Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Ιωαννίδης Δημήτριος » Δευτ 23 Φεβ 2009, 17:40:43

ΙΑΚΩΒΟΣ ΝΑΥΠΛΙΩΤΗΣ
( 1864 – 1942 )

Όπως ένας κόκκος από χρυσάφι, ξεχωρίζει με τη λάμψη του σε μιά αμμουδιά, έτσι και ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, ξεχωρίζει μέσα στό Πάνθεον των Μουσικο-διδασκάλων και Πρωτοψαλτών, του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Τρομερή η ευθύνη γιά οποιονδήποτε, ο οποίος θα προσπαθήσει να σκιαγραφήσει την προσωπικότητα, αυτού του Τιτάνα των Πατριαρχικών Αναλογίων, και να δώσει μέσα στά σημερινά, περιορισμένα χρονικά περιθώρια, όλο το μεγαλείο, του όντως Μεγάλου Ανδρός.
Ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης γεννήθηκε στή Νάξο, κατά πάσα πιθανότητα, το 1864. Και λέμε κατά πάσα πιθανότητα, γιατί υπάρχουν πολλές εκδοχές, ως πρός την χρονολογία της γεννήσεώς του. Υπάρχει μιά διαφορά 6 ετών, μεταξύ των βιογράφων του. Δηλαδή από το 1860, έως το 1866.
Ο πατέρας του, ήταν Πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού της Νάξου. Υπήρξε μαθητής του τότε Λαμπαδαρίου και μετέπειτα Πρωτοψάλτου Ιωάννου του Βυ-ζαντίου.
Ο πρώτος Δάσκαλος του μικρού Ιακώβου στή Βυζαντινή Μουσική, ήταν ο συνώνυμος, του πάλαι ποτέ μεγάλου Πρωτοψάλτου των Πατριαρχικών Χορών, Κωνσταν-τίνου του Βυζαντίου, ο οποίος εκτός από Δάσκαλός του στά γράμματα, ήταν και άριστος γνώστης της Βυζαντινής Μουσικής, ενώ ταυτόχρονα, έψαλλε σάν Λα-μπαδάριος, στόν Ιερό Ναό των Ταξιαρχών.
Αυτοί όμως που συνέτειναν, στό να γίνει ο μικρός Ιάκωβος, το ιερό τέρας του Αναλογίου των μετέπειτα χρόνων, ήταν κατά ομολογία του ιδίου, σχεδόν όλοι οι ονομαστοί Πρωτοψάλτες και Μουσικοδιδάσκαλοι, της εποχής του.
Αυτοί, γιά την Ιστορία, ήταν :
1) Νικόλαος Ιωαννίδης, ο Νεοχωρίτης ( Μέλος της Οικογενείας μου )
2) Κυριακός Ιωαννίδης, ο επονομαζόμενος Καλόγερος ( - . - . - )
3) Ιωάσαφ ο Ρώσσος.
4) Γεώργιος ο Ραιδεστηνός.
5) Μιχαήλ Μουρκίδης.
6) Γεράσιμος Κανελλίδης.
7) Ευστράτιος Παπαδόπουλος, ο επονομαζόμενος Καμπούρης.
8) Συμεών, ο εξ Ανατολής.
9) Στέφανος Κούτρας.
10) Νικόλαος Στογιάννης, από τον οποίον, πάντα κατά ομολογία του ιδίου, έμαθε να ψάλλει τα σύντομα Ειρμολογικά μέλη των Κανόνων.
11) Γεώργιος Βιολάκης, και ο
12) Αριστείδης Νικολαϊδης.
Από τα πολύ μικρά του λοιπόν χρόνια, ο μικρός Ιάκωβος, έκανε αισθητή την παρουσία του στή Βασιλίδα των Πόλεων, διακρινόμενος γιά την εξαιρετική καλλι-φωνία του, πράγμα το οποίον συνέτεινε, στό να προσληφθεί το 1876 – 1877 ως Κανονάρχης, στόν Ιερό Ναό του Σωτήρος Χριστού στό Γαλατά, κοντά στόν προανα-φερόμενο ονομαστό Πρωτοψάλτη Νικόλαο Ιωαννίδη τον Νεοχωρίτη, το γνωστό μέλος της Μουσικής Πατριαρχικής Επιτροπής του 1881.
Από τη θέση αυτή και εφ’ όσον είχε πεθάνει ήδη ο Νικόλαος, προσελήφθη ως Πρωτοκανονάρχης στόν Αριστερό Πατριαρχικό Χορό το 1878 – 1879, όπου Λαμπα-δάριος ήταν ο Νικόλαος Στογιάννης, με Πρωτοψάλτη, τον Γεώργιο Βιολάκη.
Μιά θέση κλειδί γιά τη λειτουργία των Χορών, και ζηλευτή από πολλούς « μνηστήρες », σε όλες τις εποχές.
Το πάθος του γιά τη Μουσική και η εξαίρετη φιλομάθειά του, τον προώθησε γρήγορα, στά υπόλοιπα στάδια της Μουσικής Ιεραρχίας, ακολουθώντας τις εξής μεταβολές :
Το 1881, χειροθετήθηκε Β΄. Δομέστικος.
Το 1888, Α΄. Δομέστικος.
Το 1905, Λαμπαδάριος, και
Το 1911, Άρχων Πρωτοψάλτης της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, θέση, την οποία ετίμησε όσο λίγοι, και από την οποία απεχώρησε λόγω γήρατος, το 1938.
Δηλαδή, διήνυσε μιά πορεία 60 ετών πάνω στά Πατριαρχικά Αναλόγια, έχοντας την τύχη να μαθητεύσει, κοντά στούς προαναφερόμενους Γίγαντες της Βυζαν-τινής μας Μουσικής, οι οποίοι είχαν ακούσει ή μαθητεύσει στούς παλαιότερους Μουσικοδιδασκάλους των Πατριαρχικών Χορών, και να σπουδάσει από πρώτο χέρι, τη Βυζαντινή Μουσική και Παράδοση. Δηλαδή, είχε την ευκαιρία να σπουδάσει από κοντά, όλους τους προγενέστερους απ’ αυτόν Πρωτοψάλτες, όπως τους Αριστείδη Νικολαϊδη, Γεώργιο Βιολάκη ( του οποίου υπήρξε και μαθητής ), Γεώργιο Ραιδεστηνό τον Β΄., που κι αυτοί με τη σειρά τους, είχαν ακούσει και σπουδάσει έναν Δανιήλ, έναν Ιάκωβο ( τον Πελοποννήσιο ), έναν Πέτρο τον Βυζάντιο, καθώς επίσης και τον Γρηγόριο, οι οποίοι υπήρξαν από τους μεγαλύτερους Μελοποιούς και Πρωτοψάλτες, που ήκμασαν μέχρι το 1780.
Αυτό, το τονίζουμε ιδιαίτερα, για να δώσουμε την ευκαιρία σε ορισμένους ανόητους της εποχής μας, οι οποίοι αμφισβητούν την γνησιότητα του λεγόμενου « Πατριαρχικού Ύφους ».
Ο Άγγελος Βουδούρης, αναφέρει ότι « Επί των ημερών του Ιακώβου Ναυπλιώτου, οι Πατριαρχικοί Χοροί ήκμαζον, διότι ήσαν καλώς συγκροτημένοι. Εν τοις Χοροίς, υπήρχον οι καλλιφωνότεροι Ψάλται των τελευταίων χρόνων. Εις την θέσιν του Λαμπαδαρίου, ήταν ο Κωνσταντίνος Κλάββας, ο οποίος εκτός της εξαιρε-τικής καλλιφωνίας και τεχνικής καταρτίσεώς του, έψαλλεν επίσης κατά το Πατριαρχικόν Ύφος. Επίσης εις τας θέσεις των δύο Δομεστίκων, υπήρχον οι Δημή-τριος Φωκαεύς και ο Κωνσταντίνος Πρίγγος.
Επίσης μέσα στήν 60χρονη θητεία του, είδε να περνούν από τον Πατριαρχικό Θρόνο, 14 Πατριάρχες.
Κανείς άλλος στήν Ιστορία των Πατριαρχικών Αναλογίων, δέν μπορεί να αντιτάξει κάτι ανάλογο.
Στό διάστημα αυτό, δίδαξε Βυζαντινή Μουσική, στήν Πατριαρχική Σχολή του Φαναρίου, και το 1894, εξέδωσε την Φόρμιγγα σε 2 τόμους, με Άσματα και άλλες Ωδές, « γιά χρήση των Δημο-τικών Σχολείων και κάθε φιλομούσου » και το 1899, μαζί με τον Δομέστικο Κωνσταντίνο Κλάββα, το Δοξαστάριο του Πέ-τρου Πελοποννησίου ( σε 2 τόμους ), « εξηγηθέν πιστώς εκ της αρχαίας εις την καθ’ ημάς Γραφήν », υπό του Γεωργίου Βιολάκη.
Στή συνέχεια, με τη συνεργασία του Εκκλησιαστικού Συλλόγου του Φαναρίου, κατέγραψε σε δίσκους, διάφορα Εκκλησιαστικά μαθήματα, στή Φωνογραφική Εταιρία « ΟRFEOΝ ». Σε πολλούς απ’ αυτούς, βοηθείται από τον Δομέστικό του, Κωνσταντίνο Πρίγγο.
Τα μαθήματα αυτά, αποτελούν γιά μας, την πολυτιμότερη κληρονομιά και παρακαταθήκη, διότι μέσα σ’ αυτά, διακρίνουμε το περίφημο « Πατριαρχικό ύφος » και την γέφυρα η οποία μας συνδέει, με τους προκατόχους του Ιακώβου, Μουσικοδιδασκάλους.
Ευτύχημα γιά την εποχή μας, η πρωτοβουλία της Παγκρητίου Ενώσεως, να δώσει στό ευρύ κοινό, όλον αυτό τον πλούτο. Αξίζουν στούς συντελεστάς, θερμά συγχαρητήρια και άπειρες ευχαριστίες, γι’ αυτή τους την κίνηση.
Ατυχές γεγονός γιά την εποχή μας, αποτελεί η παλαιότης και φυσική φθορά των δίσκων, αλλά γιά τους αληθινούς « Μύστες », αυτή η γεμάτη γρατζουνίσμα-τα εκτέλεση, είναι αρκετή γιά σπουδή και θαυμασμό.
Από εκεί θα πρέπει να πάρουν μαθήματα εκτελέσεως, όλοι αυτοί, οι οποίοι προσπαθούν στίς μέρες μας, να λανσάρουν « καινά δαιμόνια », τόσο στήν εκτέ-λεση, όσο και στά διαστήματα.
Ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, υπήρξε το αηδόνι του Φαναρίου.
Η πολύφθογγος και πολυτραγουδισμένη λύρα της Βυζαντινής μας Μουσικής. Ο αθάνατος θρύλος των Πατριαρχικών Χορών.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βενιαμίν ο Α΄. , γιά να τιμήσει τον αποχωρούντα όπως είπαμε λόγω ηλικίας Άρχοντα Πρωτοψάλτη, με ειδικό Πατριαρχικό Πιττάκιο, τον ονόμασε « Επίτιμο Πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας ».
Ο Καθηγητής και Δομέστικος των Πατριαρχικών Χορών Άγγελος Βουδούρης, γράφει τα εξής στό περιοδικό « ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ » : « Ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, ως Β΄. Δομέστικος του Πατριαρχικού Ναού, παρά το πλευρόν του Μουσικοδιδασκάλου Νικολάου Λαμπαδαρίου, ο οποίος έψαλλε χρησιμοποιών πάντοτε, μουσικά κεί-μενα χειρόγραφα της παλαιάς γραφής του Πέτρου Πελοποννησίου, επειδή ούτος, ηγνόει παντελώς το νέον γραφικόν σύστημα, εμυήθη την μουσικήν και εμορφώ-θη εις το κατά το Ύφος του Πατριαρχικού Ναού, ψάλλειν τα Εκκλησιαστικά μέλη, διέσωσε την μουσικήν πράξιν των αρχαιοτέρων Πρωτοψαλτών και αυτός την σήμερον, είναι ο συνεχιστής της Πατριαρχικής Παραδόσεως ».
Ο Μουσικολόγος Παναγιώτης Αντωνέλλης, στό έργο του « Η Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική » γράφει : « Ο Ιάκωβος όταν έψαλλε, με τη χάρη της μουσικής ιδιοφυϊας του και το απαράμιλλο Ύφος του, κατόρθωνε να εμπνέει την κατάνυξη, το δέος και τον ενθουσιασμό, στίς ψυχές των ακροατών του ».
Ο Μουσικολόγος Γεώργιος Τσατσαρώνης, σε άρθρο του γιά τον Ιάκωβο, μας λέει, ότι : « Διακρινόταν γιά την ηγεμονική, μεταλλική και γλυκυτάτη φωνή του ».
Η Σοφία Σπανούδη, σε άρθρο της στην « Επετηρίδα του Συλλόγου Φίλων της Βυζαντινής Μουσικής », σημειώνει ότι : « Ο Ιάκωβος είναι αδιαμφισβήτητα, ο μεγαλύ-τερος « Μαίτρ » της Βυζαντινής Μουσικής και διατηρεί ακόμη την αίγλη της φωνής του και της τέχνης του. Είναι ο κυρίαρχος του μεγάλου Βυζαντινού Ύφους, με την γνησιότερη σφραγίδα. Χωρίς καμία νοθεία στην αγνότατη τέχνη του, συγκινεί τον Χριστιανό και τον εμπειρότεχνο μουσικό, εξ’ ίσου με το μεγάλο στυλ, που χαρακτη-ρίζει την κάθε του σοβαρή αναδημιουργία. Αυστηρότατος τηρητής του γράμματος, αλλά και του πνεύματος της πρωταρχικής Βυζαντινής Παράδοσης, έχει την υπέρ-τατη δύναμη, να εκθλίβει από το κάθε Τροπάριο, την πεμπτουσία της πνευματικότητας που το διακρίνει και να μεταδίδει στο εκκλησίασμα, που κυριολεκτικά κρέμε-ται από τα χείλη του, μια μεγάλη ενδόμυχη συγκίνηση, παρόμοια μ’ εκείνη που πηγάζει από τις μεγάλες μουσικές δημιουργίες των αιώνων ».
Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, που αναφέρονται στήν ψαλτική ικανότητα του Ιακώβου και δέν είναι δυνατόν να τις αναφέρουμε όλες, γιατί θα χρειάζονταν πολύς χρόνος γι’ αυτό. Θα αναφέρουμε όμως δυό – τρία τρανταχτά περιστατικά, μόνο και μόνο, γιά να εδραιώσουμε τα λεγόμενά μας.
Όταν ο Εφέσου Κωνσταντίνος, μαθητής του Γεωργίου Βιολάκη, και κύριος συντελεστής, γιά την πρόσληψη του Διδασκάλου του στή θέση του Πρωτοψάλτου, έγινε Οικουμενικός Πατριάρχης, του έλεγε συχνά : « Ημείς τώρα εγηράσαμεν. Άφηνε εις τον Ιάκωβον να ψάλλει Δοξολογίας, Χερουβικά και άλλα μαθήματα. Σύ, να είσαι ευχαριστημένος, μόνο που θα στέκεσαι εις την θέσιν του Πρω-τοψάλτου. Ο Ιάκωβος με την φωνήν του, ευχαριστεί το εκκλησίασμα ».
Ο Νηλέας ο Καμαράδος, εκκλησιαζόταν τακτικότατα στόν Πατριαρχικό Ναό, γιά να μπορεί ν’ ακούει τον Ιάκωβο. Κάποια μέρα, τον πλησίασε και του είπε :
« Σε θαυμάζω, γιά τον τρόπο που ψάλλεις τα διάφορα μαθήματα ». Και ο Ιάκωβος, ο οποίος ήταν αυθόρμητος και ετοιμόλογος, του απάντησε : « Εάν κι εσύ, είχες κάνει τόσα χρόνια μέσα σ’ αυτόν το Ναό όσα έχω εγώ, θα είχες κι εσύ την δυνατότητα, να ψάλλεις έτσι ».
Τέλος, ο αντάξιος μαθητής, συνεργάτης και διάδοχός του Πρίγγος, σε μιά συνομιλία του με μαθητάς του, μας λέει : « Βρέθηκα γιά πρώτη φορά και ήκουσα τον Ιάκωβο, στόν Παρακλητικό Κανόνα. Όταν έψαλλε το « Άλαλα τα χείλη των ασεβών » και κατέ-βηκε ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄. , γιά να προσκυνήσει την Παμ-μακάριστο, τρελάθηκα και είπα γεμάτος δέος : « Κανείς δέν μπορεί να λέγεται Ψάλτης, εφ’ όσον θα υπάρχει ο Ιάκωβος ».
Όταν δέ αργότερα, εδίδασκε στή Θεολογική Σχολή της Χάλκης και έψαλλε παραδίδοντας διάφορα μαθήματα, έλεγε στούς μαθητάς, οι οποίοι του έδιναν συγχα-ρητήρια, γιά τις εξαίρετες εκτελέσεις του : « Εγώ παιδιά, δέν είμαι τίποτα. Έπρεπε ν’ ακούγατε τον Ιάκωβο ».
Ο Ιάκωβος όμως, εκτός από τις απεριόριστες φωνητικές δυνατότητές του, ήταν πρό πάντων, αυστηρός τηρητής, της Πατριαρχικής Παραδόσεως και Τάξεως.
Με αδιάσειστα επιχειρήματα, έχουμε υποστηρίξει πολλές φορές, και χωρίς να παραγνωρίζουμε τα Μουσικά αναστήματα των δια-δόχων του Πρωτοψαλτών, Πρίγ-γου, Στανίτσα, Νικολαϊδη, αυτή η Παράδοση, άρχισε να εκφυλίζεται μετά την αποχώρηση του Ιακώ-βου, από τα Πατριαρχικά Αναλόγια.
Ο Ιάκωβος, όπως και οι προκάτοχοί του Πρωτοψάλτες, δέν επέτρεπε παρεκτροπές από την καθιερωμένη Παράδοση και Τάξη, από τους διάφορους Μητρο-πολίτες και Πατριάρχες, που είχε την ευχέρεια να δεί, σε όλη τη διάρκεια της θητείας του στά Πατριαρχικά Αναλόγια, και ιδίως, αυτής του Πρωτοψάλτου. Συχνά – πυκνά, κονταροχτυπιόταν με κάθε εξτρεμιστή Αρχιερέα, ο οποίος προσπαθούσε να εισβάλλει « καινά δαιμόνια », στήν όπως προαναφέραμε Πατριαρχική Παράδοση και Τάξη, μέσα στόν Πατριαρχικό Ναό.
Είναι γνωστές οι συνεχείς προστριβές του, με τους Πατριάρχες Βασίλειο τον Γ΄. , Γερμανό τον Ε΄. , Βενιαμίν τον Α΄. , Μελέτιο τον Δ΄. , καθώς επίσης, και με διάφορους Μητροπολίτες, αλλά και με Κληρικούς, αυτού του ίδιου του Πατριαρχικού Ναού.
Γιά όλ’ αυτά, ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, πήρε επάξια τον τίτλο και έμεινε στην Ιστορία, σάν « Μέγας Άρχων Πρωτοψάλτης, της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησί-ας, ο Μεγαλοπρεπής ».
Το 1924, λόγω ενός ανθελληνικού νόμου του Τουρκικού Κράτους, που απαγόρευε την υπηρεσία στο Πατριαρχείο, σε όσους δεν ήταν Τούρκοι υπήκοοι, ο Ιάκωβος αναγκάστηκε να αποσυρθεί από την Πρωτοψαλτία, οπότε ανέλαβε ως Τοποτηρητής, ο Τριαντάφυλλος Γεωργιάδης, μέχρι το 1926 που επέστρεψε και πάλι ο Ιάκω-βος.
Το όνομα Ναυπλιώτης, αναφέρεται από τη σημερινή γενιά των Ψαλτών, σαν άπιαστο υπόδειγμα εκτελεστού.
Αυτή είναι η γνώμη της πλειοψηφίας. Υπάρχει όμως, μιά μικρή μερίδα ευτυχώς, μάλλον ανοήτων και αδαών, που τον παρουσιάζει σαν αγράμματο, αλλά πρό πάντων άμουσο.
Η αλήθεια όμως, είναι άλλη.
Ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, υπήρξε Καθηγητής στήν Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, στήν Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στό Ζάππειο Παρθεναγωγείο, στή Μαράσλειο, και σε άλλες ανώτερες Σχολές της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, όπως αναφέρει στό Ημερολόγιό του, ο Δημοσιογράφος Σταύρος Ζερβόπουλος.
Στό θέμα της Μουσικής, ο Ιάκωβος, κρατούσε μιά στάση μετριοπαθή. Ποτέ του δέν μιλούσε γιά Μουσική και Θεωρία, γιατί όπως έλεγε, δέν έβλεπε τον λόγο.
Η πεποίθησή του ήταν, ότι τα σχόλια γύρω από τη Μουσική και τη Θεωρία της, αποτελούν επιδεικτικό ιδίωμα, ανικάνων και κακοφώνων Ιεροψαλτών, οι οποίοι μιλώντας συνεχώς γύρω απ’ αυτά τα θέματα, προσπαθούν να καλύψουν τις δικές τους αδυναμίες.
Πολλοί, μετέφραζαν αυτή τη σιωπή, σαν δική του αδυναμία και άγνοια γύρω από τη Μουσική.
Πόση όμως άγνοια και αδυναμία, βρίσκουμε μέσα στή Φόρμιγγα που εξέδωσε το 1894, ενώ ήταν ακόμα Α΄. Δομέστικος ;
Πόση άγνοια και αδυναμία, κρίβει η παρακάτω επιστολή, που βρίσκεται στό Αρχείο της εγγονής του, Αλεξάνδρας Ναυπλιώτου, πρός τον Τοποτηρητή της Βουλγαρικής Εξαρχίας στήν Πόλη ;
Παρακαλώ, προσέξτε την.
Εν Φαναρίω, τη 8η Δεκεμβρίου 1937
Θεοφιλέστατε,
Επισταμένως μελετήσας, την ήν μοι προ μηνός περίπου, είχετε αποστείλει πρός μελέτην και απόλαυσιν επί του περιεχομένου αυτής μουσικήν βίβλον, του εν Βουλγαρία ιερατεύοντος Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου κ. Αμβροσίου, εκδοθείσαν εν Βουλγαρία το 1935, Σας την επιστρέφω, με την παρατήρησιν ότι η βίβλος αύτη, έχει πολλά εσφαλμένα, και από απόψεως της ισχυούσης Θεωρίας, επί των Κλιμάκων της Εκκλησιαστικής ημών Μουσικής, και από της απόψεως της Γρα-φής, του Μουσικού εν γένει Μέλους, των Εκκλησιαστικών Ύμνων και Τροπαρίων.
Όπως το γράφει ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης, το Μέλος δέν ειμπορεί να ψαλλή, από κανέναν ειδικόν γνώστην της Εκκλησιαστικής ημών Μουσικής, διότι παραγνωρίζονται εντελώς οι μουσικοί Χαρακτήρες, καθώς και οι Κανόνες της Ορθογραφίας της Μουσικής ημών Γραφής.
Ασπαζόμενος την Δεξιάν της Υμετέρας Θεοφιλίας,
Διατελώ μετά σεβασμού,
Ο Πρωτοψάλτης της Μ. τ. Χ. Ε. ,
ΙΑΚΩΒΟΣ
Αυτά, γιά την Ιστορία, και γιά να μην επιχειρούν αδέξιοι και ανειδίκευτοι, να μειώνουν μεγαθήρια του Κλάδου, όπως ο Ναυπλιώτης.
Ο Ιάκωβος, ανέδειξε πάμπολλους μαθητάς, μεταξύ των οποίων επικρατέστεροι ήταν οι Ανεστιάδης Χαράλαμπος, Βασιάδης Δημήτριος, Γεωργαντίδης Φώτιος, Ζαχαριά-δης Αλκιβιάδης, Θεοδωρίδης Ιωάννης, Καραγιαννόπουλος Δημήτριος, Λουίζος Δημήτριος, Μανέας Πέτρος, Μαργαριτόπουλος Αλέξανδρος, Παναγιωτίδης Αθανάσιος, Παπα-δόπουλος Αριστείδης, Τιμωνίδης Ευστάθιος, Συμεωνίδης Ηλίας, Πρίγγος Κων/νος και ο Καρακάσης Γεώργιος.
Ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, ήταν μιά λαμπάδα που έλιωσε, πάνω στό Μανουάλι της Εκκλησίας. Πάνω στά Πατριαρχικά Αναλόγια. Ήταν μιά λαμπάδα από αγνό μελίσσιο κερί, που ανέδιδε λαμπρό πασχαλινό φώς.
Φώς, που είχε το χρώμα του αμεθύστου, που βρίθει στίς πλαγιές των βουνών και στίς κοιλάδες, στίς αίθουσες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στό φαγωμένο αλλά τιμημένο Στασίδι του Άρχοντος Πρωτοψάλτου, αλλά και στίς καρδιές, όλων μας.
Όταν πλέον εκοιμήθη στις 5 Δεκεμβρίου του 1942 πλήρης ημε-ρών, το Περιοδικό « ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ », έγραψε μεταξύ πολλών άλλων, και τα εξής : « Προικισμένος ο αείμνηστος δι’ εξαιρετικής φωνής, βαθύς κάτοχος της Μουσικής Παραδόσεως των Πατριαρχικών Χορών και μέχρι κεραίας τηρητής της Παραδόσεως αυτής, ανεδεί-χθη διαπρεπέστατος εκτελεστής του γνησίου Βυζαντινού Μέλους, αφήσας κυριολεκτικώς εποχήν. Ευσεβής την ψυχήν, σοβαρός το ήθος και μεμετρημένος εν τη κοινωνική αναστροφή, υπήρξε τύπος, οικοδομών και ως άνθρωπος ».
Εδώ θα ήθελα να αναφέρω κάτι, που έγινε το 1941 στήν Αθήνα, εάν δέν κάνω λάθος και συγκεκριμένα, στό Μητροπολιτικό Ναό.
Ο Ιεροψαλτικός κόσμος των Αθηνών εκείνης της εποχής, θέλοντας να ακούσει επιτέλους, αυτό το Θρύλο του Αναλογίου να ψάλλει, ενήργησε μέσω του Αρχιε-πισκόπου Χρυσάνθου, να πιέσει τον Ιάκωβο, παλ’ όλο του ότι, ήταν υπέργηρος και άρρωστος με πυρε-τό στό κρεββάτι, να ανέβη στό Αναλόγιο του Μητρο-πολιτικού Ναού σ’ έναν Κατανυκτικό Εσπερινό, προκειμένου να ψάλλει.
Όντως λοιπόν, μετά από πολλές πιέσεις ο Ιάκωβος, μή θέλοντας να πικράνει τον Αρχιεπίσκοπο, πήγε στή Μητρόπολη, αλλά σύμφωνα με τις μαρτυρίες πολλών, ενώ ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι από το γηρασμένο πρόσωπό του, από την προσπάθεια, απλώς και μόνο να σταθεί όρθιος, καίγοντας από τον πυρετό και λόγω φυσικής εξαντλήσεως, η φωνή του, αυτή η περίφημη φωνή, γιά την οποία έμεινε στήν Ιεροψαλτική Ιστορία, τον πρόδωσε και δέν ήθελε να βγεί. Ευτυχώς, που βρέθηκαν δίπλα του πολλοί μαθηταί και φίλοι του, κι έτσι έγινε ο Κατανυκτικός.
Αποτέλεσμα ; Το ακροατήριο, Ιεροψάλτες ως επί το πλείστον, δυσανασχέτησε, και απεφάνθη : « Αυτός λοιπόν είναι ο περίφημος Ιάκωβος » ; Οι ανόητοι !!!
Επαλήθευση της λαϊκής παροιμίας : « Κουκιά έφαγαν, κουκιά μαρτύρησαν ». Τόσο καταλάβαιναν, τόσο μαρτυρούσαν !!!
Εμείς δυστυχώς σήμερα, δέν μπορούμε να αποδώσουμε τις τιμές που αρμόζουν, σε μιά τέτοια μορφή του Μουσικού στερεώματος της Εκκλησίας μας, διότι είμεθα πολύ μικροί, γιά μιά τέτοια δουλειά.
Το μόνο που μας μένει να κάνουμε, είναι απλούστατα να σπου-δάσουμε, να κρατήσουμε, αλλά και να φροντίσουμε να διαδώσουμε αυτά που κληρονομή-σαμε, από τα ακούσματα των εκτελέσεών του. Αυτές τις σπανιότατες εκτελέσεις, με το απαράμιλλο και καθ’ όλα « γνήσιο » Πατριαρχικό Ύφος που τις δια-κρίνει, και να μή προσπαθούμε, με διάφορους απαράδεκτους νεωτερισμούς και τερτίπια, να τις διαστρεβλώσουμε.
Είναι το καλύτερο μνημόσυνο, που μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτόν, και η υποχρέωσή μας είναι, να αποδίδουμε αυτά τα μαθή-ματα, όσο το δυνατόν πιστότερα.
Μόνον έτσι, ο « Μέγας Άρχων Πρωτοψάλτης, Ιάκωβος ο Μεγαλοπρεπής », θα μπορεί να αναπαύεται ήσυχος στόν τάφο του.
Μόνον έτσι, θα αισθάνεται ότι οι κόποι και οι αγώνες του, τόσες δεκαετίες πάνω στά Πατριαρχικά Αναλόγια δέν πήγαν χαμένες, αλλά καρποφόρησαν γιά το καλό πάντοτε της Παράδοσης, της Τάξης, και της σωστής εκτέλεσης των Εκκλησιαστικών Ύμνων, της Θείας Λατρείας μας.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν όλοι μας, να προσφέρουμε αυτή την ανακούφιση, σ’ αυτόν τον Τιτάνα της Βυζαντινής Μουσικής και του Αναλογίου.


