11. Φιλολογία Περιηγήσεις στὴν ᾿Ιλιάδα τοῦ ῾Ομήρου Προλεγόμενα στὶς Περιηγήσεις στὴν ᾿Ιλιάδα τοῦ ῾Ομήρου

ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ

ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ

 

 

Προλεγόμενα

 

Τὰ ἔπη τοῦ ᾿Ομήρου ᾿Ιλιὰς καὶ ᾿Οδύσσεια εἶναι γνωστὰ παγκοσμίως καὶ θαυμάζονται ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμο, ὥστε νὰ μὴ χρειάζεται νὰ γίνῃ ἐδῶ ἰδιαίτερη ἀναφορὰ στὴν ἀξία τους, ἡ ὁποία εἶναι πλέον αὐτονόητη. Εἰδικὰ γιὰ μᾶς τοὺς ῞Ελληνες εἶναι φυσικὸ νὰ βλέπουμε αὐτὰ τὰ ἔργα (γραπτὰ λογοτεχνικὰ δημιουργήματα) μὲ ἰδιαίτερη συγ­κινησιακὴ φόρτισι καὶ ἐθνικὴ περηφάνια, ἀφοῦ πρόκειται γιὰ τὰ ἀρχαιότερα κείμενα τῆς Εὐρώπης καὶ ἀπὸ τὰ ἀρχαιότερα ὅλου τοῦ κόσμου, καὶ τὰ ὁποῖα εἶναι γραμμένα στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Γι᾿ αὐτὸ θὰ πρέπει κάθε ῞Ελληνας νὰ ἔχῃ διαβάσει τὴν ᾿Ιλιάδα καὶ τὴν ᾿Οδύσ­σεια ὁλόκληρες τοὐλάχιστον μία φορὰ στὴν ζωή του.

Εἶναι εὐνόητο ὅτι κάτι τέτοιο μπορεῖ ὁ κάθε ῞Ελληνας νὰ τὸ κάμῃ μέσῳ μεταφράσεων, καὶ εὐτυχῶς ὑπάρχουν πολλὲς καὶ καλὲς πλήρεις νεοελληνικὲς μεταφράσεις καὶ τῆς ᾿Ιλιάδος καὶ τῆς ᾿Οδυσσείας. ᾿Αλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ πρωτότυπο ὅποιος μπορεῖ νὰ προσεγγίσῃ τὰ κείμενα αὐτά, θὰ ἀποκομίσῃ διπλὴ χαρά, καθὼς εἶναι κοινὸς τόπος ὅτι καμμία μετάφρασι δὲν μπορεῖ νὰ φτάσῃ τὸ κάλλος τοῦ πρωτοτύπου. Καὶ βέβαια δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς φιλόλογος, γιὰ νὰ τολμήσῃ μία ἀνάγνωσι καὶ τοῦ ἀρχαίου κειμένου. ῞Οσο καὶ ἂν πολλὰ μπορεῖ νὰ μᾶς εἶναι ἀκατανόητα, ἐντούτοις κάθε ῞Ελληνας θὰ ἐντυπωσιαστῇ διαπιστώνοντας ὅτι οἱ περισσότερες λέξεις τοῦ ῾Ομήρου ὑπάρχουν στὴν γλῶσσά μας ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη μέχρι σήμερα, δηλαδὴ ἐπὶ 3000 χρόνια τοὐλάχιστον, ἄλλες αὐτούσιες στὴν μορφή, ἄλλες σχεδὸν αὐτούσιες, ἄλλες διατηρῶντας τὸ ἴδιο νόημα, καὶ ἄλλες μὲ διαφορετικὴ σημασία· πρόκειται ὅμως πάντοτε γιὰ τὶς ἴδιες λέξεις καὶ γιὰ τὴν ἴδια γλῶσσα, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ ἑξῆς παραδείγματα· ἀλλά, ἀμειβόμενος, ἀνδρῶν, ἄριστος, βαρύς, βασιλεύς, βέλος, δεινός, δεκάτη, δύο, ἐγώ, ἔδωκε, ἔπειτα, ἐπευφημῶ, ἔπος, ἔργα, ἐρεθίζω, ἔρχομαι, εὐρύς, εὔχομαι, ζῶντος, ἡρώων, θάνατος, θεά, θυμός, ἱερεύς, ἱερός, ἱστός, καίω, κακός, λαοί, λοιμός, μάλιστα, μάντις, μέγας, μετόπισθεν, μῦθος, νυκτός, οἶκος, ὀνειροπόλος, οὔτε, πάλιν, πάντες, παρά, πείθομαι, πόδες, πόλεμος, πόλις, πολύ, πυρά, πῶς, σκῆπτρον, στρατός, σύμπαντες, τέλειος, τεῦχος, τόξον, υἱός, φίλος, ὦμος, καὶ λοιπά.

