τραγού­δια, τὰ ὁποῖα ὁ πρωτοψάλτης μας τὰ μεταφέρει ἀπὸ τὴν εὐρω­παϊκὴ στὴν βυ­ζαν­τινὴ παρα­ση­μαντική. ἀπὸ ἐδῶ φαίνεται ὅτι οἱ ψάλ­τες τοῦ πα­τρι­αρ­χικοῦ ναοῦ παράλληλα μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ μου­σι­κὴ ἀ­σχο­λοῦν­ταν καὶ μὲ τὴν εὐρωπαϊκή. στὴν συνέχεια γίνεται μία συνοπτικὴ πε­ριγραφὴ τοῦ ἔρ­γου του καὶ τῆς προσφορᾶς του.

 

α) ᾿Εκκλησιαστικὰ μέλη

 

10. Καθημερινὰ ἰδιόμελα τεσσαρακοστῆς· πρόκειται γιὰ 53 καθημερινὰ ἰδι­ό­μελα τῆς Τεσσαρακοστῆς σὲ ὅλους τοὺς ἤχους ποὺ βρί­σκονται στὸ Τρι­ῴ­διον καὶ ψάλλονται στὶς κατανυκτικὲς κα­θημερινὲς ἀκολουθίες αὐτῆς τῆς περιόδου κατὰ τὸν ἑσπερινὸ καὶ τὸν ὄρ­θρο. τὰ μελο­ποίησε ὁ Γ. Βιο­λά­κης γιὰ πρώ­τη φορὰ καὶ τὰ συμ­πε­ριέ­λαβε στὸν β΄ τόμο τοῦ δοξασταρίου τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου. πρό­κει­ται γιὰ πρωτότυπη μελο­ποιητική του ἐρ­γα­σία. ἀναφέρω μερικὰ ἀπὸ αὐ­τά· «᾿Ελήλυθεν ἡ νηστεία», «Τὸν χαλεπὸν τῶν πταισμάτων μου ῥύπον», «Πάτερ ἀγαθέ, πάντων ὧν μοι δέδωκας», «Τῆς πατρικῆς δωρεᾶς», «Νικῶν τὸν τελώνην τοῖς παρα­πτώ­μασιν», «῾Ο­ρῶ­σά σε ἡ κτίσις ἅπασα», «Πορ­φύ­ραν αὐτο­κρα­τορίας θεό­τευκτον».

11. ᾿Αργὲς δοξολογίες. εἶναι πολὺ γνωστὲς καὶ δια­δε­δομένες οἱ δύο ἀρ­γὲς δο­ξο­λογίες του, ἡ μία σὲ ἦχο πλ. α΄ πεντάφωνο ἐναρμόνιο, καὶ ἡ δεύ­τε­ρη σὲ ἦχο πλ. β΄. πρόκειται γιὰ ἰδιαιτέρως ἀριστο­τεχνικὲς δοξο­λο­γίες, ποὺ φα­νε­ρώ­νουν τὴν μουσικὴ εὐαισθησία καὶ λεπτότητα τοῦ δη­μι­ουρ­γοῦ τους.

12. ᾿Οκτάηχον ἀπολυτίκιον. ὁ Γεώργιος Βιολάκης εἶχε ἀσχοληθῆ άπὸ νω­ρὶς μὲ τὴν μελο­ποιία, πολὺ προτοῦ ἀναλάβῃ τὰ κα­θή­κοντά του στὸν πα­τριαρχικὸ ναό. ὅταν ἀκόμη δὲν εἶχε καθιερωθῆ ὡς ἐπώνυμό του τὸ ὄ­νο­μα Βιολάκης, εἶχε μελοποιήσει καλοφωνικῶς ἕνα «μάθημα ὀκτώηχον εἰς τοὺς τρεῖς ἱ­ε­ράρ­χας». πρόκειται γιὰ τὸ γνω­στὸ ἀπο­λυ­τίκιο τῶν τριῶν ἱεραρ­χῶν σὲ ἦχο α΄ «Τοὺς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας», μελοποιημένο ὡς ὀκτώηχο μά­θη­μα μὲ κρατήματα κατὰ μίμησιν τοῦ γνω­στοῦ «Θεο­τόκε παρθένε» τοῦ Πέτρου Μπερεκέτη. τὸ ἀπολυτίκιο ἔχει χωριστῆ σὲ 8 μουσικοὺς «πόδες» ἀνὰ ἦχο, ξεκινῶντας ἀπὸ τὸν α΄. ὁ 8ος στίχος τοῦ μαθήματος «Αὐτοὶ γὰρ τῇ Τριάδι ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσιν» εἶναι εἰς ἦχον πλ. δ΄ μὲ ὁμόηχο κράτημα, μὲ ἐπιστροφὴ στὸν α΄ ἦχο κατὰ τὸ τέλος τοῦ κρα­τήματος, καὶ ἀμέσως μετὰ σὰν καταληκτήριο μέλος ἐπαναλαμ­βά­νεται ἡ φράσις ἀεὶ πρεσ­βεύουσι σὲ α΄ ἦχο πλέον.

13. ᾿Αντίφωνα μεγάλης παρασκευῆς. εἶναι τὰ γνωστὰ ἀντίφωνα τῶν παθῶν ποὺ ψάλλονται στὸν ὄρθρο τῆς μεγάλης παρα­σκευῆς. ἐδῶ βέβαια δὲν πρόκειται γιὰ πρωτότυπη μουσικὴ δημιουργία, ἀλ­­λὰ γιὰ διασκευὴ τοῦ Γεωργίου Βιολάκη, καὶ συγκεκριμένα γιὰ σύντμησι, ὅπως τὰ ἔψελνε στὸν πα­τρι­αρ­χικὸ ναό. λόγῳ ἀκριβῶς τῆς συντομίας των εἶναι χρήσιμα καὶ σή­με­ρα, ἀφοῦ διασῴζουν τὸ στιχηραρικὸν μέλος καὶ τὶς παραδοσιακὲς γραμ­μές. ἐκτὸς ἀπὸ ὅσα ἐνδεικτικῶς ἀναφέρονται ἐδῶ ὑπάρ­χουν καὶ ἄλλα ἔργα του στὴν «καθ᾿ ἡμᾶς» ἐκκλησιαστικὴ μουσική· πρόκειται γιὰ μελο­ποιήσεις, διασκευές, ἐξηγήσεις ἀπὸ τὴν παλαιότερη ση­μειογραφία στὴν νέα, συγ­γρα­φὲς πά­νω στὴν ἱστορία καὶ τὴν θεωρία τῆς βυζαντινῆς μου­σικῆς, καὶ ἄλλα.