ΓΕΝΟΙΤΟ
Τελευταία επεξεργασία απο Ιωαννίδης Δημήτριος την Πέμ 19 Μαρ 2009, 20:22:44, επεξεργάστηκε 2 φορές συνολικά.
Δημήτριος Ιωαννίδης
Άρχων Πρωτοψάλτης της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
Ιωαννίδης Δημήτριος
 
Δημοσ.: 554
Εγγραφη: Τετ 21 Ιαν 2009, 11:47:12

Re: Βιογραφικό Ιακώβου Ναυπλιώτη

Δημοσίευσηαπό anasto » Δευτ 23 Φεβ 2009, 18:33:54

Κύριε Ιωαννίδη τα μαθήματα που μας προσφέρετε και οι πληροφορίες για την Βυζαντινή Μουσική δεν είναι απλώς υπέροχα, είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι πραγματικοί πολύτιμοι θησαυροί.

Η βιογραφία του Αρχοντα Πρωτοψάλτη Ιακώβου Ναυπλιώτη είναι σημαντική και άφταστη. Μόνο ένας Αρχοντας σαν εσάς θα μπορούσε να μας προσφέρει μία αντάξια βιογραφία ενός άλλου Αρχοντα.

Αναμένουμε και ακουστικό υλικό, εάν βέβαια σας είναι εύκολο. Σας ευχαριστούμε πολύ.
anasto
 
Δημοσ.: 7
Εγγραφη: Δευτ 23 Φεβ 2009, 18:09:15

Re: Βιογραφικό Ιακώβου Ναυπλιώτη

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Τρί 10 Μαρ 2009, 20:56:17

anasto έγραψε:Αναμένουμε και ακουστικό υλικό, εάν βέβαια σας είναι εύκολο. Σας ευχαριστούμε πολύ.


Μέχρι τώρα ὑπῆρχε κάποιο τεχνικὸ ἐμπόδιο, ποὺ έπέτρεπε τὴν δημοσίευσι πολὺ μικρῶν ἀρχείων ἤχου, μέχρι 2ΜΒ. τώρα τὸ ἐμπόδιο αὐτὸ ξεπεράστηκε καὶ μποροῦν πλέον νὰ δημοσιευθοῦν μεγαλείτερα ἀρχεῖα ἤχου. σιγὰ σιγὰ θὰ αὐξηθῇ ἀκόμη περισσότερο τὸ ἐπιτρεπτὸ ὅριο.
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Ιωαννίδης Δημήτριος » Δευτ 16 Μαρ 2009, 17:59:44

ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΒΙΓΓΟΠΟΥΛΟΣ
( 1882 – 1938 )