Θεωρῶ αὐτονόητο ὅτι κάθε ῞Ελληνας φιλόλογος παράλληλα μὲ τὴν ὅποια ἐξειδίκευσί του σὲ ἄλλους φιλολογικοὺς τομεῖς θὰ πρέπει νὰ ἀσχολῆται μὲ τὰ ὁμηρικὰ ἔπη (στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, ἐννοεῖται), δηλαδὴ μὲ τὴν μετάφρασι, ἑρμηνεία καὶ ἀνάλυσί τους, ἀκόμη κι ἂν ἡ ἐνασχόλησί του αὐτὴ δὲν μπορέσῃ νὰ ἀγκαλιάσῃ τὸ πλῆρες κείμενο, ἀλλὰ μείνῃ ἀποσπασματική. Κατ᾿ ἐπέκτασιν θεωρῶ ἐπίσης χρήσιμο νὰ ἀσχοληθῇ (πάντοτε στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ) καὶ μὲ ἄλλα ἀρχαϊκὰ κείμενα τῆς ἑλληνικῆς γραμματείας.

Τὸ ἔτος 2002 στὰ πλαίσια κάποιου συλλογικοῦ ἐκπαιδευτικοῦ προγράμματος, ποὺ πραγματοποιοῦσε ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἕνας ἰδιωτικὸς φορέας στὴν ᾿Αθήνα, ξεκίνησε μία ἐργασία πάνω στὴν ᾿Ιλιάδα τοῦ ῾Ομήρου (δομὴ καὶ περιεχόμενο ὅλου τοῦ ἔργου, σχόλια καὶ ἀναλύσεις σὲ ἐπιλεγμένες ἑνότητες, πληροφοριακὸ ὑλικό, ἐνδεχομένως δὲ καὶ κάποιες πρότυπες διδακτικὲς παρουσιάσεις). Μία συνάδελφος ἐκπαιδευτικὸς (ἡ φιλόλογος Μ. Κ.) ἀνέλαβε τὶς ῥαψῳδίες Α - Γ, καὶ σ᾿ ἐμένα ἀνετέθη ἡ συνέχεια τῆς ἐργασίας γιὰ τὶς ὑπόλοιπες ῥαψωδίες (Δ - Ω), τὴν ὁποία ὡλοκλήρωσα σταδιακῶς μέχρι τὴν ἑπόμενη χρονιὰ 2003.

᾿Απὸ τὸ 2008 ἄρχισα νὰ δημοσιεύω στὴν ἱστοσελίδα τῆς Συμβολῆς (ἀρχικὰ στοὺς «Διαλόγους» καὶ κατόπιν στὸ κύριο τμῆμα τῆς ἱστοσελίδος) ὡρισμένα κατ᾿ ἐπιλογὴν κείμενα, σχόλια καὶ παρατηρήσεις στὴν ᾿Ιλιάδα, οὐ­σιαστικὰ ξαναδουλεύοντας, συμπληρώνοντας καὶ ἐμπλουτίζοντας τὴν ἐργασία ποὺ εἶχα κάμει τὴν περίοδο 2002-2003. ῾Η δημοσίευσι γίνεται, διότι αὐτὸς ἦταν ἐξ ἀρχῆς ὁ σκοπὸς ἐκείνης τῆς ἐργασίας, παρ᾿ ὅτι ὑπάρχει ἀπόλυτη συναίσθησι ὅτι τὰ κείμενα αὐτὰ δὲν διεκδικοῦν βεβαίως δάφνες πρωτοτυπίας καὶ πληρότητος.

Κύριοι ἄξονες τῆς παρούσης δημοσιεύσεως εἶναι· α) ἡ συμπλήρωσι τῆς παλαιότερης ἐργασίας μου μὲ τὶς 3 πρῶτες ῥαψῳδίες, χωρὶς τὶς ὁποῖες δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθῇ τὸ ὑπόλοιπο ἔπος· β) τὰ ὅποια σχόλια καὶ οἱ λοιπὲς ἀναφορὲς νὰ δίνωνται πλέον μὲ παραπομπὲς στοὺς στίχους τοῦ πρωτοτύπου καὶ ὄχι ἀκολουθῶντας τὴν στιχαρίθμησι κάποιας μεταφράσεως· γ) νὰ ἐνταχθοῦν –στὸ μέτρο τοῦ ἐφικτοῦ– περισσότερες παρατηρήσεις διαφόρων συγγραφέων καὶ μελετητῶν, ἐνδεχομένως δὲ καὶ κάποιων ποὺ συνήθως δὲν περιλαμβάνονται στὶς εἰδικὲς ἀναφορὲς καὶ ἐκδόσεις ποὺ γίνονται γιὰ τὰ ὁμηρικὰ ἔπη.