 

β) Μὴ ἐκκλησιαστικὰ ᾄσματα

 

14. Στὰ ἔργα τοῦ πρωτοψάλτου Γεωρ­γίου Βιολάκη ὑπάρχουν ἐπίσης συν­θέσεις καὶ καταγραφὲς μὴ ἐκκλησιαστικῶν μελῶν, ἤ τοι διαφόρων ᾀσμά­των σὲ ὕφος θύραθεν μου­σικῆς ἢ εὐ­ρω­παϊκῆς, ποὺ γρά­φτη­καν γιὰ ἐξω­εκκλησιαστικὴ χρῆσι καὶ ἐντά­χτη­καν σὲ συλλογὲς μὲ ἀνάλογο ὕφος. ἀ­κόμη πραγματοποίησε κα­ταγραφὲς ἐθνικῶν καὶ ἐξωτερικῶν ᾀ­σμά­των, με­­τα­γραφὲς εὐρω­παϊ­κῶν με­λῳδιῶν στὴν παρασημαντικὴ τῆς νέας με­θό­δου, καὶ λοιπά. εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν μελέτη τῆς ἀνα­τολικῆς λόγιας ὀθωμανικῆς μουσικῆς, ἀφοῦ ἐπιπλέον ἦταν γνώ­στης καὶ διδάσκαλος τοῦ ταμπουρίου, ἐνῷ κατέγραψε μὲ τὴν ἐκκλη­σια­στικὴ παρα­ση­μαντικὴ 24 τουρκικὰ τραγούδια καὶ μακάμια τῆς ἀραβο­περ­σικῆς μουσι­κῆς. ὅλα αὐτὰ δείχνουν τὴν εὐρύτητα τῶν μου­σι­κῶν γνώ­­σεων καὶ ἱκα­νο­τή­των του· ἐνδει­κτι­κῶς καὶ πάλι θὰ παρουσιάσω ἐδῶ ὡρισμένα μέλη κατ᾿ ἐ­πι­λογήν.

15. «Φωταγωγικόν». εἶναι μία πρωινὴ προσευχὴ σὲ ποιητικὴ μορ­φὴ μὲ αὐτὸν τὸν τίτλο. ξεκινᾷ μὲ τὶς λέξεις «᾿Εκ μέσης, ζωοδότα, ὀρ­θρίζων τῆς νυ­κτός». ποιητὴς εἶναι ὁ προαναφερθεὶς «μέγας ῥήτωρ» τοῦ Πατριαρ­χεί­ου Ἠλίας Τανταλίδης, προσωπικὸς φίλος τοῦ ἐν λόγῳ πρω­τοψάλτου. ὁ Γ. Βιο­λάκης μελοποίησε αὐτὸ καὶ ἄλλα παρόμοια ᾄσματα, γιὰ νὰ τὰ δι­δά­σκων­ται τὰ παιδιὰ τῶν δη­μοτικῶν σχολείων. εἶναι ἕνα δεῖγμα ἀπὸ τὴν παιδαγωγικὴ καὶ διδασκαλικὴ ἰδιότητα καὶ δραστηριότητα τοῦ πολυτά­λαν­του πρωτοψάλτου.

16. «῞Υμνος παίδων εἰς Χριστόν». αὐτὸς ὁ ὕμνος προέρχεται ἀπὸ ἕνα πο­λὺ ἀρχαῖο κείμενο τοῦ 3ου αἰῶνος, τὸ ὁποῖο διασῴζει ὁ Κλήμης ᾿Αλε­ξανδρεὺς σὲ ἕνα σύγ­γραμ­μά του. τὸν ὕμνο συντόμευσε, ἁπλοποίησε γλωσ­­σικῶς καὶ διεσκεύασε σὲ σύγχρονα ποιητικὰ μέτρα ὁ διαπρεπὴς καὶ σο­φὸς ἱερεὺς Κωνσταν­τῖ­νος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων, μία πληθω­ρι­κὴ προσωπι­κό­της, ποὺ εἶχε δοθῆ μὲ πάθος σὲ τρία μεγάλα ἰδανικά· τὴν ὀρ­θό­δοξη ἐκ­κλησία, τὸ ἑλληνικὸ γένος καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία. ἡ με­λο­ποί­η­σι τοῦ ὕ­μνου εἰς ἦχον πλ. δ΄ ἀνετέθη στὸν Γεώργιο Βιο­λάκη τὸ 1861, ὅταν ἀκόμη ἦταν πρωτοψάλτης στὸν ἅγιο ᾿Ιωάννη τῶν Χίων.

17. «ᾨδὴ Πατριαρχική». εἶναι μέλος ἐναρμόνιον ἐκ τοῦ Ζω καὶ πρό­κειται γιὰ ἐμβατηριακὸ ποίημα ποὺ συν­έθεσε πάλι ὁ «μέγας ῥήτωρ» τοῦ Πα­­τριαρχείου Ἠλίας Τανταλίδης, ἀ­πο­τε­λούμενο ἀπὸ τέσσερις τετρά­στι­χες στροφὲς μὲ ζευγαρωτὴ ὁ­μοι­ο­κα­ταληξία. οἱ Κωνσταντινουπολῖτες ψάλ­τες καὶ μουσικοὶ πολὺ συ­χνὰ μελοποιοῦσαν ποιήματα τοῦ Τανταλίδη γιὰ δι­ά­φο­ρες ἐκδη­λώ­σεις.

18. Τέσσερα ἄλλα μελῳδήματα δὲν εἶναι μελοποιήσεις τοῦ τιμωμένου πρω­τοψάλτου ἀλλὰ κα­τα­γραφὲς «ἐθνικῶν ᾀσμάτων», τὰ ὁποῖα κατέ­γρα­ψε πι­θανὸν σὲ πρώ­ιμη ἐποχή, ὅταν ἀκόμη δὲν εἶχε καθιερωθῆ ὡς ἐπώνυμό του τὸ ὄνομα Βιο­λάκης. τὸ πρῶτο ἀπὸ αὐτὰ τὰ «ἐθνικὰ ᾄσματα» εἶναι σὲ ἦχο β΄ (ἐκ τοῦ βου) καὶ πρόκειται γιὰ μία παραλλαγὴ τοῦ γνω­στοῦ καὶ σή­με­ρα παραδοσιακοῦ τραγουδιοῦ «Τσαλαπετεινοί»· ἀρ­χί­ζει μὲ τὸν στίχο «Πόθεν ν᾿ ἀρχινήσω, φῶς μου, νὰ θρηνήσω». τὸ δεύτερο ἀρ­χί­ζει μὲ τὸν στί­χο «῞Οταν ἡ γλυκιά σου γλῶσσα σὰν ἀηδόνι κηλαηδεῖ», καὶ διασῴζεται οὐ­σια­­στικὰ μόνον ἕνα δίστιχο. θὰ λέγαμε ὅτι εἶναι ἕνα ψαλτο­τρά­γουδο σὲ ἦχο πλ. α΄ (Πα). στὴν ἐποχή μας συμπληρώθηκε ἀπὸ τὸν πρωτοψάλτη καὶ χοράρχη Φίλιππο Οἰκονόμου μὲ ἄλλο ἕνα δίστιχο καὶ ὀνομάζεται ὕμνος στὸν ψάλτη. τὸ τρίτο «ἐθνικὸ ᾆσμα» εἶναι ἕνα ἐρωτικὸ τραγοῦδι σὲ παρα­δο­σι­ακὸ ἦχο β΄ (ἐκ τοῦ δι)· «Τὰ μάτια σου μὲ κάμανε νὰ στρώσω· δὲν κοι­μοῦμαι». καὶ τὸ τέταρτο εἶναι ἐπίσης σὲ β΄ ἦχο (ἐκ τοῦ βου)· «Εἰς τὸ τρυ­φερόν σου στῆθος». καὶ τὰ τέσσερα αὐτὰ ᾄσματα δὲν εἶ­ναι δημοτικὰ τραγούδια, ἀλλὰ ἔν­τεχνες ποιητικὲς δημιουργίες τῆς ἀστι­κῆς κοινωνίας τῶν Κωνσταν­τι­νου­πο­λι­τῶν στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος.

