ΕΠΙΛΟΓΕΣ
7. Χριστιανικοὶ τομεῖς Θέματα πίστεως (δογματικά, συμβολικὰ κ.λπ.) ΠΕΡΙ ΘΕΩΣΕΩΣ — Θεμελίωσις τῆς περὶ θεώσεως διδασκαλίας

 

῾Η διδασκαλία

τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

περὶ θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου

 

 

 

Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Ν   Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο Ν

 

Θεμελίωσις τῆς περὶ θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου διδασκαλίας

 

 

1. Εἴδαμεν στὸ προηγούμενον κεφάλαιον ὅτι βάσις τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώ­που καὶ τῆς περὶ θεώσεως διδασκαλίας εἶναι ἡ «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» Θεοῦ πλάσις τοῦ ἀνθρώπου. ῞Ομως ποῖον εἶναι τὸ περιεχόμενον τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα», ἢ μὲ ἄλλας λέξεις ποῖα εἷναι τὰ στοιχεῖα κεῖνα τοῦ ἀνθρώπου τὰ ὁποῖα ἀπαρτίζουν τὴν θείαν εἰκόνα εἰς τὸ πρόσωπόν του;

2. Στὴν σχετικὴν διδασκαλίαν τοῦ ἁγίου Γρηγορίου διαπιστώνομεν ὅτι τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» δὲν περιορίζεται ες συγκεκριμένην πτυχὴν οὔτε ἐξαντλεῖται εἰς ὡρισμένα στοιχεῖα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἀλλ᾿ ἐκφράζεται καὶ μαρτυρεῖται μέ­σῳ τῆς ὅλης ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. ᾿Αναζητῶν ὅμως ὁ Γρηγόριος τὸ «κατ᾿ εἰκό­να» εἰς τὸν ἄνθρωπον διαβλέπει κατ᾿ ἀρχὴν αὐτὸ εἰς τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. ῞Οπως ὁ Θεὸς διακρίνεται εἰς οὐσίαν καὶ ἐνέργειαν, ἔτσι διακρίνεται καὶ ὁ ἀνθρώ­πινος νοῦς. ῾Η ἐνέργεια τοῦ νοῦ (συλλογισμοὶ καὶ διανοήματα) δὲν ταυτίζεται οὔ­τε διαφοροποιεῖται τελείως ἀπὸ τὴν νοερὰν φύσιν ἐκ τῆς ὁποίας προέρχεται. ᾿Ακόμη ὁ Θεὸς εἶναι εἷς καὶ ταυτοχρόνως τριαδικός, δηλαδὴ Νοῦς, Λόγος καὶ Πνεῦμα· ἔτσι καὶ ἀπὸ τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου γεννᾶται ὁ λόγος καὶ προβάλλεται τὸ πνεῦμα. ᾿Ασφαλῶς ἡ ἀντιστοιχία αὐτὴ δὲν εἶναι ἀπόλυτος, ἀλλὰ εἶναι μία σημαντικὴ μαρτυρία τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα» εἰς τὸν ἄνθρωπον.

3. ῎Αλλα στοιχεῖα εἰς τὰ ὁποῖα ὁ Γρηγόριος βλέπει τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι·

   ἡ δυνατότης τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ νὰ ζωοποιῇ διὰ τοῦ πνεύματός του τὸ σῶμα, ὅπως ὁ Θεὸς διὰ τοῦ Πνεύματός του συνέχει καὶ ζωοποιεῖ τὸν κόσμον·

   ἡ τριχοτόμησις τῶν ψυχικῶν λειτουργιῶν εἰς «γνωστικόν», «συναισθητι­κὸν» καὶ «βουλητικόν» (νοερόν, λογικὸν καὶ αἰσθητικὸν κατὰ τὸν ἅγιον), ποὺ εἶναι ἑξεικόνισις τῆς τριαδικότητος τοῦ Θεοῦ (Εὐαγγέλου Παπανούτσου, «Ψυχολογία» β΄ λυκείου, ἔκδοσις ι΄, Ο.Ε.Δ.Β., ᾿Αθῆναι 1985· Γεωργίου Μαντζαρίδου, «῾Η περὶ θεώσεως τοῦ ἀνθρώ­που διδασκαλία Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ», Θεσσαλονίκη 1963, σελὶς 25)·

   ἡ κυριαρχικὴ ἐξουσία τοῦ ἀνθρώπου·

   ὁ ἄνθρωπος θεωρούμενος ὡς μικρόκοσμος ἐν τῷ μακροκόσμῳ καὶ ὡς ἀνα­κεφαλαίωσις ὅλης τῆς ὁρατῆς καὶ ἀοράτου δημιουργίας·

   καὶ τέλος ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. (Γεωργίου Μαντζαρίδου, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σελίδες 22-26.)