Μεταφράσεις τῆς ᾿Ιλιάδος καὶ τῆς ᾿Οδυσσείας προφανῶς καὶ θὰ συνεχίσουν νὰ ἐκπονοῦνται, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἂν οἱ μέχρι τώρα ὑπάρχουσες θεωροῦνται ἱκανοποιητικές, ἄρτιες καὶ σωστὲς ἢ τὸ ἀντίθετο. Στὴν ἐκπαίδευσι θὰ συνεχίσουν κάθε λίγα χρόνια νὰ ἀντικαθιστῶνται οἱ μεταφράσεις καὶ τὰ ἀποσπάσματα τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν ποὺ ὑπάρχουν στὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια γιὰ λόγους ἄλλοτε ἀντικειμενικοὺς καὶ ἄλλοτε ὑποκειμενικούς. Λόγοι ἀντικειμενικοὶ μὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ αὐξομείωσι τῶν ἑβδομαδιαίων ὡρῶν διδασκαλίας τοῦ ῾Ομήρου ἢ ἡ ἀλλαγὴ τῶν διδακτέων περικοπῶν, ὑποκειμενικοὶ δὲ ἡ ἀντικατάστασι τῆς προσφερομένης μεταφράσεως μὲ κάποια ἄλλη, νεώτερη ἢ «λογοτεχνικώτερη» κ.λπ.. Δηλαδὴ ἡ «συνήθεια» τῆς ἀλλαγῆς καὶ ἐναλλαγῆς μεταφράσεων συνοδεύεται καὶ ἀπὸ αὐτὴν τῆς ἐπιλογῆς ἀνὰ χρονικὰ διαστήματα διαφορετικῶν ἀποσπασμάτων ποὺ διδάσκονται στὴν ἐκπαίδευσι, ὅπως φαίνεται καὶ στὰ ἀκόλουθα παραδείγματα.

Πρὶν ἀπὸ δεκαετίες στὴν διάρκεια ἑνὸς σχολικοῦ ἔτους ἔπρεπε νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τὴν ᾿Ιλιάδα οἱ ῥαψῳδίες Α, Ε, Η, Ι, Κ, Μ, Π, καὶ Σ ὁλόκληρες, Τ 28-144, 184-265 καὶ 309-424, Χ 1-374 καὶ 437-515, Ψ ὁλόκληρη. Γιὰ τὰ παραλειπόμενα τμήματα τοῦ ἔπους συνήθως γίνον­ται σύντομες περιληπτικὲς ἀναφορές.

Μερικὰ χρόνια ἀργότερα ἡ διδακτέα ὕλη τῆς ᾿Ιλιάδος ἀλλάζει ῥιζι­κά· Α ὁλόκληρη, Γ 121-244, Δ 422-544, Ε 274-430, Ζ 119-236 καὶ 369-529, Η 206-315, Ι 225-431, Κ καὶ Μ παραλείπονται, Π 1-100 καὶ 684-867, Ρ 423-458, Σ 478-617, Τ 1-153, Χ 247-393, Ψ παραλείπεται, Ω 468-804.

῞Υστερα ἀπὸ περίπου 7-8 ἔτη οἱ περικοπὲς μεταβάλλονται ὡς ἑξῆς· Α ὁλόκληρη, Γ παραλείπεται, Δ ἕως Ι ὅπως προηγουμένως, Μ 173-377, Π 783-867, Ρ παραλείπεται, Σ 368-617, Τ καὶ Χ ὅπως προηγουμένως, Ω 468-676.

Λίγα χρόνια μετὰ ὁρίζονται τὰ ἀκόλουθα ἀποσπάσματα· Α ὁλόκληρη, Γ 121-244, Δ καὶ Ε παραλείπονται, Ζ 369-529, Η 206-315, Ι 225-431, Μ παραλείπεται, Π 684-867, Σ 478-617, Τ 1-153, Χ 247-393, Ω 468-804.

᾿Αργότερα ἀποφασίζεται μία μικρῆς ἐκτάσεως ἀλλαγή· Α Γ Ζ καὶ Ι ὅπως προηγουμένως, Η παραλείπεται, Π 1-100 καὶ 684-867, Σ Τ καὶ Χ ὅπως προηγουμένως, Ω 468-676.