 

 

3. Μουσικὲς ἐπιτροπές, διδασκαλία, ἐκδοτικὴ προσφορά

 

19. Στὴν εὐρύτερη μουσικὴ προσφορὰ τοῦ Γεωργίου Βιολάκη πρέπει ἀ­σφα­λῶς νὰ συνυπολογισθοῦν ἡ συμμετο­χή του σὲ μουσικοὺς συλ­λόγους καὶ πατριαρχικὲς μουσικὲς ἐπιτροπές, καὶ ἡ μουσικοδιδακτική του δρᾶ­σι τόσο στὴν ἐκκλησιαστι­κὴ μου­σικὴ (Θεολογικὴ Σχολὴ Χάλκης, πα­τριαρ­χι­κὲς σχο­λὲς στὴν Κων­σταν­τινού­πολι, καὶ σχολὲς τοῦ ᾿Εκκλη­σια­στι­κοῦ Μου­σικοῦ Συλ­λό­γου), ὅσο καὶ στὴν ἐξωτερική, καθὼς εἶναι μαρτυρημένο ὅτι ἦταν γνώ­στης καὶ διδά­σκα­λος τοῦ τα­μπου­ρίου. μὲ τὴν θέσι καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ πρωτοψάλτου τῆς με­γά­λης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας ὁ Γεώρ­γι­ος Βιο­λά­κης συμμετέχει σὲ μου­σικοὺς συλλόγους καὶ μουσι­κὲς ἐπι­τροπές, ποὺ ἱδρύον­ταν κατὰ καιροὺς μὲ σκοπὸ τὴν ἐπίλυσι δια­φό­ρων μου­σικῶν ζητη­μάτων.

20. ῾Η πιὸ γνωστὴ συμμετοχή του εἶναι ἀσφαλῶς στὴν πατριαρχικὴ μουσικὴ ἐπι­τροπὴ ποὺ ἵδρυσε τὸ 1881 ὁ πατριάρχης ᾿Ιωακὶμ Γ΄ μὲ πρόεδρο τὸν μουσικολόγο ἀρχιμανδρίτη Γερμανὸ Ἀφθο­νίδη. ὁ Γεώρ­γιος Βιολάκης κλήθηκε ἀπὸ τὰ πρῶτα μέλη ἐκείνης τῆς ἐπι­τρο­πῆς, στὴν ὁποία προσέ­φερε πολύτιμες ὑπηρεσίες. γιὰ τὸ σημαντικὸ ἔργο τῆς ἐν λόγῳ ἐπιτροπῆς ἔχουν γραφῆ πολλὰ καὶ θὰ γραφοῦν ἀσφαλῶς καὶ ἄλ­λα. ἀναφέρω ἐπι­γραμ­­μα­τικῶς ὅτι με­τα­ξὺ ἄλλων ἡ ἐπι­τροπὴ αὐτὴ ἐπε­τέ­λεσε τὶς ἑξῆς ἐρ­γα­σίες·

α) κατέταξε σὲ ὡρισμένες χρονικὲς ἀγωγὲς ὅλα τὰ εἴδη τῶν ἐκκλη­σια­στικῶν μελῶν·

β) ὥρισε ποιά μουσικὰ κείμενα πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦνται στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες·

γ) καθώρισε μὲ ἀκρίβεια τὰ τονιαῖα διαστήματα ποὺ ὑπάρχουν στὰ τρί­α γένη τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας μουσικῆς (δεχομένη φυσικὰ τὴν ἀρχαία καὶ πάγια διδασκαλία τῶν ἐκκλησιαστικῶν μουσικῶν ὅτι τὰ γένη τῆς μου­σι­κῆς μας εἶναι τρία, διατονικὸ χρωματικὸ καὶ ἐναρμόνιο)·

δ) ἐπινόησε καὶ χρησιμοποίησε γι᾿ αὐτὴν τὴν ἐργασία ἕνα εἰδικὸ μου­σι­κὸ ὄργανο, τὸ ὁποῖο ὠνομάστηκε «ἰωακίμιον ψαλ­τή­ριον»·

ε) συνέταξε τὴν «Στοιχειώδη διδασκαλία τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ ψαλτηρίου».

21. Στὴν διάρκεια τῆς μακρότατης ἱεροψαλτικῆς του θητείας ὁ Γεώρ­γιος Βιολάκης εἶχε καὶ πλῆθος μαθητῶν. ἄλλωστε ἐπὶ 6 ὁλόκληρα χρόνια, ἀπὸ τὸ 1866 μέχρι τὸ 1872, ἐδίδαξε τὴν μουσικὴ στὴν περί­φημη Θεολο­γι­κὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης· ἐδίδαξε καρποφόρα, φιλόπονα, μὲ ἐπιμέλεια καὶ ζῆλο, καὶ ἀργότερα ἐκαυχᾶτο ὅτι οἱ περισ­σότεροι ἀπὸ τοὺς ἐν ἐνεργείᾳ μη­τρο­πο­λῖ­τες τοῦ οἰκουμενικοῦ θρό­νου ὑπῆρ­ξαν μαθητές του στὴν Χάλκη. στοὺς μαθητές του ἀναφέρονται πολλοὶ κλη­ρι­κοί, μοναχοί (ἀκόμη καὶ ῾Α­γι­ορεῖτες), καθηγητὲς καὶ πρωτο­ψάλ­τες, οἱ ὁποῖοι διέπρεψαν ὄχι μόνον στὴν Κωνσταντινούπολι ἀλλὰ καὶ στὴν Θεσσαλονίκη, τὴν Κρήτη, τὴν ᾿Α­θήνα, καὶ ἀλλοῦ. ὁ Γ. Βιολάκης εὐτύχησε νὰ ἔχη καὶ ἕναν μαθητὴ «ἐξ ἑ­σπε­­ρίας», τὸν Γάλλο μουσικο­λόγο καὶ συν­θέτη Louis Al­bert Ducoudray (1840-1910), ζηλωτὴ ἐρευ­νητὴ τῆς μουσικῆς παρα­δό­σεως τῆς ᾿Ανα­τολῆς. ὁ Ducoudray μιλᾷ μὲ ἐγκωμιαστικοὺς λόγους γιὰ τὸν Γ. Βιολάκη καὶ μὲ πε­ρηφάνια κα­τα­τάσσει τὸν ἑαυτό του στοὺς μαθητὲς τοῦ πρωτο­ψάλ­του, κα­θὼς ἀπὸ ἐ­κεῖ­νον δι­δάχτηκε τὸ ταμπούρι, τὸ ὁποῖο ἀνα­φέ­ρει ὡς ἐπίσημο ὄρ­­γανο τῆς ἐκκλησι­α­στι­κῆς μουσικῆς.

