᾿Απόστολος κυριακῆς πατέρων (11-16 ὀκτ.)
ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΑΥΛΟΥ ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ
Κυρ. Πατέρων Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
Ὅλες οἱ οἰκουμενικὲς σύνοδοι χωρὶς ἐξαίρεση ἀντιμετώπισαν αἱρετικοὺς καὶ διετύπωσαν κάποιους ὅρους ἢ δόγματα τῆς μιᾶς ἁγίας καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς ἐκκλησίας. Καὶ ἡ Ζ΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος (787) στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ποὺ τιμᾷ σήμερα ἡ Ἐκκλησία, ἔκανε τὸ ἴδιο. Καταδίκασε τὴν αἵρεση τῶν εἰκονομάχων ἢ εἰκονοκλαστῶν, οἱ ὁποῖοι, ἔχοντας μονοφυσιτικὲς ῥίζες, ἰσχυρίζονταν ὅτι, ἐφόσον ὁ Χριστὸς δεν εἶχε τὴν ἀνθρώπινη φύση, δεν εἶναι περιγραπτός, δεν μπορεῖ να ζωγραφίζεται σὲ εἰκόνα. ῾Η Ζ΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος ἀπέδειξε ὑπαρκτὴ καὶ περιγραπτὴ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ καὶ διακήρυξε ὅτι ἐπιτρέπεται νὰ ἐξεικονισθεῖ.
Καὶ ἐπειδὴ ὁ λόγος περὶ αἱρέσεων, γι’ αὐτὸ καὶ σήμερα ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Τίτον Ἐπιστολὴ στρέφεται γύρω ἀπὸ μία ἀπὸ αὐτές. Μιλάει για τὴν παλιὰ παναίρεση τοῦ γνωστικισμοῦ, ἕνα πλοκάμι τῆς ὁποίας ἦταν καὶ ὁ νικολαϊτισμός, ποὺ ἀπασχολοῦσε ἄμεσα τότε τὸν Τίτο, ἐπίσκοπο Κρήτης.
Ὁ Τίτος ἦταν στενὸς συνεργάτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πρώην εἰδωλολάτρης καὶ ῾Ρωμαῖος πολίτης. Στὴν πίστη τὸν ἔφερε ὁ ἀπόστολος Παῦλος χωρὶς περιτομή. Ἀργότερα οἱ ψευδάδελφοι ἀπαίτησαν νὰ περιτμηθεῖ, καὶ περιτμήθηκε χωρὶς νὰ πιστεύει ὅτι εἶναι ἀπαραίτητο (Γα 2,4), γιὰ νὰ μὴν ἐξαγριωθοῦν. Ὁ Τίτος ὡς ἐπίσκοπος Κρήτης στὴν πρὸς αὐτὸν Ἐπιστολὴ δέχεται ἀπὸ τὸ διδάσκαλό του Παῦλο ὁδηγίες γιὰ τὸ δύσκολο ἔργο του, καὶ κυρίως για τὴν ἀντιμετώπιση τῶν νικολαϊτῶν.
Οἱ αἱρετικοὶ αὐτοὶ εἶναι, τοῦ λέει, γνωστοὶ ἀπὸ τρία γνωρίσματα· Α) Δὲν πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Κύριος καὶ Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, Β) Ἡ ζωή τους εἶναι ἀκόλαστη, καὶ Γ) Δείχνουν ἀπείθεια καὶ ἀντίσταση στοὺς ὑπεύθυνους τῆς ἐκκλησίας (1,13-2,1).
Τὶς ὁδηγίες ὁ Παῦλος τὶς λέει στὸν Τίτο, ποὺ δὲν πρόκειται νὰ τὸν παρεξηγήσει ὅτι τὸν ὑποτιμᾷ ἢ νὰ πεισμώσει, γιὰ νὰ τὶς ἀκούσουν οἱ εὔθικτοι καὶ πείσμονες Κρῆτες. Στοὺς 7 στίχους ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀποτελεῖται ἡ ἀποστολικὴ περικοπή, ποὺ εἶναι καὶ ὁ ἐπίλογος τῆς Ἐπιστολῆς, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνει στὸν Τίτο τὶς ἑξῆς συμβουλές.
