8. ᾿Εκκλησιαστικὴ μουσική — ἱστορία, θεωρία, μελοποιήσεις Ἱστορία, θεωρία καὶ πρᾶξις ῾Ο Φώτιος Κόντογλου ὡς ψάλτης

PostHeaderIcon ῾Ο Φώτιος Κόντογλου ὡς ψάλτης

 

Ὁ Φώτιος ᾿Αποστολέλης-Κόντογλου εἶναι γνωστὸς ὡς συγγραφεὺς (ἄρθρων καὶ βιβλίων λογοτεχνικῶν, ἱστορικῶν, ἐκκλησιαστικῆς θεματολογίας, σὲ γλῶσσα δημοτικὴ καὶ καθαρεύουσα) καὶ ζωγράφος (εἰκόνων, ναῶν καὶ κοσμικῶν πινάκων), δὲν εἶναι ὅμως γνωστὸς στὸ εὐρὺ κοινὸ ὡς ψάλτης, διότι τὶς ἠχογραφήσεις ποὺ ὑπῆρχαν μὲ τὸν Κόντογλου νὰ ψέλνῃ δὲν τὶς ἀρχειοθέτησε κανείς (ἴσως κάποιοι καὶ νὰ τὶς πέταξαν, «γιὰ νὰ ἀδειάσουν τὸν χῶρο»!), παρ᾿ ὅλον ὅτι ὁ μακαριστὸς πρωτοψάλτης τῆς μητροπόλεως ᾿Αθηνῶν Σπυρίδων Περιστέρης ἐπιθυμοῦσε διακαῶς νὰ τὶς ἀκούσῃ. ἀλλὰ ἂς πάρουμε τὰ πράγματα μὲ τὴν σειρά.

῾Ο Φώτιος γεννήθηκε στὶς Κυδωνίες (᾿Αιβαλὶ) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὶς 8 Νοεμβρίου 1895. ἦταν τὸ τέταρτο παιδὶ τοῦ Νικολάου Ἀποστολέλη καὶ τῆς Δέσποινας Κόντογλου. τὰ τρία μεγαλείτερα ἀδέρφια του ὠνομάζονταν Ἰωάννης, Ἀναστασία καὶ Ἀντώνιος. ἕναν χρόνο μετὰ τὴν γέννησι τοῦ Φωτίου ὁ πατέρας του πεθαίνει καὶ ἡ οἰκογένεια ὀρφανεύει. τὴν κηδεμονία τους ἀναλαμβάνει ὁ ἀδελφὸς τῆς μητέρας ἱερομόναχος Στέφανος Κόντογλου, ἡγούμενος ἑνὸς μικροῦ οἰκογενειακοῦ μοναστηριοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. ἀπὸ ἀγάπη καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸ πρόσωπον τοῦ θείου του ὁ Φώτιος ἐκράτησε ὡς ἐπώνυμον τὸ ἐπίθετον Κόντογλου ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τῆς μητέρας του. τὸ 1906 τελείωσε τὸ δημοτικὸν σχολεῖον τῆς Κάτω Χώρας καὶ τὸ 1912 τὸ γυμνάσιον τοῦ ᾿Αιβαλίου. τὸ 1913 ἐνεγράφη στὴν Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν τῶν ᾿Αθηνῶν. στὴν καταστροφὴ ὅμως τοῦ ᾿Αιβαλίου (1914) χάνει τὴν μητέρα καὶ τὸν θεῖό του, διακόπτει τὶς σπουδές του καὶ ξενιτεύεται στὴν Εὐρώπη. τὸ 1919 ἐπιστρέφει στὸ ᾿Αιβαλὶ καὶ διδάσκει γαλλικὰ στὸ παρθεναγωγεῖον τῆς πόλεως. μετὰ τὴν μικρασιατικὴ καταστροφὴ (1922) ἐγκατεστάθη μόνιμα στὴν Ἀθήνα καὶ ἀρχίζει τὴν σταδιοδρομία του ὡς λογοτέχνης καὶ καλλιτέχνης. τὸ 1927 νυμφεύεται τὴν συμπατριώτισσά του Μαρία Χατζηκαμπούρη. στὴν δεκαετία 1950-60 βρίσκεται στὴν κορύφωσι τῆς καριέρας του. στὶς 24 Μαρτίου 1965 ἡ ἀκαδημία Ἀθηνῶν τοῦ ἀπένειμε τὸ «ἀριστεῖον γραμμάτων καὶ τεχνῶν». ἐπέθανε σὲ ἡλικία 70 ἐτῶν στὶς 13 Ἰουλίου 1965 στὸ νοσοκομεῖο «Εὐαγγελισμός», ὅπου νοσηλευόταν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς Ἰουνίου λόγῳ σοβαροῦ τροχαίου δυστυχήματος.