22. ῾Η προσφορὰ ὅμως τοῦ Γεωργίου Βιολάκη δὲν ἐξαντλεῖται στὰ πα­ραπάνω· ἐξέδωσε ἐπίσης ἢ δημοσίευσε καὶ διάφορα μουσικὰ ἔργα καθὼς καὶ θεωρητικὲς μελέτες. τὸ 1899 ἐξέδωσε σὲ δύο τόμους τὸ Δοξαστάριον Πέτρου τοῦ Πελο­ποννησίου «ἐξηγηθὲν πιστῶς ἐκ τῆς ἀρχαίας εἰς τὴν καθ᾿ ἡμᾶς γρα­φὴν» ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν πρωτοψάλτη. στὶς δὲ 30 Μαρτίου 1899 ἀνα­κοίνωσε μία σημαντικὴ ἐργασία του μὲ τίτλο «Μελέτη συγκριτικὴ τῆς νῦν ἐν χρήσει μουσικῆς γραφῆς πρὸς τὴν τοῦ Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου καὶ πρὸς τὴν ἀρχαιοτέραν γρα­φήν». ἐπειδὴ στὶς ἡμέρες μας ἐνίοτε ἡ με­λέ­τη αὐτὴ χρησιμοποιεῖται –ἴσως ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ τὴν διάβασαν πλημμε­λῶς καὶ δὲν τὴν κατάλαβαν– ὡς στήριγμα γιὰ καινοφανεῖς ἢ ἀντι­πα­ρα­δο­σια­κὲς μουσικὲς διδασκαλίες, ἀξίζει νὰ ἐπι­ση­μανθῇ ὅτι στὴν ἐν λόγῳ ἐρ­γα­σία του ὁ Γεώργιος Βιολάκης καταλήγει στὸ συμ­πέ­ρασμα πὼς οἱ τρεῖς δι­δά­­σκαλοι Γρηγόριος, Χουρμούζιος καὶ Χρύ­σαν­θος ἐξήγησαν τὰ ἀρχαῖα μέλη μὲ ἀκρίβεια καὶ πιστότητα. μία ἀκόμη βασικὴ καὶ σαφὴς θέσι του στὴν ἴδια μελέτη εἶναι ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τῆς μου­σι­κῆς γραφῆς καὶ ἡ κα­τάρ­γη­σι πολλῶν σημαδίων σὲ καμ­μί­α περίπτωσι δὲν ἀλλοίωσε τὸ μουσικὸ ὕφος. κά­τι τέτοιο καὶ μόνον ὡς σκέ­ψι εἶναι γιὰ τὸν Γ. Βιολάκη «βλασφημία ἀ­σύγ­­­γνωστος».

23. ῾Η ἀλ­λοί­ω­σι τοῦ μουσικοῦ ὕφους, ποὺ εἶναι ὑπαρκτή, ὀφείλεται κα­τὰ τὸν Γ. Βιολάκη σὲ ἄλλες αἰτίες, καὶ κυρίως στὸ ὅτι οἱ σύγχρονοι ψάλ­τες εἶναι ἀμελεῖς στὸ καθῆ­κον τῆς συνεχοῦς μελέτης τῆς μουσικῆς. ἀ­πευ­θύ­νει μάλιστα στὸ κοινό του τὴν ἑξῆς ῥητορικὴ ἐρώ­τη­σι· ἀπὸ ἕναν ἐγωι­στὴ καὶ ἀμαθῆ ψάλτη, ποὺ θυμᾶται ὅτι θὰ ψάλῃ, μόνον ὅταν ἀνεβῇ στὸ στα­σί­δι, πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ περι­μέ­νῃ σω­στὴ ἐκτέλεσι τῆς μουσικῆς; ἄλ­λες αἰτίες στὶς ὁποῖες ὀφείλεται ἡ κα­τάπτωσι τῆς ψαλτικῆς τέχνης θε­ω­ρεῖ ἐπίσης τὸ ὅτι κάποιοι μουσι­κο­δι­δά­σκαλοι ὑποτιμοῦν τὸ ἐκτελεστικὸ μέρος τῆς ψαλ­μῳδίας καὶ στρέ­φονται πρὸς δῆθεν ὑψηλὲς μουσικὲς θεω­ρίες, ποὺ ἔχουν σχέσι περισ­σό­τε­ρο μὲ τὶς φυσικομαθηματικὲς ἐπιστῆμες παρὰ μὲ τὴν ψαλ­τική, καθὼς καὶ ὅτι ἄλλοι ἐπιδιώκουν νὰ δοξαστοῦν ὡς με­ταρ­ρυθ­μι­στὲς ὁ­λό­κληρης τῆς μουσικῆς, ἐ­πι­ζητοῦν νὰ ἐπιβάλουν τὶς ἄ­λογες θεω­ρί­ες τους μὲ ἐρι­στι­κὸ τρόπο, προ­κα­λοῦν φιλονεικίες καὶ ἀλλη­λο­μαχίες, δη­μι­ουρ­γοῦν σύγ­­χυσι ἀντὶ γιὰ ὠφέ­λεια σὲ ὅσους θέλουν νὰ μά­θουν τὴν μουσική, καὶ τὸ χει­ρότερο ὅτι στρέ­φον­ται μὲ κάθε τρόπο καὶ μέ­σο ἐναν­τίον τῶν θεω­ρι­ῶν καὶ τῶν ἐργασιῶν τῶν προγενεστέρων διδα­σκά­λων «μὴ εἰδότες οἱ γεννά­δαι ποῦ προσ­κρού­ου­σιν».

