ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ
ΑΡΧΩΝ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ
…………………..
Γόνος οικογενείας Πρωτοψαλτών και Μουσοτραφών εργατών της Βυζαντινής Μουσικής και του Ιερού Αναλογίου στήν Κων/πολη, επί 3 γενεές, από τίς οποίες βγήκαν ένας Κυριακός ( ο επονομαζόμενος « Καλόγηρος » ), ένας Νικόλαος ( το γνωστό μέλος της Πατριαρχικής Επιτροπής του 1881 και ο άνθρωπος του οποίου φέρει το όνομα ( γνωστός στήν Πόλη και σάν « Τάκης »), που ίδρυσε με Πατριαρχική Εντολή, την Μουσική Ακαδημία στήν Τραπεζούντα.
Οι ρίζες της οικογενείας του, ξεκινούν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας και τα κλωνάρια της, ανθίζουν στό Κοντοσκάλι της πάλαι ποτέ « Βασιλίδος των Πόλεων ». Ο ίδιος, γεννήθηκε το 1940.
Με την είσοδό του στό Δημοτικό Σχολείο, άρχισαν και τα πρώτα του βήματα, πάνω στίς Κλίμακες της Βυζαντινής Μουσικής, με τη βοήθεια του Πατέρα του Κυριάκου, από τον οποίον απόκτησε το γνήσιο « Πατριαρχικό » λεγόμενο Ύφος, ενώ παράλληλα, έμαθε όσο λίγοι, την Τυπική Διάταξη των Ιερών Ακολουθιών της Θείας Λατρείας μας.
Σε ηλικία 10 ετών, γνωρίστηκε με τον Μεγάλο Δάσκαλο της Πατρώας » Μουσικής, Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου, με την προσωπική παρέμβαση του οποίου πρός τον τότε Επίσκοπο Ρωγών και Πρωτοσύγγελο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών ( και μετέπειτα Μητροπολίτη Κοζάνης ) κ. Διονύσιο, διορίστηκε στόν Δεξιό Χορό του Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών, υπό τον Πρωτοψάλ-τη κ. Περιστέρη.
Κατά την εποχή εκείνη, είχε την ευτυχία να ακούσει και να σπουδάσει από κοντά, Μεγάλους Πρωτοψάλτες και Δασκάλους της Βυζαντινής Μουσικής, όπως τους κ. κ. Βλαχόπουλο, Γεωργιάδη, Ρουσσινόπουλο, Μαργαριτόπουλο, Σακκίδη, Περσίδη, Ελοσίτη, Καμπανίδη, Μουτάογλου, Σαββινόπουλο και αρκετούς άλλους, από τους οποίους διδάχθηκε πολλά.
Εάν όμως όπως λένε πολλοί, γνωρίζει σήμερα μερικά πράγματα, γύρω από την Βυζαντινή μουσική μας, αυτό το οφείλει στον Νίκο το Σαλτάρη, τον Κουλουριώτη Μουσικολόγο, ο οποίος από τα 17 του χρόνια, τον παρακολουθούσε ανελλιπώς και τουλάχιστον 2 με 3 φορές το μήνα, συζητούσαν επί ώρες για διάφορα θέματα, γύρω από την Βυζαντινή Μουσική. Αυτή η επικοινωνία, κράτησε για 30 – 35 χρόνια.
Βέβαια το « λούστρο » στήν ψαλμωδία του, άρχισε να το αποκτά αργότερα, μετά την γνωριμία του, με τον Πρωτοψάλτη Δημήτριο Μαγούρη, από τον οποίον έμαθε ( όπως λέει και ο ίδιος ) να ψάλλει Κανόνες και τελειοποιήθηκε μουσικά μπορούμε να πούμε, με την πολύχρονη συνεργασία που είχε, με τον ( έκπτωτο από τις Τουρκικές αρχές ), Άρχοντα Πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Θρασύβουλο Στανίτσα, του οποίου υπήρξε για αρκετά χρόνια, Δομέστικος, στενός φίλος και συνεργάτης.