῾Ο Φώτιος Κόντογλου ἦταν γνώστης τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καὶ ἔχει γράψει μάλιστα καὶ σχετικὰ ἄρθρα. ἦταν σφοδρὸς πολέμιος τῆς τετραφωνίας καὶ κάθε ἀλλοιώσεως τοῦ γνησίου ψαλτικοῦ ὕφους ἀπὸ εὐρωπαϊκὴ ἢ ἄλλη ἐπίδρασι. τὸ ψάλσιμό του ἦταν ἁπλό, κατανυκτικό, καρδιακό, ἐκκλησιαστικό, θεολογικό. τόνιζε ἰδιαιτέρως στὰ ἄρθρα του τὴν θεολογικὴ διάστασι τῆς ψαλτικῆς, στοιχεῖο ποὺ τὸ θεωροῦσε βασικώτατο γιὰ τὴν σωστὴ ἀπόδοσι τῶν ὕμνων. οἱ ἀντιλήψεις του γιὰ τὴν ἁπλότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς συμβάδιζαν μὲ ὅσα πίστευε καὶ δίδασκε γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωγραφική· ἀμφότερες τὶς ὠνόμαζε ἱερὲς τέχνες.

Δὲν ἔψελνε ὡς ἐπαγγελματίας ψάλτης σὲ κάποιον ναό, ἀλλὰ ἡ χαρά του ἦταν νὰ πηγαίνῃ στὰ ἀμέτρητα ἐξωκλήσια καὶ παρεκκλήσια τῶν ᾿Αθηνῶν (καὶ γι᾿ αὐτὰ ἔχει γράψει ἐνδιαφέροντα ἄρθρα) καὶ σὰν ἄλλος ᾿Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης νὰ ψέλνῃ μὲ τὸν παραδοσιακὸ τρόπο ποὺ εἶχε μάθει στὰ μέρη τῆς ᾿Ανατολῆς, δίπλα στὸν ἡγούμενο θεῖο του Στέφανο. στὸ ᾿Αιβαλὶ ἔμαθε τὴν μουσικὴ καὶ τὸ τυπικὸ τῆς ὀρθοδόξου λατρείας μέχρι τὰ 18 του χρόνια. ὕστερα ἦρθε στὴν ᾿Αθήνα, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔμαθε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα τὸ ἔμαθε στὴν ᾿Αθήνα ἀπὸ παραδοσιακοὺς ὅμως ψάλτες, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους εἶχαν ἔρθει ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι καὶ τὴν Μικρὰ ᾿Ασία εἴτε μὲ τὴν μικρασιατικὴ καταστροφὴ εἴτε νωρίτερα. διότι ἡ ᾿Αθήνα δὲν εἶχε ποτὲ ἀποκοπῆ ἀπὸ τὴν παράδοσι τῆς μουσικῆς μας, ὅπως νομίζουν πολλοὶ σήμερα, ἀλλὰ σὰν μία χοάνη μέσα στὴν ἀπεραντοσύνη της φιλοξενοῦσε ὅλων τῶν εἰδῶν τὶς μουσικὲς σχολὲς καὶ ἀπόψεις, καὶ ἔτσι πάντοτε ὑπῆρχαν καὶ στὴν ἑλληνικὴ πρωτεύουσα αὐτοὶ ποὺ ταπεινὰ θεράπευαν τὸ πατριαρχικὸ μουσικὸ ὕφος ἢ τὸ τῆς ᾿Ανατολῆς, ὅπως ὑπῆρχαν καὶ ἄλλοι ποὺ ἀνῆκαν σὲ διαφορετικὲς «σχολές».