4. ᾿Ενῷ ὅμως τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» ἀποτελεῖ κοινὸν κτῆμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, τὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν» ὑπάρχει μόνον ὡς δυνατότης. Εἶχε τὴν δυνατότητα ὁ ἄνθρω­πος νὰ ἀναπτύξῃ καὶ καλλιεργήσῃ τὴν δωρεὰν τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα», πάντοτε καθο­δηγούμενος ὑπὸ τῆς θείας χάριτος, καὶ νὰ ὁμοιάσῃ πρὸς τὸν Θεόν. ᾿Αλλὰ μὲ τὴν πτῶσιν τῶν πρωτοπλάστων ἐχάθη αὐτὴ ἡ δυνατότης, καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀπεμακρύν­θη ἀπὸ τὸν Θεόν, πρᾶγμα ποὺ εἶχεν ὡς συνέπειαν τὸν πνευματικὸν καὶ τὸν σωμα­τικὸν θάνατον. ῎Ετσι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ἐξέπεσε, τὸ δὲ «κατ᾿ εἰκόνα» ἠμαυρώθη.

5. Αὐτὴν τὴν κατάπτωσιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἔρχεται νὰ ἄρῃ ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν ἐνανθρώπησίν του. Εἶναι βασικὴ θέσις τῶν πατέ­ρων τῆς ἐκκλησίας καὶ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ὅτι ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἀνακαινίζεται ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀνακτᾷ ἔτσι τὴν δυνατότητα τῆς θεώσεως. Καὶ τὴν μὲν περὶ τοῦ σημείου τούτου διδασκαλίαν τῶν ὑπολοίπων πατέρων ἀρκούντως ἐξετάσαμεν εἰς τὸ προηγούμενον κεφάλαιον, τώρα δὲ θὰ στα­χυολογήσωμεν ὀλίγα καὶ σημαντικὰ στοιχεῖα ἐκ τῆς τοῦ Γρηγορίου διδασκαλίας.

6. Μὲ τὴν ἐνσάρκωσίν του ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μετέδωκεν εἰς τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν τὸ πλήρωμα τῆς χάριτός του καὶ τὴν ἀπήλλαξεν ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. ᾿Αποτέλεσμα τῆς ἐν Χριστῷ ὑποστατικῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύ­σεων, τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρωπίνης, ἦτο ἡ θέωσις τῆς τελευταίας. «῾Ο γὰρ Λόγος σὰρξ ἡ σάρξ τε Λόγος ἐγένετο, εἰ καὶ μὴ τῆς οἰκείας ἐξέστη ἑκάτερον φύσεως». «Οὕτως ἐν τῷ Χριστῷ συνετελέσθη ἡ ἀνακαίνισις τοῦ “κατ᾿ εἰκόνα” καὶ ἡ ἀνύψωσις αὐτοῦ πρὸς τὸ ἀρχέτυπον» (Γεωργίου Μαντζαρίδου, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σελὶς 33). ῞Ομως αὐτὴ «ἡ ἐν Χριστῷ ἀνακαίνισις δὲν εἶναι ἀνακαίνισις ἀνθρωπίνων ὑποστά­σεων, ἀλλὰ τῆς ὑπευθύνου ἀνθρωπίνης φύσεως» (ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σελὶς 34), ἡ ὁποία ὑπῆρχεν ὁλόκληρος εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ὁποία ὑποστατικῶς ἡνωμένη μὲ τὸν Λόγον τοῦ Θεοῦ ἐθεώθη. Διὰ τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Κυρίου τὸ ἀνθρώπινον γένος δὲν ἐπαναφέρεται ἁπλῶς εἰς τὴν πρὸ τῆς πτώσεως κατάστασιν, ἀλλὰ ἀνυψώνεται εἰς τοὺς οὐρανούς. Βεβαίως ἡ ἐν Χριστῷ ἀντικειμενικὴ ἀνακαί­νισις τοῦ ἀνθρώπου καθίσταται προσιτὴ εἰς κάθε ἄνθρωπον μόνον μὲ τὴν προσω­πικὴν καὶ ἐλευθέραν μετοχὴν εἰς τὴν ζωὴν τοῦ Χριστοῦ. «Κατὰ τὴν διδασκαλίαν λοιπὸν τοῦ Παλαμᾶ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Χριστοῦ ἐθεώθη ἕνεκα τῆς ὑποστατι­κῆς αὐτῆς ἑνώσεως μετὰ τοῦ θείου Λόγου. Μόνη δὲ αὕτη χωρήσασα τὸ πλήρωμα τῆς ἀκτίστου θεοποιοῦ ἐνεργείας κατέστη ἀνεξάντλητος πηγὴ μεταδίδουσα ταύ­την εἰς τοὺς ἀνθρώπους καὶ θεοῦσα αὐτούς» (ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σελὶς 38).

