8. ᾿Εκκλησιαστικὴ μουσική — ἱστορία, θεωρία, μελοποιήσεις Ἱστορία, θεωρία καὶ πρᾶξις Γ. Χατζηθεοδώρου, «Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ ὁ “χαλκέντερος”

 

ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΟΣ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΞ Ο «ΧΑΛΚΕΝΤΕΡΟΣ»

 

    «Κατ’ αὐτὰς ἠνοίχθη ἓν κοινὸν Σχολεῖον εἰς τὸ Σιναϊτικὸν Μετόχιον καὶ παραδίδει Νέαν Μέθοδον ἐπιστημονικῆς μουσικῆς, μὲ κανόνας καὶ γραμ­μα­τικήν. Σχολαρχοῦντες εἰς αὐτὴν εἶναι ἕνας καλόγερος Χρύσανθος καὶ ὁ Λαμ­παδάριος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, καὶ συντρέχουσιν εἰς αὐτὴν καθ’ ἑκάστην ὑπὲρ τοὺς διακοσίους μαθητάς, ἐξ ὧν εἶναι καὶ Ἀρχιερεῖς καὶ Πρωτοσύγκελλοι καὶ διακονοι τῶν Ἀρχιερέων»1.

    Μὲ αὐτὴ τὴ λιτὴ ἀναφορὰ τοῦ Προηγουμένου Διονυσίου τοῦ Βατο­παι­δινοῦ, σὲ ἐπιστολή του τῆς 21ης Ἰανουρίου τοῦ 1815, ποὺ δημοσίευσε ὁ Μ. Γεδεὼν2στὶς «Πατριαρχικὲς ἐφημερίδες», πληροφορούμαστε σίγουρα γιὰ τὴν ἔναρξη λειτουργίας σχολῆς τῆς Νέας Μεθόδου3, στὴν ὁποία οἱ Δι­δάσκαλοι Χρύσανθος Καραμάλλης ὁ Μαδυτηνός, Γρηγόριος Λευιτίδης ὁ Λαμ­παδάριος καὶ Χουρμούζιος Γεωργίου ὁ Χαρτοφύλακας (ὁ τελευταῖος περιέργως –ἴσως ἀπὸ ἐλλιπῆ ἐνημέρωση– παραλείπεται στὴν ἐπιστολή!) ἄρ­χισαν νὰ διδάσκουν ἐπίσημα πλέον τὴ βυζαντινὴ μουσικὴ μὲ τὴ Μέθοδό τους, ποὺ εἶχαν ἐπινοήσει πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια4–ἤδη ἀπὸ τὸ 1811 καὶ 1812 ἔχομε χφ. τοῦ Χρυσάνθου, στὸ ὁποῖο ἡ γραφή του εἶναι οὐσιαστικὰ τῆς Νέας Μεθόδου5.

    Ἡ Νέα αὐτὴ Μέθοδος, ἐκτὸς ὁρισμένων νέων στοιχείων, ἀπαραιτήτων γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ συστήματός της, ἀποτελεῖ μεταρρύθμιση τῆς πα­λαι­ό­τερης γραφῆς (θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ σὲ ἕνα βαθμὸ καὶ ὡς διαρρύθμιση)6, καὶ εἶναι στὴν πλήρως ἀποκρυσταλλωμένη της μορφὴ ἐπι­νό­ηση καὶ τῶν τριῶν Διδασκάλων, οἱ ὁποῖοι «συσκεφθέντες φιλοσόφως καὶ ἐπιστημονικῶς»7παρέδωσαν στοὺς νεότερους μία μέθοδο ἀναλυτικῆς γρα­φῆς, ἡ ὁποία διευκόλυνε κατὰ πολὺ τὴν ἐκμάθηση τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, οὕτως ὥστε ὁ ἑκάστοτε μαθητὴς νὰ ἀπασχολεῖται σ’ αὐτὴν «....ἕνα χρόνον ἢ κἂν δύο ἢ τὸ πολὺ τρεῖς –ἀντὶ τῶν εἴκοσι περίπου τῆς παλιᾶς μεθόδου–, διὰ νὰ μὴν ἐμποδίζῃ τὸν ἑαυτόν του διὰ τὴν μουσικὴν ἀπὸ ἄλλας ὠφελι­μω­τέρας μαθήσεις»8.

    Ἀπὸ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς Διδασκάλους τῆς Σχολῆς, ὁ μὲν Χρύσανθος ἀνέ­λα­βε τὸ θεωρητικὸ μέρος τῆς διδασκαλίας οἱ δὲ ἄλλοι δύο τὸ πρακτικόν9. Καὶ οἱ τρεῖς θεωρήθηκαν καὶ χαρακτηρίσθηκαν ὡς «εὐεργέται τοῦ Ἔ­θνους»10 γιὰ τὴν ὅλη τους προφορὰ στὴν ἐκκλησιαστική μας μουσική, ἡ ὁποία ὄντως ὑπῆρξε καθοριστική, ἴσως καὶ σωτήρια γιὰ τὴν ἐν συνεχείᾳ πορεία της11. Ὅμως ἐκ τῶν πραγμάτων, γιὰ λόγους ποὺ θὰ ἐξηγηθοῦν στὴ συν­έχεια καὶ δίχως ἀσφαλῶς νὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποτιμηθεῖ ἡ προσφορὰ κανενός, ὁ κυριώτερος συντελεστὴς γιὰ τὴν ὁριστικὴ καθιέρωση τῆς Νέας Με­θόδου ὑπῆρξε βασικὰ ὁ Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ, ὁ «χαλκέντερος».

    Τὸ ἔργο του, ὅπως ἄλλωστε καὶ τῶν ἄλλων δύο Διδασκάλων, ὑπῆρξε γνω­στὸ καὶ ἔχουν γραφῆ γι’ αὐτὸ ἀρκετὰ ἀπὸ παλιά12. Ἰδιαίτερα τὰ τε­λευ­ταῖα χρόνια, μὲ τὴ συστηματοποίηση καὶ ἀνάπτυξη τῶν μουσικολογικῶν σπουδῶν, λόγῳ τῆς λειτουργίας Μουσικῶν Τμημάτων καὶ σὲ ἑλληνικὰ Πανεπιστήμια, καὶ μὲ τὴν ἐκπόνηση ἐξαιρετικῶν μουσικολογικῶν διδα­κτο­ρι­κῶν διατριβῶν, τὸ ὅλο ἔργο τοῦ Χουρμουζίου ὄχι μόνο ἔγινε γνωστὸ σὲ πλάτος ἀλλὰ ἀποτελεῖ καὶ τὴ βάση –ἀναφέρομαι κυρίως στὶς μεταγραφές του, οἱ ὁποῖες «ἀποτελοῦν ἐπιστημονικὸ γεγονὸς ἀνεπανάληπτης σημα­σίας»13–, στὴν ὁποία στηρίζεται ἡ ἔρευνα σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ἐξήγηση καὶ γνωριμία, ἀπὸ τὴν παλαιότερη μουσικὴ γραφὴ στὴ Νέα Μέθοδο, τοῦ με­γα­λύ­τερου μέρους τοῦ κλασικοῦ μουσικοῦ ρεπερτορίου τῆς βυζαντινῆς μουσι­κῆς.

    Πιὸ εἰδικὴ ἀναφορὰ γιὰ τὸ Χουρμούζιο καὶ τὸ ἔργο του ἔχει κάμει ὁ Ἐμμανουὴλ Στ. Γιαννόπουλος, στὴν ἐξαίρετη κριτικὴ ἔκδοση τοῦ ἔργου τοῦ Χουρμουζίου Εσαγωγ ες τ θεωρητικν κα πρακτικν τς κκλησιαστικς μουσικς (Θεσσαλονίκη 2002, 2007), καὶ ὁ Διονύσιος Ν. Μ[πιλάλης] Ἀνατολικιώτης στὴ μονογραφία του μὲ τίτλο Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ κα συμβολ το ες τν μουσικν μεταρρύθμισιν του 1814, Ἀθῆναι 2004. Ἐπίσης σημαντικότατες ἀναφορὲς βλ. Μανόλη Κ. Χα­τζηγιακουμῆ, Χειρόγραφα κκλησιαστικς μουσικς 1453-1820, ἔκδ. Ἐ­θνι­κῆς Τραπέζης, Ἀθήνα 1980, σσ. 57-58, καὶ τοῦ ἰδίου Μουσικ χειρό­γρα­φα Τουρκοκρατίας (1453-1832), Ἀθήνα 1975, εἰδ. σσ. 389-391, ὅπου καὶ συγ­κέντρωση τοῦ συνόλου σχεδὸν τῆς ἐργογραφίας τοῦ Χουρμου­ζίου· Γρ. Στάθη, Τ χειρόγραφα Βυζαντινῆς μουσικς γιον ρος τ. Β΄, Ἀθήνα 1976, σ. 76, ὅπου καὶ συγκέντρωση τῶν μεταγραφῶν τοῦ Χουρμουζίου. Ἀρ­κε­τὲς πληροφορίες γιὰ τὸν Χουρμούζιο καὶ τὸ ἔργο του συναντοῦμε ἐπίσης καὶ στὶς ἐργασίες τοῦ Ἀγγέλου Βουδούρη14, ἀλλὰ αὐτές, ὅπως καὶ οἱ γενι­κό­τερές του περὶ τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς καὶ τῶν ἀνθρώπων της, ἐλέγ­χονται ἐν πολλοῖς γιὰ τὴν ἀκρίβεια, καὶ γιὰ τὴν ἀντικειμενικότητα τους15.

 

νθρωπος

 

    Ὁ Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ, σύμφωνα μὲ τὸν Θεόδωρο Ἀριστοκλέους, ποὺ πρῶτος παρέδωσε βιογραφικὰ στοιχεῖα περὶ αὐτοῦ16,γεννήθηκε στὴ Χάλκη τῆς Προποντίδας πιθανὸν στὸ τελευταῖο τρίτο τοῦ ΙΗ΄ αἰώνα17. Τὸ ὄνομά του παραδίδεται ὡς Χουρμούζιος Γεωργίου18, ὁ «τοὐπίκλην» Για­μα­λῆς, «ὡς ἔχων περὶ τὸν κρόταφον μέλαν τι κρεατῶδες ἐξόγκωμα»19. Ἐ­πί­σης ἀναφέρεται ἁπλὰ ὡς Χουρμούζης διδάσκαλος20ἢ Γεώργιος Χουρ­μού­ζης21ἢ Χουρμούζιος Γεώργιος22. Κυρίως ὅμως εἶναι γνωστὸς ὡς Χουρ­μού­­ζιος Χαρτοφύλαξ, δηλαδὴ μὲ τὸ ὀφφίκιο ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴ Μ.τ.Χ.Ε. γιὰ τὴν προσφορά του στὴ Βυζαντινὴ μουσική, τὸ 1817 ἢ 181823.

    Ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ πρωτοψάλτου Ἰακώβου24, καθὼς καὶ Γεωργίου τοῦ Κρητός25. Ἐχρημάτισε γιὰ πολλὰ χρόνια, κάπου σαράντα, ὡς δεξιὸς ἱε­ροψάλτης στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Δημητρίου Ταταούλων, στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τῶν Χίων τοῦ Γαλατᾶ, στὸν ἅγιο Ἰωάννη τοῦ Σιναϊτικοῦ Μετοχίου καὶ πάλιν στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Δημητρίου μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.

    Σύμφωνα μὲ τὸν πρῶτο ποὺ σκιαγράφησε τὴν βιογραφία του, τὸν Θε­ό­­δωρο Ἀριστοκλέους, ὁ ὁποῖος, εἰρήσθω ἐν παρόδῳ, τὸν γνώρισε ζῶντα, ὁ Χουρμούζιος ἦταν «εὐφυὴς εἰς ἄκρον» «καὶ ἐπιμελέστατος», ὡς ἐκ τούτου «ἐγένετο ἐγκρατέστατος τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησιαστικῆς κατὰ Ἰωάννην Κου­κου­ζέλην Μουσικῆς», παράλληλα δὲ καὶ ἐξαιρετικὰ ἐργατικὸς καὶ ἀκα­τα­πό­νητος –ἐξ οὗ καὶ τὸ «χαλκέντερος» ποὺ τοῦ ἀποδίδεται ἀπὸ ὅλους–, ὅπως ἀποδεικνύει ἡ πολύχρονη «θυσιαστική του προσήλωση στὴ συγγραφὴ βιβλίων ποὺ τὸ μεγαλύτερο μέρος τους εἶναι οἱ ἐξηγήσεις βυζαν­τινῶν καὶ με­ταβυζαντινῶν μελῳδιῶν μὲ πιστότητα καὶ γνώση, ποὺ διασφάλισαν τὴν αὐ­θεντικότητά τους καὶ τὴν ἀνόθευτη συνέχεια τοῦ μουσικοῦ αὐτοῦ πολι­τι­σμοῦ»26. Ἡ πολύχρονη καὶ πολλαπλὴ στὴν ἔκφρασή της δραστηριότητά του (ψάλτης, δάσκαλος, ἐξηγητής, μεταγραφέας, κωδικογράφος, μελοποιός, ἐκ­δό­της) καταπλήσσει μὲ τὸ εὖρος καὶ τὴν αὐθεντικότητά της, καὶ σίγουρα τὸν κατατάσσει πρῶτο, ἐπὶ τοῦ πρακτικοῦ πεδίου, στὴν ὅλη ὑπόθεση τῆς Νέας Μεθόδου, εἰδικὰ μετὰ τὸν πρόωρο θάνατο τοῦ Γρηγορίου.

    Ὁ Χουρμούζιος, παρ’ ὅλη τὴ μεγάλη προσφορά του καὶ τὴν ἀναμφι­σβή­τη­τη ἀπήχηση ποὺ εἶχε τὸ ἔργο του στοὺς ἱεροψαλτικοὺς καὶ ὄχι μόνο κύκλους τῆς ἐποχῆς του, ἀπέθανε «πενέστατος» –κοινὴ μοῖρα ὅσων οἱ ἀσχολίες τους εἶναι πνευματικὲς– τὸ 1840 στὴ γενέτειρά του τὴ Χάλκη27, ὅπου εἶχε ἀποσυρθεῖ λίγο πρὶν τὸ τέλος τῆς μακρόχρονης μουσικῆς του στα­διοδρομίας. Γράφει ὁ Θεόδωρος Ἀριστοκλέους: «Ἀπέθανεν ἐν τῇ πατρί­δι αὐτοῦ Χάλκῃ ὁ ἐμπειρότατος οὗτος Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἡμῶν Μουσικῆς, πλήρης ἡμερῶν, μικρά τινα ἔχων ὅσον ἀποζῆν, ὁ πολλὰ μο­χθήσας, καὶ μεγάλας ὠφελείας παρασχὼν τῷ Γένει ἡμῶν… Καὶ εἰς τοῦ­τον τὸν ἀοίδιμον Διδάσκαλον ἡ καλλιεπὴς Τανταλίδειος Μοῦσα, γοῶσά τε μυρομένη τε, πεποίηκε ταυτί».

Τίς Χουρμουζίου οἶδε τάφον τινὰ τοῦ μελοποιοῦ;

Ὦ Χάλκη Χάλκη, ποῦ στέφανον σὸν ἔχεις;

Ἁγνὸς ἀκτερέιστος, ἄτυμβος ᾿κεῖνος ὁ κλεινός!

Φεῦ, ὡς οὐδὲ θανεῖν εἰν ἀσόφοις!

1848 Ἰουνίου 21

 

 

ξηγητὴς-κωδικογράφος

 

    Ὁ Χουρμούζιος ἦταν ἄνθρωπος ἀθόρυβος ἀλλὰ σοβαρός, μεθοδικός, δρα­στήριος, ἀποτελεσματικὸς καὶ ἀπόλυτα προσηλωμένος στὸ στόχο του. Ἐπὶ πλέον εἶχε τὴν τύχη νὰ ζήσει σὲ μία ἐποχὴ ποὺ εἶχε πλέον ὡριμάσει ἡ ἀναγκαιότητα τῆς πλήρους ἀνάλυσης τῆς γραφῆς –ἴσως καὶ ἡ θεωρητικὴ ἀποκρυστάλλωση– τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς καὶ νὰ βρεθεῖ κοντὰ καὶ νὰ μα­θητεύσει σὲ σπουδαίους δασκάλους καὶ βαθεῖς γνῶστες της, ποὺ εἶχαν φέρει τὴν γραφὴ στὸ τελευταῖο πρὶν τὴν τελική της ἀνάλυση στάδιο. Αὐτὸ τὸν βοήθησε, ὥστε νὰ γίνει «ἐγκρατέστατος τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς», γεγονὸς ποὺ συνέβαλε καθοριστικὰ στὴ διαμόρφωση τῆς μετέ­πει­τα τεράστιας μουσικῆς του προσωπικότητας28. Καθοριστικὸς παρά­γον­τας γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς συγκινητικῆς δραστηριότητάς του ὑπῆρξε σίγου­ρα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Χουρμούζιος πολὺ ἐνωρὶς ἔμεινε μόνος στὴν προσπά­θειά του, ἀφοῦ ὁ μὲν Χρύσανθος ἀπὸ τὸ 1819 ποὺ ἔγινε Μητροπολίτης ἐγ­κα­τέλειψε τὴ διδασκαλία του στὴ Σχολὴ29καὶ περιόρισε τὴ δραστηριότητά του στὰ ὅρια τῆς ἑκάστοτε Μητροπόλεώς του, ὁ δὲ Γρήγοριος ἀπεβίωσε λίγα χρόνια μετὰ τὴν καθιέρωση τῆς Νέας Μεθόδου, στὶς 23 Δεκεμβρίου τοῦ 182130. Ἡ πραγματικότητα αὐτὴ ἔκαμε τὸν Χουρμούζιο νὰ αἰσθανθεῖ ὡς ἀπόλυτο χρέος του τὴ συνέχιση τῆς προσπάθειάς του ὄχι μόνο ὡς κύ­ριος ἐκφραστὴς καὶ διδάσκαλος, ἀλλὰ καὶ ἐξηγητὴς τῆς Νέας Μεθόδου, προ­κειμένου νὰ μεταφερθεῖ σ’ αὐτὴν καὶ ἔτσι νὰ διασωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγνω­σία καὶ τὴ λήθη, ὅλο τὸ παλαιὸ κλασικὸ ρεπερτόριο τῆς Βυζαντινῆς μουσι­κῆς, καὶ ἰδιαίτερα τῶν ΙΖ΄ καὶ ΙΗ΄ αἰώνων, ποὺ ἀποτελοῦσε καὶ τὴ βάση τῆς μουσικῆς πράξης τῶν ἡμερῶν του.

    Ἐμφορούμενος ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἰδέα ἀνάλωσε στὴν κυριολεξία τὴν ὑπό­λοι­πη ζωή του31βασικὰ στὴν ἐξήγηση τοῦ συνόλου σχεδὸν τοῦ παλαιοῦ ρεπερτορίου, ἐξηγώντας καὶ μεταγράφοντάς το σὲ 70 ἀρχικὰ τόμους32, οἱ ὁ­ποῖοι ἔχουν διασωθεῖ μέχρι σήμερα καὶ οἱ ὁποῖοι εἶναι γιὰ μᾶς ἀνε­κτί­μη­τη μουσικὴ κληρονομιά, ἀφοῦ μαζὶ μὲ τὶς ἐξηγήσεις τοῦ Γρηγορίου ἀποτε­λοῦν τὴν βασικὴ παρακαταθήκη τῆς σημερινῆς μας γνώσης γιὰ τὴν παρα­δο­σιακὴ μουσικὴ ὕλη. Σύμφωνα μὲ τὸν καθηγητὴ Γρηγόρη Στάθη33, τὸ σύν­ο­λο τῶν πρωτογράφων τῶν τριῶν Διδασκάλων μὲ ἐξηγήσεις ἀπὸ τὴν παλιὰ στὴ νέα μέθοδο εἶναι 62 κώδικες (ἀπὸ αὐτοὺς οἱ τέσσερις θεωρητικὲς συγ­γραφές), στοὺς ὁποίους καὶ περιέχεται τὸ «ἑβδομήντα-ἑβδομηνταπέντε τοὶς ἑκατὸ τῆς σύνολης παραγωγῆς τῆς βυζαντινῆς καὶ μεταβυζαντινῆς μελοποιίας». Ἀπὸ τοὺς κώδικες αὐτοὺς οἱ 35 ἔχουν γραφεῖ ἀπὸ τὸ Χουρ­μού­ζιο34. Ἑπομένως «ὑπῆρξε στὴν πράξη ὁ κυριότερος στυλοβάτης τοῦ νέου γραφικοῦ συστήματος, καὶ ὁ σημαντικότερος ἐξηγητὴς τῆς Νέας μεθό­δου, ἐνῷ τὸ ἐξηγητικό του ἔργο πρέπει νὰ θεωρεῖται σήμερα ἀνυπο­λόγι­στης ἐπιστημονικῆς καὶ ἐθνικῆς σημασίας»35. Ὁ ἴδιος δίκαια ἐπαίρεται κά­ποια στιγμὴ καὶ γράφει στὸν κολοφῶνα τοῦ χειρογράφου του ΕΒΕ-ΜΠΤ 705, ἔτους γραφῆς 1829, «Εἴληφε τέρμα σὺν Θεῷ κι ἡ Θεία Λειτουργία / πᾶσα ἡ τῆς Παπαδικῆς Θεοῦ τῇ βοηθείᾳ / παρὰ τοῦ Χαρτοφύλακος ἐφευ­ρε­τοῦ τῆς νέας / καὶ ἐγκρατοῦς τῆς παλαιᾶς μούσης τῆς Τερψιθέας / τοῦ Χουρ­μουζίου τοῦ κοινοῦ μουσικοδιδασκάλου/ ὅστις εἰς τὴν ἐξήγησιν ὑπερ­νικᾷ τοῦ ἄλλου. / Ἅπαντα γὰρ τὰ παλαιὰ τῆς μουσικῆς βιβλία / σχεδὸν αὐ­τὸς ἐξήγησε Θεοῦ τῇ βοηθείᾳ, / οὐ μόνος πλὴν ἐφερευτὴς ἀλλ᾿ ἐκ τῶν τριῶν ὁ ἕνας, / ὁ μόνος δὲ ἐξηγητὴς καὶ ὡς αὐτὸν οὐδένας...»36.