Νέα ῥιζικὴ μεταβολὴ τῆς διδακτέας ὕλης ἀποφασίζεται ὕστερα ἀπὸ μερικὰ χρόνια· A 1-305, 345-431 καὶ 493-611, Γ παραλείπεται, Ζ 119-236, Ι 356-431, Π 684-867, Ρ 423-458, Σ καὶ Τ παραλείπονται, Χ 337-393, Ω 468-570 καὶ 677-722.

Καὶ σὲ μιὰ πιὸ πρόσφατη ἀλλαγὴ μὲ δραστικώτερο περιορισμὸ τῶν στίχων ὡρίστηκαν τὰ ἑξῆς ἀποσπάσματα· A 1-244 καὶ 493-611, B 211-332, Ζ 119-236 καὶ 311-529, Π 818-867, Σ 65-137, Χ 131-404, Ω 468-595. Φυσικὰ κάθε ἀλλαγὴ τοῦ σχολικοῦ προγράμματος, κάθε μεταβο­λὴ τῶν διδασκομένων περικοπῶν καὶ κάθε προτίμησι ἄλλης μεταφράσεως σημαίνει καὶ ἔκδοσι νέων διδακτικῶν βιβλίων, καθὼς καὶ συγγραφὴ νέων σχολικῶν βοηθημάτων (ἐνημερωμένων ὡς πρὸς τὴν νέα διδακτέα ὕλη), μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται.

Στὰ παραδείγματα ποὺ δίδω ἐδῶ ἡ στιχαρίθμησι τῶν περικοπῶν ἀναφέρεται στὸ ἀρχαῖο κείμενο, διότι συχνὰ οἱ μεταφράσεις ἔχουν διαφορετικὸ πλῆθος στίχων ἀπὸ ἐκεῖνο, ἀφοῦ μία μετάφρασι ἀλλοῦ εἶναι ἐκτενέστερη ἀπὸ τὸ πρωτότυπο καὶ ἀλλοῦ μπορεῖ νὰ εἶναι συν­τομώτερη (ἰδίως ἂν παραλειφθοῦν λέξεις ἢ στίχοι τοῦ ἀρχαίου κειμένου). Ἔτσι ὁ στίχος 300 μιᾶς ῥαψῳδίας μπορεῖ σὲ μία μετάφρασι νὰ ἀριθμῆται ὡς 298 καὶ σὲ μία ἄλλη ὡς 310, μὲ ἀποτέλεσμα συγκεκριμένοι στίχοι μιᾶς μεταφράσεως νὰ μὴν ἀντιστοιχοῦν στὴν ἴδια στιχαρίθμησι μιᾶς ἄλλης. Γιὰ παράδειγμα τὰ ἴδια ἀκριβῶς ἀποσπάσματα τοῦ τελευταίου παραδείγματος σὲ κάποια σύγχρονη μετάφρασι ἔχουν τὴν ἑξῆς διαφορετικὴ στιχαρίθμησι· A 1-252 καὶ 495-663 (τὸ 663 εἶναι τυπογραφικὸ λάθος ἀντὶ γιὰ 618), B 225-352, Ζ 128-260, 343-583, Π 864-923, Σ 67-152, Χ 151-488, Ω 512-653. ῾Οπότε δὲν μπορεῖ κάποιος εὔκολα νὰ καταλάβῃ ὅτι στὴν πραγματικότητα πρόκειται γιὰ τὶς ἴδιες περικοπές. Τὸ πρόβλημα αὐτὸ λύνεται μόνον μὲ τὴν παραπομπὴ στοὺς στίχους τοῦ πρωτοτύπου κειμένου. Θὰ πρέπει λοιπὸν καὶ τὰ ὅποια ἀποσπάσματα τῶν σχολικῶν βιβλίων νὰ ἔχουν μία ἀναφορὰ στοὺς στίχους τοῦ πρωτοτύπου ποὺ μεταφράζονται ἢ ἀκόμη καλλίτερα νὰ συνοδεύωνται καὶ ἀπὸ τὸ πρωτότυπο κείμενο.