Ο Ευστάθιος Βιγγόπουλος, γεννήθηκε το 1882 στο Κανδυλλί ( Προάστιο της Ανατολικής πλευράς του Βοσπόρου.
Την βασική μόρφωσή του, απέκτησε στο Δημοτικό Σχολείο της γενέτειράς του και το Γυμνάσιο, το έβγαλε στην Χρυσούπολη ( Σκούταρι ). Και τα δύο αυτά Προάστια, ανήκουν στην Μητρόπολη Χαλκηδόνος.
Από μικρός, είχε έφεση προς τη Μουσική γενικά και στο μυαλό του, γύριζαν διαρκώς, διάφορες μυστικές αρμονίες και τα αυτιά του γέμιζαν, από θεσπέσιους μουσικούς φθόγγους.
Η ψυχή του πλημμυρίζει με την Εκκλησιαστική Μουσική και δονείται από τις μελωδικότατες ψαλμωδίες της. Να σημειωθεί, ότι είχε μία σπάνια γλυκύτατη φωνή και σπάνια μoυ-σική αντίληψη. Ήταν δηλαδή φορτισμένος, από όλα τα προσόντα για την τέχνη του Δαμασκηνού.
Για να αξιοποιήσει λοιπόν αυτά τα προσόντα, παρακολουθεί διακεκριμένους Διδασκάλους της Επαρχίας Χαλκηδόνος και βάζει στόχο της ζωής του, τη μουσική τελειοποίησή του, μαθαίνοντας την Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική. Για το λόγο αυτό, γράφεται σαν μαθητής, στη Μουσική Σχολή του Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου Γαλατά, με Δάσκαλο τον Μι-χάλη Παυλίδη, Β΄. Δομέστικο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Κοντά του, διδάχτηκε τη Θεωρία και την Παρασημαντική της Βυζαντινής Μουσικής. Επειδή όμως γνώριζε ότι οι απαιτήσεις του Αναλογίου ήταν αυστηρές, στρώνεται με μεγάλη επιμονή και αυστηρότητα στη μελέτη και στην διαρκή εξάσκηση, των κλασσικών Μαθημάτων. Έτσι ο μικρός Ευστάθιος, φρόντισε εγκαίρως να αξιοποιήσει τα έμφυτα τάλαντά του και καλλιέργησε μεθοδικά, τις μουσικές γνώσεις του.
Γυμνασιόπαιδο ακόμα ( 1898 ) ξεκίνησε σαν υπεύθυνος Ιεροψάλτης, διοριζόμενος σαν Λαμπαδάριος στον ιδιωτικό Ναό της Γεννήσεως του Χριστού των Μουσούρων, στην Ξηρο-κρήνη ( Κουρούτσεσμε ), Την επόμενη χρονιά, διορίζεται πάλι σαν Λαμπαδάριος, στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Νεοχώρι.
Τελειώνοντας το Γυμνάσιο ( 1902 ), διορίζεται Πρωτοψάλτης στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου και συγχρόνως Δάσκαλος, στην Κοινότητα του Μικρού Μπακάλκιοϊ, της Επαρχίας Χαλκηδόνος.
Το 1906, προσλαμβάνεται σαν Πρωτοψάλτης και Γραμματέας, στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Μετόχι του Παναγίου Τάφου στο Φανάρι.
Το ίδιο διάστημα, προσεκλήθη και έγινε αφ’ ενός μέλος της Εξεταστικής Επιτροπής, για τις εξετάσεις της Μουσικής Σχολής, του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου, μαζί με τον τότε Επίσκοπο Παμφίλου Μελισσηνό και τον Άρχοντα Πρωτοψάλτη Γεώργιο Βιολάκη και της Επιτροπής, για την αναθεώρηση του Καταστατικού του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλ-λόγου.
Το 1909, προσεκλήθη από τον Τοποτηρητή του Πατριαρχικού Θρόνου Μητροπολίτη Προύσσης Δωρόθεο, ο οποός τον διορίζει Πρωτοψάλτη στο Μητροπολιτικό Ναό, του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Προύσσης και ταυτόχρονα Γραμματέα της Μητροπόλεως.
Ο Δωρόθεος, εκτιμώντας την απλότητα και καθαρότητα του Ύφους του, με το οποίο απέδιδε με κατάνυξη και Ιεροπρέπεια, βοηθούμενος ταυτόχρονα από την σπάνια μελωδική φωνή του τα διάφορα Εκκλησιαστικά Μέλη, φρόντισε να διορίσει τον Βιγγόπουλο ( 1913 ), σαν Β΄. Δομέστικο των Πατριαρχικών Χορών, στο Αναλόγιο του Άρχοντος Λαμπαδαρίου Κωνσταντίνου Κλάββα.
Από την πρώτη μέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του σαν Δομέστικος, διακρίνεται για την εξαιρετική του μουσική αντίληψη και την θαυμαστή επιδεκτικότητά του. Παρακολουθεί με άνεση τα πάντα και αφομοιώνει σαν γνήσιο τέκνο της Παράδοσης, τη Μουσική της Εκκλησίας μας. Ρουφάει όλη τη μεγαλοπρέπεια και πανηγυρικότητά της. Γοητεύεται από τον τρόπο που εκτελείται και μεθάει, από το Ύφος της απόδοσης, που έχει σκοπό την πνευματική εξύψωση, ώστε ο προσευχόμενος πιστός, να συνδεθεί με τον υμνούμενο Θεό.
Το 1916, λόγω αποχώρησης του Κωνσταντίνου Κλάββα ( λόγω ασθενείας ), προάγεται ο Βιγγόπουλος στη χηρεύουσα θέση του Άρχοντος Λαμπαδαρίου.
Ο Πατριάρχης Γερμανός ο Ε΄. που τον χειροθέτησε, εξήρε την προσωπικότητα του Βιγγόπουλου, υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων και τα εξής : « τον άριστα μουσικώς καταρτι-σθέντα, όστις πεποίθαμεν ότι δια της επιμελείας και του ακαμάτου αυτού ζήλου, θα δικαιώσει την ήν μέχρι τούδε απέκτησε δικαίαν φήμην ».
Η θέση του Λαμπαδαρίου, ήταν λεπτή και δύσκολη, γιατί ο Λαμπαδάριος υπο-χρεούται να ακολουθεί πιστά τον Πρωτοψάλτη. Αυτό, καταντάει επίπονο, όταν ο Πρωτοψάλτης είναι προικισμένος με το χάρισμα της μεγαλοφωνίας. Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση, όταν στο Δεξιό Αναλόγιο, βρίσκεται ένας Ιάκωβος Ναυπλιώτης, τα πράγματα δεν είναι καθό-λου εύκολα. Παρ’ όλ’ αυτά όμως, ο Βιγγόπουλος τα ξεπέρασε και στάθηκε επάξια, απέναντι στο θηρίο που λεγόταν Ιάκωβος.
Όπως είναι γνωστό, στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, παράλληλα με το Διδασκαλείο, από το 1899, λειτουργούσε αυτοτελής τετρατάξιος μουσική Σχολή, στην οποία δίδασκαν οι Πατριαρχικοί Ψάλτες, ώστε ο απόφοιτος, να μπορεί ταυτόχρονα να ανταποκρίνεται ΚΑΙ σαν Διδάσκαλος ΚΑΙ σαν Ιεροψάλτης, τόσο στις ανάγκες της Μεγάλης Σχολής, όσο και της Εκκλησίας. Έτσι λοιπόν, ο Ευστάθιος Βιγγόπουλος, από το 1916 – 1917, με Πατριαρχικό Πιττάκιο, διορίζεται Καθηγητής, στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή και του ανατίθεται η διδασκαλία της Θεωρίας της Μουσικής στην Α΄. τάξη, μαζί με την πρακτική εξάσκηση της ψαλμωδίας.
Ο Ευστάθιος Βιγγόπουλος, πάνω στο Αναλόγιο, στέκεται εντελώς ακίνητος, ώστε να μην είναι κανείς βέβαιος, εάν ψάλλει ο ίδιος ή κάποιος άλλος. Ψάλλει γιατί αγαπά αυτό που κάνει και γνωρίζει πολύ καλά, ότι η ευαισθησία του εκκλησιάσματος, είναι πολύ μεγάλη και πως η Ιερότητα του τόπου, μαζί με την Θεία μεγαλειότητα στην οποία απευθύνεται, δεν είναι πράγματα, με τα οποία μπορεί να παίξει κανείς. Φροντίζει για την ανάγκη της Θρησκευτικής οικοδομής, του πληρώματος της Εκκλησίας και αποδίδει την Πατροπαράδοτη Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική, χρησιμοποιώντας, αυτό που διαθέτει καλύτερα απ’ τον καθένα. Την απλή και κατανυκτική μελωδία, που εκφράζεται από την γλυκύτατη όπως έχουμε ξαναπεί φωνή του, τονίζοντας και υπογραμμίζοντας τα νοήματα του λόγου. Είναι κάτι, που με υπέρτατο φανατισμό, προσπαθεί να μεταδώσει στους Κανονάρχες.
Γνωρίζει τις χάρες της παιδικής φωνής και φροντίζει να έχει πάνω στο Αναλόγιό του πληθώρα απ’ αυτές. Το Αριστερό Πατριαρχικό Αναλόγιο, είχε επί των ημερών του, πάνω από 20 Κανονάρχες, στους οποίους έλεγε, ότι « Η αξία του Ψάλτη, φαίνεται στην Ακολουθία του Εσπερινού ». ‘Ετσι μάζευε μετά από τον Εσπερινό του Σαββάτου τους Κανονάρχες και των δύο Πατριαρχικών Χορών και άρχιζε η μελέτη.
Το μάθημα περιελάμβανε πρακτική εξάσκηση στην ψαλμωδία και προχωρούσε με αυτούς που είχαν πολυετή θητεία, πάνω στα Αναλόγια, με την Θεωρία της Μουσικής.
Ο Ευστάθιος Βιγγόπουλος, σαν Άρχων Λαμπαδάριος, σέβεται την θέση του και γι’ αυτό το λόγο, γίνεται αυστηρός, αρχαιότροπος και φανατικός στην Παράδοση.
Επίσης τρέφει απεριόριστο σεβασμό προς τους Αρχαίους Μελοποιούς και αποδίδει τα μελουργήματά τους, αναλοίωτα από μουσικές εκτροπές, καλλιτεχνικές συγκινήσεις, φωνη-τικούς γλυκασμούς και εμπνεύσεις της στιγμής. Χρησιμοποιεί την καθιερομένη σοβαρότητα και Ιεροπρέπεια, ώστε να ζήσει το εκκλησίασμα, την Ιερή κατάνυξη και να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα προσευχής και κοινωνίας με τον Θεό.
Όταν επί Πατριαρχίας Μελετίου του Δ΄. ( 1921 – 1923 ), γίνεται προσπάθεια εισαγωγής στους Ιερούς Ναούς, της τετράφωνης Ευρωπαϊκής Μουσικής, υψώνει το ανάστημά του, σαν Θεματοφύλακας της Ιερής Παρακαταθήκης, αρθρογραφώντας στον Ελληνικό Τύπο της εποχής. Αγωνίζεται υπεράνθρωπα και με ατράνταχτα επιχειρήματα, επιδιώκει να αποδείξει με τα άρθρα του, ότι η Βυζαντινή Μουσική, είναι συνδεδεμένη αδιάσπαστα, με την Θεία Λατρεία της Ελληνόφωνης Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι αγώνες του αυτοί, είχαν σαν αποτέλεσμα, την απομάκρυνσή του από τους Πατριαρχικούς Χορούς, στους οποίους μετά την αναγκαστική παραίτηση και αποχώρηση του Πατριάρχη, από τον Πατριαρχικό Θώκο, επανήλθε θριαμβευτικά.
Στα σωζόμενα μουσικά χειρόγραφα του Ευστάθιου Βιγγόπουλου, δεν αποκαλύπτεται μόνο η μελοποιητική του ικανότητα, αλλά συγχρόνως αποτυπώνεται με ακρίβεια, το Ήθος της Εκκλησιαστικής Μουσικής, που μας μαρτυράει ότι η ψαλμωδία, δεν είναι σκοπός, αλλά Εκκλησιαστική Διακονία, που ανακαινίζει τον άνθρωπο και ζωοποιεί την ψυχή.
Τα έργα του, συγκεντρώνουν όσα απαιτεί η Λατρεία. Ήθος και Ύφος σεμνό, ήσυχο, ήρεμο, ειρηνικό γαλήνιο. Αυτό είναι ο λόγος, που έκανε τον κόσμο να κατακλύζει τον Πατρι-αρχικό Ναό, στις μεγάλες Εορτές και κάθε Κυριακή. Είχε ένα φανατισμένο πλήθος φιλόμουσων ακροατών, οι οποίοι έτρεχαν να απολαύσουν με θαυμασμό, τις άψογες εκτελέσεις των « Κοινωνικών » ιδίως και να γεμίσουν τις καρδιές τους με γαλήνη Θεϊκή.
Θα ήταν παράληψη, να μην αναφερθούμε στην Ακολουθία του Νυμφίου της Μεγάλης Τρίτης. Την ημέρα αυτή, ο Πατριαρχικός Ναός, ήταν κατάμεστος μα τον κόσμο, να σπρώχνε-ται στο προαύλιο, προκειμένου να καταφέρει να μπεί μέσα στον Νάρθηκα τουλάχιστον. Ερχόντουσαν όχι μόνο από το Φανάρι, αλλά και από άλλες συνοικίες της Πόλης, για να ακούσουν την μελωδική του φωνή, να ψάλλει αναντίρρητα υποδειγματικά, το Τροπάριο της Κασσιανής και ιδίως το « Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων ».
Το σεμνό Εκκλησιαστικό του Ύφος, ήταν εναρμονισμένο και με τον χαρακτήρα του.
Διακρινόταν για την απλότητα και την μετριοπάθειά του. Ήταν πάντα πρόθυμος να προσφέρει τη βοήθειά του, χωρίς καμιά υστεροβουλία και ιδιοτέλεια, σε όσους κατέφευγαν στην πολύτιμη εμπειρία του και διδακτική ικανότητά του.
Υπάρχουν στις μέρες μας άνθρωποι συνυφασμένοι με το έργο και την αποστολή τους, καθώς επίσης και άνθρωποι, οι οποίοι κάνουν αγγαρεία το οτιδήποτε.
Ο Ευστάθιος Βιγγόπουλος, ήταν άνθρωπος της πρώτης κατηγορίας. Ήταν άνθρωπος, ο οποίος ζούσε και εκτελούσε βιωματικά το καθήκον του, το οποίον ήταν αλληλένδετο με τη Βυζαντινή Μουσική.
Μετά την αποχώρησή του, από τα Πατριαρχικά Αναλόγια, είχε σαν οραματισμό του, να βοηθήσει ψάλλοντας τις ακραίες Κοινότητες της Πόλης, δημιουργώντας ταυτόχρονα διάφορες Σχολές Βυζαντινής Μουσικής, ώστε να βοηθηθούν και στα μακρινά Περίχωρα οι νέοι και να φτάσει κι εκεί η γνήσια ψαλμωδία των Ύμνων της Θείας Λατρείας μας.
Δυστυχώς όμως, από την μια η Μικρασιατική καταστροφή και παράλληλα ο αιφνίδιος θάνατός του, άφησαν απραγματοποίητο το όραμά του.
Η εξόδιος Ακολουθία του Ευστάθιου Βιγγόπουλου, υπήρξε μεγάλο γεγονός για τους Χριστιανούς της Πόλης, οι οποίοι προσήλθαν κατά χιλιάδες, για να αποχαιρετήσουν τον Μεγάλο Δάσκαλο της Ψαλτικής Τέχνης.
Έτσι, έφυγε και άλλος ένας Μεγάλος των Πατριαρχικών Αναλογίων, που θα μείνει όμως πάντα στη μνήμη μας.
Δημήτριος Ιωαννίδης
Άρχων Πρωτοψάλτης της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
Ιωαννίδης Δημήτριος
 
Δημοσ.: 554
Εγγραφη: Τετ 21 Ιαν 2009, 11:47:12

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Ιωαννίδης Δημήτριος » Τετ 18 Μαρ 2009, 13:30:54

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΡΙΓΓΟΣ
( 1892 – 1964 )

