Σὰν σὲ ἡμερολόγιο
Σάββατο 13 σεπτεμβρίου 1986
Τοῦτο τὸ σάββατο δὲν μπόρεσα νὰ μὴν πάω στὴν ἐκκλησία στὶς 6.00 τὸ ἀπόγευμα. ἦταν ὁ μέγας ἑσπερινὸς μιᾶς μεγάλης ἑορτῆς τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας, τῆς ὑψώσεως τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ σταυροῦ. ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο πῆγα ἀλλὰ καὶ τὰ αἰσθήματά μου σὲ ὅλο τὸν ἑσπερινὸ περιγράφονται μὲ θαυμαστὴ ἀκρίβεια καὶ πληρότητα σὲ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ τροπάριο·
Δι᾿ ὅ σε (τὸν τίμιον σταυρὸν) ἀνυψούμενον βλέπουσα
ἡ κτίσις εὐφραίνεται καὶ πανηγυρίζει,
δοξάζουσα Χριστὸν τὸν διὰ σοῦ
τὰ διεστῶτα συνάψαντα ἄκρᾳ ἀγαθότητι.
...Κατὰ τὶς 8.00 συναντήθηκα μὲ κάτι φίλους. καθίσαμε σὲ μία ψησταριά, γιὰ νὰ συνοδεύσουμε τὴν συζήτησί μας μὲ μεζὲ καὶ μπίρα. κατὰ τὶς 8.25, ὅταν ταρακουνηθήκαμε λιγάκι ἀπὸ τὸν σεισμό, κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς σκέφτηκαν· «τόσο γρήγορα ζαλιστήκαμε ἀπὸ τὴν μπίρα;» ...ἀλλὰ γρήγορα λύθηκε ἡ ἀπορία... λίγες ὧρες ἀργότερα μάθαινα ἀπὸ τὰ τακτικὰ καὶ τὰ ἔκτακτα δελτία εἰδήσεων γιὰ τὴν βιβλικὴ καταστροφὴ ποὺ ἔπληξε τὴν Καλαμάτα καὶ γενικώτερα τὸν νομὸ Μεσσηνίας.
Κυριακὴ 14 σεπτεμβρίου
Ξημέρωσε ἡ μεγάλη μέρα.
πλῆθος ὁ λαὸς στὶς ἐκκλησίες,
καὶ λούζονται οἱ πιστοὶ στὸ ῥέμα
ἀπὸ τοῦ σταυροῦ τὶς εὐλογίες.
Οἱ πατέρες λέγουν ὅτι ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ σταυροῦ εἶναι ἰσοδύναμη μὲ τὴν μεγάλη παρασκευή. αὐτὸ ἔχει μεγάλη σημασία· διότι ἡ ἑορτὴ τοῦ σταυροῦ εἶναι ἑορτὴ τῆς «χαρμολύπης». ἔτσι σήμερα πολλοὶ χαίρονται τὶς εὐλογίες τοῦ σταυροῦ καὶ συνάμα λυποῦνται γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους. ἄλλοι προσκυνοῦν τὸν σταυρό, ἄλλοι δοξολογοῦν τὸ τίμιο ξύλο, ἄλλοι ὑμνοῦν τὸν ζωοποιὸ σταυρό, γενικῶς εὑρίσκονται σὲ μία πνευματικὴ εὐφροσύνη καὶ ἀγαλλίασι, ἐνῷ ἄλλοι... ὢ αὐτοὶ οἱ «ἄλλοι»! οἱ «ἄλλοι» ποὺ σηκώνουν τὸν σταυρό! ἕναν σταυρὸ –ποιός νὰ τὸ ἀρνηθῇ– πολὺ βαρὺ καὶ δυσβάσταχτο· ἕναν σταυρὸ ποὺ κανεὶς δὲν εὔχεται νὰ τὸν σηκώσει. εἶναι ἕνας σταυρὸς μὲ 20 νεκρούς, 300 τραυματίες καὶ 50.000 ἀστέγους. εἶναι ὁ σταυρὸς ποὺ σηκώνουν οἱ σεισμόπληκτοι κάτοικοι τῆς Καλαμάτας. καὶ τὸν σηκώνουν ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, γυναῖκες καὶ ἄνδρες.
Εἶναι στιγμὲς ποὺ ἡ γλῶσσα ἀδυνατεῖ νὰ ἐκφράσῃ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ γραφίδα μένει ἀκίνητη. «οἱ μεγάλοι πόνοι εἶναι βουβοί». ὅμως καὶ πάλι κάποιοι θὰ βρεθοῦν νὰ ποτίσουν τὸν ἐσταυρωμένο λαὸ τῆς Μεσσηνίας «ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον» (Μθ 27,34)· ἐπὶ παραδείγματι οἱ διαδόσεις γιὰ νέο καὶ δυνατώτερο σεισμό.
Νά λοιπὸν ἡ μεγάλη παρασκευή. ἀφαιρέσαμε ἀπὸ τὸν σταυρὸ τὴν λύπη καὶ κρατήσαμε μόνο τὶς δοξολογίες. ξεχάσαμε νὰ κλαῖμε καὶ μάθαμε νὰ πνίγουμε τὰ δάκρυά μας στὰ χαμόγελα...