῞Ενα ἀκόμη θέμα ποὺ προκύπτει μὲ τὴν διδασκαλία τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν ἀποκλειστικὰ ἀπὸ μετάφρασι χωρὶς τὴν παράλληλη παράθεσι καὶ τοῦ πρωτοτύπου εἶναι ὅτι οἱ λέξεις (ἢ ἀκόμη καὶ τὰ νοήματα) τῶν μεταφραστῶν συχνὰ στὴν σχολικὴ πρακτικὴ ἐκλαμβάνονται ὡς λέξεις τοῦ ῾Ομήρου, λὲς καὶ ἡ μετάφρασι εἶναι τὸ πρωτότυπο. Γιὰ παράδειγμα τὸ 1972 γνωστὸς κλασσικὸς φιλόλογος τῆς ἐποχῆς ἔγραφε σὲ ἕνα σχόλιό του ὅτι ὁ ῞Ομηρος χαρακτηρίζει τὴν θάλασσα μὲ τὸ ἐπίθετο ἠχερή(!)· λίγα χρόνια ἀργότερα ἕνας ἄλλος σημείωνε ὅτι ὁ ποιητὴς κάπου χρησιμοποιεῖ τὴν λέξι σουφρώνει, ἐνῷ σὲ μία τρίτη περίπτωσι οἱ μαθητὲς καλοῦνταν νὰ ἐξηγήσουν τί θέλει νὰ πῇ ὁ ποιητὴς μὲ τὴν λέξι βροντοσκουταρᾶτος(!). Φυσικὰ οἱ δύο τελευταῖες λέξεις ἀνήκουν στὴν νέα ἑλληνική, προερχόμενες ἐν μέρει ἀπὸ τὰ μεσαιωνικὰ λατινικά, καὶ εἶναι ἀνύπαρκτες βέβαια στὸν καιρὸ τοῦ ῾Ομήρου καὶ σὲ ὅλη τὴν ἀρχαιότητα! Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ὡς ποιητὴς ἐννοεῖται πάντοτε ὁ ῞Ομηρος καὶ ὄχι ὁ ἑκάστοτε μεταφραστής.

Οἱ μεταφράσεις τῶν δύο ὁμηρικῶν ποιημάτων ᾿Ιλιάδος καὶ ᾿Οδυσ­σείας εἶναι εἴτε πεζὲς (πεζογραφικὲς) εἴτε ἔμμετρες (ποιητικές). Στὰ νεώτερα 200 χρόνια οἱ περισσότερες μεταφράσεις καὶ οἱ πιὸ διαδεδομένες εἶναι ἔμμετρες. Ἔχει παρατηρηθῆ πάντως ὅτι οἱ ἔμμετρες καὶ γενικώτερα οἱ λογοτεχνικὲς μεταφράσεις δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι κατὰ πάν­τα σωστὲς καὶ ἀκριβεῖς, διότι γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ ποιητικοῦ μέτρου πολλὲς φορὲς βιάζουν ἢ καὶ στρεβλώνουν τὰ νοήματα καὶ κάνουν πολλὲς προσθαφαιρέσεις νοημάτων ἢ ἀλλαγὲς λέξεων μὲ ἄλλες παρομοίου νοήματος κ.λπ., ὁπότε διολισθαίνουν στὴν διασκευή, σὲ κάποιες δὲ περιπτώσεις καὶ στὴν παραχάραξι (τοὐλάχιστον στὰ σημεῖα). ῾Επομένως τὸ ποιητικὸ μέτρο δημιουργεῖ μία ἐπιπρόσθετη δυσχέρεια στὰ ἤδη ἑρμηνευτικῶς δυσπροσπέλαστα ὁμηρικὰ κείμενα, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶναι ἀπαλλαγμένες οἱ πεζὲς μεταφράσεις. Στὶς τελευταῖες τρεῖς δεκαετίες περίπου κερδίζει ἔδαφος ἡ ἄποψι οἱ μεταφράσεις νὰ εἶναι ὄχι ἔμμετρες, ἀλλὰ μετρικῶς ἐλεύθερες καὶ μεταφραστικῶς ἀδέσμευτες, νὰ ὑπάρχῃ ὅμως «ἡ αὔρα τῆς λογοτεχνικῆς ἀποτυπώσεως», στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, καὶ ἐπιπλέον νὰ διατηροῦνται καὶ νὰ γράφωνται διακεκριμένοι οἱ στίχοι, περίπου ὅπως εἶναι καὶ στὸ πρωτότυπο, καὶ στὸν βαθμὸ ποὺ μπορεῖ νὰ γίνῃ κάτι τέτοιο, ἀφοῦ οἱ συχνοὶ διασκελισμοὶ τοῦ ἀρχαίου κειμένου καὶ ἡ διαφορετικὴ συντακτικὴ δομὴ τῆς νεοελληνικῆς δὲν ἐπιτρέπουν πάντοτε τὴν ἀπόλυτη ἀντιστοίχισι. Τέτοιες εἶναι οἱ τρεῖς πιὸ πρόσφατες μεταφράσεις, τοῦ Δ. Μαρωνίτη γιὰ τὴν ᾿Οδύσσεια (2005) καὶ τὴν ᾿Ιλιάδα (2012), καὶ τοῦ Μανόλη Χατζηγιακουμῆ μόνον –δυστυχῶς– γιὰ τὴν ᾿Οδύσσεια (2015), ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψι αὐτὴ ἡ καλλίτερη μέχρι τώρα μετάφρασι, καθὼς σέβεται καὶ διατηρεῖ σὲ μεγάλο βαθμὸ πολλὰ στοιχεῖα τοῦ πρωτοτύπου ὅπως τοὺς διασκελισμοὺς ὅλους, τὶς παρηχήσεις, τὴν ἐσωτερικὴ ῥυθμικότητα τοῦ ἀφηγηματικοῦ λόγου, τὴν ἀρχαϊκὴ μορφὴ τῶν κυρίων ὀνομάτων, τοὺς λογοτύπους, τοὺς «ἀπηρτισμένους» (τέλειους καὶ ὡλοκληρωμένους) στίχους καὶ πολλὰ ἄλλα.