Ο Κων/νος Πρίγγος, γεννήθηκε στην Κων/πολη το 1892 και όχι στη Ζαγορά του Βόλου, όπως υποστηρίζουν μερικοί.
Μέχρι την Δ΄. τάξη του Γυμνασίου, φοίτησε στο Ζωγράφειο Γυμνάσιο της Κων/πολης και τα πρώτα βήματά του πάνω στην Βυζαντινή Μουσική, τα έκανε σε ηλικία 10 ετών, με την καθοδήγηση του Πρωτοψάλτη των Εισοδίων στο Πέραν, Ευστράτιο Παπαδόπουλο, τον επιλεγόμενο « Καμπούρη ». Αργότερα σε « κατ’ οίκον » διδασκαλία, μαθήτευσε στον Μιχάλη Μουρκίδη, ο οποίος ήταν Πρωτοψάλτης του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδας στο Πέραν και διακρινόταν για την καλλιφωνία και την μουσική εμπειρία του. Και οι δύο προαναφερόμενοι, υπήρξαν μαθηταί του Άρχοντα Πρωτοψάλτη Γεωργίου Ραιδεστηνού του Β΄., ο οποίος ήταν απ’ τους μεγαλύτερους εκτελεστές της Εκκλησιαστικής Μουσικής και θεμελιωτής του λεγόμενου « Πατριαρχικού Ύφους ».
Στη συνέχεια ο Κων/νος Πρίγγος, φοίτησε για 4 χρόνια, στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή, έχοντας Διδάσκαλο και τον Ιάκωβο Ναυπλιώτη. Η περίοδος αυτή, έπαιξε μεγάλο ρόλο, στην τελειοποίηση του Πρίγγου, πάνω στην Θεωρία και Ορθογραφία της Βυζαντινής Μουσικής.
Η ψαλτική σταδιοδρομία του, υπήρξε πολυκύμαντη. Συγκεκριμένα, υπηρέτησε στους εξής Ιερούς Ναούς :
1908 – 1909 Λαμπαδάριος Ιερού Ναού Αγίων Αποστόλων Φερίκιοϊ.
1909 – 1911 Α΄. Δομέστικος Ιερού Ναού Αγίας Τριάδας Πέραν.
1911 – 1913 Β΄. Δομέστικος του Πατριαρχικού Ναού, όπου Πρωτοψάλτης ήταν ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, Λαμπαδάριος ο Κων/νος Κλάββας και Α΄. Δομέστικος, ο
Δημήτριος ο Φωκαέας.
1913 – 1915 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Ταταούλων.
1915 – 1916 Λαμπαδάριος Ιερού Ναού Αγίας Τριάδας Πέραν.
1916 – 1923 Πρωτοψάλτης του ιδίου Ναού.
Κατόπιν έφυγε από την Κων/πολη και ήλθε στην Ελλάδα, όπου :
1923 – 1926 Πρωτοψάλτης Ιερού Ιδρύματος Παναγίας Τήνου.
1926 – 1929 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Αγίου Παύλου Καβάλας.
1929 – 1930 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Παναγίας Αχειροποιήτου Θεσσαλονίκης.
1930 – 1933 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Υπαπαντής Θεσσαλονίκης.
Ακολούθως, επανέρχεται στην Κων/πολη, όπου :
1933 – 1936 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Αγίας Τριάδας Πέραν.
1936 – 1937 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννη Χίων στο Γαλατά.
1937 – 1938 Πρωτοψάλτης Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Ταταούλων.
Να σημειώσουμε ότι τα δύο τελευταία χρόνια, είχε σαν Λαμπαδάριο και αργότερα Δομέστικό του, τον μετέπειτα Άρχοντα Πρωτοψάλτη του Πατριαρχικού Ναού, Βασίλειο Νικολαϊδη, βαθύτατο γνώστη και ακάματο μελετητή, της Πατρώας μας Μουσικής.
Στην ιδιωτική του ζωή, ο Κων/νος Πρίγγγος, ήταν απλός και λόγω οικονομι-κών δυσχεριών – παρ’ όλο του ότι ο μισθός του ήταν ικανοποιητικός, αλλά δεν του επέτρεπε να ζεί όπως αρμόζει σε έναν Άρχοντα – δεν ξανοιγόταν πολύ. Εν τούτοις, πάντοτε κυκλοφορούσε ντυμένος με ευπρέπεια και συμπεριφερόταν άψογα. Υπήρξε φειδωλός στην μετάδοση των γνώσεών του, γύρω από τη Βυζαντινή Μουσική και δεν σκεφτόταν τίποτα, προκειμένου να συμβουλέψει, να διδάξει, να καθοδηγήσει τους πάντες, στη σωστή εκτέλεση των Εκκλησιαστικών Ύμνων.
Συνήθιζε να λέει, ότι « Ποτέ μη λάβετε σαν μέτρο, το πλήθος των εκκλησιαζομένων. Θα ψάλλετε σωστά και σύμφωνα με την Τυπική Διάταξη της ημέρας, χωρίς να παραλείπετε κανένα Τροπάριο, από τους Κανόνες του Μηναίου. Να ξέρετε ότι όποιος δεν γνωρίζει να ψάλλει σωστά, τουλάχιστον τις 6 πρώτες Ωδές κάθε Κανόνα, είναι ανάξιος να λέγεται Ψάλτης ». Επίσης έλεγε, ότι : « Όταν ανεβαίνεις πάνω στο Αναλόγιο, ποτέ να μην φοβάσαι το Στασίδι. Φρόντισε να σε φοβάται αυτό ». Και κάτι ακόμα : « Κάθε μάθημα, πρέπει να ψάλλεται στον δικό του χρόνο. Όσο σωστά και να ψάλλεις, εάν ο χρόνος σου δεν είναι αυτός που πρέπει, τότε το μάθημα το έχεις σκοτώσει ».
Όταν τον Φεβρουάριο του 1938, ο Ευστάθιος Βιγγόπουλος πέθανε, ο Πατριάρχης κατόπιν υποδείξεως του Πρωτοψάλτη Ιακώβου Ναυπλιώτη, διόρισε τον Κων/νο Πρίγγο, σαν Άρχοντα Λαμπαδάριο του Πανσέπτου Πατριαρχικού Ναού.
Μάλιστα η συμβολή του Ναυπλιώτη σ’ αυτόν το διορισμό, υπήρξε μεγάλη και τόνισε στον Πατριάρχη, ότι « Διά να διαφυλαχθή το Πατριαρχικόν Ύφος, ο μόνος κατάλληλος διά την Λαμπαδαρίαν, είναι ο Κων/νος Πρίγγος ».
Η προτροπή αυτή του Ναυπλιώτη επεκράτησε, δεδομένου ότι ο τότε Α΄. Δομέστικος Αναστάσιος Μιχαηλίδης, αυτός ο λίαν πεπειραμένος και βαθύς γνώστης της Πατριαρχικής Τάξης, ο άνθρωπος από τον οποίον διδάχτηκαν πολλά, τόσο ο Πρίγγος, όσο και ο Στανίτσας αργότερα, όταν του έγινε η πρόταση για να αναλάβει την Λαμπαδαρία αρνήθηκε, σκεφτόμενος ότι δεξιά του δεν θα είχε κάποιον συνηθισμένο Πρωτοψάλτη, αλλά ένα θηρίο, που άκουγε στο όνομα Ιάκωβος Ναυπλιώτης. Έτσι ανάλαβε ο Κων/νος Πρίγγος και ο Αναστάσιος Μιχαηλίδης, κατόπιν Πατριαρχικής εντολής, δίδαξε στον Πρίγγο την Τάξη του Πατριαρχικού Ναού και τον τρόπο που εψάλλονταν τα διάφορα Μαθήματα, μέσα σ’ αυτόν.
Σαν Άρχων Λαμπαδάριος, έψαλλε μέχρι το Μάρτιο του 1939, όταν ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, πήρε εξάμηνη αναρρωτική άδεια, με την λήξη της οποίας, υπέβαλε και την οριστική παραίτησή του.
Από την 1η Μαρτίου του 1939 μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, ο Κων/νος Πρίγγος υπήρξε Τοποτηρητής της Πρωτοψαλτίας, ενώ από τις 24 Σεπτεμβρίου του 1939 μέχρι και τα μέσα του 1959, ήταν ο Άρχων Πρωτοψάλτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Όμως από το 1957, είχε προσβληθεί από παραπληγία και μετακινιόταν με μεγάλη δυσκολία. Στο περπάτημα μάλιστα, έπρεπε να στηρίζεται πάνω σε διάφορους φίλους του και πάνω στο Αναλόγιο έψαλλε καθισμένος, κατόπιν ειδικής άδειας του Πατριάρχη.
Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1959, δήλωσε παραίτηση, αναχώρησε για την Ελλάδα
και μπήκε στο Νοσοκομείο « Ευαγγελισμός » για νοσηλεία, που κράτησε περισσότερο από 3 χρόνια. Την εποχή εκείνη, το Νοσοκομείο έγινε τόπος συνάθροισης Ιεροψαλτών και Φιλόμουσων, οι οποίοι έσπευδαν αδιάκοπα, προκειμένου να γνωρίσουν από κοντά, τον Θρύλο που λεγόταν Πρίγγος. Ο υπογράφων, είχε την μεγίστη τιμή της προσωπικής γνωριμίας και των κολακευτικών σχολίων του πονεμένου Άρχοντα, όταν επισκεπτόμενος με την προτροπή αδελφικού Φίλου και Μαθητή του Μεγάλου Δασκάλου, υποχρεώθηκε να ψάλλει ένα Τροπάριο, προκει-ένου να μορφώσει προσωπική γνώμη, ο ίδιος ο Μεγάλος ασθενής και όχι να μείνει στα λόγια του Φίλου, για τις τυχόν κάποιες μουσικές και ψαλτικές ικανότητές μου. Τα ακριβή λόγια του Δασκάλου προς την μετριότητά μου, ήταν επί λέξει τα εξής : « Μπράβο βρέ Ιωαννίδη ! Έχεις γερές ρίζες. Συνέχισε με τον ίδιο τρόπο να προχωράς και μια μέρα, θα γίνεις κι εσύ μεγάλος ». Ταυτόχρονα, αφού μου χτύπησε χαϊδευτικά τον σβέρκο, με τράβηξε κοντά του και με φίλησε στο μέτωπο. Μεγάλες και αξέχαστες στιγμές για την ταπεινότητά μου.
Έτσι, φτάνουμε στον Φεβρουάριο του 1964.
Στην μεγάλη αίθουσα της Παναγίας στο Σταυροδρόμι, η Χορωδία του Συνδέσμου Μουσικοφίλων Σταμπούλ, ήταν μαζεμένη και έτοιμη για την τελευταία πρόβα, για μια μελλοντική εκδήλωση. Όλοι περίμεναν τον Χοράρχη. Τον Άρχοντα Πρωτοψάλτη Θρασύβουλο Στανίτσα, ο οποίος παρά την συνήθειά του, σήμερα αργοπορεί περίεργα, πράγμα που έχει γίνει θέμα συζητήσεως για όλα τα Μέλη.
Ξαφνικά, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα στην αίθουσα ο Στανίτσας, περίλυπος και σε κακή ψυχολογική κατάσταση, που επιδείνωνε την πάντοτε αρχοντική εμφάνισή του. Σωριάστηκε πάνω σε μια καρέκλα και ανήγγειλε τον θάνατο του Πρίγγου, ενώ ταυτόχρονα ξέσπασε σε λιγμούς, σαν μικρό παιδί. Το ότι αυτόν έταξε η μοίρα, να αναγγείλει τον θάνατο του Συναδέλφου, που επί τόσα χρόνια θαύμαζε, ήταν πολύ βαρύ πλήγμα για τον Θρασύβουλο.
Ιστορικό έχει μείνει το γεγονός του Πανηγυρικού Εσπερινού, στον Άγιο Νικόλαο Γαλατά, χοροστατούντος του Πατριάρχου Βενιαμίν. Σύμφωνα με την Πατριαρχική Τάξη, τα Αναλόγια κοσμούν πλήρεις οι Πατριαρχικοί Χοροί με επικεφαλής τους Άρχοντες Κων/νο Πρίγγο και Θρασύβουλο Στανίτσα, περιστοιχισμένους από 3 Πατριαρχικούς Κανονάρχες ο καθένας.
Ο Ναός κατάμεστος. Από τα πέρατα της Πόλης, έχουν έλθει πιστοί από πολύ νωρίς, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια καλή θέση, μέσα στον Ναό.
Σε ηγεμονικό Πατριαρχικό Ύφος, εψάλλει ο Εσπερινός, χωρίς « Θεοτόκε Παρθένε » και Κρατήματα που απαγορεύονται από την Πατριαρχική Τάξη, αλλά με το « Φώς Ιλαρόν » σε Αρχαίο Μέλος Μετά το « Δι’ ευχών », ο Πατριάρχης καθισμένος σε μια πολυθρόνα, λόγω του ότι ήταν υπέργηρος, αρχίζει να μοιράζει τον ευλογημένο Άρτο, οπότε ο Πρίγγος αρχίζει να ψάλλει από μνήμης, τον Καλοφωνικό Ειρμό « Έφριξε γή » του Χαλάτζογλου. Η εκτέλεση, διανθισμένη με άψογη απόδοση τριγόργων και τετραγόργων, εντυπωσίασε τους πάντες. Ο Στανίτσας, συνεχίζει αμέσως με τον ίδιο τρόπο ( δηλαδή από μνήμης ) τον Καλοφωνικό « Εσείσθησαν λαοί » του Μπερεκέτου, σε Ήχο Άγια. Άριστη και θαυμάσια και η δι-κή του εκτέλεση. Εν τω μεταξύ το Εκκλησίασμα, εξακολουθώντας να παίρνει τον Άρτο από τα χέρια του Πατριάρχη, έβγαινε από την πλάγια πόρτα και ξαναέμπαινε από την κεντρική, για να απολαύσει τις ανεπανάληπτες εκείνες στιγμές του μουσικού κάλλους.
Σε κάποια στιγμή, ο Στανίτσας τελειώνει τον Καλοφωνικό, αλλά ο κόσμος συνεχίζει να είναι πολύς ακόμα. Οπότε ο Πρίγγος, αρχίζει νέο Καλοφωνικό, το
« Πάσαν την ελπίδα μου » του Μπερεκέτου. Επιτέλους, ο κόσμος τελειώνει, αλλά κανείς δεν μετακινείται από τη θέση του, οπότε μόλις τελειώνει ο Πρίγγος, αρχίζει εκ νέου ο Στανίτσας, με τον επίσης Καλοφωνικό του Μπερεκέτου « Εν τη βροντώση καμίνω ». Χρειάστηκε να επέμβει ο Πατριάρχης, να φωνάξει και τους δύο Άρχοντες να κατεβούν από τα Στασίδια τους και να πάνε να πάρουν κι αυτοί με τη σειρά τους τον ευλογημένο Άρτο κι έτσι να τελειώσει προς μεγάλη λύπη όλων των παρευρισκομένων, αυτός ο Εσπερινός, ο οποίος έμεινε στην Ιστορία, σαν ανεπανάληπτο γεγονός.
Θα αναφέρουμε κι ένα άλλο γεγονός, που συνέβη σε ένα από τα ολιγοήμερα ταξίδια του Πρίγγου στην Ελλάδα.
Είχε προσκληθεί να ψάλλει στον Πανηγυρικό Εσπερινό και ανήμερα στην Εορτή της Κοιμήσεως, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Ευαγγελιστρίας Πατρών. Την επομένη 16 Αυγούστου του 1947, η Εφημερίδα « Νεολόγος – Πατρών », έγραψε : « Μέχρι τώρα, έχουν ψάλλει πολλά αηδόνια που πέρασαν από την πόλη μας. Φέτος όμως, έψαλλε ο ίδιος ο αετός ».
Συνοψίζοντας, αναφέρουμε ότι ο Κων/νος Πρίγγος, τίμησε το Πατριαρχικό Αναλόγιο και διακρίθηκε για την καλλιφωνία και τη μουσική του κατάρτιση. Ιδίως όμως, άφησε εποχή σαν άριστος εκτελεστής, του γνήσιου Πατριαρχικού Ύφους, φανείς έτσι αντάξιος των προκατόχων του.
Δημήτριος Ιωαννίδης
Άρχων Πρωτοψάλτης της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
Ιωαννίδης Δημήτριος
 
Δημοσ.: 554
Εγγραφη: Τετ 21 Ιαν 2009, 11:47:12

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Ιωαννίδης Δημήτριος » Πέμ 19 Μαρ 2009, 20:05:43

ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ ΣΤΑΝΙΤΣΑΣ
( 1910 – 1987 )

Πιστεύω ότι όλοι μας ή μάλλον οι περισσότεροι λίγο ως πολύ, έχουμε ακούσει, έχουμε γνωρίσει και έχουμε ζήσει τον τελευταίο από τους Μεγάλους Πρωτοψάλτες του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου.
Τον Θρασύβουλο Στανίτσα.
Ο υπογράφων το παρόν, αισθάνεται ιδιαίτερα μεγάλη χαρά και τι-μή, γιατί είχε την ανεπανάληπτη χαρά και τύχη, να υπηρετήσει δίπλα του σαν Δομέστικος, από το 1975 – 1981 και μάλιστα, να αποκαλείται από το Μεγάλο Στανίτσα, εκλεκτός φίλος, έμπειρος Ιεροψάλτης και πολύτιμος συνεργάτης.
Ο Θρασύβουλος Στανίτσας, γεννήθηκε στα Ψωμαθιά της Πόλης, το 1910. Τα πρώτα του βήματα, πάνω στις Κλίμακες της Βυζαντινής μας Μουσικής, τα έκανε με
τη βοήθεια του Θείου του Δημήτρη Θεραπιανού. Στη συνέχεια, μαθήτευσε κοντά στους Μιχαήλ Χατζηαθανασίου, Δημήτριο Βουτσινά, Γιάγκο Βασιλειάδη και Ιωάννη Παλάση.
Έψαλλε σε διάφορους Ναούς της Πόλης, αρχίζοντας από τα Ψωμαθιά. Μετά στους Άγιο Μηνά, Ανάληψη Άγιο Κωνσταντίνο και στον Άγιο Νικόλαο Γαλατά, με Πρωτοψάλτη τον Παλάση.
Το 1939, όταν ο Λαμπαδάριος των Πατριαρχικών Αναλογίων Κωνσταντίνος Πρίγγος, διαδέχτηκε τον λόγω γήρατος αποχωρήσαντα Πρωτοψάλτη Ιάκωβο Ναυπλιώτη, εκλήθη έξωθεν ο Στανίτσας, σαν ο καταλληλότερος να αναλάβει από της 1ης Μαρτίου του ιδίου έτους, τη θέση του Άρχοντος Λαμπαδαρίου, της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Εδώ, θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι ο Θρασύβουλος Στανίτσας, συνάντησε πολλές δυσκολίες όπως ομολογούσε ο ίδιος και κατέβαλε πολλές προσπάθειες, μέχρις ότου γνωρίσει τα Μαθήματα που εψάλλοντο κατά την Παράδοση, μέσα στον Πατριαρχικό Ναό.
Τούτο έγινε, γιατί κληθείς έξωθεν, απευθείας για την θέση του Λαμπαδαρίου, δεν γνώρισε την εθιμοτυπία, αλλά και τον τρόπο που ψάλλονταν τα διάφορα Μαθήματα, μέσα στο Πατριαρχείο.
Το ρόλο του Δασκάλου σε όλα αυτά, τον ανέλαβε κατόπιν Πα-
τριαρχικής εντολής, ο Αναστάσης Μιχαηλίδης γνωστός σαν « Σόμπατζης » λόγω του επαγγέλματός του, ο οποίος ήταν Α΄. Δομέστικος και παρ’ όλο του ότι είχε αρνηθεί την Λαμπαδαρία, ένεκα Ιακώβου Ναυπλιώτη, δεν ρωτήθηκε στην περίπτωση του Πρίγγου, γι’ αυτό και μό-λις έγινε η χειροθεσία του Στανίτσα, δήλωσε παραίτηση από τα Πατριαρχικά Αναλόγια. Του ζητήθηκε όμως και το δέχτηκε, να μυήσει τον Στανίτσα – άλλωστε το ίδιο είχε κάνει και με τον Πρίγγο – στα έθιμα, την Τάξη και τον τρόπο απαγγελίας των Μαθημάτων, του Πατριαρχικού Ναού και κάθε εβδομάδα, τον προετοίμαζε.
Ο υπογράφων, αισθάνεται ακόμα μία φορά ευτυχής, γιατί διαθέτει ένα μέρος απ’ αυτές τις ηχογραφήσεις της προετοιμασίας του Στανίτσα.
Αυτό που συνέβη με τον Στανίτσα, δεν ήταν πρωτόγνωρο για τον Πατριαρχικό Ναό. Ο Άγγελος Βουδούρης ( Καθηγητής Θρησκευτικών και Α΄. Δομέστικος του Πατριαρχικού Ναού, γράφει το 1937 στο Περιοδικό « Ορθοδοξία » τα εξής : « Οι διά την θέσιν του Πρωτοψάλτου ( Λαμπαδαρίου ) του Πατριαρχικού Ναού έξωθεν προσληφθέντες, συνήντων μεγάλην δυσχέρειαν εις την Πατριαρχικήν ψαλμωδίαν. Δυσχέρειαν ήν δυσκόλως παρέκαμπτον, όντες υποχρεωμένοι κατά τον χρόνον της Πρωτοψαλτίας ή Λαμπαδαρίας αυτών, να διευθύνωνται και να ρυμουλκώνται εν τω ψάλλειν, υπό των Λαμπαδαρίων και των Δομεστίκων του Ναού, όπως τούτο συνέβαινεν εις τους αμέσως γενομένους Πρωτοψάλτας Σταυράκην Γρηγοριάδην ( 1866 ) και Γεώργιον Βιολάκην ( 1876 ) ».
Όμως ο Στανίτσας, πολύ σύντομα ανεδείχθη αντάξιος διάδοχος της θέσης των προκατόχων του. Με την επιμέλεια, την ικανότητα που τον διέκρινε και με την καλλιφωνία του, η φήμη του διαδόθηκε σε όλη την Πόλη, ιδιαίτερα με τις επιτυχίες του στα « Σε Υμνούμεν », στα « Κοινωνικά » και πρό πάντων στο « Τροπάριο
της Κασσιανής », που εκαλείτο να ψάλλει μετά το Πατριαρχείο και σε άλλους Ναούς της Πόλης « Σεπτή Πατριαρχική κελεύσει ».
Ο Θρασύβουλος Στανίτσας, διετέλεσε Λαμπαδάριος επί μία 20ετία απέναντι στον Κων/νο Πρίγγο και έτσι, απορρόφησε όλη την τέχνη και τη μαεστρία εκείνου.
Ο Θρασύβουλος Στανίτσας, ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια του προκατόχου του Κων/νου Πρίγγου, κατά το έτος 1960, προήχθη από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα τον Α΄., σε Άρχοντα Πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Η δε Χειροθεσία του, έγινε την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως του 1961.
Δυστυχώς όμως, δεν αξιώθηκε να παραμείνει για μεγάλο διάστημα σ’ αυτή τη θέση, γιατί το 1964, απελάθη λόγω της γνωστής πολιτικής, της Τουρκικής Κυβέρνησης για το Κυπριακό, που απέλασε αρκετές χιλιάδες Έλληνες υπηκόους, εγκατεστημένους στην Κων/πολη.
Αναγκάστηκε λοιπόν, να έρθει στην Ελλάδα και να εγκατασταθεί για ένα χρόνο στη Χίο, όπου έψαλλε σχεδόν σε όλο το νησί. Κατόπιν, έφυγε για την Βηρυτό, όπου παρέμεινε για δύο μήνες και από το 1966, διορίζεται πλέον μόνιμα στον Άγιο Δημήτριο Αμπελοκήπων στην Αθήνα και δημιουργεί Παράδοση, μέχρι την συνταξιοδότησή του το 1981. Εν τω μεταξύ το 1967, πηγαίνει κληθείς προς τούτο να ψάλλει για 3 μήνες στην Αμερική. Γενικά, έψαλλε περιοδικά, σε όλη την Ελληνική Επικράτεια.
Ο Θεόδωρος Ακρίδας, Πρωτοψάλτης από την Καστοριά, γράφει για τον Στανίτσα : « Πλουτισμένος με το απεριόριστο και σπάνιο φωνητικό τάλαντο ο Άρχων Πρω-τοψάλτης κύριος Θρασύβουλος Στανίτσας, με λυγηρά και εύστροφη φωνή, βαθύς γνώστης της Μουσικής Τέχνης, κάτοχος όλων των μυστικών της ακριβής εκτελεστής των Δια-στημάτων, απαράμιλλος ερμηνευτής των Χαρακτήρων Ποιότητος, α-ναλύει και την τελευταία λεπτομέρεια. Πιστός εκφραστής του μεγαλοπρεπούς Πατριαρχικού Ύφους, που το έχει μάλιστα ανεβάσει σε καλλιτεχνική έκφραση υψηλής ποιότητας, συνδιάζει στο ψάλσιμό του το ηγεμονικό και απλό, το μεγαλόπρεπο και το κατανυκτικό. Είναι αδύνατο, να μην καθηλωθεί κανείς και να μην μείνει εκστατικός, μπροστά στην υψηλή τέχνη του ».
Δημιουργώντας Βυζαντινό Χορό, από τους καλύτερους Ιεροψάλτες της Αθήνας, πραγματοποίησε τις εξής εμφανίσεις :
26 – 1 – 1970 στη Λυρική Σκηνή
17 – 4 – 1970 στο Χίλτον
29 – 5 – 1970 στην Παλιά Βουλή, για το μνημόσυνο του Αυτοκράτορα Παλαιολόγου
27 – 1 – 1971 στην Αρχαιολογική Εταιρεία
20 – 10 – 1971 και 2 – 4 – 1972 στον Παρνασσό
9 – 6 – 1973 στο Ρέξ, και
15 – 4 – 1973 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς
Ο υπογράφων, είχε το προνόμιο να αποτελεί Μέλος της Χορωδίας αυτής, όσες φορές του επιτρεπόταν από την εργασία του.
Για τη στάθμη και ποιότητα σε μια από τις Συναυλίες αυτές, διαβάζουμε στο Λεύκωμα 1964 – 1974 του Νέου Κύκλου Κων/πολιτών, τα εξής : « Η Χορωδία με τον Στανίτσα Χοράρχη, παρουσιάστηκε άρτια στην εκτέλεση ενός σπάνιου Προγράμματος, που περιελάμβανε Αρχαία και Κλασσικά Μαθήματα, τα οποία απεδόθησαν σε Ύφος καθαρό Πατριαρχικό και αδιάβλητο, που ξανάφερνε στη μνήμη και απη-χούσε στην ψυχή, τις έξοχες εκείνες Συναυλίες της Πόλης…. Η ατμόσφαιρα, είχε πλημμυρίσει από Βυζαντινούς Φθόγγους. Οι στιγμές, ή-ταν κατανυκτικές και μεγάλες. Ύμνοι και δοξασίες, διαδέχονταν το ένα το άλλο. Ο κόσμος, είχε καταληθεί από δέος και θρησκευτικότητα και απολάμβανε ολόψυχα την τελειότερη Βυζαντινή Χορωδιακή εκτέλεση, στην πιο μοναδική και ανεπανάληπτή της έκφραση…. Στην κορυφή της άξιας πυραμίδας της Βυζαντινής Χορωδίας, στέκεται ο απαράμιλλος δεξιοτέχνης της Βυζαντινής Μουσικής, ο Χοράρχης και Μαέστρος Κυρ Θρασύβουλος Στανίτσας, Άρχων Πρωτοψάλτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Και αποτελεί τον κορυφαίο πραγματικά Πρύτανη των Πρωτοψαλτών ».
Εκτός όμως από τις εμφανίσεις στον Ελλαδικό χώρο, η Χορωδία πα-ρουσιάζεται 3 φορές στο Λονδίνο το 1971, στη Ρωσία το 1975 ( στο Ποντόλσκυ ) το 1975, στο Βέλγιο 3 φορές τον Νοέμβριο του 1979 και παρουσιάζεται στις Βρυξέλλες, Γάνδη και Λουβαίν. Περιοδεύει ακόμη στην Ελβετία και ψάλλει στις πόλεις Γενεύη και Λωζάννη.
Τέλος το 1972, ψάλλει στο Ιστορικό γεγονός, της εκδόσεως του « Τόμου της αγάπης » προς τον Πάπα, μέσα στον ναό του Αγίου Ιωάννου Λατερανό της Ρώμης, παρουσία του Πάπα και των Αντιπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ο Θρασύβουλος Στανίτσας, ανέδειξε αρκετούς μαθητάς.
Απ’ ότι είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, αναφέρουμε τους Κων/-πο-λίτες Βασίλειο Εμμανουηλίδη ( Άρχοντα Λαμπαδάριο ), τον Χρήστο Δήμου, τον Μέγα Πρωτοπρεσβύτερο του Οικουμενικού θρόνου π. Γεώργιο Τσέτση, τον Οικονόμο π. Ιωάννη Καμαλακίδη, τον Πρωτοπρεσβύτερο π. Γρηγόριο Νάκο, τον Ανδρέα Πετρόχειλο και Δημοσθένη Παϊ-κόπουλο ( Δομεστίκους των Πατριαρχικών Χορών ), τον Γεώργιο Τσαούση και στην Ελλάδα, τον Λυκούργο Πετρίδη και τον Θανάση Παϊβανά.
Κοντά του βρέθηκαν και ωφελήθηκαν σε πάρα πολλά πράγματα, οι Κων/νος Ζαρακωβίτης, Νικόλαος Γιάννου, Κων/νος Ζόππας και ο υπογράφων.
Στο τέλος της ζωής του, κοντά του βρέθηκε ο Παύλος Φορτωμάς, ο οποίος τον βοήθησε σε όλη τη διάρκεια της ασθένειάς του.
Ο Θρασύβουλος Στανίτσας, απεβίωσε στις 18 Αυγούστου του 1987. Κατά την ημέρα της κηδείας του στον Άγιο Δημήτριο Αμπελοκήπων στις 24 – 8 – 1987, η σορός του, απετέλεσε παλλαϊκό προσκύνημα Ιε-ροψαλτών, Κληρικών και χιλιάδων πιστών απ’ όλο το Λεκανοπέδιο και όχι μόνο.
Οι ομιλίες και τα θαυμαστικά σχόλια των ομιλητών, συγκίνησε μέχρι δακρύων. όλους τους παρευρισκομένους. Και ήταν πάρα πολλοί.
Θα παραθέσουμε μία Ωδή, που διαβάστηκε από τον Πρωτοπρεσβύτερο π. Αθανάσιο Τσούμαρη, πιστό και αδελφικό Φίλο του Εκλιπόντος.