    Τὸ μεταγραφικὸ καὶ ἐξηγητικό του ἔργο συμποσοῦται στὰ ἑξῆς: Κρα­τη­ματάριον (ΕΒΕ-ΜΠΤ 710-711, τομ. Α΄-Β΄, ἔτους μεταγραφῆς 1819)· Μα­θη­ματάριον (ΕΒΕ-ΜΠΤ 727-734, τόμ. Α΄-Η΄, ἀχρόνιστο – οἱ τόμοι Ζ΄ καὶ Η΄ Τριῴδιον καὶ Πεντηκοστάριον)· Παλαιὰ Παπαδική (ΕΒΕ-ΜΠΤ 703-706 καὶ 722, ἐτῶν μεταγραφῆς 1818-19, 1829)· Ἀναστασιματάριον Χρυσάφη τοῦ νέου (ΕΒΕ-ΜΠΤ 758, ἔτους μεταγραφῆς 1826)· Στιχηράριον Νέων Πατρῶν (ΕΒΕ-ΜΠΤ 747-750, τόμ. Α΄-Δ΄, ἔτους μεταγραφῆς (;)-1832)· Στιχηράριον τοῦ Χρυσάφη τοῦ νέου (ΕΒΕ-ΜΠΤ 715 καὶ 761-765,τὸμ Α΄-Ϛ΄, ἔτους με­τα­γραφῆς –τὸ πρῶτο ἀχρόνιστο– 1835-1836)· Ἅπαντα Πέτρου τοῦ Μπερε­κέτη (ΕΒΕ-ΜΠΤ 744-754, ἔτους μεταγραφῆς 1837)· Παλαιὸ Στιχηράριο (ΕΒΕ-ΜΠΤ 707-709, τόμ. Α΄-Γ΄, ἀχρόνιστο), Ἀναστασιματάριον τοῦ Πα­λαι­οῦ Στιχηραρίου (ΕΒΕ-ΜΠΤ 702, ἀχρόνιστο)· Οἰκηματάριον (ΕΒΕ-ΜΠΤ 713-714, τόμ. Α΄-Β΄, ἀχρόνιστο)· Ψαλτική (῾Ι. Μ. Βατοπεδίου – ιη΄ αἰ.!)37· Δο­ξαστάριον τοῦ Ἰακώβου, ἔτους μεταγραφῆς 181638· Ἀναστασιματάριο καὶ Εἰρμολόγιον Πέτρου Πελοποννησίου (ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸ Γρηγόριο, ἀλλὰ δὲν ἔχουν ἐπισημανθεῖ αὐτόγραφα39)· Δοξαστάριο σύντομο Πέτρου Πελοπον­νη­σί­ου (δὲν ἔχει ἐπισημανθεῖ αὐτόγραφο)40· Συλλογὴ Ἰδιομέλων Μανουὴλ Πρωτοψάλτη (δὲν ἔχει ἐπισημανθεῖ τὸ αὐτόγραφο, ἀλλὰ πιθανῶς ἔτους με­τα­γραφῆς 1830-1831)41, καὶ τὸ Νέο Ἀναστασιματάριον (δὲν ἔχει ἐπιση­μαν­θεῖ τὸ αὐτόγραφο, ἀλλὰ πιθανῶς ἔτους μεταγραφῆς 1831-1832)42· ἐπίσης Μηναῖον μὲ τὰ δοξαστικά, τὰ ἰδιόμελα καὶ τὰ ἀπολυτίκια τῶν ἑορτα­ζο­μέ­νων καὶ μὴ ἁγίων του ἐνιαυτοῦ μὲ τὴν ἀρχικὴ ἔνδειξη: «Ἀρχὴ σὺν Θεῳ ἁγίῳ τῶν ἀκολουθιῶν τῶν δοξαζομένων ἁγίων, σὺν τῶν δοξαστικῶν αὐτῶν, καὶ τῶν μὴ ἑορταζομένων ἁγίων τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ, μελοποιηθέντων κατὰ τὸ ἐκκλησιαστικὸν μέλος παρὰ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος καὶ Γρηγορίου Πρωτοψάλτου, κατὰ τὸ ὕφος τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας. Μὴν Σεπτέμβριος, Ἰνδίκτου καὶ τῆς Θεοτόκου τῶν Μιασηνῶν καὶ Συμεὼν τοῦ Στυλίτου, δόξα τοῦ ἑσπερινοῦ, ἦχος πλ.β΄ Θεία χάρις ἀπηώρητο», καὶ πλῆρες (ἰδιόμελα, κανόνες κλπ.) Τριῴδιον-Πεντηκοστάριον μὲ τὴν ἀρχικὴ ἔνδειξη: «Ἀρχὴ σὺν Θεῳ ἁγίῳ τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ Τριῳδίου. Τῇ Κυριακῇ τοῦ τελώνου καὶ τοῦ φαρισαίου· εἰς τὸν ἑσπερινὸν ἰδιόμελα, ἦχος πρῶ­τος»43. Στὰ παραπάνω ὁ Χουρμούζιος δὲν μεταγράφει ἁπλῶς ἀπὸ τὸ δο­ξα­στάριο τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου, ἀλλὰ καὶ τὸ διασκευάζει σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις. Τέλος ὑπάρχουν σὲ διάφορα χειρόγραφα καὶ ἄλλες μεμονω­μέ­νες ἐξηγήσεις του44.

    Οἱ ἐξηγήσεις τοῦ Χουρμουζίου, ὅπως βέβαια καὶ ἐκεῖνες τοῦ Γρηγο­ρίου, εἶναι ἐξ ἀντικειμένου τὰ αὐθεντικότερα κείμενα μεταφορᾶς μελῶν ἀ­πὸ τὴν παλαιὰ στὴ Νέα Μέθοδο καὶ ἀποτέλεσαν τὸ πρότυπο γιὰ τὶς ἐξη­γή­σεις καὶ ἄλλων ἐξηγητῶν ποὺ ἀκολούθησαν45. Σ’ αὐτὲς ὁ Χουρμούζιος «παρουσιάζεται σαφὴς καὶ σχετικὰ συντηρητικός. Καταγράφει τὰ μέλη μὲ σταθερότητα στὴν ἐκτύλιξη τῶν θέσεων καὶ μὲ ἀποφυγὴ λεπτολόγων ἀνα­λύ­σεων, δίνοντας ἔμφαση στὴ μελωδικότητα τῶν μουσικῶν γραμμῶν»46. Σὲ σχέση μὲ τὶς ἀντίστοιχες ἐξηγήσεις τοῦ Γρηγορίου, παρὰ τὴν γενικότερη ταύ­τισή τους, παρατηροῦνται ἀρκετὲς διαφοροποιήσεις, οἱ ὁποῖες ὀφεί­λον­ται κυρίως στὴν τάση τοῦ Χουρμουζίου γιὰ μία πιὸ λεπτόλογη καταγραφὴ τοῦ μέλους ἀπὸ ὅ,τι ὁ Γρηγόριος, ὁ ὁποῖος, ἴσως ὡς ἐκ τῆς πρωτοψαλτικῆς θέσεώς του, ἀκολουθεῖ ἐντελῶς συντηρητικὴ γραμμή47. Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀπο­τέ­λεσμα οἱ ἐξηγήσεις τοῦ Χουρμουζίου νὰ παρουσιάζουν μεγαλύτερη εὐκαμ­ψία καὶ νὰ προσεγγίζουν περισσότερο τὴν ἔκφραση τῆς εὐρύτερα ρέουσας ψαλ­τικῆς πράξης. Γιὰ νὰ τὸ ἐπιτύχει αὐτὸ σὲ πολλὲς περιπτώσεις πα­ρου­σιάζεται στὶς ἀναλύσεις πιὸ μελισματικὸς καὶ παραστατικὸς ὡς πρὸς τὴν ἀπό­δοση θέσεων, συμπλοκῶν καὶ χαρακτήρων.Ἔτσι βλέπουμε π.χ. νὰ ἀνα­λύει:

ἀντὶ τοῦ Γρηγορίου (ΕΒΕ-ΜΠΤ 744)

ἔτσι (ΕΒΕ-ΜΠΤ 712)

 

ἢ νὰ ποικίλλει

ἀντὶ

ἔτσι

chourm05

 

καὶ νὰ διαφοροποιεῖται στὴν τοποθέτηση τῶν φθόγγων καὶ συλλαβῶν

ἀντὶ τοῦ Γρηγορίου (ΕΒΕ –ΜΠΤ 744)

chourm06a

chourm06b

ἔτσι (ΕΒΕ –ΜΠΤ 712)

chourm07achourm07b

 

ἢ νὰ διασκευάζει

ἀντί τοῦ Γρηγορίου

chourm08a

chourm08b   (καὶ νῦν στιχηρῶν ἑσπερινοῦ Ἰνδίκτου.

Βλ. ΔοξαστικΠ. Πελοποννησίου, Παρί­σι 1821, σ .2)

ἔτσι (χφ. Βιβλιοθήκης Κ. Ψάχου ὅ.π.)

chourm09a chourm09b

 

ἢ ἀναλύει νὰ ἔνεργειες χαρακτήρων καὶ συμπλοκῶν σὲ πολὺ μεγαλύτερη συχνότητα ἀπὸ ὅ,τι ὁ Γρηγόριος ὅπως·

  chourm10καὶ ἄλλα πολλά.