Τέταρτη 17 σεπτεμβρίου
Σὲ τούτη τὴ μεγάλη μέρα τῆς ἁγίας Σοφίας καὶ τῶν τριῶν θυγατέρων της Πίστεως ᾿Ελπίδος καὶ ᾿Αγάπης πανηγυρίζει ὁ ναὸς τῆς ἐνορίας μου. εἶχα τὴν δυνατότητα νὰ πάω νὰ προσκυνήσω καὶ ἐγὼ μόνο τὸ ἀπόγευμα, ὅταν θὰ γινόταν ἡ περιφορὰ τῆς εἰκόνος τῆς ἁγίας Σοφίας. ἔλαβα μέρος στὴν πομπὴ χαμογελῶντας, συζητῶντας καὶ σχολιάζοντας, ἐνῷ ἡ μουσικὴ τοῦ δήμου προπορευόταν παίζοντας θαυμάσια ἐμβατήρια
Μετὰ τὸ τέλος τῆς πορείας ἀκολούθησε μία ἐνδιαφέρουσα συζήτηση μὲ ἕναν ἱερέα. ἀπ᾿ ὅσα εἰπώθηκαν μεταφέρω ἐδῶ ὅσα ἡ μνήμη συγκράτησε.
— Μὴ μένεις, μοῦ εἶπε ὁ ἱερεύς, στοὺς τύπους. δὲν πρέπει νὰ μένουμε στοὺς βαθμοὺς καὶ τοὺς τίτλους. πρέπει νὰ μᾶς ἐνδιαφέρῃ ἡ οὐσία. καὶ ἡ οὐσία εἶναι· μέσα ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν συμμετοχή μας στὰ θεῖα μυστήρια νὰ μᾶς πλησιάσῃ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὴν θέωσι. ὅμως αὐτὸ δὲν τὸ ἐπιδιώκουμε, ἀλλὰ μένουμε στοὺς τύπους. γιατί ἄραγε; μήπως διότι χρειάζεται, γιὰ νὰ ἐπιμείνῃς στὴν οὐσία, κόπος, ἀγῶνας, ἄσκησι καὶ προσευχή; χρειάζεται σκληρὸς ἀγῶνας καὶ δρᾶσι. μία μέρα πέρασα ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀνδρέα καὶ τὰ δικαστήρια, καὶ εἶδα τοὺς χιλιαστὲς νὰ κρατοῦν τὰ περιοδικά τους καὶ νὰ προσπαθουν νὰ τὰ πουλήσουν. αὐτοὶ ἐργάζονταν· ὅμως ἐμεῖς σήμερα τί κάναμε; βέβαια κάναμε μία πάρα πολὺ ὡραία παρέλασι, μὲ τὶς ὡραῖες μουσικὲς καὶ λοιπά. ὅμως ὅλα αὐτὰ εἶναι τύποι. περίμενα τοὺς πιστοὺς νὰ εἶναι γονατισμένοι καὶ νὰ προσεύχωνται ἢ νὰ συνοδεύουν τὴν εἰκόνα ψάλλοντας. καθ᾿ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς πορείας ἔψαχνα νὰ βρῶ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ· τὸν λαὸ τὸν ἴδιο νὰ ψάλλῃ καὶ νὰ γονατίζῃ, ὥσπου νὰ ματώσουν τὰ γόνατά του!
— Ἐσεῖς ἔχετε ἐπισκεφτῆ τὴν ῾Ρωσία. ἐκεῖ ἔτσι γίνονται οἱ λιτανεῖες;
— Βεβαίως. δὲν ἔχεις παρὰ νὰ πᾶς στὴν Γιουγκοσλαυία καὶ νὰ δεῖς πῶς γίνονται ἐκεῖ οἱ λιτανεῖες. ἐδῶ ἐκάναμε μία παρέλασι, ὡραία ἴσως, ἀλλὰ ὄχι μία λιτανεία. θὰ ἤθελα ὅμως νὰ ῥωτήσω· πόσοι ἀπὸ μᾶς εἰλικρινὰ προσευχήθηκαν; πόσοι πλησίασαν κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ τὸν εὐχαρίστησαν;
᾿Αφοῦ πῆρα τὴν εὐλογία του, ἀπομακρύνθηκε. πῆρα καὶ ἐγὼ τὸν δρόμο γιὰ τὸ σπίτι. ἀλήθεια πόσοι στὴν σημερινὴ πορεία παρακάλεσαν τὸν Θεὸ γιὰ τοὺς σεισμόπληκτους ἀπὸ τὸν σεισμὸ τῆς γῆς, ποὺ ταράζει τὸ σῶμα, καὶ ἀπὸ τὸν σεισμὸ τοῦ πνεύματος, ποὺ ταράζει τὴν ψυχή; ἂς μὴν πᾶμε μακριὰ νὰ βροῦμε γιατί ξεφύγαμε ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη παράδοσι τῆς ἐκκλησίας. ἂς ψάξουμε μέσα μας...
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης
Περιοδικὸ «Νεανικὸς ἀγῶνας», τεῦχος 3, σεπτέμβριος-ὀκτώβριος, Πάτραι 1986, σ. 18-21.
᾿Αναδημοσίευσις 15/9/2011.