24. Ἡ σημαντικώτερη ἐκδοτικὴ προσφορὰ τοῦ Γεωργίου Βιολάκη, γιὰ τὴν ὁποία ἔμελλε νὰ γίνῃ εὐφήμως γνωστὸς σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο, εἶναι ἡ ἔκδοσι τοῦ πατριαρχικοῦ Τυπικοῦ τὸ 1888. χαρα­κτη­ρί­στηκε «μέ­γι­στος ἆθλος καὶ πόνος καλλίγονος» τοῦ πρωτοψάλτου. θέλω νὰ σημειώσω ἐδῶ ὅτι ἀκόμη καὶ σήμερα τὸ νὰ συντάξῃ κανεὶς ἕνα τυπικὸ εἶναι κάτι τὸ δύσκολο· πολύπλοκη καὶ ἀπαιτητικὴ ἐργασία, μὲ ἄπειρες λεπτομέρειες καὶ ὑποπεριπτώσεις. γιὰ νὰ γίνῃ κατανοητὴ ἡ δυσκολία συντάξεως τυπι­κοῦ, φέρω τὸ ἑξῆς παράδειγμα· πρὸ τριῶν ἐτῶν περίπου ἐξε­δό­θη μία νέα ἐρ­γα­σί­α τυπικοῦ· ὄχι πλῆρες τυπικό, ἀλλὰ μία μελέτη γιὰ ἕνα κομ­μά­τι τοῦ τυπικοῦ, μὲ πλῆθος βοηθήματα, βιβλία καὶ παραπομπές· λοι­πὸν αὐ­τὸ τὸ νέο βιβλίο ἔχει πάνω ἀπὸ 2000 λάθη στὴν ὀρθογραφία, στὸ συν­τα­­κτι­κὸ καὶ στὶς διατάξεις τοῦ τυπικοῦ. αὐτὸ τὸ παράδειγμα μᾶς βοη­θᾷ νὰ ἀναλο­γι­στοῦμε πόσο πολὺ ἐκοπίασε ὁ Γεώργιος Βιολάκης, ὁ ὁποῖος ἐρ­γά­στηκε ἐπὶ χρόνια μὲ δύο ἀλλε­πάλ­λη­λες πατριαρχικὲς ἐπιτροπὲς καὶ μεθοδικὰ συνέ­τα­ξε ἕνα νέο τυπικό, ἀλλοῦ συμπληρώνοντας ἢ καὶ διορ­θώ­νοντας, ὅ­που χρει­αζόταν, τὴν προηγούμενη ἔκδοσι τοῦ τυπικοῦ, ποὺ εἶχε γίνει ἀπὸ τὸν πρωτο­ψάλ­τη Κωνσταντῖνο Βυζάντιο, καὶ ἀλλοῦ κωδικο­ποι­ῶν­τας βα­σι­κὲς τυπικὲς διατάξεις καὶ προσθέτοντας νέες περιπτώσεις καὶ καινούρ­για κε­φά­λαια. τὸ δι­ωρ­­θω­μένο καὶ συμπληρωμένο ἀπὸ τὸν Γ. Βιο­λάκη Τυ­πι­κὸν τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας εἶναι τὸ ἰσχῦον καὶ σήμε­ρα τυ­πι­κὸν ὅλων σχεδὸν τῶν ἐλληνοφώνων ᾿Ορθο­δό­ξων ᾿Εκκλη­σιῶν στὸν κό­σμο, καὶ ὄχι μόνον.

25. Σήμερα δυστυχῶς συναντοῦμε συχνὰ τὸ φαινόμενο πολλοὶ νὰ ἔ­χουν παχυλὴν ἄγνοιαν τοῦ τυπικοῦ Βιολάκη καὶ κυ­ρίως τῆς προ­θε­ω­ρίας του. δυσ­τυχῶς ἔχει γίνει καθε­στὼς μία ἀπροθυμία ὑπακοῆς στὸ τυ­πικόν. ἡ ἄ­γνοια ἢ ἡ ἑκούσια περιφρόνησις τοῦ Τυπικοῦ τῆς Με­γάλης ᾿Εκκλησίας δη­μι­ουργεῖ περισσότερα προβλήματα καὶ πλῆθος αὐ­θαιρεσιῶν. πρὸς θε­ρα­πεί­αν αὐτῶν τῶν συμ­πτω­μάτων μπο­­ροῦν νὰ γίνουν κάποια ἁπλὰ πράγ­μα­τα·

α) Νὰ τηρῆται πιστῶς τὸ τυπικὸν τῶν διαφόρων ἀκολουθιῶν καὶ νὰ μὴν ἐνθαρρύνωνται οἱ αὐθαιρεσίες.

β) Ἡ προθεωρία τοῦ τυπικοῦ Βιολάκη νὰ διδάσκεται ὑποχρε­ω­τικῶς στὶς σχολὲς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ἡ δὲ διδασκαλία του νὰ εἶναι πραγ­μα­τικὴ καὶ ὄχι πλασματική.

γ) Κανένα πτυχίο ἱεροψάλτου ἢ μουσικοδιδασκάλου νὰ μὴν ἀνα­γνω­ρί­ζε­ται, ἂν ὁ κάτοχός του δὲν γνωρίζῃ βασικὰ στοιχεῖα τυπικοῦ (ἐννοῶ φυ­σι­κὰ τὴν προθεωρία τοῦ τυπικοῦ στὰ βασικὰ σημεῖα καὶ ὄχι ὅλο τὸ τυπικὸ στὶς λεπτομέρειές του).

 

 

4. ῾Η σημασία τῆς προσωπικότητός του καὶ τοῦ ἔργου του

 

26. ῾Η ἐνασχόλησι μὲ τὸν Γεώργιο Βιολάκη καὶ ἡ μελέτη τοῦ ἔργου του ἀκουμπᾷ ὅλα σχεδὸν τὰ ζη­τή­μα­τα τὰ ὁποῖα ἀπασχολοῦν καὶ σήμερα τὴν ἐπιστήμη τῆς βυζαν­τι­νῆς μου­σικολογίας, ὅπως εἶναι· ἡ παλαιὰ σημειο­γραφία καὶ ἡ ἐξήγησί της στὴν νέα μέθοδο, θέματα ὕφους καὶ ἑρ­μη­­νεί­ας, τρόποι καὶ μορφὲς μελοποιίας, ἡ ἔννοια καὶ τὰ εἴδη τοῦ ῥυθ­μοῦ, ζητήματα ἱστορικὰ καὶ φιλολογικά, ἡ ἐπαναπροσέγγισι ἀρ­χαί­ων ἐκκλησιαστικῶν με­λῶν, ἡ δι­ασκευὴ μαθη­μά­των, σχέσεις καὶ δια­φο­ρὲς βυζαντινῆς καὶ εὐ­ρω­παϊ­κῆς μουσικῆς καὶ τὸ ζήτημα τῆς μετα­γρα­φῆς ἀπὸ τὴν μία στὴν ἄλ­λη, θέματα καταγραφῆς καὶ μελοποιίας ἐθνι­κῶν καὶ ἐξωτε­ρικῶν ᾀσμά­των, οἱ σχέσεις τῶν διαφόρων μουσικῶν εἰδῶν στὸν εὐρύτερο χῶρο τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου (ἐθνο­μου­σικολογία), καὶ πολλὰ ἄλλα. οἱ δια­πι­στώ­σεις, τὰ πο­ρί­σματα καὶ οἱ σκέψεις ποὺ προέκυψαν γιὰ διάφορα ζητή­ματα τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στικῆς μουσικῆς πε­ριγράφονται λεπτομερῶς σὲ εἰδικὴ ἐργασία, ἡ ὁποία πρόκειται νὰ ἐκδοθῇ τύποις. γι᾿ αὐτὸ ἐδῶ θὰ ἀνα­φερ­θοῦν μὲ εὐσύνοπτο τρόπο κάποια συμ­πε­ρά­σματα ποὺ νομίζω ὅτι ἀνα­δει­κνύουν τὴν συμβολὴ τοῦ περὶ οὗ ὁ λό­γος προσώπου ὡς πρωτο­ψάλ­του, μουσικολόγου καὶ τυπι­κο­λό­γου.