 

 

μελοποις

 

    Παράλληλα μὲ τὸ ἐξηγητικό τοῦ ἔργο ὁ Χουρμούζιος ἀσχολήθηκε μὲ ἐπι­τυχία καὶ μὲ τὴ σύνθεση ἐκκλησιαστικῶν μελῶν, ἐντέχνων κατὰ τὸ πλεῖ­στον, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀναδεικνύεται μία ἄλλη διάσταση τῶν ἱκανο­τή­των καὶ τῶν γνώσεών του, ἀλλὰ καὶ τῆς θέλησής του γιὰ παραπέρα τεχνι­κὴ βελτίωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ἀφοῦ αὐτὰ ξεπερνοῦν ὡς συν­θέ­σεις κατὰ πολὺ τὸ συνήθη βαθμὸ πλοκῆς καὶ δυσκολίας τῶν μελῶν ποὺ ἦσαν ἐν χρήσει τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Ὡς πρὸς τὴ στόχευση τῆς μελοποιίας τοῦ Χουρμουζίου μπορεῖ νὰ διακρίνουμε τρεῖς ἑνότητες. Στὴ μία ἀνήκουν τὰ με­λοποιήματα ποὺ προορίζονται γιὰ τὴν καθημερινὴ καὶ τρέχουσα λει­τουρ­γικὴ ἀναγκαιότητα. Ἀναφέρομαι στὴ συμπλήρωση τοῦ Ἀναστα­σιμα­τα­ρίου τοῦ Πέτρου Πε­λοποννησίου καὶ στὴ γραφτὴ ἀποτύπωση τῶν ἰδιο­μέ­λων καὶ τῶν δοξαστικῶν, τῶν ναὶ μὲν Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου, ἀλλὰ κα­τὰ τὴ δική του ἀπόδοση, καὶ στὸ Νέον Ἀναστασιματάριον τοῦ 183248, ὅ­που μὲ ἔκφραση ποὺ προσεγγίζει ἀπόλυτα τὴν προφορικὴ παράδοση τὰ πα­ραδίδει γιὰ κοινὴ καὶ εὔκολη χρήση, μὲ ἐμφανῆ τὴν τάση διαφο­ρο­ποί­η­σής του γιὰ μελισματικώτερη ἐξήγηση, ἀπὸ τὴν οὐσιαστικὰ καθαρὰ μετρο­φω­νικὴ ἐξήγηση τοῦ Γρηγορίου. Στὴν ἄλλη κατηγορία, τὰ ἔργα ὅπου ὁ με­λο­ποιὸς ἀφήνει τὴν προσωπικὴ δημιουργική του ἔμπνευση ἐλεύθερη νὰ ἐκ­φρα­στεῖ σὲ ἀνώτερο ἐπίπεδο καὶ παραδίδει μέλη ποὺ δίνουν στοὺς ἑρμη­νευ­τὲς τὴ δυνατότητα μεγαλύτερης δεξιοτεχνικῆς ἔκφρασης. Στὴν τρίτη κα­τηγορία ἀνήκουν τὰ μέλη ποὺ ἔχουν καθαρὰ ἐκπαιδευτικὸ χαρακτῆρα, δη­λαδὴ ἀποτελοῦν στὴν οὐσία ἰδιαίτερα ἔντεχνες συνθέσεις γιὰ ἄσκηση τῶν προχωρημένων κυρίως μαθητῶν, μὲ τὴ χρήση συχνῆς ἀλλαγῆς ἤχων, φθο­ρισμῶν, μεταβολῆς τετραχόρδων καὶ πενταχόρδων κ.λ.π.

    Γνωστὰ ἔργα τοῦ Χουρμουζίου εἶναι: Ἡ συμπλήρωση –σὲ συνερ­γα­σία μὲ τὸν Γρηγόριο– ὅσων ἔλειπαν ἀπὸ τὸ ναστασιματάριο (1820) καὶ τὸ Εἱρμολόγιο (1825) Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου49, τὸ πλῆρες Δοξαστά­ρι­ον τν ποστίχων (1834), ὅπου ὁ Χουρμούζιος συνθέτει τὰ δοξαστικὰ κα­τὰ τὸν ἀργὸ δρόμο, μὲ βάση τὸ Δοξαστάριο τοῦ Ἰακώβου. Ἐπίσης: Ἀνοιξαντάρια ἀργὰ –σύντμηση ἐκ τῶν ἀρχαιοτέρων– (Πανδέκτη, τόμ. Α΄, 1850) καὶ σύντομα (Ἀγαθαγγέλου Κυριαζίδη, ῝Εν νθος τς καθ’ ἡμᾶς κ­κλησιαστικς μουσικς, Κων/πολη 1896)50·«Μακάριος ἀνήρ» (Πανδέ­κτη, ἔ.ἀ.), «Θεοτόκε Παρθένε» –σύντμηση ἐκ τοῦ Μπερεκέτη– (Πανδέκτη ἔ.ἀ)· «Ρόδον τὸ ἀμάραντον», ὀκτάηχο (Ταμεον νθολογίας, τόμ. Β΄ 1834)· «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις» (Πανδέκτη, ὅ.π.)· Πολυελέοι «Δοῦλοι Κύριον», ἦχος πλ. δ΄ καὶ ἦχος πλ.β΄, «Λόγον ἀγαθόν», ἦχος λέγετος, «Ἐπὶ τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος», ἦχος γ΄ (ἐκτὸς τοῦ σὲ ἦχο πλ. β΄, Ταμεον ν­θολογίας, 1824)· «Ἀντίφωνα κατ’ ἦχον ἀργά» (Πανδέκτη, ἔ.ἀ.)· «Δοξο­λο­γί­αι ἀργαὶ» σὲ διάφορους ἤχους (Πανδέκτη, ἔ.ἀ.)· «Τυπικά» (Πανδέκτη τόμ. Β΄ 1851)· «Κύριε, ἐλέησον» ἀργά (Πανδέκτη, τόμ. Δ΄, 1851)· «Χερουβικὰ κατ’ ἦχον» (Πανδέκτη, ἔ.ἀ.)· «Καταβασίαι ψαλλόμεναι ἀντὶ τοῦ Ἄξιον ἐστίν» (Ἁγίου Ὅρους, Μουσικς Θησαυρός, τόμ. Α΄, 1931)· Κοινωνικά «Ἀγαλλιᾶσθε, δίκαιοι» ἦχος πλ.δ΄, «Ποτήριον σωτηρίου» ἦχος γ΄ καὶ βαρύς, «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν» ἦχος πλ.β΄ (Πανδέκτη, τόμ. Δ΄, 1851)· τὰ μαθήματα κατὰ τὸ ἀργὸν παπαδικὸν μέλος «Ὁ θάνατός σου Κύριε», ἦχος πλ. δ΄ (Ἀ­βρα­ὰμ Εὐθυμιάδη, μνολόγιον φωναῖς ασίαις, τόμ. Δ΄) καὶ «Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ» (ἀναφορὰ σὲ αὐτὸ καὶ ἄλλα Βουδούρη51) καὶ ἀσφαλῶς πολλὰ ἄλ­λα ποὺ δὲν ἔχουν ἐπισημανθεῖ ἀκόμα.

 

κδότης

 

    Ὁ Χουρμούζιος δραστηριοποιήθηκε καὶ ὡς ἐκδότης καὶ ἐπιμελητὴς ἐκ­δόσεων. Καρπὸς τῆς δραστηριότητάς του στὸν τομέα αὐτὸν ὑπῆρξαν: Τὸ δίτομο Ταμεον νθολογίας, Κων/πολις 182452, τὸ Εἱρμολόγιον τν Κα­τα­βασιν Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου, Κων/πολις 1825, μὲ τὸ ὁποῖο συν­ε­ξέ­δωσε καὶ τὸ Σύντομον Εἱρμολόγιον Πέτρου τοῦ Βυζαντίου, ἡ Συλλογ δι­ο­μέλων κα πολυτικίων Μανουὴλ τοῦ Πρωτοψάλτου, Κων/πολις 1831, τὸ Νέον ναστασιματάριον, Κων/πολις 183253. Ἐπίσης ἐπιμελήθηκε τὴ μετα­γρα­φὴ καὶ ἔκδοση τῆς νθολογίας ξωτερικς μουσικς Ετέρπη, Κων/πολις 1830.

 

Δάσκαλος κα θεωρητικός

 

    Ὁ Χουρμούζιος, «ψάλτης φανατικὸς καὶ μὲ ἐκκλησιαστικὴν μουσικὴν συνείδησιν», ἐκτὸς ἀπὸ τὴ διδασκαλία του στὴ σχολὴ τῆς Νέας Μεθόδου μαρτυρεῖται ὅτι δίδαξε «καὶ εἰς ἄλλους ἀκροασαμένους αὐτὸν κατ’ οἶ­κον». Ἀπὸ τοὺς «κατ’ οἶκον» διδαχθέντες μαθητές του ὑπῆρξαν καὶ ἐπώ­νυ­μοι: Σωτήριος Βλαχόπουλος, Στέφανος ὁ Βυζάντιος, Θεόδωρος Ἀριστο­κλής, Θεοτόκης Βατοπεδινός, Σιγάλας Ἀντώνιος, καὶ Γρηγόριος Κων­σταν­τᾶς54. Πάνω ὅμως ἀπὸ ὅλους ὁ περιώνυμος Θεόδωρος Φωκαεύς, ὁ ὁποῖος με­τὰ τὸ θάνατο τοῦ δασκάλου στὴ Νέα Μέθοδο, τοῦ Γρηγορίου, ποὺ τὸν εἶχε μάλιστα φιλοξενήσει καὶ στὸ σπίτι του, προσκολλήθηκε στὸν Χουρ­μού­ζιο –συνέψαλε καὶ γιὰ ἕξη χρόνια μαζί του ἀπὸ τὸ ἀριστερὸ ἀνάλογιο–, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ὠφελήθηκε τὰ μέγιστα. Καὶ τοῦτο, γιατὶ σ’ αὐτὸν ὀ­φεί­λει κατὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος, τὴ μετέπειτα φήμη του ὡς ἐκδότου, ἀφοῦ τὶς πρῶτες ἐκδόσεις του τὶς πραγματοποίησε μὲ τὴ βοήθεια, τὴν ἐπιστασία καὶ τὸ κῦρος τοῦ Χουρμουζίου. Ἐκτὸς δὲ αὐτοῦ καὶ ὡς θεωρητικὸς στηρί­χθηκε οὐσιαστικὰ στὸν Χουρμούζιο, δεδομένου ὅτι ἡ Κρηπίς55 του ἀπο­τε­λεῖ κατὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος της ἀντιγραφὴ τῆς Εσαγωγς τοῦ Χουρ­μου­ζίου, ἂν δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια, ἡ μέχρι σήμερα μὴ ἐπισημασμένη ἐκτε­νέ­στερη θεωρητικὴ ἐργασία τοῦ Χουρμουζίου56.