Από το 1953, σε ηλικία 13 ετών, πρωτοδιορίζεται σαν Λαμπαδάριος, τον Ιε-ρό Ναό της Αγίας Μαρίνας Πειραιώς, αρχίζοντας έτσι, την σταδιοδρομία του σάν Ιεροψάλτης. Μιά σταδιοδρομία, που συνέχισε ευδόκιμα επί 54 ολόκληρα χρόνια, ψάλλοντας σε διάφορους Ναούς, του Λεκανοπεδίου της Αττικής. Από το 2007, απεσύρθη από την ενεργό δράση και ασχολείται με την σωστή διάδοση της Βυζαντινής Μουσικής. Ο τρόπος που αποδίδει αυτά που ψάλλει και υποστηρίζει, βασίζεαι πάνω στή λεγόμενη « Πατριαρχική » νοοτροπία και απαγγελία.
Το 1978, δημιούργησε το « Φροντιστήριο του Ιεροψάλτου », όπου δίδαξε σε Συναδέλφους Ιεροψάλτες ( διορισμένους και μή, κατόχους Πτυχίων και Διπλωμάτων Βυζαντινής Μουσικής και Μουσικοδιδασκάλου ), Θεωρία, Τυ-πικό και Εκτέλεση. Το Φροντιστήριο αυτό, λειτούργησε μέχρι το 1983, στον Ιερό Ναό του Αγίου Ελευθερίου Καμινίων Πειραιώς και, μεταξύ των άλ-λων, πέρασαν απ’ αυτό και 14 Κληρικοί.
Το 1986, ίδρυσε το Σύλλογο Διάσωσης και Διάδοσης της Εθνικής Παραδο-σιακής μας Μουσικής, με τον διακριτικό τίτλο « ΟΙ ΥΜΝΩΔΟΙ », του οποί-ου είναι Πρόεδρος και Χοράρχης, στο τμήμα της Χορωδίας, η οποία έχει διαπρέψει με τις εμφανίσεις της, σε όλες τις αίθουσες της Αθήνας και του Πειραιά, καθώς επίσης και στήν Επαρχία, με ομολογουμένως τεράστια επιτυχία. Ο αείμνηστος Θρασύβουλος Στανίτσας, ακούγοντας κάποτε μια κασέ-τα από εκδήλωση της Χορωδίας, είχε πεί σε παρευρισκομένους : « Πάει ! Αυτός μας πήρε τα οφφίκια ».
Έχει ασχοληθεί επισταμένα με το Δημοτικό μας Τραγούδι, του οποίου ας σημειωθεί, είναι άριστος εκτελεστής, έχοντας μεταφέρει περισσότερα από 2000 τραγούδια στή Βυζαντινή Σημειογραφία, καθώς επίσης και πάνω από 110 Μανέδες.
Το κύριο όμως έργο του, είναι η μελοποίηση νέων μελών, πάνω σε πατροπαράδοτες Βυζαντινές γραμμές και την Πατριαρχική Παράδοση και νοοτροπία. Έτσι, εκτός από την Οκτώηχο, Τριώδιο, Μεγ. Εβδομάδα, Πεντηκοστάριο, όλο το Εορτολόγιο του Ενιαυτού, Καταβασίες και Δοξολογίες ( Αργές και Σύντομες ), έχει ηχογραφήσει όλα τα Προσόμοια, Προσομοιακά Απολυτίκια και τους Ειρμούς όλων των Κανόνων του Ενιαυτού, καθώς επίσης, έχει συνθέσει σε καθαρά δική του μουσική σύνθεση, βασισμένη πάντα στην Πατριαρχική νοοτροπία, πάμπολλες σει-ρές μαθημάτων, όλων των ειδών.
Οι επαϊοντες που έχουν μελετήσει στο σύνολό του αυτό το έργο, το οποίο αποτελείται από περισσότερους από 24 ογκώδεις τόμους και το οποίο έχει αρχίσει σιγά – σιγά, να προχωρεί πρός την έκδοσή του, βεβαιώνουν ότι εάν αθροίσουμε το συγγραφικό έργο, όλων μαζί των Μουσικοσυνθετών, από την Άλωση της Πόλης μέχρι σήμερα, είναι αμφίβολο, άν θα πλησιάσει στό 1/3 το πολύ – πολύ, του δικού του έργου.