῾Ο Φώτιος Κόντογλου τὴν περίοδο περίπου 1950-1964 ἔψελνε μαζὶ μὲ τὸν Παντελῆ-Πασχάλη Πάσχο, τὸν σημερινὸ καθηγητὴ τοῦ πανεπιστημίου ᾿Αθηνῶν, σὲ κάθε εὐκαιρία ποὺ δινόταν, ἰδίως ὅταν εἶχαν κάποιον εὐλαβῆ καὶ παραδοσιακὸ ἱερέα. πολὺ συχνὰ λειτουργοῦσαν μὲ τὸν μακαριστὸ ἡγούμενο τῆς Λογγοβάρδας, τὸν ἀρχιμανδρίτη Φιλόθεο Ζερβάκο. τότε κάθε τέτοια ἀκολουθία ἦταν καὶ ἕνα πάσχα· ὁ κὺρ Φώτης ἔψελνε δεξιὰ καὶ ὁ Πάσχος ἀριστερά. καὶ δὲν βρέθηκε τότε κανεὶς νὰ σκεφτῇ νὰ κάμῃ μία ἠχογράφησι! ἔγιναν ὅμως ἠχογραφήσεις μὲ τὸν Κόντογλου νὰ ψέλνῃ στὸ κρατικὸ ῥαδιόφωνο. σὲ κάποιες ἀπὸ τὶς ἐκπομπὲς τοῦ Κωστῆ Μεραναίου (δημοσιογράφου, μεταφραστοῦ καὶ φιλοσόφου μὲ σπουδὲς νομικῆς) στὸ Ε.Ι.Ρ. (᾿Εθνικὸ Ἵδρυμα ῾Ραδιοφωνίας) ἦσαν προσκεκλημένοι ὁ Φώτης Κόντογλου καὶ ὁ Π. Β. Πάσχος, οἱ ὁποῖοι μιλοῦσαν γιὰ τὴν ῥωμιοσύνη, γιὰ τὴν ἐκκλησία, γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ἀλλὰ καὶ ἔψελναν κατάλληλους ὕμνους. κάποιες ἀπὸ τὶς ἠχογραφήσεις εἶχαν γίνει στὸ στούντιο, ἀλλὰ πολλὲς ἔγιναν στὸ σπίτι τοῦ Κόντογλου μὲ τὸ συνεργεῖο ἐξωτερικῶν ἠχογραφήσεων τοῦ ἱδρύματος ῥαδιοφωνίας. δυστυχῶς αὐτὲς οἱ ἐγγραφὲς δὲν ἀνευρίσκονται σήμερα!

῞Οταν δὲν ἔψελνε κάπου, ὁ Κόντογλου ἐκκλησιαζόταν σὲ ναοὺς ποὺ εἶχαν ψάλτες μὲ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ ὕφος, συνήθως κοντὰ στὸ σπίτι του. εἶχε πολλὲς περιπέτειες στὴν ζωή του καὶ πολλὲς μετακομίσεις, ἀλλὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τὸ σπίτι του βρισκόταν τέρμα Πατησίων. ἐκκλησιαζόταν τότε συχνὰ στὸν ναὸ τῆς ἁγίας Βαρβάρας, ὅπου γιὰ ἕνα διάστημα ἔψελναν δύο καλλιφωνότατα ἀδέρφια, οἱ γνωστοὶ πρωτοψάλτες Νικόλαος (προτοῦ φύγῃ ὁριστικὰ γιὰ τὴν ᾿Αμερικὴ) καὶ Γεώργιος Κακουλίδης. καὶ πολλὲς φορὲς ἀνέβαινε καὶ ὁ κὺρ Φώτης πάνω στὸ ἀναλόγιο καὶ ἔψελνε μαζί τους.