    Ἀπὸ τὴν ὅλη ἐξέταση γενικότερα τοῦ ἔργου τοῦ Χουρμουζίου προ­κύ­πτει ὅτι στὰ πλαίσια τῆς ἄσκησης τοῦ διδασκαλικοῦ του ἔργου προσπά­θη­σε μεθοδικὰ ὄχι μόνο νὰ ἁπλοποιήσει τὴ διδασκαλία του, προκειμένου ἡ ἐκ­μάθηση τῆς μουσικῆς νὰ γίνει πρακτικὰ πιὸ εὔκολη, ἀλλὰ καὶ νὰ προ­χω­ρήσει στὴν πλήρη ἀποκρυστάλλωση τῶν θεωρητικῶν καὶ ἄλλων στοιχείων ποὺ ἀπαρτίζουν τὴ Νέα Μέθοδο. Ἡ ἐπιδίωξή του αὐτὴ ἀποτυπώνεται σα­φῶς μέσα ἀπὸ τὸ ἐκλαϊκευμένο, κατὰ ἕνα τρόπο, ναστασιματάριό του, τῆς ἔκδοσης τοῦ 183257, τὴν γιὰ πρώτη φορὰ σύνταξη κανόνων ὀρθο­γρα­φίας τῆς Νέας Μεθόδου, καθὼς καὶ τὴ «συγκρότηση» Θεωρητικοῦ –«Εἰ­σα­γωγὴ εἰς τὸ θεωρητικὸν καὶ πρακτικὸν τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς κατὰ τὴν νέαν τῆς μουσικῆς μέθοδον, συντεθεῖσα μὲν παρὰ Χρυσάνθου τοῦ ἐκ Μαδύτων, ἐπιδιορθωθεῖσα εἰς πολλὰ ἐλλείποντα δὲ καὶ μεταφρασθεῖσα εἰς τὸ ἁπλούστερον παρὰ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἑνὸς τῶν ἐφευρετῶν τοῦ εἰρημένου συστήματος»–, ποὺ καὶ μόνο ἀπὸ τὸν τίτλο του δηλώνει τὴν προθέση τοῦ συντάκτη του.

    Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τοὺς κανόνες ὀρθογραφίας δὲν μᾶς διασώθηκε κανένα εἰδικό του κείμενο ποὺ νὰ τοὺς περιέχει, ὅμως ὁ ἴδιος ἀναφέρεται σαφῶς γιὰ τὴ σύνταξή τους στὸν κολοφῶνα τοῦ χειρογράφου του ΕΒΕ-ΜΠΤ 705, τὸν μῆνα Δεκέμβριο τοῦ 1829, ὅπου γράφει: «Διότι εἰς τὴν ἐξήγησιν ἐκφώ­νη­σε κανόνας / ὀρθογραφίας ἱκανοὺς καὶ ἄλλα κατὰ μόνας». Αὐτοὶ ἴσως θὰ πρέπει νὰ ἀναζητηθοῦν, στὸ σύνολό τους, μέσα ἀπὸ τὶς σχετικὲς σελί­δες τῆς «Κρηπίδας» τοῦ Φωκαέα58, ὁ ὁποῖος σὺν τοῖς ἄλλοις, καὶ ὅπως προ­ανέφερα, σίγουρα κατατρύγησε καὶ τὸ Θεωρητικὸ τοῦ Χουρμουζίου59.

Ὡς πρὸς τὸ θεωρητικό του, αὐτὸ στὴν οὐσία εἶναι τὸ μικρὸ θεωρητικὸ τοῦ Χρυσάνθου60, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιήθηκε προφανῶς μὲ τὴν ἔναρξη τῆς λειτουργίας τῆς σχολῆς τῆς Νέας Μεθόδου γιὰ τὴν ἄμεση κάλυψη τῶν ἀ­ναγ­κῶν διδασκαλίας σ’ αὐτήν. Κατὰ τὴ χρήση τοῦ θεωρητικοῦ αὐτοῦ ὁ Χουρ­μούζιος διαπίστωσε, ὡς πρωτόλειο ποὺ ἦταν, ὁρισμένες ἀσάφειες καὶ ἐλ­λείψεις καὶ θέλησε νὰ ἐπιφέρει σ’ αὐτὸ διορθώσεις καὶ συμπληρώσεις, καὶ νὰ ἁπλουστεύσει τὴ γλωσσική του διατύπωση. Ἔτσι παρέδωσε τὸ 1829 «δικό» του θεωρητικό, ὡς ἐργασία «συντεθεῖσα μὲν παρὰ Χρυ­σάν­θου... ἐπιδιορθωθεῖσα –ὅμως– εἰς πολλὰ ἐλλείποντα καὶ μεταφρασθεῖσα εἰς τὸ ἁ­πλού­στερον» ἀπὸ τὸν ἴδιο, στὴν ὁποία σύμφωνα μὲ τὸν Γιαννόπουλο ποὺ μελέτησε τοὺς ἕξη γνωστοὺς σῳζόμενους αὐτόγραφους κώδικες ποὺ τὴν περιέχουν, συναντοῦμε, σὲ σχέση μὲ τοῦ Χρυσάνθου καὶ μεταξύ τους, «πολ­λὲς προσθῆκες φράσεων, μουσικῶν παραδειγμάτων, πινάκων καὶ ὁλο­κλή­ρων παραγράφων κάποιες φορές, –καὶ παρατηροῦνται– πολὺ πιὸ ἁπλὲς φράσεις, λέξεις, τύποι ρημάτων καὶ σὲ πολλὰ σημεῖα ἁπλούστερη σύνταξη τῶν προτάσεων ποὺ ἀπαρτίζουν τὰ κεφάλαια» της61. Μὲ βάση τὰ πα­ρα­πά­νω ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ διαπίστωση ὅτι ὁ Χουρ­μού­ζιος προκειμένου νὰ δώσει πρα­κτικὲς λύσεις στὴν ἐκτέλεση τοῦ ἐκκλη­σια­στι­κοῦ μέλους, ἀναζητᾶ καὶ καταθέτει στὸ θεωρητικό του πιὸ σαφεῖς δια­τυ­πώσεις καὶ ἀκριβέστερους θεωρητικοὺς ὑπολογισμούς, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ συμβολὴ τοῦ μεγά­λου αὐτοῦ δασκάλου ὑπῆρξε ἀπόλυτα καθοριστικὴ καὶ καταλυτικὴ καὶ γιὰ τὸ θεωρητικὸ μέρος τῆς μουσικῆς τῆς Ἐκκλησίας μας.

 

 

Ἔγραψα στὴν Κάλυμνο                                           Γεώργιος ᾿Ι. Χατζηθεοδώρου

στὶς 16-10-2008                                                         Ἄρχων Μαΐστωρ Μ.Χ.Ε.



 

῾Υποσημειώσεις

1 Ἐνδιαφέρουσες Πατριαρχικὲς Διακηρύξεις καὶ Ἀπανταχοῦσες, καθὼς καὶ ἄλλες σχε­τι­κὲς πληροφορίες, βλ. Γρηγόρη Στάθη, «Τὰ πρωτόγραφα τῆς ἐξηγήσεως στὴ Νέα Μέθοδο», στὸν τόμο Τιμ πρς τν Διδάσκαλον, Ἀθήνα 2001, σ. 696-702.

2 Μανουὴλ Γεδεών, «Μουσικὴ σχολὴ Κπόλεως, 1815», στὸ Πατριαρχικα φημε­ρίδες. Εδήσεις κ τς μετέρας κκλησιαστικς στορίας, 1500-1913, Ἀθήναι 1936-1938, σ. 379.

3 Προφανῶς ἄρχισε νὰ λειτουργεῖ στὰ τέλη τοῦ 1824 γιὰ νὰ γράφει «κατ’ αὐτάς».

4 «Οὗτοι πρὸ ἓξ ἤδη ἐτῶν συσκεφθέντες φιλοσόφως μεταξύ των καὶ μεταρ­ρυθμί­σαν­τες τὴν Μουσικὴν εἰς τὸ μεθοδικώτερον διὰ προσθέσεως τῶν ἀναγκαίων καὶ ἀφαιρέσεως τῶν περιττῶν καὶ ἐξομαλίσαντες τὴν πρὶν ἀκανόνιστον ταύτην τέχνην, ἐκατόρθωσαν μέγα τῳόντι ἔργον, τὸ ὁποῖον θέλει ἀπαθανατίσει τὰ σεβάσμια ὀνόματά των εἰς τὰς ἐπερ­χο­μένας γενεὰς καὶ θέλει τοὺς πλέξει ἀμαράντους ἐγκωμίων στεφάνους». Βλ. Πέτρου Ἐφεσίου «Φιλόμουσοι ὁμογενεῖς», στὸ Νέον ναστασιματάριον, Βουκορέστιον 1820. Γιὰ τὴν ἔκδοση βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλίογραφια ττς βυζαντινς κκλησιαστικς μουσικς, ἔκδ. ῾Ιδρυματος Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1998, σ.28 καὶ 57, ἀριθ. 1.

5 Στὴ Βιβλιοθήκη τοῦ Κ. Ψάχου ὑπάρχουν δύο χειρόγραφα, τὸ ἕνα συγκείμενο ἀπὸ 131 φύλλα καὶ μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Καταβασίαι Δεσποτικῶν καὶ θεομητορικῶν ἑορτῶν, συν­τεθεῖσα[sic] μὲν παρὰ τοῦ μουσικολογιωτάτου κ. Πέτρου Λαμπαδαρίου τοῦ Λακεδαίμο­νος, τῷ δὲ ͵α ω ι α΄ ὑπὸ Χρυσάνθου τὰ χρονικὰ μέτρα διαιρεθεῖσαι», καὶ τὸ ἄλλο συγ­κεί­μενο ἀπὸ 335 φύλλα καὶ μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Δοξαστικάριον τονισθὲν μὲν ὑπὸ Πέτρου τοῦ Λακεδαίμονος, ἐν ᾧ παρενείρησαν καὶ τὰ τῶν ἐπισήμων ἑορτῶν Δοξαστικὰ Ἰακώβου τοῦ Πρω­τοψάλτου, ἀναγραφὲν δὲ κατὰ τὸ σύστημα Χρυσάνθου τῷ ͵α ω ι β΄ ἔτει σω­τη­ρίῳ ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ χάριν τῶν αὐτῶν μαθητιώντων», τῶν ὁποίων ἡ γραφὴ –ὅπως διαπί­στω­σα ἀπὸ αὐτοψία– εἶναι σχεδόν, ἰδίως τοῦ πρώτου, ἡ σημερινή (πλήρως ἀναλυτικὰ μου­σικὰ σχήματα, ρυθμικὲς διαιρέσεις ποὺ σημειώνονται μὲ κάθετες ἐρυθρὲς διαστολές, χρήση γοργοῦ, κλάσματος, συνεχοῦς ἐλαφροῦ, συμπλοκῆς ὀλίγου-κεντημάτων, κεντημάτων ὀλίγου κ.λπ. Σχετ. βλ. Γεωργίου ᾿Ι. Χατζηθεοδώρου, «Μουσικὴ βιβλιοθήκη χειρογράφων Ψάχου», Βιβλιοφιλικὰ Νέα, 1991 – παράρτημα τοῦ περιοδικοῦ Βιβλιοφιλία).Ἐπισημαίνω καὶ ἕνα τρίτο ἰδιόχειρο χφ. τοῦ Χρυσάνθου, μὲ ἔτος γραφῆς 1807. Πρόκειται γιὰ τὸ σύντο­μο εἰρμολόγιο Πέτρου τοῦ Βυζαντίου, ὅμως ἀκριβῶς μὲ τὴ γραφὴ τοῦ ἴδιου τοῦ Πέτρου (Παρίσι Ἐθν.Βιβλ. Suppl. gr. 1047). Ἐδῶ σημειώνω ὅτι ἔχει ὑπερτονισθεῖ –ἴσως γιὰ λόγους ὅπως· Γρηγόριος = Πρωτοψάλτης, ἐξηγητής, μελοποιός· Χουρμούζιος = ἐξηγητής, δάσκα­λος, ψάλτης, μελοποιός– ἡ συμβολὴ τῶν δύο παραπάνω Διδασκάλων, ὡς πρὸς τὴν «ἐπι­νόηση» τῆς Νέας Μεθόδου. Προσωπικὰ πιστεύω ὅτι αὐτὴ ἀνήκει κατὰ κύριο λόγο στὸν Χρυ­σάνθο — εἶναι γνωστὸ ἄλλωστε ὅτι ἡ Νέα Μέθοδος ἀποκαλεῖται Χρυσανθικ ἀπὸ τοὺς περισσότερους ξένους μελετητὲς καὶ ἐρευνητές. Σχετικὰ βλ. Κωνστ. Δ. Παπα­δημη­τρίου, «Πρόλογο» στὴ δεύτερη ἔκδοση τῆς Εσαγωγς τοῦ Χρυσάνθου, Ἀθήνα 1940. Μα­νόλη Κ. Χατζηγιακουμῆ, Χειρόγραφα κκλησιαστικς μουσικς, Ἀθήνα 1980, σσ. 56-57. (Πρβ. καὶ Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, «Εἰσαγωγή» στὴν τρίτη ἔκδοση τοῦ Μεγάλου Θε­ωρητικο τοῦ Χρυσάνθου, ἔκδ. Κ. Σπανοῦ, Ἀθήνα 1976-77).