Ας σημειωθεί επίσης, ότι διατηρεί το μεγαλύτερο ίσως «Φωνοαρχείο » Βυζαντινής Μουσικής στόν Ελλαδικό χώρο ( περίπου 480.000 πόδια ταινίες ), με τίς φωνές όλων των λεγομένων Μεγάλων Πρωτοψαλτών. Αυτό όμως που τον κάνει να ξεχωρίζει κατά πολύ, από τους υπόλοιπους Πρωτοψάλτες και Μελοποιούς της εποχής του και όχι μόνον, είναι εκτός της μεγάλης ευκολίας, με την οποία μπορεί και διαβάσει ένα οποιοδήποτε μουσικό κεί-μενο με την πρώτη ματιά, η ευαισθησία που έχει στά ακούσματα των διαφόρων Εκτελεστών Βυζαντινής – Δημοτικής ή και κοσμικής ακόμη Μουσικής ( χωρίς να εξαιρείται και αυτή των Τούρκων ή Αράβων Χανεντέδων ), καθώς και η καταπληκτική ικανότητά του, να μεταφέρει άνετα, αυτά που ακούει στό χαρτί, γραμμένα με τους Χαρακτήρες και τα Σημαδόφωνα της Βυζαντινής Σημειογραφίας.
Έχει τιμηθεί κατά καιρούς, από διαφόρους Φορείς, Μητροπόλεις, Συλλόγους, Ωδεία κ.λ.π. και η συγκομιδή Τιμητικών Διπλωμάτων, μεταλλείων, Πλα-κετών και το τεράστιο πλήθος, από εγκωμιαστικών προσομοίων από τους Φίλους και Μαθητάς του, είναι αξιοζήλευτα.
Το μεγαλύτερο όμως γεγονός στή σταδιοδρομία του, συνέβη τον Μάρτιο του 1993, όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κων/πόλεως κ. κ. Βαρθολομαίος, θεω-ρώντας θετική, την μέχρι τούδε προσφορά του στή Βυζαντινή Μουσική και γενικότερα στό χώρο της Εκκλησίας και κατόπιν προτάσεως του εκλιπόντος Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος, « κατ’ ιδίαν Πατριαρχικήν αυτού φιλοτιμίαν και προαίρεσιν », του απένειμε το Οφφίκιο του Άρχοντος Πρωτοψάλ-του, της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, εντελλόμενος όπως « της προσηκούσης τω Οφφικίω τούτω τιμής, πάντοτε και παρά πάντων, απολαύων και αξιούμενος ». Έτσι, πήρε τη θέση του, ανάμεσα στούς Οφφικιάλους του Οικουμενικού Θρόνου.
Κατά καιρούς, έχει συνεργαστεί με διάφορα περιοδικά και εφημερίδες, εργαζόμενος σάν Δημοσιογράφος και μάλιστα, ανήλθε στό αξίωμα του Γενικού Γραμματέα, της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου. Ειδικότητές του, η πολιτική και η σάτιρα.
Στόν Ιεροψαλτικό Τύπο, έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα, με τα οποία στηλιτεύει, κάθε απόκλιση από τα καθιερωμένα και την Παράδοση. Σε όλα τα άρθρα του, διαφαίνεται η μαχητικότητά του, ενάντια σε κάθε εξτρεμιστή και διαφθορέα της Βυζαντινής μας Μουσικής. Επίσης, έχει συνεργαστεί κατ’ επανάληψη με διάφορους Φορείς και έχει λάβει μέρος, σε πολλές ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, με θέματα, σχετικά με την Εθνι-κή μας Μουσική.
Σήμερα, αποχωρήσας μετά από 55 χρόνια ενερφούς δράσεως από τα Ιερά Αναλόγια, κατοικεί στον Άγιο Ιωάννη τον Ρέντη ( οδός Έλλης 16, το τηλέφωνό του είναι το 210 – 48 – 24 – 725 ) και εξακολουθεί να παραδίδει μαθήματα Βυζαντινής Μουσικής, σε κάθε σοβαρά ενδιαφερόμενο και η μέθοδος που χρησιμοποιεί, εγγυάται αδιαφιλονίκητα, την ανάγνωση οιουδήποτε μουσικού κειμένου, με την πρώτη ματιά.
Κύριο μέλημά του, αποτελεί η σωστή επένδυση της Μουσικής των Πατέρων μας, κυρίως σε άτομα νεαράς ηλικίας.