῾Ο μακαρίτης Σπυρίδων Περιστέρης ἐκτιμοῦσε πολὺ τὸν Κόντογλου καὶ ὡς ψάλτη καὶ ὡμολογοῦσε ὅτι ἤθελε νὰ τὸν ἀκούσῃ πῶς ἔψελνε, διότι θεωροῦσε ὅτι ὁ Κόντογλου ἐξέφραζε ὅλο ἐκεῖνο τὸ αὐστηρὸ ἀλλὰ μυσταγωγικὸ ὕφος τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ποὺ εἶναι συνυφασμένο μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἀνατολικὴ παράδοσι. θεωροῦσε τὸν Κόντογλου γνήσιο ἐκφραστὴ τῆς ᾿Ανατολῆς καὶ στὸ ψάλσιμό του ἀκόμη. αὐτὸ παρ᾿ ὅτι τὸ μουσικὸ ὕφος τῶν δύο ἀνδρῶν ἦταν διαφορετικό· ὁ Σ. Περιστέρης εἶχε τὸ λεγόμενο ᾠδειακὸ ὕφος μὲ ἐπιδράσεις ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ μουσικὴ καὶ τὰ εὐρωπαϊκὰ διαστήματα. ἀλλὰ τέτοιες ἐπιδράσεις εἶχαν καὶ ἄλλοι σπουδαῖοι ψάλτες ὄχι τοῦ ᾠδειακοῦ ὕφους ἀλλὰ τῆς κωνσταντινουπολιτι­κῆς παραδόσεως, ὅπως ὁ ἀείμνηστος Γεώργιος Σύρκας, οἱ ἐν ζωῇ Μηνᾶς Μηναΐδης, ᾿Αθανάσιος Πέττας καὶ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν συστήσει καὶ εὐρωπαϊκὲς τετράφωνες χορῳδίες. ὁ Γ. Σύρκας μάλιστα ὡμολογοῦσε ὅτι τοῦ ἄρεσαν τὰ εὐρωπαϊκὰ καὶ ἐνίοτε τὴν μισὴ ἀκολουθία τὴν ἔψελνε βυζαντινὰ καὶ τὴν ἄλλη μισὴ εὐρωπαϊκά! ὁ Φώτιος Κόντογλου ὅμως στὸ θέμα αὐτὸ ἦταν αὐστηρὸς καὶ ἀπόλυτος καὶ ἔγραφε· «ἡ ὀρθόδοξος ὑμνῳδία εἶναι “μουσικὸς λόγος”... ὁπότε ἡ βυζαντινὴ μουσικὴ εἶναι τονισμὸς τοῦ λόγου. γιὰ τοῦτο εἶναι καὶ μονοφωνική, καθορίζουσα τὰς λέξεις σαφῶς. ἡ πολυφωνία (τετραφωνία) δὲν τονίζει τὸν λόγο, ἀλλὰ τὸν καταπνίγει». «ἡ βυζαντινὴ μουσικὴ δὲν ἔχει καμμιὰ σχέσι μὲ τὸ σύστημα τῆς δυτικῆς μουσικῆς, εἴτε ἐκκλησιαστικῆς εἴτε κοσμικῆς. ...γιὰ τοῦτο δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ κανένα μπόλιασμα τῆς μιᾶς μὲ τὴν ἄλλη, καὶ πολὺ περισσότερο ἡ δικιά μας νὰ “τελειοποιηθῇ” ἀπὸ τὴν δυτική. αὐτὰ τὰ δύο πράγματα εἶναι ὁλότελα ξένα μεταξύ τους, γιατὶ τὸ ἕνα ἔχει λειτουργικὸν χαρακτῆρα καὶ τὸ ἄλλο κοσμικόν» («᾿Εφημέριος» 1957, σ. 435-436). «καλλίτερα νὰ καταργούσανε ὁλότελα τὴν ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ καὶ νὰ διαβαζόντανε τὰ τροπάρια κι οἱ ὕμνοι παρὰ αὐτὰ τὰ ἑρμαφρόδιτα μπολιάσματα. κρῖμα στὴν ῾Ελλάδα!» (περ. «Κιβωτός», μάιος 1952, σ. 196). γι᾿ αὐτὴν τὴν σταθερότητά του τὸν Φώτιο Κόντογλου τὸν ἐκτιμοῦσαν καὶ τὸν σέβονταν ἀκόμη καὶ ὅσοι εἶχαν ἄλλες μουσικὲς ἀντιλήψεις.

Αὐτὰ τὰ ὀλίγα γιὰ τὸν Φώτιο Κόντογλου ὡς ψάλτη.

 

(Τὶς περισσότερες ἀπὸ τὶς ἀνωτέρω πληροφορίες γιὰ τὴν ψαλτικὴ δραστηριότητα τοῦ Φωτίου Κόντογλου τὶς ὀφείλω στὸν καθηγητὴ πανεπιστημίου Π. Β. Πάσχο, τὸν ὁποῖο εὐχαριστῶ καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν θέσιν. Δ.Α. 23 ἰανουαρίου 2009.)

 

 

23 ἰανουαρίου 2009

copyright Διονύσιος Μπιλάλης ᾿Ανατολικιώτης

 

 

 


 

 

῾Ο Φώτιος Κόντογλου ἦταν ἐπίσης ἕνας ἀπὸ τοὺς πρωτοπόρους ἱδρυτὲς τοῦ «Συλλόγου Φίλων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς - ᾿Αθηνῶν». ἡ ὑπογραφή του «Κόντογλους Φ.» βρίσκεται στὸ πρακτικὸ ἱδρύσεως τοῦ συλλόγου στὶς 15 ὀκτωβρίου 1948. ἐκείνη τὴν ἡμέρα 35 ἄνθρωποι, σχεδὸν ὅλοι μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι καὶ τὴν Μικρὰ ᾿Ασία, ἀποφάσισαν νὰ ἱδρύσουν τὸν σύλλογο. μαζὶ μὲ τὸν Κόντογλου ὑπογράφουν ὁ μητροπολίτης Σάμου Εἰρηναῖος καὶ ἄλλοι τέσσερις μητροπολῖτες, ὁ λογοτέχνης Στρατῆς Μυριβήλης, ὁ μουσικοδιδάσκαλος Νικόλαος Σαλτάρης, ὁ ᾿Ιωάννης Ναυπλιώτης, ὁ ποιητὴς ῞Ομηρος Μπεκὲς καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι τοῦ πνεύματος, τῶν γραμμάτων καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς. (βλέπε Παναγιώτου Σ. ᾿Αντωνέλλη, «῾Η Βυζαντινὴ ᾿Εκκλησιαστικὴ Μουσική», ᾿Αθῆναι 1956.)

 

 

30 ἀπριλίου 2009

copyright Διονύσιος Μπιλάλης ᾿Ανατολικιώτης