6 Ἀντωνίου Ἀλυγιζάκη, κταηχία στν λληνικ λειτουργικ ὑμνογραφία, Θεσσα­λο­νίκη 1985, σ. 193 κ.ἑ.

7 Παναγιώτη Γ. Πελοπίδη, «Πρόλογος» στὸ Χρυσάνθου, Θεωρητικν Μέγα τῆς Μου­σικς, Ἐν Τεριέστῃ 1832.

8 Χρυσάνθου, Θεωρητικν Μέγα, ἔ.ἀ. σ. LVI.

9 «Καταπεισθεῖσα δὲ ἡ Σύνοδος… ἐθέσπισεν ἵνα ὁ μὲν Γρηγόριος ὁ Λαμπαδάριος καὶ Χουρμούζιος Γεωργίου παραδίδωσι τὸ Πρακτικὸν μέρος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μου­σι­κῆς, ὁ δὲ Ἀρχιμανδρίτης Χρύσανθος τὸ Θεωρητικὸν μέρος αὐτῆς». Βλ. Παναγιώτη Πελο­πίδη «Πρόλογος», ὅ.π., σ. Ϛ΄ στὴν ὑποσημείωση.

10 Παναγιώτη Πελοπίδη, «Πρόλογος», ὅ.π. σ. Ϛ΄.

11 Παρὰ τὶς ἐπιφυλάξεις ἢ καὶ τὶς ἀντιρρήσεις ποὺ ἔχουν καὶ διατυπώνουν μερικοὶ ὡς πρὸς τὴν ἀκρίβεια, σπουδαιότητα, ἀκόμα καὶ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς μεταρρύθμισης τῶν τριῶν Διδασκάλων, καὶ μόνο ἐκ τοῦ λόγου τῆς μεγάλης εὐκόλυνσης στὴ μάθησή της ὑ­πῆρξε ὄχι μόνο εὐργετική, ἀλλὰ καὶ καθοριστικὴ γιὰ τὸ μέλλον τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, ἀφοῦ, ὡς γνωστόν, στὴ συνέχεια, ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 19ου αἰώνα καὶ ἑξῆς ὑπῆρξαν ἐν­το­νό­τα­τες πιέσεις ἀποβολῆς της ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες καὶ εἰσαγωγῆς εὐρωπαϊκῆς μουσικῆς. ῾Οπό­τε εἶναι ἄγνωστο τί θὰ συνέβαινε, ἐὰν ἐξακολουθοῦσε νὰ χρησιμοποιεῖται τὸ παλαιὸ ἀσα­φὲς καὶ δυσχερέστατο στὴν ἐκμάθησή του σύστημα γραφῆς, καθὼς καὶ ἡ σχεδὸν ἀκα­θό­ρι­στη μέχρι τότε θεωρητικὴ ἀποτύπωση καὶ κατοχύρωση τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς.

12 Γιὰ τὶς παλιότερες ἀναφορές, βλ. κατ’ ἀρχὴν τὰ ὅσα γράφουν ὁ ᾿Α. Θάμυρης στὴν «Εσαγωγ ες τ θεωρητικν κα πρακτικν τς κκλησιαστικς μουσικς» τοῦ Χρυ­σάν­θου, Παρίσι 1821, σ. ε΄-ιβ΄, καὶ ὁ Παναγιώτης Πελοπίδης στὸν «Πρόλογό» του, ὅ.π. Ἐ­πί­σης καὶ Θεοδώρου Ἀριστοκλέους, Κωνσταντίου Α΄ το π Σιναίου οιδίμου πατρι­άρ­χου Κωνσταντινουπόλεως το Βυζαντίου. Βιογραφία κα συγγραφα λάσσονες, Κων­­σταντινούπολη 1866· Γεωργίου Παπαδοπούλου, Συμβολα ες τν στορίαν τς παρ’ ἡμῖν κκλησιαστκς μουσικς, Ἀθήνα 1890· τοῦ ἰδίου, στορικ πισκόπησις τς Βυ­ζαν­τι­νς μουσικς, Ἀθήνα 1904· Κωνσταντίνου Ψάχου, παρασημαντικ τς Βυζαντινς μου­σι­κς, Ἀθήνα 1917 καὶ 1978 (ἐπιμέλεια εἰσαγωγὴ καὶ βιογραφία τοῦ Ψάχου ἀπὸ τὸν Γ. Χα­τζηθεοδώρου), κ.ἄ. Γιὰ τὴ νεότερη, περὶ τῆς τῆς Νέας μεθόδου καὶ τοὺς πρωτα­γωνιστές της βιβλιογραφία, βλ. συγκέντρωση τῆς σπουδαιότερης στὰ δύο ἄρθρα τοῦ Γρ. Στάθη «Βυ­ζαντινὴ Μουσικὴ» καὶ «Μεταβυζαντινὴ Μουσική», στοὺς τόμους τοῦ ἐκδοτικοῦ ὀργανισμοῦ ΠΑΠΥΡΟΣ ΕΛΛΑΣ Α΄, σσ. 557-559, καὶ ΕΛΛΑΣ Β΄, σσ. 55-56 ἀντίστοιχα.

13 Αὐτὲς «περιέχουν κωδικοποιημένη ὅλη σχεδὸν τὴν παλαιὰ καὶ νέα μουσικὴ δημι­ουρ­γία ποὺ ἡ παράδοση καὶ ἡ χρήση εἶχαν διατηρήσει ὣς τὴν ἐποχή του». Βλ. Μανόλη Κ. Χατζηγιακουμῆ, Μουσικ χειρόγραφα Τουρκοκρατίας, Ἀθήνα 1975, σ. 389.

14 Βλ. Ἀγγέλου Βουδούρη, Μουσικολογικ πομνημονεύματα καὶ Μουσικοκριτικά, τό­μοι 17, 18, ἔκδ. Εὐρωπαϊκοῦ Κέντρου Τέχνης, Ἀθήνα 1998.

15 Ὁ Ἄγγελος Βουδούρης χρημάτισε Α΄ δομέστικος στὸν πατριαρχικὸ ναὸ ἐπὶ Ἰα­κώ­βου πρωτοψάλτου τοῦ Ναυπλιώτη, καὶ οἱ ἀπόψεις του, πέραν τῆς ἀδυναμίας τους ἀπὸ μου­σι­κο­λογικῆς ἀπόψεως, εἶναι ἐντελῶς μεροληπτικὲς ὑπὲρ τῶν πατριαρχικῶν ψαλτῶν καὶ τῆς παράδοσής τους –τοὺς θεωρεῖ ἐξ ὀφφικίου αὐθεντίες καὶ μοναδικὴ πηγὴ γνώ­σε­ων καὶ πλη­ροφοριῶν–, μὲ ἀποτέλεσμα πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς νὰ μὴν ἀποτελοῦν ἀντικειμενικὴ καὶ σο­βα­ρὴ πηγὴ πληροφοριῶν.

16 Βλ. Θεοδώρου Ἀριστοκλέους, Κωνσταντίου το Α΄, ὅ.π., σσ. 62-63.

17 Ὁ Διονύσιος Ν. Μ. Ἀνατολικιώτης τοποθετεῖ τὴ γέννησή του, ἐξ εἰκασίας μᾶλλον ποὺ ἴσως νὰ μὴν ἀπέχει ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1755-1765. Βλ. ὅ.π., σ. 14.

18 Βλ. Παναγιώτη Πελοπίδη, «Πρόλογος», ὅ.π., σ. ε΄. Περιέργως δὲν ἀναφέρεται τὸ Χαρτοφύλαξ, ἐνῷ ὁ χρόνος συγγραφῆς τοῦ προλόγου τοῦ Πελοπίδη εἶναι τὸ 1832! Πρβλ. καὶ Γρ. Στάθη, Ο ναγραμματισμο κα τ μαθήματα τς Βυζαντινς μουσικς μελο­ποιίας, Ἀθῆνα 1979, σ. 57, ὑποσ. 3.

19 Βλ. Θεοδ. Ἀριστοκλέους ὅ.π., σ. 62. Τὴν πληροφορία ἐπαναλαμβάνει καὶ ὁ Γεώρ­γι­ος Παπαδόπουλος στὸ Συμβολαί, ὅ.π., σ. 331, καὶ στορικ πισκόπησις ὅ.π., σ. 132.

20 Χρυσάνθου, Θεωρητικν Μέγα, ὅ.π., σ. XLII.

21 Βλ. Λόγιος ρμς 1819 καὶ στὸν «Πρόλογο» τοῦ ναστασιματαρίου, ἔκδ. 1820 (πρβλ. καὶ Ἐμμανουὴλ Στ. Γιαννόπουλου, Εσαγωγή, ὅ.π., ὅπου καὶ ἀναγράφεται στὸν τί­τλο· Φιλίππου Οἰκονόμου, Βυζαντιν κκλησιαστικὴ μουσικ κα ψαλμδία, τόμος Α΄, Αἴγιο 1992, σ.74 καὶ ἀλλοῦ).

