῾Η μεγάλη ἑβδομὰς τοῦ Γεωργίου ῾Ραιδεστηνοῦ Β΄ ἔχει καθιερωθῆ πλέον ὡς «κλασσική». πρόκειται γιὰ ἕνα ἐξαιρετικὸν ἔργον, ποὺ ἀποδίδει μὲ ἀπαράμιλλον ἐκφραστικότητα τὸ νόημα τῶν ὕμνων. προσωπικῶς χρησιμοποιῶ αὐτὴν τὴν μεγάλην ἑβδομάδα ἐπὶ 20 ἔτη τώρα, καὶ ἀκόμη «ἀνακαλύπτω» νέα πράγματα. γιὰ τὰ ὅσα σημειώνω ἐν συνεχείᾳ ἔχω ὑπόψει μου δύο ἐκδόσεις τῶν τελῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος, καὶ κυρίως τὴν ἔκδοσι Πολυχρονάκη, Νεάπολις Κρήτης 1975.
Εἰς τὴν μεγάλην ἑβδομάδα ὁ Γεώργιος ῾Ραιδεστηνὸς Β΄ εἶναι ἁπλός, ὡραῖος καὶ μεγαλοπρεπής. ἡ ἔκδοσις αὐτὴ (καὶ τὰ ἄλλα του ἔργα βεβαίως) ἔχει ἐπιδράσει ἱκανῶς στοὺς νεωτέρους. παλαιότερον ὑπεστήριξα μὲ τρία ἐπιχειρήματα ὅτι ἡ μεγάλη ἑβδομὰς τοῦ Κωνσταντίνου Πρίγγου εἶναι κατὰ βάσιν ἀντιγραφὴ ἐκ τῆς τοῦ ῾Ραιδεστηνοῦ εἰς τὰ κοινὰ μέλη. εἰς συνεντεύξεις ποὺ εἶχα μὲ παλαιοὺς πρωτοψάλτας ὡμολογοῦσαν ὅτι ἐμελετοῦσαν τὸν ῾Ραιδεστηνὸν καὶ εἰς τὰς μελοποιήσεις των ἐπηρεάζονταν πολὺ ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὸν ἐμιμοῦντο. ἐπίσης παλαιοὶ πρωτοψάλται, ὅπως ὁ Νικόλαος Μαυρόπουλος, ὅταν ἐκαλοῦντο ὑπὸ μαθητῶν των καὶ θαυμαστῶν των νὰ ἐκτελέσουν μέλη τῆς μεγάλης ἑβδομάδος (καὶ ὄχι μόνον), ἐπροτιμοῦσαν τὰ τοῦ ῾Ραιδεστηνοῦ, ἀκόμη καὶ ἂν εἰς ὡρισμένα σημεῖα ἔκαμαν δικές των διασκευές.
῾Η ὡραιότης καὶ ἡ κλασσικότης τῶν μαθημάτων του ἀναδεικνύονται μὲ τὴν ἁπλότητα τῶν μελῳδικῶν του γραμμῶν· εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι στὴν μεγάλη ἑβδομάδα του σπανίως σημείωνει δίγοργον καὶ ἀκόμη σπανιώτερα τρίγοργον, σὲ ἀργὰ κυρίως μαθήματα. νομίζω ὅτι καὶ εἰς τοῦτο εἶναι ἀπαράμιλλος ὁ Ραιδεστηνός, ὅτι ἀφήνει καὶ ἓν ποσοστὸν ἐλευθερίας εἰς τὸν ψάλτην· δεικνύει τὸ αὐθεντικὸν μέλος μὲ σαφήνειαν καὶ μεγαλοπρέπειαν, ἀλλὰ δὲν ὑποδουλώνει τὸν ψάλτην, παρὰ τοῦ ἐπιτρέπει νὰ διατηρήσῃ τὸ προσωπικὸν ὕφος ἑρμηνείας, τὸ ὁποῖον ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὰς φωνητικὰς ἱκανότητας ἑκάστου.