27. – ῾Ο Γ. Βιολάκης ἀκολουθεῖ μία μαθητικὴ πορεία, ἡ ὁποία θὰ τὸν ἐ­φο­διάσῃ μὲ εὐρύτητα μουσικῶν γνώσεων, καθὼς μαζὶ μὲ τὴν βαθιὰ γνῶσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς συνδυάζει ἐπίσης τόσο τὴν ἀνα­το­λικὴ ὅσο καὶ τὴν εὐρωπαϊκὴ μουσική. μὲ τὸ παράδειγμά του δεί­χνει ὅτι γιὰ τοὺς νεω­τέρους χρόνους, καὶ ἰδίως γιὰ τὴν ἐποχή μας, ἡ μου­σικὴ μονομέρεια δὲν βοηθάει στὴν ὁλοκλήρωσι τοῦ ἐπι­στήμονος μου­­σικοῦ, μάλιστα δὲ στὸν χῶρο τῆς μουσικολογίας.

28. – Μὲ τὴν κα­τα­λο­γο­γράφησι καὶ ἀναλυτικὴ περιγραφὴ ὅλων τῶν ἔρ­γων τοῦ Γεωργίου Βιολάκη ποὺ δια­σώ­θη­καν γίνεται φανερὸ ὅτι τὸ μου­σι­κὸ ἔργο του εἶναι πολὺ πλουσιώτερο καὶ σημαντικώτερο ἀπὸ ὅσο ἦταν γνω­στὸ μέχρι σήμερα. ἡ μορφολογικὴ δὲ ἀνάλυσι τῶν μελοποιήσεών του μᾶς πείθει ὅτι ἦταν «τεχνίτης με­λοποιός», κατὰ τὴν ἔκφρασι τοῦ Χρυσάν­θου, καὶ ἀπὸ τοὺς τελευ­ταί­ους ἐκπροσώπους τῆς κα­λοφωνικῆς μελο­ποιί­ας, καθὼς εἴτε με­λοποιεῖ κα­λοφωνικὰ κάποια μαθήματα εἴτε δια­σκευ­άζει ἄλ­λα μέλη «μετὰ καλ­λωπισμοῦ».

29. – Μὲ τὸ ἐκδοτικό του ἔργο καὶ μὲ τὶς ἐργασίες του στὸ θέμα τοῦ ἐ­ξη­γητικοῦ προβλήματος εἶχε καταδείξει ἀπὸ τοὺς πρώτους τὴν ἀνάγκη νὰ μελετηθοῦν συστηματικὰ τὰ χειρόγραφα ποὺ σχετίζονται μὲ τὸ ζή­τημα αὐ­τό (θεωρητικὲς ἐργασίες, πρωτοεξηγήσεις τῶν τριῶν διδασκά­λων, ἄλ­λες ἐξηγηματικὲς προτά­σεις τῶν ἀρχῶν τοῦ 19ου αἰῶνος κ.λπ.), καὶ ἐπι­πλέ­ον νὰ ὑπάρχῃ συνεχὴς ἐνασχόλησι μὲ τὶς παλαιότερες μορφὲς τῆς πα­ρα­σημαντικῆς, διότι μεγάλη ὠφέλεια θὰ προκύψῃ γιὰ τὴν ὑπόθεσι τῆς μου­σι­κῆς μας. ἐπιπλέον τὸ ἐξηγητικό του ἔργο προσφέρει ἐνδιαφέρουσες μαρ­τυ­ρίες πά­νω στὸ θέμα τῶν ἐξηγήσεων, καὶ σὲ κάποια σημεῖα μᾶς ἐν­τυ­πω­σι­άζει γιὰ τὶς ἀνα­λύσεις ἢ γιὰ τὴν προφορικὴ παράδοσι ποὺ μᾶς διασῴζει ἢ καὶ γιὰ τὴν προσωπικὴ ἐκτίμησι τοῦ ἴδιου τοῦ Γ. Βιολάκη πάνω στὴν ἐ­κτέλεσι συγκε­κριμένων θέ­σεων.

30. – ῾Η μελέτη τῆς ἱστορίας τῆς μουσικῆς καὶ ἡ ἐνασχόλησί του μὲ θε­ωρητικὰ ζητήματα κατεῖχαν κεν­τρι­κὴ θέσι στοὺς προβληματισμούς του καὶ τὰ μουσικά του μελετήματα. ἡ δὲ συμβολὴ τοῦ Γ. Βιολάκη στὸ λε­γόμενο «πατριαρ­χικὸ ὕφος» ἦταν καθο­ρι­στι­κή, ὅπως διαπιστώνουμε ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν μα­θη­μάτων ποὺ χρησι­μο­ποιοῦσε, ἀπὸ τὶς μαρτυρίες γιὰ τὸν τρόπο ἑρ­μη­νείας τους, καὶ κυρίως ἀπὸ τὴν καταγραφὴ τῶν σεμνῶν καὶ μετρημένων ἀνα­λύ­σεων τῆς «πατριαρχικῆς παραδόσεως», ποὺ αὐτὸς γιὰ πρώ­τη φορὰ ἐν­συν­εί­δητα ἀποτυπώνει στὰ ἔργα του.