Γιὰ τὴν παροῦσα ἐργασία ἐπὶ τῆς ῾Ομήρου ᾿Ιλιάδος ἐλήφθη ὑπόψιν κυρίως ἡ ἀκόλουθη βιβλιογραφία.

᾿Αρχαῖο κείμενο ᾿Ιλιάδος. α) Κατὰ τὴν καθιερωμένη πεντάτομη ἔκδοσι τῶν D. B. Monro καὶ Th. W. Allen, Homeri Opera, (τόμοι 1-2 ᾿Ιλιάς, 3-4 ᾿Οδύσσεια, 5 ῾Ομηρικοὶ ῞Υμνοι), ᾿Οξφόρδη 1902-1912, μὲ συχνὲς ἐπανεκδόσεις μέχρι σήμερα, π.χ. 1917, 1920, 1946, 1955, 1958-1959, 1961-1962, 1976, 1979-1980, 2016 (κάποιες μόνο μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Th. W. Allen ὡς editio altera). β) ᾿Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, ᾿Αθῆναι 1954 (καὶ ἀνατύπωσι 2004). γ) Προτεινόμενες διορθώσεις τοῦ Γεωργίου Ζηκίδη (Γραμματικὴ ῾Ομηρική, ἐν ᾿Αθήναις 1889).

Μεταφράσεις ᾿Ιλιάδος. α) Ἰακώβου Πολυλᾶ, ποιητική, 1875-1881 (Ο.Ε.Δ.Β., Ἀθήνα 1980). β) ᾿Αλεξάνδρου Πάλλη, ποιητική, 1904. γ) ᾿Ι. Θ. Κακριδῆ καὶ Ν. Καζαντζάκη, ποιητική, ᾿Αθήνα 1935(;), ἔκδοσι 1955 (καὶ ΟΕΔΒ, ᾿Αθήνα 1982). δ) Ὄλγας Κομνηνοῦ Κακριδῆ, πεζή, ἐκδόσεις ᾿Ι. Ζαχαρόπουλος, ᾿Αθήνα 1954. ε) Θεόδωρου Γ. Μαυρόπουλου, ποιητική, ἐκδόσεις Ζῆτρος, Θεσσαλονίκη 2004. f) Δ. Ν. Μαρωνίτη, πεζή, ἐκδόσεις Ἄγρα, ᾿Αθήνα 2012 (καὶ σχολικὴ ἔκδοσι Παιδαγωγικοῦ ᾿Ινστιτούτου Κύπρου, Λευκωσία 2012).