Εἶναι ἀληθὲς ὅτι ὑπάρχουν καὶ μουσικὰ ὀρθογραφικὰ λάθη καὶ ὀρθογραφικὰ λάθη κειμένου καὶ παρατονισμοί, ἀλλὰ εἶναι πολὺ λιγώτερα ἀπὸ ἄλλα μουσικὰ βιβλία ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, καὶ δὲν μὲ ἐνοχλοῦν· κατὰ τὴν ψαλμῳδία τὰ διορθώνω ἐλαφρῶς καὶ διακριτικῶς, εἰδικῶς τοὺς παρατονισμούς (ὅχι ὅλους, μόνον τοὺς σοβαροὺς ὅπως π.χ. «᾿Αποκενοῦσα γυνὴ μυρὸν ἔντιμον» ἀντὶ τοῦ ὀρθοῦ «μύρον ἔντιμον»). προσωπικῶς δὲν «χορταίνω» νὰ μελετῶ τὴν ἔκδοσιν ἀκόμη καὶ εἰς τὸν ἐλεύθερον χρόνον μου καὶ ἐκτὸς περιόδου τριῳδίου. φροντίζω βεβαίως νὰ χρησιμοποιῶ κάθε χρόνον παραλλήλως καὶ ἄλλας ἐκδόσεις διὰ ποικιλίαν, ἀλλὰ ὡς βάσιν ἔχω τὴν ἔκδοσιν τοῦ ῾Ραιδεστηνοῦ.
῾Ως ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀκολουθεῖ τὸ μέλος ὅπως τὸ κατέγραψε ὁ Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος στὸ δοξαστάριόν του καὶ ἐξηγήθηκε ἀπὸ τοὺς τρεῖς διδασκάλους Γρηγόριον Χουρμούζιον καὶ Χρύσανθον. κάποιες μικρὲς διαφορὲς στὴν καταγραφὴ τῆς ἴδιας μελῳδίας (ἐννοῶ διαφορὲς ποὺ δὲν ἀλλοιώνουν καθόλου τὴν μουσικὴ θέσι ἀλλὰ τὴν διατηροῦν αὐτούσια) ὀφείλονται στὶς γνώσεις ποὺ εἶχε ὁ Γεώργιος πάνω στὴν παλαιὰ παρασημαντική, ποὺ τοῦ ἐπιτρέπουν τὴν ἴδια μουσικὴ γραμμὴ τῆς παλαιᾶς νὰ τὴν μεταφέρῃ στὴν νέα ὄχι ἀντιγράφοντας δουλικῶς ἀπὸ τὴν ἐξήγησι τῶν τριῶν, ἐνῷ κάποιες μελῳδικώτερες «διασκευές» του σὲ λίγα σημεῖα τῶν ὕμνουν προδίδουν ἐπίδρασι ἀπὸ τὸ σχῆμα κατὰ τὰ νούμενα τοῦ ᾿Ιακώβου τοῦ πρωτοψάλτου, ἀλλὰ ἀσφαλῶς καὶ ἀπὸ τὴν προφορικὴ παράδοσι, ποὺ εἶχε ἐν τῷ μεταξὺ διαμορφώσει ὁ δάσκαλός του καὶ προκάτοχός του πρωτοψάλτης Κωνσταντῖνος ὁ Βυζάντιος. μία σύγκρισι ἐπὶ παραδείγματι στὸ «᾿Ερχόμενος ὁ Κύριος» (ἀπὸ τὸ δοξαστάριον τοῦ Πέτρου καὶ ἀπὸ τὴν μεγάλην ἑβδομάδα τοῦ Γεωργίου) βοηθᾷ στὴν κατανόησι αὐτῶν τῶν παρατηρήσεων. οἱ μετρημένες «διασκευὲς» τοῦ Γεωργίου ὄχι μόνον δὲν ἀφήνουν τὴν αἴσθησι ἑνὸς ἀλλόκοτου ἢ ξένου ἢ ἀλλοτρίου ἀκούσματος ἀλλὰ συχνὰ καὶ καθιερώνονται καὶ ἐπικρατοῦν ἔναντι τῆς ἀντίστοιχης λιτώτερης μελῳδικῆς γραμμῆς τοῦ Πέτρου, ὅπως γιὰ παράδειγμα συμβαίνει στὴν φράσι «καὶ συνανυψῶ ἡμᾶς εἰς τὴν ἄνω ᾿Ιερουσαλὴμ» τοῦ προαναφερθέντος ἰδιομέλου.