ΩΔΗ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΣΤΟ ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟ ΣΤΑΝΙΤΣΑ

Ματώθηκεν ο ήλιος, σβήστηκε το φεγγάρι,
η Πόλη η Θεόκτιστη, του Γένους το καμάρι.

Ο φειδωτός ο Βόσπορος, Μπεσίκτας, Θεραπειά,
το Πέραν και ο Γαλατάς, Μπέϊκος και τα Ψωμαθειά.

Το Μπαλουκλή, το Καντηλλί, Ταταύλα και Νυχώρι,
Καράκιοϊ, Ορτάκιοϊ, Αρναούτκιοϊ το Αρβανιτοχώρι.

Ντολμά – Μπαχτσέ και Χάσκιοϊ, ως και το Κοντοσκάλι,
η Χάλκη και η Πρίγκηπος με τα περίσσια κάλλη.

Τα πάντα, βουβαθήκανε. Έχασαν τη λαλιά τους,
σαν έμαθαν πως σβήστηκε, η δόξα η παλιά τους.

Στανίτσας ο Θρασύβουλος, ο Άρχων Πρωτοψάλτης,
της Βυζαντίου Μουσικής, πρωτόαθλος εργάτης.

Μετέστη τώρα στη Ζωή, όπου δεν έχει τέλος,
για να υμνεί τον Ύψιστο, με το Πατρώον Μέλος.

Της Βασιλίδος ο βλαστός, της Πόλης των ονείρων,
της Πόλης της αξέχαστης, της Πόλης των Μαρτύρων.

Στην τέχνη απαράμιλλος, στο Ύφος και στο Χρόνο,
γιατ’ ήπιε από τα νάματα, στον Πάνσεπτο το Θρόνο.

Εκ’ είναι το αιωνόβιο, το κέντρο Ορθοδοξίας,
οπού’ ναι το Φανάριον, της του Χριστού Εκκλησίας.

Θρασύβουλε, πώς έσβησες ; Πού έδει σου το κάλλος ;
Ορφάνεψε η Ψαλτική, σαν έφυγες, της τέχνης ο Μεγάλος.

Στρέψε το βλέμμα για να δγείς, το πλήθος στη θανή σου,
για να χαρείς που έγινε, πιστά η προσταγή σου.

Ήρθανε από παντού. Θεέ μου τι πληθώρα !
Ήρθανε και σού’ φεραν, τα δάκρυα σαν δώρα.

Άφησες όλα τα τερπνά, του κόσμου τα εφήμερα,
για να βαδίσεις την οδό, τη μακαρία σήμερα.

« Αιωνία σου η μνήμη ».

Θα τελειώσουμε αυτή την αναφορά, με την νεκρολογία της Ιωακειμειάδας Ζεμπουλιάς Ναούμ :
« Πέθανε ο Στανίτσας ! Δεν είναι δυνατόν. Οι Αρχάγγελοι, οι Ημίθεοι μένουν Αθάνατοι.
Ναι ! Αρχάγγελος της Βυζαντινής Υμνολογίας που τώρα έμεινε ορφανή και θρηνεί.
Θρηνούν Θεοί και Δαίμονες και Άγιοι.
Θρηνούν το λατρευτό τούτο τέρας της Βυζαντινής Υμνολογίας.
Στανίτσα ! Θά' σαι ΑΘΑΝΑΤΟΣ !».

Αυτός λοιπόν ήταν ο Θρασύβουλος Στανίτσας. Ο καλλικέλαδος Άρχων Πρωτοψάλτης, τον οποίον όσοι γνώρισαν ή άκουσαν, δεν πρόκειται να τον ξεχάσουν ποτέ και που οι αιώνες, θα μιλάνε και θα τραγουδάνε το όνομά του, μαζί με όλους τους άλλους Μεγάλους Πρωτοψάλτες της Ιστορίας της Βυζαντινής μας Μουσικής.
Δημήτριος Ιωαννίδης
Άρχων Πρωτοψάλτης της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
Ιωαννίδης Δημήτριος
 
Δημοσ.: 554
Εγγραφη: Τετ 21 Ιαν 2009, 11:47:12

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Παρ 20 Μαρ 2009, 00:46:21

Ιωαννίδης Δημήτριος έγραψε:ΙΑΚΩΒΟΣ ΝΑΥΠΛΙΩΤΗΣ
( 1864 – 1942 )


Νομίζω ὅτι μποροῦμε νὰ προσθέσουμε ἐδῶ καὶ τὰ βιογραφικὰ σημειώματα γιὰ τοὺς πατριαρχικοὺς ψάλτες ποὺ βρίσκονται είς τὴν ἱστοσελίδα τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου (http://www.ec-patr.net/gr). παραθέτω τὸ κείμενον διὰ τὸν ᾿Ιάκωβον Ναυπλιώτην.

Ἰάκωβος Ναυπλιώτης
Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μ.τ.Χ.Ἐ.


Βιογραφικόν

Ἔχει διαπιστωθῆ ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη, ὅτι ἕνα χιλιοστὸ τοῦ γραμμαρίου μόσχου, θα μυρίζει 7.000 χρόνια καὶ ἕνα χιλιοστὸ τοῦ γραμμαρίου ῥαδίου, θὰ φωτίζει 7.000 χρόνια. Τότε ἕνα πολλοστημόριο τῆς ψυχῆς μας, πόσα ἐκατομμύρια χρόνια θὰ λάμπει; Ἡ ἀπαντήση θὰ εἶναι: αἰώνια.

Μιὰ ψυχὴ ποὺ ἀγάπησε τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ Ἀναλόγιο, καὶ τὴν ἀγαπήσαμε κι᾽ ἐμεῖς. Μιὰ ψυχὴ ἐκλεκτή, μιὰ ψυχὴ φωτεινή, γεμάτη δίψα γιὰ τὸ ἀνώτερο, γιὰ τὸ τέλειο. Πρόκειται γιὰ τὸν ἀείμνηστο Ἄρχοντα Πρωτοψάλτη τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Ἰάκ. Ναυπλιώτη, ποὺ συμπληρώθηκαν φέτος 50 χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατό του.

Ἐλέχθη ἀπὸ σοφό, ὅτι τὸ μόνο βέβαιο – βέβαιο καὶ μέσα στὸ χρόνο, βέβαιο καὶ μέσα στὴν αἰωνιότητα - εἶναι ὁ θάνατος. Καὶ μαζί μὲ τὸν θάνατο, καὶ ἄρρηκτα συνυφασμένη μαζί του ἡ ἀθανασία. Δὲν θὰ ἦταν καθόλου βέβαιη ἡ ἀθανασία, ἂν δεν ἤταν βέβαιος καὶ τελεσίδικος ὁ θάνατος. Ἡ ἀθανασία δὲν ὑπάρχει μέσα στὴ ζωή, ὑπάρχει μέσα στὸ θάνατο.

Ὁ ἀείμνηστος Ἰάκωβος Ναυπλιώτης ἦταν μιὰ λαμπάδα ποὺ ἔλιωσε πάνω στὴ λυχνία τῆς Ἐκκλησίας, πάνω στὸ Πατριαρχικὸ Ἀναλόγιο. Λαμπάδα ἀπὸ μελίσσιο κερί, ποὺ ἀνέδινε πασχαλινὸ φῶς. Φῶς ποὺ εἶχε τὴν διαφάνεια καὶ τὸ χρῶμα τοῦ ἀμεθύστου, τὸ χρῶμα ποὺ γεμίζει τὶς πλαγιὲς τῶν βουνῶν, τὶς αἴθουσες τοῦ Φαναρίου, τὸ τετριμμένο βελούδινο στασίδι τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου. Φῶς γλυκύ, φώτιζε τὰ βήματά μας!

Ἰάκωβος, ἄξιος διάδοχος τῶν προκατόχων του Νικολάου Βυζαντίου Λαμπαδαρίου (1837-1888) – οἱ ἡμερομηνίες ἀναφέρονται στα ἔτη ὑπηρεσίας - Ἀριστείδου Νικολαΐδου (1882-1911), Γεωργίου Βιολάκη (1875-1905) καὶ Γεωργίου Ῥαιδεστινοῦ τοῦ Β' (1863-1875) τῶν Πρωτοψαλτῶν, ποὺ ἤκμασαν περὶ τὸ 1780, καὶ πρόλαβαν καὶ αὐτοὶ να ἀκούσουν τὸν Δανιὴλ (1741-1789), τὸν Ἰάκωβο Πελοποννήσιο (1760-1801), τὸν Πέτρο τὸν Βυζάντιο (1766-1804) καὶ τὸν Γρηγόριο (1789-1797), τοὺς μεγάλους μελοποιοὺς καὶ Πρωτοψάλτες. Ὅλους αὐτοὺς εἶχε τὴν εὐκαιρία ὁ Ἰάκωβος να τοὺς ἀκούσει ἄμεσα ἢ ἔμμεσα, ἀπὸ πρῶτο χέρι θὰ ἔλεγα.

Ὶάκωβος, ἀηδόνι τοῦ Φαναρίου. Ὡσαννὰ τῶν Πρωτοψαλτῶν τοῦ αἰώνα μας. Ἐπέκεινα τοῦ χρόνου, τῆς καθόλου Ὀρθοδοξίας στὰ ψαλτικά. Καὶ κατὰ τὴν Σοφίαν Σειρὰχ «κατέλιπεν ὄνομα, ἐκδιηγήσασθαι ἐπαίνους» (Σοφ.Σειρ.μδ',8).

Ἰάκωβος, ἀνήκει στὴν Οἰκουμένη. Τοῦ ὀφείλεται ὁ τίτλος ΜΕΓΑΣ. Ὀνομάσθηκε ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗΣ.

Είναι δύσκολο νὰ γραφῇ ἡ ἱστορία του χωρὶς βαθειὰ προετοιμασία καὶ γνώση μουσικῆς, προσευχῆς καὶ ψαλμωδίας, χωρὶς ἀτμόσφαιρα κανδήλας καὶ εἰκονοστασίου. Δεν γράφω ἱστορία, λίγους μονάχα «φθόγγους» ἀπὸ τὴ βιογραφία του σημειώνω:

Ὁ Ἰάκωβος γεννήθηκε στὴ Νάξο τὸ ἔτος 1864. Πολὺ μικρὸς πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐξαιρετική του καλλιφωνία καὶ ἀμέσως προσελήφθη τὸ ἔτος 1878 Α' Κανονάρχης στὸν Πατριαρχικὸ ναό. Μιὰ θέση καὶ ἕνα ἀξίωμα πολὺ ζηλευτό, γιατὶ παίζει σπουδαῖο ρόλο πάνω στὸν πατριαρχικὸ χορό μὲ τὸ κανονάρχημα, τὸ ἰσοκράτημα καὶ τὴν ὅλη τυπικὴ τάξη ποὺ γνωρίζει καλὰ καὶ κατευθύνει καὶ τοὺς ἄλλους.

Ὁ Ἰάκωβος ἀφοῦ πέρασε διαδοχικὰ ὅλα τὰ στάδια τῆς μουσικῆς ἱεραρχίας (1881-1888 Β' Δομέστικος, 1888-1905 Α' Δομέστικος καὶ 1905-1911 Λαμπαδάριος), χειροθετήθηκε τὸ ἔτος 1911 Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ τὸν Γ´.

Ἀπὸ τὴν ἐξέχουσα αὐτὴ θέση ὁ Ἰάκωβος «κατηύθυνε» σὰν θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὶς προσευχὲς τῶν χριστιανῶν μὲ τὴν γλυκιά του μελωδία μέχρι τὸ ἔτος 1938. Ἔτσι μὲ τὴν συνεχὴ του αὐτὴ ὑπηρεσία παρουσιάζει ἐξηκονταετία στὸ μουσικὸ βωμὸ τῆς Ἐκκλησίας, στὸν Πάνσεπτο Πατριαρχικὸ Ναό, στὴ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία.