31. – ῾Ο Γεώργιος Βιολάκης ἀντιμετώπιζε τὸ τυπικὸ τῶν ἱερῶν ἀκολου­θιῶν καὶ τὴν ἐν γένει εὐταξία τῆς ὀρθοδόξου λα­τρεί­ας ἐντὸς τοῦ ναοῦ ὡς κα­θοριστικὸ παράγοντα τοῦ ὀρθοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ψαλτικοῦ ὕ­φους. θε­ω­ροῦ­σε ἐπίσης ὅτι τὸ τυπικὸ ἀνήκει στὴν θεωρία τῆς ἐκ­κλη­σια­στι­κῆς μου­σι­κῆς ὡς ἰδιαίτερο τμῆμα της, γι᾿ αὐτὸ καὶ πρῶτος αὐτὸς ἐπέ­γραψε «Προ­θεω­ρία τοῦ Τυπικοῦ» τὸ σχετικὸ κεφάλαιο μὲ τὶς βασικὲς τυ­πι­κὲς δια­τά­ξεις, ὡς ἀνάλογο καὶ ὁμόλογο τμῆμα μὲ τὴν Προθεωρία τῆς μου­σι­κῆς, ποὺ συναντοῦμε στὶς παλαιὲς Παπαδικές. εἶναι ἐπίσης ὁ Γ. Βιο­λάκης ὁ πρῶ­τος ποὺ συνέταξε Προθεωρία τοῦ πατριαρχικοῦ τυπι­κοῦ, ἢ πιὸ σωστὰ τοῦ νεωτέρου ἐνοριακοῦ τυπικοῦ.

32. Παρακολουθῶντας τὴν ζωή, τὴν ἐξέλιξι καὶ τὴν προσφορὰ τοῦ Γε­ωρ­γίου Βιολάκη, ὁ ὁποῖος ἀναδείχθηκε σὲ ἐξέχουσα προσωπικότητα στὴν ἱστορία τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσι­κῆς καὶ τῆς λει­τουργικῆς εὐταξίας, καὶ μέσα ἀπὸ τὸ πρόσωπό του καὶ τὴν πορεία του ἀνιχνεύουμε παράλ­λη­λα τὸ εὐρύτερο κοινωνικὸ καὶ κυρίως μουσικὸ καὶ ἱερο­ψαλ­τικὸ περι­βάλ­λον τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 19ου αἰῶνος, παρα­κολουθοῦμε τὰ πρω­ταγω­νι­στικὰ πρόσωπα καὶ τὶς μεταξύ των σχέσεις, παρατηροῦμε λει­τουρ­γικὲς καὶ μουσικὲς ἐξελίξεις, στεκόμαστε στοὺς προβληματισμοὺς καὶ τὶς κα­τευ­θύν­σεις τῶν μουσικοδιδασκά­λων τῆς ἐποχῆς καὶ οὐσιαστικὰ ψηλαφοῦ­με τὶς ἱστορικὲς ἀπαρχὲς τῆς βυ­ζαν­τινῆς μουσικολογίας μέσα σὲ ἕνα περι­βάλ­λον, ὅπου ὁ ἑλλη­νι­κὸς μου­σι­κὸς πολιτισμὸς ἦταν ἀκόμη κυ­ρίαρ­χο μέ­γε­θος.

33. ᾿Εκτὸς ἀπὸ ὅλα ὅσα ἀναφέρθηκαν μέχρι τώρα ἡ ἔρευνα, ἡ μελέτη καὶ ἡ σπουδὴ πάνω στὴν ζωὴ καὶ τὸ πολύπλευρο ἔργο τοῦ Γε­ωργίου Βιο­λάκη εἶναι ἐπίσης χρήσιμη καὶ ἀναγκαία στὴν ἐπιστήμη, ἀλλὰ καὶ στὸν εὐρύτερο ἑλληνικὸ πολιτισμό, καὶ γιὰ ἄλλους λόγους, ποὺ γίνονται πιὸ κα­τανοητοὶ μὲ τὸ ἀκόλουθο παράδειγ­μα. χρησιμοποιοῦμε σή­μερα στὴν γλῶσ­σά μας καθημερινὰ κάποιες ξέ­νες λέξεις, ὅπως κο­μπιοῦ­τερ καὶ ἴν­τερ­νετ. αὐτὲς ὅμως τὶς λέξεις δὲν τὶς πή­ραμε μόνες τους σὰν σκέ­τες λέ­ξεις, ἀλλὰ πρῶτα πή­ρα­με τὸ ἀν­τικεί­με­νο, τὴν ἐφεύρεσι, ποὺ ὀνο­μά­ζεται ἔτσι, καὶ μαζὶ μὲ τὸ ἀντι­κεί­με­νο πή­ρα­με καὶ τὴν ὀνο­μα­σία του, κομπιοῦ­τερ, ἴντερνετ κ.λπ.. ἂν ῥω­τήσουμε μαθητὲς τοῦ δημοτικοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦ γυ­μνα­σίου ἐνί­ο­τε, ἀπὸ ποιά γλῶσσα ἄραγε νὰ προέρχεται ἡ λέ­ξις μου­σι­κή, θὰ λάβουμε συνήθως τὴν ἀπάντησι ὅτι εἶναι ξένη λέξι, ἀγγλι­κὴ ἢ γαλ­λι­κὴ ἢ γερμανική. ἀγνο­οῦν τὰ νέα παιδιὰ (καὶ ἄλλοι ἴσως) ὅτι ἡ μου­σικὴ εἶναι ἑλ­λη­νι­κὴ λέξι, ἀρχαία ἑλληνικὴ μάλιστα, προερ­χόμενη ἀπὸ τὶς 9 μοῦσες τῶν ἀρ­χαί­ων Ἑλλήνων. αὐτὴ ἡ ἑλλη­νικὴ λέξι εἶναι ὅμως καὶ παγκόσμια, δι­ό­τι τὴν χρη­σι­μο­ποιοῦν ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς ἀλ­λά­ζοντάς την ἐλαφρῶς σύμ­φωνα μὲ τὴν προφορά τους (music, musik, musi­ka). ἀλ­λὰ ὅπως ἐ­μεῖς δὲν πήραμε σκέτη τὴν λέξι κομ­πιοῦτερ, ἀλ­λὰ πή­ρα­με καὶ τὴν ἐφεύ­ρεσι καὶ τὸ ὄνομα, ἔτσι καὶ οἱ ἄλλοι λαοὶ ὅταν πῆ­ραν τὴν ἑλληνικὴ λέξι μουσική, πῆραν καὶ τὸ ἀντι­κείμενο ἀπὸ τὴν ῾Ελ­λά­δα, πῆραν καὶ τὴν ἑλληνικὴ μου­σικὴ εἴτε ὁ­λό­­κληρη εἴτε ἕνα μέρος της εἴτε ὡς πρᾶξι εἴτε ὡς μουσικὰ ὄργανα εἴτε ὡς θεωρία. διότι οἱ ἀρ­χαῖ­οι ῞Ελ­λη­νες πρῶ­τοι ἀνήγα­γαν τὴν μουσικὴ ἀπὸ τέχνη σὲ ἐπιστήμη, ὅπως φαί­νεται ἀπὸ τὰ θεωρητι­κὰ μουσικὰ συγγράμ­μα­τά τους, ποὺ ἔ­χουν δια­σω­θῆ μέχρι σήμερα καὶ πα­ρα­μένουν ἐν πολλοῖς σὲ ἰσχύ. οἱ ἀρ­χαῖοι ῞Ελ­λη­νες λοιπὸν δὲν δη­μιούρ­γη­σαν ἁπλῶς μία σημαν­τι­κὴ μου­σικὴ πα­ρά­δοσι, δημιούργησαν τὴν μουσικὴ ἐπι­στήμη. αὐτὴ ἡ μουσι­κὴ μέσα στοὺς αἰ­ῶ­νες ἐξε­λίχθηκε καὶ διασώθηκε κυρίως στὴν ἐκ­κλη­σιαστική μας μου­σι­κὴ καὶ στὰ δημο­τικά μας τραγούδια.