Kατὰ τὴν ἄποψίν μου πάντα, εἰς τὴν μεγάλην ἑβδομάδα τοῦ Γεωργίου ῾Ραιδεστηνοῦ Β΄ ἐντυπωσιάζει ὁ συγκερασμὸς ποὺ ὑπάρχει μεταξὺ πιστότητος εἰς τὸ παραδεδομένον μέλος καὶ εἰσαγωγῆς διαφορετικῶν μελισματικῶν ἀναπτύξεων σὲ ὀλίγα (σχετικῶς) σημεῖα. ὡς παραδεδομένον καὶ ἐνδεχομένως ἁπλούστερον μέλος θὰ θεωρήσωμεν τὸ ὑπάρχον εἰς τὸ δοξαστάριον τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου κατὰ τὴν ἐξήγησιν τῶν τριῶν διδασκάλων. ὡς μελισματικαὶ ἀναπτύξεις ἐννοοῦνται ἐκεῖνα τὰ σημεῖα στὰ ὁποῖα ὁ ῾Ραιδεστηνὸς ἔχει γραμμὰς διαφορετικὰς ἀπὸ τὰς ὑπαρχούσας εἰς τὸ δοξαστάριον τοῦ Πέτρου. εἰς τὰς μελισματικὰς ἀναπτύξεις του ὁ ῾Ραιδεστηνὸς εἶναι ἴσως ἐν πολλοῖς ἐντεχνότερος τοῦ Πέτρου, διατηρεῖ ὅμως –νομίζω– τὴν ἰσόρροπον ἀνάπτυξιν τῶν ῥυθμικῶν ποδῶν τῶν ὕμνων καὶ ἀποφεύγει τὰς ἀκρότητας.
Σήμερον ἴσως δὲν θὰ θεωρήσωμεν εἰς ὅλα τὰ σημεῖα ἐπιτυχῆ αὐτὸν τὸν συγκερασμὸν τοῦ ῾Ραιδεστηνοῦ. τοῦτο ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι ἔχει ἐλαττώματα τὸ ἔργον του, ἀλλὰ ὅτι ἔχουμε συνηθίσει νὰ ἀκοῦμε διασκευὲς ἀκόμη πιὸ ἔντεχνες ἀλλὰ μὲ λιγώτερο ἐκκλησιαστικὸ ὕφος. ἑπομένως οὐδόλως μειοῦται ἡ ἀξία τοῦ ἐργοῦ τοῦ Γεωργίου ἀπὸ τὶς προσωπικές μας προτιμήσεις, ἐνῷ πλὴν τῶν ἄλλων παραμένει καὶ ὡς ἕνας πολύτιμος ὁδηγὸς ποὺ δεικνύει ὅτι πρέπει νὰ ὑπάρχῃ ἕνα μέτρον εἰς τὰς νεωτέρας μελῳδικὰς διασκευάς, ὥστε νὰ διατηρῆται τὸ ἐκκλησιαστικὸν ὕφος τοῦ ψάλματος.
᾿Επίσης εἶναι ἐνδιαφέρουσα καὶ ἡ προαναφερθεῖσα σκέψις ὅτι ὁ ῾Ραιδεστηνὸς ὡς ἄμεσος μαθητὴς τοῦ περιωνύμου πρωτοψάλτου Κωνσταντίνου Βυζαντίου εἶναι πιθανὸν εἰς τὰς μελῳδικὰς γραμμὰς ποὺ παρουσιάζει εἰς τὰ ἔργα του νὰ μεταφέρῃ θέσεις ἐκ τοῦ διδασκάλου του, αἱ ὁποῖαι ἴσως δὲν διεσώθησαν ἀπὸ ἀλλοῦ. τοῦτο ἔχει ἰδιαιτέραν σημασίαν, ἂν λάβωμεν ὑπόψιν ὅτι ὁ Κωνσταντῖνος ἦτο ἐκ τῶν τελευταίων ποὺ συνέχισε νὰ ψάλλῃ μὲ τὴν παλαιὰν μέθοδον, δηλαδὴ ἔψαλλε τὸ δοξαστάριον τοῦ Πέτρου ἔχων ἔμπροσθέν του αὐτὸ τοῦτο τὸ μουσικὸν κείμενον τοῦ Πέτρου.
῾Επομένως εἰς τὴν μεγάλην ἑβδομάδα ὁ Γεώργιος ῾Ραιδεστηνὸς Β΄ ὄχι μόνον διατηρεῖ τὴν ἁπλότητα τὴν μεγαλοπρέπειαν καὶ τὸ κατανυκτικὸν ὕφος τῶν ὕμνων, ποὺ ἔχουν εἰς τὰ ἀντίστοιχα ἔργα τοῦ Πέτρου, ἀλλὰ τὸ κατορθώνει αὐτό, ἐνῷ ταυτοχρόνως ἐμπλουτίζει μὲ ἀριστοτεχνικὸν τρόπον τὴν ἔκφρασιν κατὰ τὰ νοούμενα, χωρὸς παρὰ ταῦτα νὰ ἐκφεύγῃ τοῦ μέτρου.
copyright 2008 Διονύσιος Μπιλάλης ᾿Ανατολικιώτης