7. Μία τρίτη βασικὴ πατερικὴ θέσις διὰ τὴν διδασκαλίαν τῆς θεώσεως εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν δυνατότητα τῆς κοινωνίας μετὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἡ δυνατότης αὐτὴ τοῦ παρέχεται ἐν ἁγίῳ Πνεύματι καὶ μόνον ἐν ἁγίῳ Πνεύματι. ῾Η θέωσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἔργον κοινὸν τῆς ἁγίας Τριάδος, συντελεῖται εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρὸς ὑπὸ τοῦ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ, καὶ θὰ ἦτο τελείως ἀδύνατος ὄχι μόνον ἐὰν ὁ Υἱὸς ἦτο κτίσμα, ἀλλὰ καὶ ἐὰν τὸ ἅγιον Πνεῦμα ἦτο κτίσμα. Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν ὅσιον Γρηγόριον, ἐνεργεῖ τὴν θέωσιν τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν φυσικήν του ἐνέργειαν καὶ χάριν καὶ ὄχι μὲ κτιστὰ μέσα οὔτε μὲ τὴν οὐσίαν του. ῾Η ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἂν καὶ διαφέρῃ ἀπὸ τὴν θείαν οὐσίαν, ἐντούτοις δὲν διαχωρίζεται ἀπὸ αὐτήν, ἀλλὰ προσελκύει τοὺς ἀξί­ους εἰς συνάφειαν μὲ τὸν Θεόν.

8. Φυσικὰ ἐδῶ ἔχομεν τὴν διδασκαλίαν τοῦ Παλαμᾶ περὶ διακρίσεως τῆς ἀκτίστου θείας οὐσίας ἀπὸ τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν αὐτῆς. Τὸ ἅγιον Πνεῦ­μα εἶναι πανταχοῦ παρὸν καὶ κατ᾿ οὐσίαν καὶ κατ᾿ ἐνέργειαν· ἀλλ᾿ ἐνῷ ἡ οὐσία του παραμένει ἀπρόσιτος καὶ ἀμέθεκτος, ἡ ἐνέργειά του εἶναι μεθεκτὴ ὑπὸ τῶν ἀγαθῶν πνευμάτων καὶ τῶν ἁγίων. ῾Ο ὅλος ἄνθρωπος λοιπὸν θεοῦται τῇ μεθέξει τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ ἁγίου Πνεύματος καὶ ὄχι τῆς οὐσίας αὐτοῦ.

 

 

 

Φροντιστηριακὴ ἐργασία εἰς τὸ μάθημα τῆς δογματικῆς

τοῦ μαθητοῦ Δ. Μ. τῆς Δ΄ τάξεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λυκείου Πατρῶν,

Πάτραι, ἀπρίλιος 1989.

᾿Ηλεκτρονικὴ στοιχειοθεσία· ῾Αγία Παρασκευὴ ᾿Αττικῆς, δεκέμβριος 1998.

Μορφοποίησις καὶ δημοσίευσις διαδικτυακή· ᾿Αθῆναι, ὀκτώβριος 2018.