Μελέτες, ἀναλύσεις, ἔρευνες, σχόλια. α) Εὐσταθίου (Θεσσαλονίκης), Παρεκβολαὶ εἰς τὴν ῾Ομήρου ᾿Ιλιάδα, 12ου αἰῶνος. β) ᾿Ι. Θ. Κακριδῆ, ῾Ομηρικὰ θέματα, ᾿Αθήνα 1965. γ) Ὄλγας Κομνηνοῦ Κακριδῆ (σχόλια), ᾿Αθήνα 1954. δ) Γερασίμου Βανδώρου (σχόλια καὶ περιλήψεις), ἐκδόσεις Αὐλός, ᾿Αθῆναι (1967 περίπου). ε) Παναγιώτας Καπογιάννη-Παϊπέτη (ἀνάλυσι στίχων), ἐκδόσεις Αὐλός, ᾿Αθῆναι (1967 περίπου). f) ῾Ελένης ᾿Ι. Κακριδῆ (εἰσαγωγὴ καὶ σχόλια), ᾿Αθήνα 1980. ζ) Κωνσταντίνου Σιαμάκη (ποικίλα σχόλια, ἑρμηνεῖες καὶ μεταφράσεις στίχων, διάσπαρτα στὰ διάφορα συγγράμματά του), Θεσσαλονίκη 1988 καὶ ἑξῆς. η) Στεφάνου ᾿Αλ. Πατάκη καὶ ᾿Αγγ. Μπατζόγλου (ἀνάλυσι), ἐκδόσεις Πατάκη, Ἀθήνα 1991. θ) Ἀγγελικῆς Μπατζόγλου (ἑρμηνευτικὴ προσέγγισι), ἐπιμέλεια ὕλης Ν. Ι. Παρίση, ἐκδόσεις Πατάκη, Ἀθήνα 1989, ἐπανέκδοσι 1998. ι) Ἰωάννου Ἀναστασίου, ῾Ρένας Ζαμάρου καὶ Γιάννη Πανούση (εἰσαγωγὴ καὶ σχόλια), Παιδαγωγικὸ ᾿Ινστιτοῦτο ὑπουργείου ἐθνικῆς παιδείας καὶ θρησκευμάτων, Ο.Ε.Δ.Β., Ἀθήνα 2001. ια) Παρασκευῆς Ρούλια (ἀνάλυσι), ἐκδόσεις Μεταίχμιο, 2002. ιβ) Μαρίνας Κουτσομήτρη (περιλήψεις καὶ σχόλια), ᾿Αθῆναι 2002. ιγ) Γιάννη Πανούση (διδακτικὲς ὁδηγίες), Ο.Ε.Δ.Β., ᾿Αθήνα 2003. ιδ) Χριστίνας ᾿Αργυροπούλου (σχόλια), ᾿Αθήνα 2007. ιε) Κωνσταντίνου Σιαμάκη, Πορφύρεον κῦμα, «Μελέτες» 9, σ. 359-368, Θεσσαλονίκη 2010. ιf) Κώστα Δούκα (διάφορα σχόλια καὶ ἀρθρογραφία), ᾿Αθήνα 2017.

Βεβαίως τὸ σωστὸ εἶναι ἡ ᾿Ιλιὰς νὰ μὴν ἐξετάζεται αὐτόνομα, ἀλλὰ νὰ συγκρίνεται μὲ τὴν ᾿Οδύσσεια, διότι τὰ δύο αὐτὰ ἔπη ἀλληλοσυμ­πληρώνονται καὶ ἀλληλοερμηνεύονται. Ἔτσι ἐδῶ ἐλήφθη ὑπόψι βοηθητικὰ καὶ ἡ ἀκόλουθη βιβλιογραφία γιὰ τὴν ᾿Οδύσσεια.

᾿Αρχαῖο κείμενο ᾿Οδυσσείας. α) Κατὰ τὴν προαναφερθεῖσα ἔκδο­σι τῶν D. B. Monro καὶ T. W. Allen, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν νεώτερη ἔκδοσι τοῦ Μανόλη Χατζηγιακουμῆ (βλέπε παρακάτω). β) ᾿Εκ τῆς τυπογραφίας ᾿Ανδρέου Κορομηλᾶ, ἐν Αἰγίνῃ 1835. γ) John Owen, ῾Ομήρου ᾿Οδύσσεια, κατὰ τὸ κείμενον Wolf, Νέα ῾Υόρκη 1846 (4η ἔκδοσι). δ) ᾿Εκ τοῦ τυπογραφείου Παρασκευᾶ Λεωνῆ, ἐν ᾿Αθήναις 1892. ε) ᾿Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, ᾿Αθῆναι 1940 (καὶ ἀνατύπωσι ᾿Αθήνα 2004). f) Προτεινόμενες διορθώσεις τοῦ Γεωργίου Ζηκίδη (Γραμματικὴ ῾Ομηρική, ἐν ᾿Αθήναις 1889).