22 Γεωργίου Παπαδοπούλου, Λεξικν τς Βυζαντινς μουσικς, Ἀθῆναι 1995, σ. 238.

23 Μανουὴλ Γεδεών, Μνεία τν πρ μο, Ἀθῆναι 1934 σ. 56. Ἐπίσης στὴ σ. 7 τοῦ ἰδίου βιβλίου βλ. περὶ τοῦ τίτλου-ἀξιώματος τοῦ Χαρτοφύλακα. ῾Ο Παναγιώτης Πελοπίδης ἀναφέρει τὸ 1819 ὡς ἑξῆς: «Οἱ τρεῖς οὗτοι διδάσκαλοι, ὅταν ἀνεφάνησαν ἐφευρεταὶ ταύ­της τῆς νέας Μεθόδου κατὰ τοὺς 1814, δὲν εἶχον τοιαῦτα ἀξιώματα, ἀλλ’ ὁ μὲν κύριος Χρύσανθος ἦτον Ἀρχιμαδρίτης, ὁ δὲ Γρηγόριος Λαμπαδάριος, κατὰ δὲ τοὺς 1819 ὁ μὲν Χρύ­σανθος ἠξιώθη τοῦ Ἀρχιερατικοῦ βαθμοῦ· ὁ δὲ Γρηγόριος διεδέχθη τὸν μακαρίτην Μα­νωλάκην τὸν Πρωτοψάλτην, καὶ ἔγινε Πρωτοψάλτης κατὰ τὴν τάξιν τῆς Μεγάλης Ἐκκλη­σίας· εἰς δὲ τὸν κύριον Χουρμούζιον ἐδόθη τὸ ἀξίωμα τοῦ Χαρτοφύλακος». Βλ. «Πρό­λογος», ὁ.π., σ. Ϛ΄ στὴν ὑποσημείωση.

24 Θεοδώρου Ἀριστοκλέους, Κωνσταντίου Α΄, ὅ.π.

25 Γεωργίου Παπαδοπούλου, Συμβολαί, ὅ.π. σ. 331.

26 Βλ. Ἐμμανουὴλ Γιαννόπουλου, Εσαγωγή, ὅ.π., σ. 15.

27 Ὁ Ἄγγελος Βουδούρης ἀναφέρει τὸ νησὶ Ἀντιγόνη μὲ τὰ ἑξῆς: «ἐγγίζοντος τοῦ τέλους αὐτοῦ ὁ διδάσκαλος Χουρμούζιος μετέβη εἰς τὴν νῆσον Ἀντιγόνην, ὅπου διέμενον οἱ οἰκεῖοι αὐτοῦ· ἐκεῖ ἀπέθανε τῷ 1840 πενέστατος· ἐκηδεύθη ἐν τῷ ἱερῷ ναῶ τῆς νήσου, ὅπου καὶ ἐτάφη». Βλ. Μουσιλογικά, ὅ.π. σ. 331 §18, καὶ στὴν ὑποσημείωση 3 τῆς ἴδιας σελίδας· «Περὶ τοῦ τάφου τοῦ διδασκάλου Χουρμουζίου ἔχω πληροφορηθῆ τοῦτο· ὅτι ὀ τάφος αὐτοῦ ὑπῆρχε ἐν τῇ νήσῳ Ἀντιγόνῃ κείμενος ἐπὶ τοῦ λόφου τῆς ἐκεῖ ἄλλοτε μικρᾶς μονῆς τοῦ Θεοκορυφώτου. Πρὸ τριακονταετίας [γράφει τὸ 1943] ὁ περὶ τὸν τάφον ἐκεῖνον χῶρος περιωρίσθη καταλλήλως ὑπὸ τῆς ἐγγονῆς τοῦ διδασκάλου ὀνομαζομένης Φωτεινῆς Χουρμουζιάδου, συζύγου γενομένης τοῦ μακαρίτου Ἀνδρέου Σπαθάρη, καθηγητοῦ τῆς Μεγάλης τοῦ γένους Σχολῆς» (Πρβ. Δ. ᾿Ανατολικιώτη, ὅ.π. σ. 43).

28 Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴ συμετοχή του στὴν ὁμάδα τῶν «ἐφευρετῶν» τῆς Νέας Μεθόδου, ἴσως λόγῳ χαρακτήρα, δὲν ἦταν ἦταν εὐρύτερα γνωστός, ἀλλὰ φαί­νεται ὅτι οἱ ἄλλοι δύο Διδάσκαλοι γνώριζαν πολὺ καλὰ τὶς δυνατότητες, τὶς γνώσεις καὶ τὶς ἀπόψεις του καὶ τὸν συμπεριέλαβαν στὴν ὁμάδα τους, ἐνῷ παρέλειψαν νὰ καλέσουν ἄλλους πολὺ πιὸ γνωστούς.

29 «...διότι κατ’ αὐτὸ τὸ ἔτος [1820] ὁ μὲν κύριος Χρύσανθος μετέβη εἰς τὴν ἐπαρχίαν του τὸ Διρράχιον νὰ ποιμάνῃ τὸ ὁποῖον τῷ ἐνεπιστεύθη ποίμνιον» (Βλ. Χρυσάνθου, Θεωρητικν Μέγα, ὅ.π., σ. Ϛ΄ καὶ η΄). Τὴν πληροφορία ἐπαναλαμβάνει καὶ ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος (βλ. Συμβολαί, ὅ.π., σ. 373· στορικ πισκόπησις, ὅ.π., σ. 232, καὶ Λεξικόν, ὅ.π., σ. 246). Ἐνῷ ὁ Μανόλης Χατζηγιακουμῆς δέχεται τὸ 1821, χωρὶς ὅμως νὰ προσδιορίζει πηγή (βλ. Χειρόγραφα, ὅ.π., σ. 100, ὑποσ. 327).

30 Ὡς ἔτος θανάτου τοῦ Γρηγορίου μᾶς ἔχουν παραδοθεῖ τρεῖς ἡμερομηνίες· τὸ 1820 (Παναγιώτης Πελοπίδης, «Πρόλογος», ὅ.π., σ. η΄), τὸ 1821 (ἔτος ἀνάληψης τῆς πρωτο­ψαλ­τίας ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο τὸν Βυζάντιο), βλ. Θεοδ. Ἀριστοκλέους, ὅ.π., σ. 65· πάντως ὁ ἴδιος δίνει καὶ τὸ 1822 ὡς ἔτος θανάτου τοῦ Γρηγορίου (βλ. ἔ.ἀ., σ. 62!)· τὸ 1822 δέχονται ἐπί­σης ὁ Γ. Παπαδόπουλος (Συμβολαί, ὅ.π., σ. 373), ὁ Κωνσταντῖνος Ψάχος (βλ. παρα­σημαντικ τς Βυζαντινς μουσικς, ἔκδ. β΄, ἐπιμέλεια, εἰσαγωγὴ καὶ βιογραφία τοῦ Κ.Ψάχου ἀπὸ τὸν Γ. Χατζηθεοδώρου, Ἀθήνα 1978, σ. 87, κ.ἄ).

31 Ἡ κωδικογραφική του δραστηριότητα ἀρχίζει πολὺ πρὶν ἀπὸ τὴν Νέα Μέθοδο –σῴ­ζε­ται αὐτόγραφη χρονολογημένη Ἀνθολογία τῆς Νέας Παπαδικῆς τοῦ ἔτους 1792 (βλ. Μανόλη Χατζηγιακουμῆ, ὅ.π., σ. 389– καὶ καλύπτει σχεδὸν μία πεντηκονταετία, ἀπὸ τὴν ὁποία τὰ τελευταῖα 25 χρόνια ἀφοροῦν τὶς ἐξηγήσεις του στὴ Νέα Μέθοδο.

32 Οἱ τόμοι αὐτοὶ «ἠγοράσθησαν τῷ 1838 παρὰ Ἀθανασίου τοῦ Πατριάρχου ᾿Ιερο­σο­λύμων, ἔτυχον δὲ φιλοκάλου μερίμνης παρὰ τοῦ Πατριάρχου τῆς Σιὼν Κυ­ρίλλου τοῦ Β΄, ὅστις εἰς ὀλιγωτέρους [34] τόμους συμπήξας, διέταξε νὰ δεθῶσι πολυτελῶς καὶ νὰ τε­θῶ­σιν εἰς τὴν ἐν Φαναρίῳ βιβλιοθήκην τοῦ Παναγίου Τάφου» (βλ. Γεωργίου Παπαδοπούλου, Συμβολαί, ὅ.π., σ. 331), καὶ σήμερα φυλάσσονται στὴν Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη Ἑλλάδας μὲ τὰ στοιχεῖα: Κώδικες ΜΤΠ.

33 Βλ. Γρ. Στάθη, Τ πρωτόγραφα, ὅ.π., σ. 701.

34 ῾Ο Γρηγόριος ἔγραψε 21 μὲ ἐξηγήσεις ὁ Χρύσανθος 2.

35 Μ. Χατζηγιακουμῆ, Μνημεα κκλησιαστικς μουσικς, σῶμα δεύτερο καλο­φω­νι­κο ερμοί, τόμος πρῶτος, Ἀθήνα 2007, σ. 160.

36 Βλ. Μ. Χατζηγιακουμῆ, Χειρόγραφα, σ. 102, ὑποσ. 357.

37 Βλ. Σωτ. Ν. Κλαδᾶ, Τ σημειώματα τν χειρογράφων της ερς Μονς Βατο­πε­δίου, Ἅγιον Ὅρος 2000, σελ. 282, ὅπου ἀναφέρει «Ἐγράφη καὶ ἐπιδιωρθώθη κατὰ τὴν γραμμὴν παρ᾿ ἐμοῦ Χουρμουζίου χαρτοφύλακος, ἑνὸς τῶν ἐφευρετῶν τῆς νέας μεθόδου».

38 ᾿Α. Παπαδόπουλος Κεραμεύς, ᾿Ιεροσολυμιτικ Βιβλιοθήκη, τόμ. Α΄, Πετρούπολη 1915, σ. 424 καὶ 431-32. Πρβ. καὶ Μ. Χατζηγιακουμῆ, Χειρόγραφα ἐκκλησιαστικῆς μου­σι­κῆς, ὅ.π., σ. 103, ὑποσ. 367· Γρ. Στάθη, «Τὰ πρωτόγραφα» στὸ Τιμὴ εἰς τὸν Διδά­σκα­λον, ὅ.π., σ. 706, ὅπου ἀναφορὰ σὲ χφ. τῆς Μονῆς Ἰβήρων, μὲ ἀρ. 447, γιὰ τὸ παραπάνω Δο­ξα­στάριο «κατ’ἐξήγηση Χουρμουζίου».