῞Ολ’ αὐτά, λέει, ποὺ σοῦ ἔγραψα λίγο πιὸ πάνω (στ. 4-7) γιὰ τὴ λύτρωσή μας, τὴν ἀναγέννησή μας καὶ τὴν κληρονομία τῆς αἰώνιας ζωῆς, εἶναι λόγια ἀξιόπιστα. Καὶ αὐτὰ τὰ λόγια θέλω καὶ σὺ νὰ τὰ λὲς μὲ βεβαιότητα καὶ αὐτοπεποίθηση στοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἔχουν πιστέψει στὸ Θεό, γιὰ νὰ φροντίζουν νὰ πρωτοστατοῦν στὰ καλὰ ἔργα. Καὶ ὡς καλὰ ἔργα ἐννοῶ αὐτὰ τὰ ὁποῖα μόλις πιὸ πάνω ἀνέφερα (2,2-19· 3,1-2). Σὲ συμβουλεύω ἐπίσης, συνεχίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ν’ ἀποφεύγεις τὶς μωρὲς καὶ χωρὶς νόημα συζητήσεις καὶ τὶς ἀπέραντες καὶ ἀτέλειωτες γενεαλογίες τῶν εἰδωλολατρῶν γιὰ τοὺς ψευτοθεούς τους.
Ἀκόμη ν’ ἀπομακρύνεσαι ἀπὸ τὶς φιλονικίες καὶ τὶς διαμάχες τῶν Ἰουδαίων τὶς γύρω ἀπὸ τὸ μωσαϊκὸ νόμο, διότι εἶναι ἀνώφελες καὶ μάταιες. Νὰ ἔχεις ὑπ’ ὄψη σου ὅτι αἱρετικὸ ἄνθρωπο, ποὺ ἐπιμένει νὰ προκαλεῖ διχοστασίες καὶ σκάνδαλα, ὕστερα ἀπὸ μιὰ πρώτη καὶ μιὰ δεύτερη συμβουλή, παράτα τον καὶ ἀπόφευγέ τον, γνωρίζοντας ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει διαστραφεῖ καὶ ἁμαρτάνει ἐνσυνείδητα, καταδικαζόμενος ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ συνείδησή του.
Τέλος ὁ ἀπόστολος Παῦλος δίνει συμβουλὲς στὸν Τίτο γιὰ ὑλικὴ φροντίδα καὶ ἀγάπη πρὸς κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα, συνεργάτες του, ποὺ τὰ κατονομάζει, ἀλλὰ καὶ μιλάει γι’ αὐτὰ τιμητικῶς.
Ὅταν θὰ σοῦ στείλω, λέει, τὸν Ἀρτεμᾶ ἢ τὸν Τυχικό, φρόντισε νὰ ἔρθεις γρήγορα κοντά μου στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ὅπου ἀποφάσισα νὰ ξεχειμωνιάσω. Τὸ νομοδιδάσκαλο Ζηνᾶ καὶ τὸν Ἀπολλὼ ξεπροβόδισέ τους, ἀφοῦ τοὺς ἐφοδιάσεις προηγουμένως ἐπιμελῶς μὲ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα ὑλικὰ ἐφόδια, γιὰ νὰ μὴν τοὺς λείψει τίποτε στὸ ταξίδι τους.
Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ τῆς ἐπιμελοῦς προετοιμασίας καὶ φροντίδος, ἂς μαθαίνουν καὶ οἱ δικοί μας νὰ πρωτοστατοῦν στὰ καλὰ ἔργα. Νὰ συντρέχουν καὶ νὰ βοηθοῦν τοὺς ἀδελφοὺς στὶς ἀπαραίτητες ἀνάγκες τους. Ἔτσι δὲν θὰ εἶναι ἀργοὶ καὶ ἄκαρποι.
Πολὺ ὄμορφα ἐδῶ ὁ ἀπόστολος κινητοποιεῖ τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήματα τῶν Χριστιανῶν.
Σὲ χαιρετοῦν ὅσοι εἶναι κοντά μου. Χαιρέτα ὅσους μᾶς ἀγαποῦν ἐν Χριστῷ.
Συμπέρασμα: Ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ γενικὰ εἶναι ἀγύριστα κεφάλια. Ἡ ζωή τους ἐπιλήψιμη. Δὲν ἀξίζει ν’ ἀσχολεῖται κανεὶς μαζί τους συνεχῶς· μόνο μία ἢ δύο φορές. Ὕστερα τοὺς ἀφήνουμε νὰ τοὺς καταδικάσει ἡ συνείδησή τους.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
(δημοσίευσις· ὀκτώβριος 2010)