Δ Ο Ν Α Ξ
Δόναξ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ λέγεται ὁ κάλαμος ἤδη στὸν Ὅμηρο (Κ 466· ξ 474). ἀπὸ τὸ ἔτυμον τῆς λέξεως κι ἀπὸ τὴν ἔκφρασι τοῦ Ὕμνου εἰς Ἑρμῆν (47) δόνακας καλάμοιο φαίνεται ὅτι κάλαμος ἀρχικὰ λεγόταν ἡ ὅλη φυτεία καὶ δόναξ ἡ μία ῥίζα, ἐπειδὴ δονεῖται μὲ τὸ φύσημα τοῦ ἀνέμου (Μθ 11,7· Λκ 7,24· κάλαμος ὑπὸ ἀνέμου σαλευόμενος). ἀπὸ τὴν ὕλη δόναξ λέγεται καὶ κάθε καλάμινη κατασκευή, ὅπως τὸ βέλος (Λ 584) καὶ ἡ φλογέρα (Πίνδαρος, Πυ. 12,25). λέγεται δὲ καὶ ἡ γραφίδα μελάνης, ἡ πέννα, τόσο κάλαμος (Πλάτων, Φαῖδρ., 276e. Π. Διαθήκη, Ψα 44,2.) ὅσο καὶ δόναξ (Φίλιππος Θεσσ., Ἀνθ. παλ. 6,62,2. Δαμόχαρις 6,63,5. Παῦλος Σιλεντιάριος 6,64,3 · 6,65,5-6 · 6,66,8). στὰ λατινικὰ κείμενα, παρμένο ἀπὸ τὰ ἑλληνικά, τὸ ὄνομα γράφεται donax (Plinius 16,165).
Κωνσταντῖνος Σιαμάκης, φιλόλογος, δρ θεολογίας
«Μελέτες 1», Θεσσαλονίκη 2008
(http://www.philologus.gr)