Στὸ διάστημα αὐτὸ δίδαξε τὴ Βυζαντινὴ Μουσικὴ στὴν Πατριαρχικὴ Μουσικὴ Σχολὴ τοῦ Φαναρίου, ἐξέδωκε τὸ ἔτος 1894 σὲ δύο τόμους τὴν Φόρμιγγα, ποὺ περιέχει ᾄσματα καί, ᾠδὲς γιὰ χρήση τῶν Δημοτικῶν Σχολείων καὶ κάθε φιλομούσου· ἐξέδωκε ἐπίσης μαζί με τὸν Δομέστικο του Κων/ντίνο Κλάββα τὸ ἔτος 1899 σὲ δύο τόμους τὸ Δοξαστάριο τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου «τὸ ἐξηγηθὲν πιστῶς ἐκ τῆς ἀρχαίας εἰς τὴν καθ᾽ ἡμᾶς Γραφήν» ἀπὸ τὸν Γεώργιον Βιολάκην, ὅπως ἀναφέρει στὸν Πρόλογό του καὶ σὲ συνεργασία μὲ τὸν Ἐκκλησιαστικὸ Σύλλογο Φαναρίου «ΟRFEON», κατέγραψε φωνογραφικοὺς δίσκους, μὲ διάφορα ἐκκλησιαστικὰ μαθήματα.

Τὰ μαθήματα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε σήμερα ἐμεῖς εἶναι ἡ γέφυρα - τὸ οὐράνιο τόξο - ποὺ ἐνώνει ἐμᾶς μὲ τὸν Ἰάκωβο καί με τοὺς προκατόχους του. Ἔτσι ἔψαλλαν αὐτοί, ἔτσι ἔψαλλε ὁ Ἰάκωβος, ὁ Πρίγγος στὴ συνέχεια, μὲ τὸ ἴδιο ὕφος, ἔτσι τ᾽ ἀκούσαμε σήμερα κι᾽ ἐμεῖς μέσα ἀπὸ τοὺς αἰῶνες, ἀπὸ τοὺς φωνογραφικοὺς αὐτοὺς δίσκους.

Ἡ χορωδία τῆς Ἑστίας Ἐθνικῆς καὶ Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ Πρωτοψάλτου κ. Θεοδώρου Βασιλείου, ἐρμήνευσε ἀπαράλλακτα ὁρισμένα μαθήματα ποὺ κατέγραψε ὁ χοράρχης της ἀπὸ τοὺς δίσκους αὐτούς, στὴ μουσικοφιλολογικὴ ἐκδήλωση, ποὺ ἔγινε πρὸς τιμὴ καὶ μνήμη τοῦ Ἰακώβου Ναυπλιώτου, τὸ βραδὺ τῆς l8ης Νοεμβρίου, αὐτοῦ τοῦ μηνός, στὸ κινηματοθέατρο ΠΑΛΛΑΣ. Αὐτὰ ἃς τὰ προσέξουν ἰδιαιτέρως ὅσοι ἀμφισβητοῦν τὴ γνησιότητα τοῦ Πατριαρχικοῦ ὕφους στὶς μέρες μας.

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βενιαμὶν ὁ Α', γιὰ νὰ τιμήσῃ τὸν ἐκλεκτὸ καλλιτέχνη μὰ καὶ ἐξαιρετικὸ ἄνθρωπο, ἀποχωρώντας ἀπὸ τὸ στασίδι του τὸ ἔτος 1939, τὸν ὀνόμασε με Πατριαρχικὸ Πιττάκιο «Ἐπίτιμο Πρωτοψάλτη τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας».

Ὁ Ἰάκωβος ἐκοιμήθῃ ἐν Κυρίῳ στὶς 5 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1942 στὸ Ψυχικό. Ὁ θρῦλος του θὰ μένει ἀθάνατος.

Ὁ Καθηγητὴς Ἄγγελος Βουδούρης σὲ μελέτη του στὴν «Ὀρθοδοξία» σημειώνει γιὰ τὸν Ἰάκωβο: «ὁ Ἰάκωβος Ναυπλιώτης, ὡς Β´ Δομέστικος τοῦ Πατριαρχικοῦ ναοῦ, παρὰ τὸ πλευρὸν τοῦ μουσικοδιδασκάλου Νικολάου Λαμπαδαρίου, ὁ ὁποῖος ἔψαλλε χρησιμοποιὼν πάντοτε μουσικὰ κείμενα χειρόγραφα τῆς παλαιᾶς γραφῆς Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου, ἐπειδὴ ἐντελῶς οὗτος ἠγνόει τὸ νέον γραφικὸν σύστημα, ἐμυήθη τὴν μουσικὴν καὶ ἐμορφώθη εἰς τὸ κατὰ τὸ ὕφος τοῦ Πατριαρχικοῦ ναοῦ ψάλλειν τὰ ἐκκλησιαστικὰ μέλῃ, διέσωσε τὴν μουσικὴν πρᾶξιν τῶν ἀρχαιοτέρων πρωτοψαλτῶν καὶ αὐτὸς τὴν σήμερον εἶναι ὁ συνεχιστὴς τῆς πατριαρχικῆς παραδόσεως».

Ὁ μουσικολόγος Παναγιώτης Ἀντωνέλλης στὸ ἔργο τοῦ «Ἡ Βυζαντινὴ Ἐκκλησιαστικὴ Μουσική» γράφει: «ὁ Ἰάκωβος ὅταν ἔψαλλε, μὲ τὴ χάρη τῆς μουσικῆς του ἰδιοφυίας καὶ μὲ τὸ ἀπαράμιλλο ὕφος του κατόρθωνε νὰ ἐμπνέει στὶς ψυχὲς τῶν ἀκροατῶν τὴν κατάνυξη, τὸ δέος, τὸν ἐνθουσιασμό». Ἐπίσης ὁ μουσικολόγος Γεώργιος Τσατσαρώνης σὲ ἄρθρο του γιὰ τὸν Ἰάκωβο μας λέει ὅτι «τὸν διέκρινε ἡγεμονικὴ φωνή, μεταλλικὴ καὶ γλυκυτάτη».

Καὶ ὁ Πρίγγος, ὁ ἀντάξιος μαθητὴς καὶ διάδοχος του σὲ ἀπαθανατίζουσα τὴ φωνὴ του φωνοταινία ἀκοῦμε να λέει: «Βρέθηκα γιὰ πρώτη φορὰ καὶ ἤκουσα τὸν Ἰάκωβο στὸν Παρακλητικὸ Κανόνα καὶ ἔλεγε "Ἄλαλα τὰ χείλη τῶν ἀσεβῶν" καὶ κατέβηκε ὁ Πατριάρχης Ἰωακεὶμ ὁ Γ', καὶ προσκύνησε τὴν Παμμακάριστο καὶ ᾖλθε πάλι πίσῳ, ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ ἀνέβηκε στὸ θρόνο. Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα που ἤκουσα, τρελάθηκα, λέγω: Κανεὶς δὲν εἶναι ψάλτης, παρὰ μόνο αὐτός».

Ὁ πολυτραγουδισμένος Ἰάκωβος, ἡ πολύφθογγος λύρα, ἀγαπητοί μου, σήμερον σιωπᾶ. Ἔχει προσεγγίσει πολὺ κοντὰ στὸ Θεὸ μὲ τὶς τόσες ὑμνολογίες του. Ἀλλὰ τὸν νιώθουμε νὰ εἶναι αὐτὴ τὴ στιγμὴ καὶ ἀνάμεσα μας καὶ νὰ μας ἐρωτᾶ: Τὶ νέα ἔχουμε; Τὶ ἦχο ἔχουμε σήμερα; Τὶ ἐωθινό; Μπαίνουν πάλι οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου ἀπὸ τὸ θόλο τοῦ ἱεροῦ; Ψάλλουν οἱ ψάλτες κατὰ τὸ ὕφος τὸ δικό μου;

Καὶ τοῦ ἀπαντάμε: «Μάλιστα, μάλιστα Δάσκαλε Μεγάλε. Ἐδῶ εἶναι σήμερα, παρόντες, οἱ ἄξιοι συνεχιστές σου, ἡ Χορωδία τοῦ Συλλόγου τῶν Μουσικοφίλων τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν μὲ τὸν κορυφαῖο χοράρχη της, τὸν κ. Δημοσθένη Παϊκόπουλο, ἐγγονό σου στὸ Πατριαρχικὸ ψαλτήρι, καί μὲ ὅλα τὰ ἀξιότιμα Μέλη τῆς Χορωδίας, τὰ δισέγγονά σου, καὶ μὲ ἐπικεφαλὴς τὸν ἐκλεκτὸ καὶ ἀκούραστο Πρόεδρο της, τὸν κ. Ἰωάννη Σκούτα, καὶ χωρὶς νὰ λησμονοῦμε τὸν ἰδρυτὴ τῆς Χορωδίας κ. Γεώργιο Τσαούση, καὶ ποὺ γιορτάζουν σήμερα τὸν προστάτη ἅγιο τους, τὸν Ἅγιο Ἀνδρέα τὸν Πρωτόκλητο, ἰδρυτὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ σὲ πόσες, ποῖος ξέρει, Πατριαρχικὲς καὶ Συνοδικὲς Λειτουργίες ἔψαλλες τὴ μέρα αὐτή».

Και ἔχουμε ἀκόμη νὰ σοῦ ποῦμε σεβαστέ, ἀλησμόνητε καὶ ἀείμνηστε «Δάσκαλε»: οἱ αἰῶνες θὰ μιλοῦν καὶ θὰ τραγουδοῦν τὸ ὄνομά σου, ποὺ ἔγινε «οἰκουμενικό» στὸν ψαλτικὸ κόσμο. Ἤσουν αὐθεντία. Σὺ ἔψαλλες χρόνια σὲ δεκατέσσερις Πατριάρχες καὶ ἄλλους τόσους καὶ ἀμετρήτους Ἀρχιερεῖς τὸ περίφημο «εἰς πολλὰ ἔτη Δέσποτα», τὸ ἀργὸ ἐκεῖνο τῆς εἰσόδου, σὲ ψάλλουμε σήμερα κὶ ἐμείς:

Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀξιομακάριστε καὶ ἀείμνηστε Ἄρχοντα Ἰάκωβε Ναυπλιώτη!

Τοῦ Αἰδεσιμολ. π. Σεραφεὶμ Φαράσογλου
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Παρ 20 Μαρ 2009, 00:51:59

Ιωαννίδης Δημήτριος έγραψε:ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΒΙΓΓΟΠΟΥΛΟΣ
( 1882 – 1938 )


᾿Απὸ τὴν ἱστοσελίδα τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου (http://www.ec-patr.net/gr/psaltai/viggopoulos.htm)

Εὐστάθιος Βιγγόπουλος

Ἄρχων Λαμπαδάριος τῆς Μ.τ.Χ.Ἐ.


Ὁ Εὐστάθιος Βιγγόπουλος ἐγεννήθη ἐν Κανδυλλίῳ τοῦ Βοσπόρου τὸ ἔτος 1882. Ἀπὸ πολὺ μικρὸς ἐπεδόθη εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ καὶ πολὺ γρήγορα ἀνεδείχθη βαθὺς μύστης αὐτῆς. Ἔψαλλε εἰς διαφόρους ναοὺς τῆς Πόλεως. Τὸ ἔτος 1908 προσελήφθη δεξιὸς ψάλτης εἰς τὸ Μετόχιον τοῦ Παναγίου Τάφου εἰς τὸ Φανάρι. Τὸ ἔτος 1910 δεξιὸς εἰς τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο Προύσσης, ἀπὸ ὅπου τῇ συστάσει τοῦ Μητροπολίτη Προύσσης Δωροθέου προσλαμβάνεται εἰς τὸν Πατριαρχικὸν Ναὸν τὸ ἔτος 1913 ὡς Β´ Δομέστικος. Τέλος, τὸ ἔτος 1916 προάγεται εἰς Ἄρχοντα Λαμπαδάριο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.

Ὁ Εὐστάθιος Βιγγόπουλος «ἐγκρατὴς μουσικός», ἄφησε ἐποχὴ εἰς τὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ ἐπὶ 22 χρόνια ψάλλων σὺν τῷ Ἰακώβῳ Ναυπλιώτῃ, καὶ τὴν ὁποία συνέχισε ἔπειτα ἄλλα 20 χρόνια ὁ Πρίγγος μὲ τὸν Στανίτσα.

Ὁ Βιγγόπουλος ὅταν ἔψαλλε ἕμενε ἀκίνητος, ὥστε νὰ ἀμφιβάλλει κανεὶς ἂν πράγματι αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔψαλλε ἢ ἄλλος τις. Συνέθεσε πολλὰ μαθήματα, ἰδίως Κοινωνικά, τὰ ὁποῖα παραμένουν ἀνέκδοτα χειρόγραφα ἐν χερσὶ πολλῶν μαθητῶν καὶ θαυμαστῶν του.

Ὁ Βιγγόπουλος ἀπέθανε τῇ 8ῃ Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 1938. Ἡ κηδεία τοῦ ἐγένετο ἐν τῷ Πατριαρχικῷ Ναῷ ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μαξίμου. Τὸν Πατριάρχη ἀντεπροσώπευσε ὁ Δευτερεύων Μάξιμος, τὸ πένθος ἔφερε ὁ Ἄρχων Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος Ναυπλιώτης, ἐπικήδειο προσφώνησε ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος Γρηγόριος καὶ ἔψαλε ὁ Ἄρχων Μουσικοδιδάσκαλος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Β. Ὀνουφριάδης σὺν τοῖς ἄλλοις ἰεροψάλταις τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς.
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Παρ 20 Μαρ 2009, 00:56:08

Ιωαννίδης Δημήτριος έγραψε:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΡΙΓΓΟΣ
( 1892 – 1964 )



᾿Απὸ τὴν ἱστοσελίδα τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου (http://www.ec-patr.net/gr/psaltai/priggos.htm)


Κωνσταντῖνος Πρίγγος

Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μ.τ.Χ.Ἐ.


Ὁ Κωνσταντῖνος Πρίγγος ἐγεννήθη ἐν Κωνσταντινουπόλει, κατὰ τὸ ἔτος 1892. Ἡ ἄποψις πολλῶν ὅτι ἐγεννήθη ἐν Ζαγορᾷ τοῦ Βόλου δὲν εὐσταθεῖ. Ἐφοίτησε μέχρι τὴν Δ´ γυμνασίου (ἤτοι τὴν Α´ λυκείου) εἰς τὸ Ζωγράφειον Γυμνάσιον τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τὸ ἔτος 1915, ἐνυμφεύθη τὴν ἐπίσης Κωνσταντινουπολίτισσα Ἑλένην καὶ ἀπέκτησε ἀπὸ αὐτὴν τρία παιδία· τὸν Βύρωνα, τὴν Ἀλίκην, καὶ τὴν Κυβέλην, ἡ ὁποία ἀπεβίωσε τὸ ἔτος 1950.

Τὰ πρῶτα μουσικὰ γράμματα τὰ ἐδιδάχθη εἰς ἡλικίαν δέκα ἐτῶν ἀπὸ τὸν Πρωτοψάλτην τοῦ καθεδρικοῦ Ναοῦ Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου Πέραν, Μουσικοδιδασκάλου Εὐστρατίου Παπαδοπούλου τοῦ Βυζαντίου, τοῦ ἐπιλεγομένου Καμπούρη, ὅπου καὶ διεκρίθη ὡς Α´ Κανονάρχης. Μετέπειτα κατ᾽ οἶκον διδάσκαλός του ἧτο ὁ Μιχαὴλ Μουρκίδης, Πρωτοψάλτης Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Τριάδος Πέραν, διακεκριμμένος ἐπὶ καλλιφωνίᾳ καὶ μουσικῇ ἐμπειρίᾳ. Ἀμφότεροι oἱ διδάσκαλοί του ἦσαν μαθηταὶ τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Γεωργίου τοῦ Ῥαιδεστηνοῦ τοῦ Β´, μεγάλου ἐκτελεστοῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς. Ἐν συνεχείᾳ ἐπὶ τέσσαρα περίπου ἔτη ἐφοίτησε εἰς τὴν Πατριαρχικὴ Μουσικὴ Σχολή, ἔχων διδάσκαλον καὶ τὸν Ἰάκωβον Ναυπλιώτην, ὅπου καὶ ἐτελειοποιήθη εἰς τὴν θεωρίαν καὶ ὀρθογραφίαν τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς.

Πολυκύμαντος ἦτο ἡ ψαλτική του σταδιοδρομία. Συγκεκριμένα ἔψαλλε στοὺς κάτωθι Ναούς· Ἀπὸ τὸ 1908 - 1909, Β´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Ἀποστόλων Φερίκιοϊ.
Ἀπὸ τὸ 1909 - 1911, Α´ Δομέστικος Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Τριάδος Πέραν.
Ἀπὸ τὸ 1911 - 1913, Β´ Δομέστικος Πανσέπτου Πατριαρχικοῦ Ναοῦ.
Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη Πρωτοψάλτης ἧτο ὁ Ἰάκωβος Ναυπλιώτης, Λαμπαδάριος ὁ Κωνσταντῖνος Κλάββας καὶ Α´ Δομέστικος ὁ Δημήτριος Φωκαεύς.
Ἀπὸ τὸ 1913 - 1915, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Δημητρίου Ταταούλων.
Aπὸ τὸ 1915 - 1916, Β´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Τριάδος Πέραν.
Ἀπὸ τὸ 1916 - 1925, Α´ Ψάλτης τοῦ ἰδίου Ναοῦ.
Ὁπότε καὶ ἐγκαταλείπει τὴν Κωνσταντινούπολιν καὶ ἔρχεται εἰς τὴν Ἑλλάδα, ὅπου·
Ἀπὸ τὸ 1925 - 1926, Α´ Ψάλτης Πανελληνίου Ἱδρύματος Τήνου.
Ἀπὸ τὸ 1926 - 1929, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Παύλου Καβάλας.
Ἀπὸ τὸ 1929 - 1930, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Παναγίας Ἀχειροποιήτου Θεσσαλονίκης.
Ἀπὸ τὸ 1930 - 1933, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ὑπαπαντῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁπότε καὶ ἐπανέρχεται εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὅπου·
Ἀπὸ τὸ 1933 - 1936, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Τριάδος Πέραν.
Ἀπὸ τὸ 1936 - 1937, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Χίων Γαλατᾶ.
Ἀπό τὸ 1937 - 1938, Α´ Ψάλτης Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Δημητρίου Ταταούλων.
Τὰ δύο τελευταία ἔτη, ἔχων ὡς ἀριστερὸν καὶ ἀκολούθως ὡς δομέστικόν του, τὸν μετέπειτα Πρωτοψάλτη τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ, βαθὺ γνώστη καὶ ἀκάματο μελετητὴ τῆς πατρώας ἡμῶν μουσικῆς, Βασίλειο Nικoλαΐδη.