39 Πρόκειται γιὰ τὰ ἐκδοθέντα: Νέον ναστασιματάριον τοῦ 1820 ἀπὸ τὸν Ἐφέσιο στὸ Βουκουρέστι, καὶ Ερμολόγιον τν καταβασιν τοῦ 1825 ἀπὸ τὸν Χουρμούζιο στὴν Κωνσταντινούπολη (Βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ὅ.π., σ. 57 καὶ 64, ἀρ. 1 καὶ 6).

40 Πρόκειται γιὰ τὸ ἐκδοθὲν τὸ 1820 Σύντομον Δοξαστάριον, ἀπὸ τὸν Πέτρο Ἐφέσιο στὸ Βουκουρέστι (βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ἔ.ἀ., σ. 58, ἀρ.2).

41Πρόκειται γιὰ τὴν ἐκδοθεῖσα τὸ 1831 Συλλογή διομέλων κα πολυτικίων, ἀπὸ τοὺς Π. Χαρίση καὶ Θ. Π. Παράσχου Φωκαέα (βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλι­ο­γρα­φία, ἔ.ἀ., σ. 66, ἀρ. 8).

42 Πρόκειται γιὰ τὸ ἐκδοθὲν τὸ 1832 Νέον ναστασιματάριον, ἀπὸ τὸν Θεόδωρο Φω­κέα (βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ἔ.ἀ. σ. 66-67, ἀρ. 9).

43 Τὰ ἰδιόγραφα αὐτὰ τὰ κατέγραψα τὸ 1976 ἀπὸ τὴν Βιβλιοθήκη τοῦ Κ. Ψάχου (τμῆμα Β΄, ἀρχεῖο Γρηγορίου), ποὺ τώρα ἔχει ἀποκτηθεῖ καὶ ἀνήκει στὸ Τμῆμα Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Πανεπιστήμιου Ἀθηνῶν. Τὸ πρῶτο ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο χφ. 913+350 σελίδων, καὶ τὸ δεύτερο ἐπίσης ἀπὸ δύο χφ. τῶν 482 σελίδων (περισσότερα βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, «Μουσικὴ βιβλιοθήκη χειρογράφων Ψάχου», ὅ.π., στὴν ὑποσ. 5). Πιὸ γενικὰ γιὰ τὴ βιβλοθήκη αὐτὴ βλ. Γρ. Στάθη «Ἀγορὰ τῆς μουσικῆς βιβλιοθήκης Κ. Α. Ψάχου» στὸν τόμο Τιμ πρός..., ὅ.π. σσ. 772-778.

44 Βλ. Μ. Χατζηγιακουμῆ, Χειρόγραφα κκλησιαστικς μουσικς, ὅ.π., σ. 103, σημ. 370 (πρβ. Γρ. Στάθη, Τὰ χειρόγραφα, τόμ. Β΄, ὅ.π. σ. 39).

45 Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς Διδασκάλους ὑπῆρξαν καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἐξηγητὲς καὶ κυρίως οἱ μαθητὲς αὐτῶν Πέτρος ὁ Ἐφέσιος καὶ Πέτρος ὁ ῾Αγιοταφίτης, οἱ ῾Αγιορεῖτες ἱερομό­να­χοι Ἰωάσαφ ὁ Διονυσιάτης, Ματθαῖος ὁ Βατοπεδινός, Νικόλαος ὁ Δοχειαρίτης, Θεφάνης ὁ Παντοκρατορινός, ποὺ ἐξήγησαν μέλη τὰ ὁποῖα δὲν εἶχαν ἐξηγήσει οἱ Διδά­σκα­λοι (βλ. Γρ. Στάθη, Ο ναγραμματισμο κα τ μαθήματα τς βυζαντινς μελοποιίας, Ἀθήνα 1979, σ. 58, ὑποσ. 30).

46 Βλ. Ἔμ. Γιαννοπούλου, ὅ.π., σ. 15.

47 «...διότι ὁ Γρηγόριος ἔχων ἐπίγνωσιν τοῦ βάρους τῆς πατριαρχικῆς του ταυτότητος παρουσιάζεται λίαν ἐγκρατὴς λιτός τε καὶ δωρικὸς εἰς τὰς ἐξηγήσεις του, τηρῶν τὸ Πατριαρχικὸν ὕφος, ἔναντι τοῦ Χουρμουζίου, ὅστις ἑρμηνεύει μετὰ μείζονος ἐλευθερίας καὶ λυρικότητος» (βλ. Χαραλάμπους Καρακατσάνη «Πρόλογος» στὴ σειρὰ Βυζαντιν Ποταμης – παντα Πέτρου το Μπερεκέτου, τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1996).

48 Βλ. χφ Μηνολόγιον βιβλιοθήκης Κ. Ψάχου ὅ.π.

49 Βλ. σχετ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ὅ.π, στὶς σσ. 58, 64, 93, ἀρ. 1, 6, 45 ἀντίστοιχα.

50 ῾Ο Μ. Χατζηγιακουμῆς (Χειρόγραφα, ὅ.π., σ. 104, ὑποσ. 376) δίνει πρώτη ἔκδοσή τους στὸ Νέον Ταμεον μουσικς νθολογίας, τόμ. Α΄, Σμύρνη 1862, σσ.35-43, ἀλλὰ ἐκεῖ πρόκειται γιὰ τὰ γνωστὰ Ἀνοιξαντάρια τὰ ἀποδιδόμενα στὸν Φωκαέα.

51 Βλ. Μουσικολογικ β΄, ὅ.π.

52 Λανθασμένα ἀναφέρεται ἀπὸ μερικοὺς ὅτι τὸ ἴδιο ἔτος ἐξέδωσε καὶ τὸ ναστα­σι­μα­τάριον τοῦ Πέτρου ὡς Β΄ ἔκδοση. Τὸ σωστὸ εἶναι τὸ ἔτος 1832· βλ. Γεωργίου Χατζη­θε­ο­δώρου, Βιβλιογραφία, ὅ.π. σσ. 66-67, ἀρ. 9.

53 Περὶ αὐτοῦ τοῦ Ἀναστασιματρίου βλ. περισσότερα, Γεωργίου Χατζηθεοδώρου «Εἰ­σαγωγή», στὸ Βιβλιογραφία, ὅ.π., σ. 36, καὶ σ. 67, στὸν ἀρ. 9.

54 «῞Οχι μόνον εἰς μαθητὰς φοιτήσαντας εἰς τὴν μουσικὴν σχολὴν τοῦ γένους ἐδίδαξε τὴν μουσικὴν κατὰ τὴν νέαν γραφήν, ἀλλὰ καὶ εἰς ἄλλους ἀκροασαμένους αὐτὸν κατ’ οἶ­κον. Ἐκ τῶν τελευταίων τούτων μαθητῶν αὐτοῦ ὑπῆρξαν ὁ Σωτήριος Βλαχόπουλος ἐκ Ταταούλων, Στέφανος ὁ Βυζάντιος κατόπιν χρηματίσας λαμπαδάριος τῆς μεγάλης ἐκκλη­σίας, Θεόδωρος Ἀριστοκλῆς ὁ συγγραφεὺς τῆς βιογραφίας Κωνσταντίνου τοῦ ἀπὸ Σι­ναίου, Θεοτόκης Βατοπεδηνός, Ἀντώνιος Σιγάλας καὶ Γρηγόριος Κωνσταντᾶς ἐκ Σά­μου». Βλ. Ἀγγέλου Βουδούρη «Μουσικολογικὰ β΄», τόμος 17, σ. 330, §17. Πρβ. Διονυσίου Ν. Μ. Ἀνατολικιώτη, ὅ.π., σ. 42. Ἀπὸ καθῆκον ἀναφέρω καὶ τὸν συμπατριώτη μου, τὸν Καλύμνιο Ἰωάννη Γερασίμου, ὁ ὁποῖος ἐμαθήτευσε στὸν Χουρμούζιο. Ὁ Γερασίμου μετὰ τὸ πέρας τῆς μαθητείας του ἐπανῆλθε στὴν Κάλυμνο, ἔψαλε ὡς πρωτοψάλτης τοῦ καθεδρικοῦ ἱ. να­οῦ Παναγίας τῆς Κεχαριτωμένης καὶ ἐδίδαξε τὴ βυζαντινὴ μουσικὴ κατὰ τὸ νέο σύστημα στοὺς Καλυμνίους, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τότε διατηροῦν ἰσχυρὴ ψαλτικὴ παράδοση, μὲ πολλὰ στοι­χεῖα τοῦ παλαιοῦ ψαλτικοῦ πατριαρχικοῦ ὕφους (Ἰάκωβος Ναυπλιώτης). Βλ. σχετικὴ ἀναφορά μου μὲ τίτλο «Ἡ μουσικὴ παράδοση τῆς Καλύμνου» στὸν τόμο Κάλυμνος Ἑλ­ληνορθόδοξος προσδιορισμὸς τοῦ Αἰγαίου, ἔκδ. ῾Ι. Μ. Λέρου-Καλύμνου-Ἀστυ­πα­λαί­ας, Ἀθήνα 1994, σσ. 109-117.

55 Θεοδώρου παπᾶ Παράσχου Φωκαέως, Κρηπς το θεωρητικο κα πρακτικο τς κκλησιαστικς μουσική, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1842 (βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ὅ.π., σσ. 219-220, ἀρ. 231).

56 Ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος κάνει σαφῆ ἀναφορὰ γιὰ τὴν ὕπαρξη αὐτῆς τῆς ἐρ­γα­σί­ας στὸ Συμβολαί, ὅ.π., σ. 331. (Πρβ. καὶ ᾿Εμ. Γιαννόπουλου, Εἰσαγωγή, ὅ.π., σ. 26).

57 Χαρακτηριστικὸ τῆς λαϊκῆς ἔκφρασης καὶ ἀπήχησής του εἶναι ἡ ἐπιβολὴ καὶ διά­δο­σή του –μέχρι σήμερα αὐτὸ ψάλλεται μὲ τὶς «διορθώσεις» τοῦ πρωτοψάλτη Ἰωάννη κ.ἄ.–σὲ βάρος τοῦ ναστασιματαρίου ἐξήγησης Γρηγορίου, ποὺ ἔχει περιέλθει οὐσιαστικὰ σὲ ἀχρησία.

58 Θ. Π. Π. Φωκαέα, Κρηπίς, ὅ.π.

59 Βλ. ᾿Εμ. Γιαννόπουλου, Εσαγωγή, ὅ.π., σσ. 23-29, καὶ Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ὅ.π., σ. 219, ἀρ. 231.

60 Χρυσάνθου τοῦ ἐκ Μαδύτων, Εσαγωγ ες τ θεωρητικν κα πρακτικν τς κ­κλη­σιαστικς μουσικς, ἐν Παρισίοις 1821 (βλ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, Βιβλιογραφία, ὅ.π., σ. 215-216, ἀρ. 227).

61 61 Βλ. Ἐμμανουὴλ Γιαννόπουλου, Εσαγωγή, ὅ.π., σσ.22 κ.ἑ.