Μεταφράσεις ᾿Οδυσσείας. α) Νεοφύτου Δούκα, πεζή (παράφρασις), ἐν Αἰγίνῃ 1835. β) Ἰακώβου Πολυλᾶ, ποιητική, 1875-1881. γ) Α. Ξ. Καραπαναγιώτου, πεζή (παράφρασις), ἐν ᾿Αθήναις 1892. δ) ᾿Αργύρη ᾿Εφταλιώτη, ποιητική, ῥαψωδίες α - φ, Γαλλία 1923 (ἔκδοσις Ο.Ε.Δ.Β., Ἀθήνα 1964). ε) Ζησίμου Σιδέρη, ποιητική, 1930 (ἐκδ. Ζαχαρόπουλος 1940, καὶ Ο.Ε.Δ.Β. ᾿Αθήνα 1970 καὶ 1981). f) Νικολάου Ποριώτη, ποιητική, ῥαψῳδίες χ - ω (συμπλήρωμα στὴν μετάφρασι τοῦ ᾿Εφταλιώτη), ᾿Αθήνα, περίπου 1940 (καὶ Ο.Ε.Δ.Β. 1964). ζ) ᾿Ι. Θ. Κακριδῆ (καὶ Ν. Καζαντζάκη ἐν μέρει), ποιητική, ᾿Αθήνα 1938(;), ἔκδοσι 1965. η) Δ. Ν. Μαρωνίτη, πεζή, Θεσσαλονίκη 2005 (καὶ Ο.Ε.Δ.Β., ᾿Αθήνα 2000 καὶ 2015). θ) Μανόλη Χατζηγιακουμῆ, ῾Ομήρου ᾿Οδύσσεια — Δοκιμὲς Μετάφρασης, ᾿Αθήνα 2007. ι) Μανόλη Χατζηγιακουμῆ, ᾿Ανθολόγιο ᾿Οδύσσειας, ἀποσπάσματα μεταφρασμένα, 3 τόμοι, μὲ σχόλια καὶ ἀναλύσεις, ᾿Αθήνα 2016. ια) Μανόλη Χατζηγιακουμῆ, ῾Ομήρου ᾿Οδύσσεια, εἰσαγωγὴ – κείμενο – μετάφρασι – σχόλια, ῥαψωδίες α - ω, Κέντρον ᾿Ερευνῶν καὶ ᾿Εκδόσεων, ᾿Αθήνα 2017 (πρώτη ἔκδοσι 2015).

Σημείωσι. Οἱ τρεῖς τελευταῖες ἐκδόσεις εἶναι στὴν οὐσία ἕνα ἑνιαῖο ἔργο τοῦ κλασσικοῦ φιλολόγου, νεοελληνιστοῦ καὶ μουσικοῦ ἐρευνητοῦ Μανόλη Χατζηγιακουμῆ καὶ ἀποτελοῦν τὴν νεώτερη μεταφραστικὴ ἐργασία τῆς ᾿Οδυσ­σείας, τὴν καλλίτερη ὅλων, μὲ πλούσιο καὶ πρωτότυπο σχολιασμό.

Μελέτες, ἀναλύσεις, ἔρευνες, σχόλια. α) Εὐσταθίου (Θεσσαλονίκης), Παρεκβολαὶ εἰς τὴν ῾Ομήρου ᾿Οδύσσειαν, 12ου αἰῶνος. β) Νεοφύτου Δούκα (σχόλια), ἐν Αἰγίνῃ 1835. γ) K. F. Ameis (σχόλια), ἐν ᾿Αθήναις 1892. δ) Διονύσιος Τσουράκης, «῾Ο ὁμηρικὸς κόσμος», ᾿Αθῆναι 1967. ε) Γερασίμου Βανδώρου (τὸ ἔπος τοῦ νόστου, ὁ ᾿Οδυσσεύς, ἡ Ναυσικᾶ), ἐκδόσεις Αὐλός, ᾿Αθῆναι. f) Παναγιώτας Καπογιάννη-Παϊπέτη (τὸ προοίμιον τῆς ᾿Οδυσσείας), ἐκδόσεις Αὐλός, ᾿Αθῆναι.ζ) Τριαντάφυλλος ᾿Ι. Δελῆς (εἰσαγωγὴ καὶ σχόλια), ᾿Αθήνα 1981.η) Γ. Μ. ᾿Ιγνατιάδη, Λ. Κακουλίδη καὶ ᾿Απ. Χαραλαμπίδη (εἰσαγωγὲς καὶ σχόλια), Ο.Ε.Δ.Β., ᾿Αθήνα 2000. θ) Μαρίας Σπυρογιάννη (ἀναλύσεις καὶ σχόλια), ἐκδόσεις Βολονάκη, ᾿Αθήνα 2003 (ἐπανέκδοσι 2008). ι) Irene J. F. de Jong (ὑπόμνημα), Θεσσαλονίκη 2011. ια) Μανόλη Χατζηγιακουμῆ (πλούσια σχόλια στὸ προαναφερθὲν μεταφραστικό του ἔργο), ᾿Αθήνα 2007-2015. ιβ) Μαρίας Σαμαρᾶ καὶ Κωνσταντίνου Τοπούζη (περιλήψεις καὶ σχόλια), Παιδαγωγικὸ ᾿Ινστιτοῦτο, ᾿Αθήνα 2015.

 

20/2/2018