Εἰς τὸ τεῦχος Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 1938 τοῦ περιοδικοῦ «Ὀρθοδοξία» ἀναφέρεται· «Εἰς τὴν διὰ τοῦ θανάτου τοῦ ἀειμνήστου Εὐστ. Βιγγοπούλου κενωθεῖσαν θέσιν τοῦ Ἄρχοντος Λαμπαδαρίου τῆς Μ. τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἡ Α. Θ. Παναγιότης διώρισε τὸν πρωτοψάλτην τῆς ἐν Ταταούλοις Ἱ. Ἐκκλησίας τοῦ Ἁγ. Δημητρίου κ. Κωνσταντῖνον Πρίγγον, ὅστις πρὸ ἱκανῶν ἐτῶν ἐχρημάτισε Β´ Δομέστικος τοῦ Πανσέπτου Πατριαρχικοῦ Ναοῦ».

Εἰς τὸν διορισμὸ αὐτόν, μεγάλως συνέβαλε ὁ Ἰακ. Ναυπλιώτης, μὲ τὴν ἑξῆς ἐτυμηγορίαν του· «Διὰ νὰ διαφυλαχθῇ τὸ πατριαρχικὸν ὕφος, ὁ μόνος κατάλληλος εἶναι ὁ Πρίγγος», ἡ ὁποία καὶ ἐπεκράτησε, δεδομένου ὅτι ὁ τότε Α´ Δομέστικος Ἀναστάσιος Μιχαηλίδης, αὐτὸς ὁ λίαν πεπειραμένος καὶ βαθὺς γνώστης τῆς πατριαρχικῆς τάξεως, ἀπὸ τὸν ὁποῖον πολλὰ ἀπεκόμισαν Πρίγγος καὶ Στανίτσας, λόγῳ ἀκαταλληλότητος τῆς φωνῆς του, δὲν ἐθεωρήθη ἱκανὸς προαγωγῆς.

Ὡς Ἄρχων Λαμπαδάριος ἔψαλλε μέχρι τὸν Μάρτιο τοῦ 1939, ὅταν ὁ Ἄρχων Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος Ναυπλιώτης ἔλαβεν ἐξάμηνον ἀναρρωτικὴν ἄδειαν, μὲ τὴν λῆξιν τῆς ὁποίας ὑπέβαλε τὴν ὁριστικήν του παραίτησιν. Ἀπὸ 1ης Μαρτίου τοῦ 1939 μέχρι καὶ τὴν 23ην Σεπτεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐχρημάτισεν Τοποτηρητὴς τῆς Πρωτοψαλτίας, ἐνῷ ἀπὸ τὰς 24 Σεπτεμβρίου 1939 μέχρι καὶ τὰ μέσα τοῦ 1959, ποὺ διὰ λόγους ὑγείας παρητήθη, ἐπὶ μίαν εἰκοσαετίαν, Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.

Ἤδη ἀπὸ τὸ 1957 προσβληθεὶς ἀπὸ παραπληγίαν, μετεκινεῖτο μετὰ δυσκολίας βαδίζων, ὑποβασταζόμενος ὑπὸ φίλων μέχρι καὶ τὸ ἀναλόγιον, λόγῳ ἀτονίας τῶν κάτω ἄκρων του.

Ἐν συνεχείᾳ ὁ Πρίγγος, χάριν θεραπείας καὶ μὴ ἔχων τὴν κεφαλήν ποῦ κλῖναι, ἀναχωρεῖ εἰς Ἑλλάδα, ὅπου ἐπὶ τριετίαν καὶ πλέον νοσηλεύεται εἰς τὸ Nοσοκομεῖον «Εὐαγγελισμός».

Καὶ φθάνουμε στὸν Φεβρουάριο τοῦ 1964. Ἡ χορῳδία Συνδέσμου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως συναθροισμένη εἰς τὴν αἴθουσα Παναγίας Σταυροδρομίου, ἑτοίμη διὰ τελευταία πρόβα προσεχοῦς ἐμφανίσεώς της, ἀναμένει τὸν χοράρχη Θρ. Στανίτσα, ὁ ὁποῖος καὶ ἀργοπορεῖ. Αἴφνης ἀνοίγει ἡ πόρτα καὶ εἰσέρχεται εἰς τὴν αἴθουσα περίλυπος, παλλούσῃ τῇ φωνῇ ἀναγγέλλων τὸν θάνατον τοῦ Πρίγγου. Ταυτόχρονα σωριάζεται σὲ ἕνα κάθισμα, κλαίων μετὰ λυγμῶν ὡσὰν μικρὸ παιδί. Βλέπετε αὐτὸν ἔταξε ἡ μοῖρα ἀγγελλιοφόρον τοῦ θλιβεροῦ μηνύματος τοῦ θανάτου, τοῦ ἐπὶ μίαν εἰκοσαετίαν συναδέλφου του. «Ἐπελθὼν ὁ θάνατος πάντα ἐξηφάνισται». Ἔπρεπε νὰ ἐπέλθῃ τὸ μοιραῖον, γιὰ νὰ παραχωρήσουν αἱ ἀνθρώπιναι ἀδυναμίαι τὴν θέσιν των εἰς τὸ δέος καὶ τὸν οἶκτο.

Τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας του, ἡ ὁποία ἐψάλη μεγαλοπρεπῶς εἰς τὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν, ἐπεμελήθη ὁ Σύλλογος Φίλων Βυζαντινῆς Μουσικῆς Ἀθηνῶν καὶ ὁ ἐνταφιασμὸς ἐγένετο εἰς τὸ Γ´ Νεκροταφεῖον.

Ἀργότερα εἰς ἔρανο ποὺ πραγματοποιήθηκε μερίμνῃ καὶ πρωτοβουλίᾳ τοῦ ἐπιφανοῦς μουσικοδιδασκάλου καὶ ἐκλεκτοῦ ἀνδρὸς Γεωργίου Τσατσαρώνη, συνηθροίσθη σεβαστὸ ποσὸν τὸ ὁποῖον καὶ διετέθη εἰς τὴν ἀνέγερσιν μνημείου εἰς τὸ Νεκροταφεῖον Ν. Σμύρνης, εἰς μνὴμην τῶν ἀπὸ Ἁλώσεως καὶ μέχρι τῆς σήμερον θανόντων ἱεροψαλτῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἐκεῖ τὸ ἔτος 1972 ἐγένετο ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ὀστῶν τοῦ ἀειμνήστου Πρίγγου μὲ μεγαλοπρέπειαν, προεξάρχοντος τοῦ τότε Σεβ. Μητροπολίτου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Βελγίου κ. Αἰμιλιανοῦ Ζαχαροπούλου, ὅστις καὶ ἐξεφώνησε τὸν κατάλληλον τῇ περιστάσει λόγον. Αὐτὰ εἰς μνημόσυνον αἰώνιον.

Ὁ Πρίγγος εἰς τὴν ἰδιωτική του ζωὴ ἦτο λιτός. Ἀπὸ οἰκονομικῆς πλευρᾶς, ὁ μισθός του ἱκανοποιητικὸς μέν, ὅμως δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ζῇ, ὅπως ἁρμόζει εἰς Ἄρχοντα Πρωτοψάλτη. Παρὰ ταῦτα κυκλοφοροῦσε πάντοτε εὐπρεπῶς ἐνδεδυμένος. Ἂν καὶ ἐκάπνιζε, αὐτὸ δὲν τοῦ δημιούργησε προβλήματα. Δὲν ἧτο πότης, ἠρέσκετο ὅμως νὰ συνευωχεῖται καὶ ἐξηγοῦμαι. Τοὺς χειμερινοὺς μῆνας κυρίως, μετὰ τὴν ἀπόλυσιν τῆς Κυριακάτικης Λειτουργίας, ὅλοι οἱ ψάλται τῆς περιοχῆς Φαναρίου καὶ περιχώρων συνηθροίζοντο εἰς τὸ καφενεῖο τοῦ Γιώργου, εἰς τὴν πλατεῖα Φαναρίου. Ἐκεῖ ἐρχόταν καὶ ὁ Πρίγγος, γιὰ νὰ πάρῃ τὸν εἰθισμένον του καφὲ ἐν μέσῳ θαυμαστῶν του. Ἀκολουθοῦσαν συζητήσεις, κυρίως γιὰ ψαλτικὰ θέματα, ποὺ διαρκοῦσαν μία, πολλὲς φορὲς καὶ δύο ὧρες.

Αὐτὸς ὁ μικρός μέν τὸ δέμας, δεινὸς ὅμως ὡς πρὸς τὴν ἐφαρμογὴ καὶ ἐκτέλεσιν τοῦ Πατριαρχικοῦ ὕφους, αὐτὸς ὁ γλυκαίνων ἀκοὴν καὶ διάνοιαν διὰ τῶν μελιῤῥύτων αὐτοῦ φθεγμάτων, ἦτο μία ἀπὸ τὰς σπανίας μορφὰς τῆς ἱερᾶς ἡμῶν μουσικῆς, προικισμένος ἀπὸ τὴν φύσιν μὲ ἐξαίρετον φωνητικὸν τάλαντον, ἀπαράμιλλον μουσικὴν δεινότητα, σπάνια ἠδύτητα τῆς φωνῆς, ἀλλὰ καὶ μὲ μνήμη ἀπεριόριστον.

Ἄριστος μελοποιός, μὲ ἀρκετὰ πλούσια συνθετικὴ δράση, ὄχι ὅμως καὶ ἐκδοτική. Τὸ μοναδικὸ του ἐπίσημο σύγγραμμα, τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζει ἡ ἁπλότητα τῆς γραφῆς καὶ διὰ τὸ ὁποῖον ὁ ἴδιος εἰς πρόλογόν του μᾶς λέγει ὅτι· «Μᾶς παραδίδει διὰ γραφῆς ὅ,τι διὰ ζώσης παρέλαβε ἀπὸ τὸν διδάσκαλόν του Ἰάκωβο Ναυπλιώτη», εἶναι τὰ ὑπὸ τὸν τίτλο «Ἡ Πατριαρχικὴ Φόρμιγξ», Μεγάλη Ἑβδομάς, Δοξαστάριον καὶ Ἀναστασιματάριον (Τὰ δύο τελευταία συμπληρωθέντα ὑπὸ μαθητῶν του καθ᾽ ὑπαγόρευσιν τοῦ ἰδίου).

Ὅσον ἀφορᾶ τὴν συνθετική του δράση, ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω, ἔχει μελοποιήσει πλῆθος ἀργῶν καὶ ἀργοσυντόμων Χερουβικῶν εἰς ὅλους τοὺς ἤχους, Λειτουργικὰ εἰς ἦχον β´ (Χουζζάμ), πλ. α´, πλ. β´, βαρύν, πλ. δ´ καὶ πλ. α´ (Χιτζαζκιὰρ Κιουρντί), «Δύναμις» εἰς ἦχον α´ (Σαμπαχί), «Δύναμις - Ὅσοι εἰς Χριστόν». Δύο ἐμμελεστάτους πολυχρονισμοὺς εἰς ἦχον πλ. α´ καὶ πλ. δ´ καὶ ἄλλα.

Ὅλα τὰ γνήσια ἔργα του φέρουν τὴν σφραγῖδα ἐνδελεχοῦς ἐργασίας, ἐκλεκτικότητος καὶ ἀνωτέρας ἐμπνεύσεως. Πολλοὶ σύγχρονοι μελοποιοὶ ἔχουν ἐκδόσει ἢ καὶ ἔχουν συμπεριλάβει σποράδην, εἰς διαφόρους ἐκδόσεις τῶν, μεταξὺ ἄλλων πολλὰ ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω, μὲ γραφὴν ὅμως τελείως διάφορον τῆς τοῦ ἰδίου.

Ἡ φωνή του ἐκινεῖτο ἄνετα εἰς δὶς διαπασῶν κλίμακα καὶ πέραν τούτου, ὅπου δεῖ, ἐχρησιμοποίει δύο καὶ τρεῖς νόθες φωνὲς πρὸς τὸ ὀξύ. Γλυκύς, σεμνοπρεπὴς καὶ μυστικοπαθὴς κατὰ τὴν ἐκτέλεσιν ὡρισμένων μαθημάτων, ὅπως προεισαγωγαὶ ἀργῶν Χερουβικῶν, ἀργὸν Ἀλληλούϊα τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Νυμφίου, ἀργὰ Προκείμενα τῶν κατανυκτικῶν Ἑσπερινῶν, «Δόξα σοι Κύριε» τοῦ Εὐαγγελίου, «Tὸv Δεσπότην καὶ Ἀρχιερέα» -τὸ ὁποῖον συνήθιζε να ψάλλῃ ἐστραμμένος πρὸς τὸν Δεσποτικὸν Θρόνον καὶ μὲ τὰς παλάμας τῶν χειρῶν του ἑνωμένας, ὅπως ἵσταται ὁ κανονάρχης ἀπέναντι τοῦ Πατριάρχου γιὰ νὰ ἀπαγγείλῃ τὸ «Κέλευσον, Δέσποτα» καὶ ἄλλα.

Ἡγεμονικός δέ, ὅπως συνήθιζε νὰ λέγῃ καὶ ὁ ἴδιος, κατὰ τὴν ἐκτέλεσιν μαθημάτων, ὅπως Ἀκολουθίαι Ἑσπερινοῦ καὶ Ὄρθρου ἐν γένει, ἀργαὶ Δοξολογίαι, ἀργὰ Ἰδιόμελα Κατανυκτικῶν Ἑσπερινῶν, ἀργαὶ Καταβασίαι· «Ἤδη βάπτεται κάλαμος», «Τὸν ἥλιον κρύψαντα» - κατὰ τὴν περιφορὰν τοῦ Ἐπιταφίου, Τροπάριον τῆς Κασσιανῆς ἑξαιρουμένων ὡρισμένων γραμμῶν καὶ ἄλλα, πάντοτε ὅμως εἰς ὕφος Πατριαρχικόν.

Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· Τὶ εἶναι τὸ Πατριαρχικὸν λεγόμενον ὕφος; Σεμνότης καὶ μεγαλοπρέπεια, ἡγεμονικὴ ἢ μυστικοπαθὴς ἐκτέλεσις ὅπου δεῖ, ὁ ἐνδεδειγμένος χρόνος, ἡ ὀρθὴ ἀπαγγελία, ὁ τονισμὸς τῶν λέξεων καὶ αὐτὴ ἀκόμη ἡ σωματικὴ στάσις τοῦ ψάλλοντος, ὅλα αὐτὰ ὁμοῦ συνυφασμένα δίδουν, κατὰ τὸν Πρίγγον, τὸν ὁρισμὸν τῆς ἐννοίας τοῦ Πατριαρχικοῦ ὕφους, τὸ ὁποῖον μεταδίδεται διὰ ζώσης καὶ μόνον καὶ ἀποκλειστικῶς ἐν τῷ Πατριαρχικῷ Ναῷ. Ἄν καὶ ποτὲ δὲν χρησιμοποιοῦσε φθογγόμετρον, καθ᾽ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς πρωτοψαλτίας του, τὰ ἴδια μαθήματα τὰ ἔψαλλε πάντοτε εἰς τὴν ἰδίαν βάσιν. Αὐτὸ δὲν ἐξέφευγε τῆς προσοχῆς ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκδήλου ἐκτιμήσεως τοῦ Στανίτσα.

Ψυχρότης χαρακτήριζε, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, τὶς σχέσεις τῶν δύο ἀνδρῶν Πρίγγου καὶ Στανίτσα. Ἀπέφευγαν νὰ συναντῶνται. Ὑπῆρχαν ὅμως στιγμαὶ ἢ καὶ περίοδοι παροδικῆς φιλίας. Παρὰ ταῦτα ὁ Στανίτσας, εἰς μίαν κατ᾽ ἰδίαν συνομιλίαν μας, δὲν δίστασε νὰ τὸν ὀνομάσῃ γίγαvτα. Αὐτὸ τὸν τιμᾷ. Ὅπως καὶ ὁ Πρίγγος πολλάκις μου ἔλεγε· «Ἄκουσε, Σταμάτη, μετὰ ἀπὸ αὐτόν, ἐννοοῦσε τὸν Στανίτσα, ἄλλος δὲν ὑπάρχει νὰ τὸν διαδεχθῇ.»

Ἀναμφιβόλως ἡ ὀκταετής διαμονὴ τοῦ Πρίγγου στὴν Ἑλλάδα (1925 - 1933) ἄφησε ἐποχή. Ὁ τρόπος τοῦ ψάλλειν, ἤτοι τὸ σεμνοπρεπὲς καὶ μυστικοπαθές του ὕφος, ὁμοῦ καὶ τὸ καλλικέλαδον τῆς φωνῆς του, εἶχον μεγάλην ἐπίδρασιν εἰς τὸν ἱεροψαλτικὸν καὶ ὄχι μόνο κόσμον, ἀποτέλεσμα τῆς ὁποίας ἧτο ἡ δημιουργία ἑνὸς ῥεύματος ὀπαδῶν Πρίγγου.

Ὁ Πρίγγος διέπρεπε καὶ ὡς χοράρχης, ἀπὸ τοῦ ἔτους 1948 τῆς νεοσυστάτου τότε Χορῳδίας Συνδέσμου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως τὴν ὁποίαν ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν διηύθυνε μὲ μεγάλην μαεστρίαν ἀλλὰ καὶ πειθαρχίαν.

Ἐν κατακλεῖδι ὁ Πρίγγος ἐτίμησε τὸ πατριαρχικὸ ἀναλόγιον διακριθεὶς διὰ τὴν καλλιφωνίαν του καὶ τὴν μουσικήν του μόρφωσιν. Ἰδίως ὅμως ἀφῆκεν ἐποχὴ ὡς ἄριστος ἐκτελεστὴς τοῦ Πατριαρχικοῦ ὕφους, φανεὶς ἀντάξιος τῶν προκατόχων του.

ὑπὸ τοῦ κ. Σταμάτη Παπαμανωλάκη
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Re: Βιογραφικά Πατριαρχικών Ψαλτών

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Παρ 20 Μαρ 2009, 01:01:15

Ιωαννίδης Δημήτριος έγραψε:ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ ΣΤΑΝΙΤΣΑΣ
( 1910 – 1987 )



᾿Απὸ τὴν ἱστοσελίδα τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου (http://www.ec-patr.net/gr/psaltai/stanitsas.htm)


Θρασύβουλος Στανίτσας

Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μ.τ.Χ.Ἐ.


Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας γεννήθηκε στὰ Ψωμαθειὰ τῆς Πόλης, τὸ ἔτος 1910 (κατ᾽ ἄλλους 1907).. Τὴν πρώτη μουσική του κατάρτιση τὴν πῆρε ἀπὸ τὸν θεῖό του Δημήτριο Θεραπειανό. Στὴ συνέχεια μαθήτευσε κοντὰ στοὺς Μιχαὴλ Χατζηαθανασίου, Δημήτριο Βουτσινᾶ, Γιάγγο Βασιλειάδη καὶ Ἰωάννη Παλάση.

Ἔψαλλε σὲ διαφόρους ναοὺς τῆς Πόλης· στὰ Ψωμαθειά, στὸν Ἅγιο Μηνᾶ, στὴ Θεία Ἀνάληψη, στὸν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, καὶ στὸ Γαλατᾶ, στὸν Ἁγ. Νικόλαο, ἀριστερός, μὲ δεξιὸ τὸν Παλάση.

Κατὰ τὸ ἔτος 1939, ὅταν ὁ Λαμπαδάριος Κων. Πρίγγος διεδέχθη τὸν λόγῳ γήρατος ἀποχωρήσαντα Πρωτοψάλτη Ἰάκωβο Ναυπλιώτη, ἐκλήθη ἔξωθεν ὁ Στανίτσας ὡς ὁ καταλληλότερος νὰ ἀναλάβῃ ἀπὸ 1ης Μαρτίου τοῦ ἰδίου ἔτους τὴν θέση τοῦ Ἄρχοντος Λαμπαδαρίου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας πολλὲς δυσκολίες συνήντησε, ὅπως ὁμολογεῖ καὶ ὁ ἴδιος, καὶ πολλὲς προσπάθειες κατέβαλε μέχρις ὅτου γνωρίσει τὰ μαθήματα ποὺ ψάλλονται κατὰ τὴν παράδοση μέσα στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, ὡς ἔξωθεν κληθεὶς ἀπ᾽ εὐθείας στὴ θέση τοῦ Λαμπαδαρίου. Λέγεται μάλιστα ὅτι ὁ ἀείμνηστος Ἀναστάσιος Μιχαηλίδης, γνωστὸς μὲ τὸ χαρακτηριστικὸ «ὁ σομπατζής», ἐκ τοῦ ἐπαγγέλματός του, ποὺ ἦταν Α´ Δομέστικος ἐπὶ Ἰακώβου Ναυπλιώτου, τὸν προετοίμαζε κάθε ἑβδομάδα στὰ μαθήματα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ψάλλῃ.

Ἔτσι φαίνεται συνέβαινε καὶ παλαιότερα μὲ τοὺς ἔξωθεν κληθέντας στὸν Πατριαρχικὸ Ναό. Σχετικὰ ὁ Ἄγγελος Βουδούρης (Καθηγητὴς τῶν Θρησκευτικῶν καὶ Α´ Δομέστικος τοῦ Πατρ. Ναοῦ γράφει σὲ ἄρθρο του στὴν Ὀρθοδοξία, τὸ ἔτος 1937, τὰ ἑξῆς· «Οἱ διὰ τὴν θέσιν τοῦ Πρωτοψάλτου (καὶ Λαμπαδαρίου) τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ ἔξωθεν προσληφθέντες συνήντων μεγάλην δυσχέρειαν εἰς τὴν πατριαρχικὴν ψαλμῳδίαν, δυσχέρειαν, ἣν δυσκόλως παρέκαμπτον, ὄντες ὑποχρεωμένοι κατὰ τὸν χρόνον τῆς Πρωτοψαλτίας αὐτῶν νὰ διευθύνωνται καὶ νὰ ῥυμουλκῶνται ἐν τῷ ψάλλειν ὑπὸ τῶν Λαμπαδαρίων καὶ τῶν Δομεστίκων τοῦ Ναοῦ, ὅπως τοῦτο συνέβαινεν εἰς τοὺς ἀμέσως γενομένους Πρωτοψάλτας Σταυράκην Γρηγοριάδην (1866) καὶ Γεώργιον Βιολάκην (1876)».

Ὅμως, ὁ Στανίτσας πολὺ σύντομα ἀνεδείχθη ἀντάξιος διάδοχος τῆς θέσεως τῶν προκατόχων του. Μὲ τὴν ἐπιμέλειά του, μὲ τὴν διακρίνουσα αὐτὸν ἱκανότητα καὶ μὲ τὴν καλλιφωνία του, ἡ φήμη του διαδόθηκέ σὲ ὅλη τὴν Πόλη, ἰδιαίτερα μὲ τὶς ἐπιτυχίες του στὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν», στὰ «Κοινωνικά» καὶ πρὸ πάντων στὸ «Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς», ποὺ ἐκαλεῖτο νὰ ψάλλῃ μετὰ τὸ Πατριαρχεῖο καὶ σὲ ἄλλους Ναοὺς τῆς Πόλης «σεπτῇ πατριαρχικῇ κελεύσει». Ὁ Στανίτσας διετέλεσε Λαμπαδάριος ἐπὶ μία εἰκοσαετία ἀπέναντι στὸν Κων. Πρίγγο καὶ ἔτσι ἀπεῤῥόφησε ὅλη τὴν τέχνη καὶ τὴν μαεστρία ἐκείνου. Ὁ Στανίτσας, ὕστερα ἀπὸ μακροχρόνια ἀσθένεια τοῦ προκατόχου του Κωνσταντίνου Πρίγγου, κατὰ τὸ ἔτος 1960, προήχθη ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα τὸν Α´, σὲ Ἄρχοντα Πρωτοψάλτη τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἡ δὲ χειροθεσία του ἔγινε τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως τοῦ ἔτους 1961. Δυστυχῶς ὅμως δὲν ἀξιώθηκε γιὰ πολὺ νὰ παραμείνῃ στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, ὡς Πρωτοψάλτης, ἀπελαθεὶς τὸ ἔτος 1964, λόγῳ τῆς γνωστῆς πολιτικῆς τῆς Τουρκικῆς Κυβερνήσεως γιὰ τὸ Κυπριακό, ποὺ ἀπέλασε τότε τριάντα χιλιάδες Ἕλληνες ὑπηκόους ἐγκατεστημένους στὴν Κωνσταντινούπολη. Στὴ συνέχεια ἦλθε ὁ Στανίτσας στὴν Ἑλλάδα καὶ ἐγκατεστάθηκε γιὰ ἕνα χρόνο στὴ Χίο, ὅπου ἔψαλλε σχεδόν σὲ ὅλο τὸ νησί. Ἔπειτα φεύγει γιὰ δύο μῆνες στὴ Βηρυττό, καὶ ἀπὸ τὸ ἔτος 1966 διορίζεται πλέον μόνιμα στὸν Ἅγιο Δημήτριο Ἀμπελοκήπων, στὴν Ἀθήνα, καὶ δημιουργεῖ παράδοση μέχρι τῆς συνταξιοδοτήσεώς του, τὸ ἔτος 1981, ἐνῷ ἐν τῷ μεταξύ, τὸ ἔτος 1967, πηγαίνει γιὰ τρισήμισυ μῆνες στὴν Ἀμερική. Γενικὰ δέ, ἔψαλλε περιοδικὰ σὲ ὅλη τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια.
Τὸ ἐκδοτικὸ ἔργο τοῦ Θρ. Στανίτσα

Ὁ Στανίτσας συνέχισε τὸ ἔργο τοῦ Πρίγγου καὶ στὸν συγγραφικὸ τομέα καὶ ἐξέδωκε, τὸ ἔτος 1969, τὸ ἔργο του «Μουσικὸν Τριῴδιον». Ἔτσι, μᾶς παρέδωσε ὅ,τι παρέλαβε ἀπὸ τὴν Πατριαρχικὴ Παράδοση, συμπληρώνοντας τὸ Ἀναστασιματάριο, τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ τὴν «Μουσικὴ Κυψέλη» τοῦ Πρίγγου, ποὺ εἶχαν ἤδη ἐκδοθεῖ.

Ἀπὸ τὶς μουσικὲς συνθέσεις τοῦ Στανίτσα διακρίνονται τὰ δύο Δύναμις «Ἅγιος ὁ Θεός» καὶ «Tὸν Σταυρόν Σου», Χερουβικά, Κοινωνικά, τὰ Λειτουργικὰ σὲ δευτερόπρωτο, τὰ «Χαῖρε Νύμφη» καὶ «Ἀλληλούϊα» τῶν Χαιρετισμῶν σὲ πλ. α´, ὁ Κανὼν τοῦ Ἀκαθίστου, καὶ ἄλλα.
Ἀπὸ δίσκους τοῦ Θρ. Στανίτσα ἔχουμε

* Μία παλαιὰ ἐγγραφὴ στὴν Πόλη μὲ τὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν» τοῦ πλ. α´, καὶ τὸ «Ἄξιόν ἐστι», τὸ Πατριαρχικό.
* Μικρὸ δίσκο, τῶν 33ῶν στροφῶν, μὲ τὴ Χορωδία τῶν Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως, ὑπὸ τὴν διεύθυνσή του καὶ μὲ μονῳδίες του, στὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν» σὲ ἦχο πλ. δ´, καὶ τὸ «Κολληθείη», ποὺ συνοδεύει τὸ λεύκωμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους «Ἄθως» τοῦ Χρυσοστόμου Ντάμ.
* Τρεῖς σειρὲς δίσκων τοῦ «Ἱδρύματος Βυζαντινῆς Μουσικολογίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», ποὺ διευθύνει τὴν Χορῳδία Ἱεροψαλτῶν Ἑλλάδος, μὲ ὡρισμένες μονῳδίες, ὅπου παρουσιάζονται ὁ Πέτρος Πελοποννήσιος, ὁ Γρηγόριος Πρωτοψάλτης καὶ ὁ Πέτρος Μπερεκέτης, πρωτοτυπώντας στὶς εἰσαγωγὲς τραγουδιῶν τοῦ Γρηγορίου μὲ παραλλαγή. Δύο κασσέτες ἀπὸ τὴν Συναυλία τῶν Βρυξελλῶν.
* Καὶ τέλος, δίσκος, ποὺ συνοδεύει τὸ βιβλίο τοῦ Μανώλη Χατζηγιακουμὴ «Μουσικὰ χειρόγραφα Τουρκοκρατίας 1453 – 1820, Ἀθῆναι 1980», ποὺ ἐξέδωκε ἡ Ἐθνικὴ Τράπεζα Ἑλλάδος.

Ἀπὸ χορῳδίες ὁ Στανίτσας ἔχει παρουσιάσει, ὑπὸ τὴν διεύθυνσή του, τὴν Χορωδία τῶν Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως γιὰ τὸ Ἰωβηλαῖο τοῦ Πρίγγου στὴν Αἴθουσα τοῦ Ἀθλητικοῦ Συλλόγου Πέραν, τὸ ἔτος 1962, καὶ στὴν Γαλλικὴ αἴθουσα Union Francais, τὸ ἔτος 1963. Ἐπίσης, στὴν Ἑλλάδα, παρουσίασε καὶ διηύθυνε τὴ Χορωδία Ἱεροψαλτῶν Ἑλλάδος σὲ συναυλίες στὴ Λυρικὴ Σκηνὴ (26.1.1970), στὸ Hilton (17.4.1970), στὸν «Παρνασσό» (20.10.1971 καὶ 2.4.1972), στὸ Θέατρο «Ρέξ» (9.6.1972), στὸ Δημοτικὸ Θέατρο Πειραιῶς (15.4.1973). Ἀκόμη δὲ καὶ σὲ ἄλλες ἐμφανίσεις, ὅπως στὴν Παλαιὰ Βουλή, στὸ Μνημόσυνο τοῦ Αὐτοκράτορα Παλαιολόγου (29.5.1970), στὴν Ἀρχαιολoγικὴ Ἑταιρεία (27.1.1971), καὶ σὲ διάφορες ἄλλες τελετὲς τοῦ Συλλόγου «Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτῶν».

Ἀκόμη ὁ Στανίτσας πέραν ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις του αὐτὲς στὴν Ἑλλάδα παίρνει καὶ οἰκουμενικὸ χαρακτῆρα καὶ παρουσιάζει καὶ στὸ ἐξωτερικὸ σπουδαῖες ἐμφανίσεις χορωδίας καὶ προβολῆς τῆς γνησίας Βυζαντινῆς μουσικῆς. Ἔτσι, ἐπισκέπτεται δύο φορὲς τὸ Λονδῖνο, τὸν δὲ Μάϊο τοῦ 1971, γιὰ τρίτη φορά, κατόπιν προσκλήσεως, καὶ λαμβάνει μέρος στὸ «Φεστιβὰλ Μπάχ». Τὸ ἔτος 1975, πηγαίνει στὴ Ῥωσία. Στὸ Βέλγιο πηγαίνει τρεῖς φορές, καὶ τὸν Νοέμβριο τοῦ 1979 παρουσιάζεται στὶς πόλεις Βρυξέλλες, Γάνδη καὶ Λουβαίν. Περιοδεύει ἀκόμη στὴν Ἑλβετία. Καὶ τέλος ψάλλει στὸ ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς ἐπιδόσεως τοῦ «Τόμου ἀγάπης» πρὸς τὸν Πάπα, μέσα στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Λατερανοῦ στὴ Ῥώμη, παρουσίᾳ τοῦ Πάπα καὶ τῶν Ἀντιπροσώπων τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, τὸ ἔτος 1972.

Φωνοληψίες τοῦ Στανίτσα βρίσκονται στὸ Σύνδεσμο Φίλων Βυζαντινῆς Μουσικῆς, πρὸς διάδοση τοῦ γνησίου Πατριαρχικοῦ Ὕφους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ζωντανὲς ἠχογραφήσεις, στὰ χέρια πολλῶν φιλομούσων, καθὼς σὲ κάθε Θεία Λειτουργία ἢ Ἀκολουθία συγκεντρώνονταν 5-10 μαγνητόφωνα γύρω ἀπὸ τὸ Ἀναλόγιο του ὅλα τὰ ἔτη.

Ὁ Στανίτσας ἀνέδειξε πολλοὺς μαθητάς. Ἀναφέρουμε ἀπὸ ὅσους εἴμαστε σὲ θέση νὰ γνωρίζουμε, τὸν Βασίλειο Ἐμμανουηλίδη, π. Ἄρχοντα Λαμπαδάριο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τὸν Χρῆστο Δήμου, τὸν Μέγα Πρωτοπρεσβύτερο τοῦ Οἰκ. Θρόνου Γεώργιο Τσέτση, Μόνιμο Ἀντιπρόσωπο τοῦ Πατριαρχείου στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν στὴ Γενεύη, τὸν Οἰκονόμο π. Ἰωάννη Καμαλακίδη, τὸν Πρωτοπρεσβύτερο π. Γρηγόριο Νάκο, τὸν Ἀνδρέα Πετρόχειλο καὶ τὸν Δημοσθένη Παϊκόπουλο, Δομεστίκους του καὶ διακεκριμένους Πρωτοψάλτας, τὸν Γεώργιο Τσαούση, ἱδρυτὴ καὶ χοράρχη τοῦ Συλλόγου μας, μὲ τὸν ὁποῖο συνεργάσθηκε ὁ Στανίτσας ἐπὶ μακρὸν πάνω στὰ μαθήματα τῶν ἐκδόσεών του, τὸν Λυκοῦργο Πετρίδη, τὸν Δημ. Ἰωαννίδη, τὸν Διονύσιο Γοῦτσε, τὸν Κων. Ζαρακοβίτη, τὸν Παῦλο Φορτωμᾶ, τὸν Ν. Γιάννου καὶ τέλος τὸν Λαμπαδάριο καὶ διάδοχό του Εὐάγγελο Μένεγγα.

Ἀκόμη μαθητὲς καὶ θαυμαστὲς του ἵδρυσαν μουσικὸ σύλλογο στὴν Ἀττικὴ μὲ τὸ ὄνομα «Θρασύβουλος Στανίτσας», καθὼς ἐπίσης καὶ στὴ Σπάρτη, ὅπου λειτουργεῖ Σχολὴ Βυζαντινῆς Μουσικῆς μὲ τὸ ὄνομά του.

Ὁ Στανίτσας ἀπεβίωσε στὶς 18 Αὐγούστου τοῦ 1987. Κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κηδείας του στὸν Ἅγιο Δημήτριο Ἀμπελοκήπων (24.8.1987), ἡ σορός του ἦταν σὲ παλλαϊκό προσκύνημα ἱεροψαλτῶν, κληρικῶν καὶ κόσμου πιστῶν. Στὸν ἐπικήδειο ποὺ ἐξεφώνησε ὁ Ἐκπρόσωπος τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκ. Πατριάρχου Δημητρίου Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Μάξιμος, Σχολάρχης τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χαλκῆς, ἀνέφερε ὅτι «μία κέδρος τῆς παρ᾽ ἡμῖν μουσικῆς ἐξηράνθη, ὁ μύστης τῆς πατρώας ἡμῶν Βυζ. Μουσικῆς ἐξεμέτρησε τὸ ζῆν, ἡ πολύφθογγος λύρα ἐσίγησε, ἐκάμφθη ὑπὸ τὸ βάρος τῆς ἐπαράτου νόσου, ᾄδων καὶ ψάλλων σχεδὸν μέχρι τῆς τελευταίας του ἀναπνοῆς ....».

Αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ Στανίτσας, ὁ ἐπὶ εἰκοσαετίαν Λαμπαδάριος τοῦ Πρίγγου, καὶ ἐν συνεχείᾳ Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ποὺ οἱ αἰῶνες θὰ μιλοῦν καὶ θὰ τραγουδοῦν τὸ ὄνομά του μαζὶ μὲ τοὺς μεγάλους πρωτοψάλτες τῆς ἱστορίας τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς.

ὑπὸ τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Σεραφεὶμ Φαράσογλου
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Επόμενο

Επιστροφή στην Βιογραφικά στοιχεῖα (θεωρητικοί, μελουργοί, ψάλτες)

Μελη σε συνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση : Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένα μέλη και 1 επισκέπτης

cron