34. ᾿Απὸ τὴν ἄλλη γνωρίζουμε ὅτι τὰ τελευταῖα χρόνια ἡ μου­σική μας παράδοσι χάνεται! σβήνει! μέ­σα ἀπὸ τὸ ῥαδιόφωνο, τὴν τηλεόρασι, καὶ τοὺς σύγχρονους τρόπους ψυχαγωγίας καὶ διασκεδάσεως δὲν προβάλλε­ται ἁπλῶς μία ἀλλότρια μου­σική, ἀλλὰ γίνεται κυριο­λε­κτι­κῶς μία πλύ­σι ἐγκε­φά­λου, ἕνας συνε­χὴς καὶ ἀνε­λέητος βομ­βαρ­δισμὸς μὲ τὰ προϊόν­τα μιᾶς παγκό­σμιας ἰσο­πε­δωτικῆς μου­σι­κῆς κουλ­τούρας, ποὺ μόνο ἁρμο­νι­κὴ δὲν εἶναι. εἶναι ἴσως ἀπογοητευτικὸ ὅτι οἱ σύγ­χρο­νοι ἀπόγονοι τῶν ἀρ­χαί­ων ῾Ελλήνων ξε­χνοῦ­με (ἢ ἀκόμη χει­ρότερα ἀρ­νού­μαστε) τὸν πλούσιο μου­σικό μας πο­λι­τι­σμὸ καὶ ἐγκολπωνόμαστε ἀλ­λότριες μου­σι­­κὲς παρα­δό­σεις, λιγώ­τερο καλλιεργημένες καὶ λιγώτερο πολιτισμέ­νες, ἢ ὅτι ἐ­πι­­θυ­μοῦμε δια­κα­­ῶς νὰ συμμετέχουμε σὲ δια­γω­νι­σμοὺς ὀργιασ­τικῆς καὶ ἀρ­ρύθ­μου μου­σι­­κῆς καμαρώνοντας γι᾿ αὐτὸ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπα­ξι­ώ­νου­με. εὑρισκόμενοι σήμερα μέσα σὲ αὐτὴν τὴν ἀντιφατικὴ κατάστασι μὲ ἀλ­ληλοσυγκρουόμενα μουσικὰ στοιχεῖα, κατανοοῦμε ὅτι ὁ Γε­ώργιος Βιο­λάκης καὶ οἱ ἄλλοι μουσικο­διδά­σκα­λοι πρὶν καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὸν εἶ­χαν συνεί­δησι ὅτι φύ­λαγαν μου­σι­κὲς Θερμοπύλες. εἶχαν συν­αί­σθη­σι τοῦ χρέ­ους τους νὰ διαφυλάξουν καὶ νὰ προαγάγουν τὸν μου­σικὸ θη­σαυ­ρὸ τοῦ γέ­νους μας, ποὺ εἶναι φυσικὴ συνέχεια καὶ ἐξέλιξι τῆς μου­σι­κῆς δημιουρ­γί­ας τῶν ἀρ­χαίων προ­γόνων μας. γι᾿ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Βιο­λά­κη οἱ πρωτοψάλτες καὶ μουσικοδιδάσκαλοι τοῦ γένους συνερ­γά­ζον­ταν με­ταξύ των γιὰ τὴν διάδοσι καὶ προ­κοπὴ τῆς μου­σι­κῆς μας παρα­δό­σεως, παρὰ τὶς ὅποιες θεω­ρη­τι­κὲς ἢ ἄλ­λες μου­σι­κὲς δια­φω­νίες μεταξύ των, οἱ ὁποῖες πάντοτε ὑπῆρ­χαν καὶ πάν­το­τε θὰ ὑπάρ­χουν. τὸ πα­ρά­δειγμα τοῦ Γεωργίου Βιο­λάκη καὶ τῶν λοι­πῶν μουσικο­δι­δα­σκά­λων τοῦ 19ου αἰῶνος κανοναρχεῖ σὲ μᾶς τοὺς σύγ­χρο­νους ψάλ­τες, μου­σικο­ερευ­νη­τές, μουσικοδιδασκάλους, μουσικολό­γους καὶ κάθε λογῆς μου­σικόφιλους τὸ χρέος μας· χρέος νὰ συν­ερ­γαστοῦμε καὶ μὲ ὑπευθυνότητα νὰ προ­βά­λουμε καὶ νὰ ἀναδείξουμε αὐ­τὴν τὴν ἄ­γνω­στη μου­σική μας παράδοσι. ἑπομένως ἐπιβάλ­λε­ται ἐ­πι­τακτικὰ τόσο ἡ με­θο­­δι­κὴ καὶ ἐπιστημονικὴ με­λέτη καὶ ἔρευνα τῆς μου­σικῆς μας κλη­ρονομιᾶς, ὅσο καὶ ἡ μὲ κάθε τρόπο ἔμ­πρα­κτη καὶ ὠρ­γα­νωμένη ἀνά­δει­ξι, ἐκμάθησι καὶ διάδοσί της κυρίως στὶς ἐπερ­χό­μενες γενιές.

 

[Σημείωσι. τὰ στοιχεῖα τοῦ παρόντος κειμένου προέρχονται ἀπὸ τὴν δι­δακτορική μου διατριβὴ «Γεώργιος Βιολάκης — ὁ πρωτοψάλτης, ὁ μου­σι­κο­λόγος, ὁ τυπικολόγος», ὅπου καὶ τὰ πλήρη κείμενα μὲ παραπομπὲς καὶ παραθέματα.]

 

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011

 

 

* ῾Ο Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης εἶναι διδάκτωρ τῆς φιλοσοφικῆς σχολῆς ᾿Αθηνῶν, διπλωματοῦχος βυζαντινῆς μουσικῆς, ἐπι­με­λη­τὴς ἐκ­δό­σε­ων, πτυ­χιοῦ­χος κοι­νω­νι­κῆς θεο­λο­γίας, καὶ συγγραφεύς· ἀρθρογραφεῖ ἀπὸ τὸ 1985 σὲ διάφορα ἔντυπα καὶ ἀπὸ τὸ 2001 στὸ διαδίκτυο.