11. Φιλολογία Περιηγήσεις στὴν ᾿Ιλιάδα τοῦ ῾Ομήρου Οἱ ἀντίπαλες πλευρὲς στὸν τρωικὸ πόλεμο

PostHeaderIcon Οἱ ἀντίπαλες πλευρὲς στὸν τρωικὸ πόλεμο

 

ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ

ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ

 

 

Οἱ ἀντίπαλες πλευρὲς στὸν τρωικὸ πόλεμο

 

Στὴν ᾿Ιλιάδα τὰ ἀντίπαλα στρατόπεδα εἶναι δύο· ἀπὸ τὴν μιὰ εἶναι οἱ κάτοικοι τοῦ ᾿ΙλίουΤροίας, οἱ λεγόμενοι Τρῶες, ποὺ ὑπερασπίζονται τὴν πόλι τους μαζὶ μὲ τοὺς συμμάχους των, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη εἶναι οἱ πολιορκητὲς τῆς Τροίας, ποὺ ἀποτελοῦν συμμαχία διαφόρων φυλῶν καὶ βασιλείων. Γιὰ τὸ στρατόπεδο τῶν πολιορκητῶν ὁ ῞Ομηρος χρησιμοποιεῖ σὲ ὅλο τὸ ἔργο του ὄχι ἕνα ἀλλὰ τρία «ἐθνικὰ» ὀνόματα· ᾿Αχαιοί, Δαναοί, καὶ ᾿Αργεῖοι. Εἰδικὰ στὴν ῥαψῳδία Α ὀνομάζονται ᾿Αχαιοὶ 41 φορές, ᾿Αργεῖοι 4, καὶ Δαναοὶ 9, ἐνῷ γενικῶς σὲ ὅλη τὴν ᾿Ιλιάδα ὀνομάζονται ᾿Αχαιοὶ 725 φορές, ᾿Αργεῖοι 225 καὶ Δαναοὶ 154.

Πρέπει νὰ ἀναφερθῇ ἐδῶ ὅτι αὐτὲς οἱ ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες τοῦ ῾Ομήρου ἐνῷ διατηροῦνται ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπείραχτες στὶς πεζογραφικὲς (μὴ ἔμμετρες) μεταφράσεις τῆς ᾿Ιλιάδος, στὶς περισσότερες ποιητικὲς ἀλλοιώνονται σημαντικά. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε, καὶ μόνον ὡς πρὸς τὴν Α ῥαψῳδία ἂν συγκρίνουμε διάφορες ποιητικὲς μεταφράσεις. Στὴν μετάφρασι τοῦ Πολυλᾶ παραλείπεται τὸ ὄνομα ᾿Αχαιοὶ 3 φορὲς (Α 61, 162, 227) καὶ τὸ Δαναοὶ μία (Α 444), διατηροῦνται ὅμως στοὺς ὑπόλοιπους στίχους τὰ ἀκριβῆ ὀνόματα τοῦ πρωτοτύπου· ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἄποψι ἡ ἐργασία τοῦ Πολυλᾶ βρίσκεται πιὸ κοντὰ στὸ πρωτότυπο ἀπὸ κάθε ἄλλη ποιητικὴ ἀπόδοσι. Στὴν μετάφρασι τοῦ Πάλλη διατηρεῖται μόλις 9 φορὲς τὸ ὄνομα ᾿Αχαιοὶ στὰ ἴδια σημεῖα μὲ τὸν ῞Ομηρο, πολὺ συχνὰ παραλείπεται (17 φορές· Α 61, 71, 79, 91, 150, 162, 227, 229, 237, 284, 305, 345, 384, 389, 422, 473, 478), 5 φορὲς ἀλλάζει σὲ ᾿Αργῖτες (Α 17, 22, 127, 376, 409) καὶ ἄλλες 4 σὲ Δαναοὶ –χωρὶς μετρικὸ λόγο– (Α 240, 392, 509, 559), ἐνῷ 6 φορὲς ὑποκαθίσταται (κάποτε αὐθαίρετα καὶ χωρὶς νὰ ὑπάρχουν μετρικοὶ λόγοι) ὡς παλληκάρια (Α 123) ἢ τὰ παιδιά (Α 135) ἢ ὁ στρατὸς (Α 161, 368) ἢ ἀσκέρι (Α 276, 344) [καὶ τὰ τέσσερα ὁ Πάλλης τὰ χρησιμοποιεῖ συν­ωνυμικῶς]· τὸ ὄνομα Δαναοὶ παραλείπεται 3 φορές (Α 87, 90, 97), ἀλλάζει σὲ ᾿Αχαιοὶ ἄλλες 3 (Α 56, 444, 456) [ἐνῷ δὲν ὑπάρχει μετρικὸς λόγος γιὰ τέτοια ἀλλαγή] καὶ σὲ ἀσκέρι μία (Α 109)· γιὰ τὸ ᾿Αργεῖοι προκρίνεται παν­τοῦ ὁ τύπος ᾿Αργῖτες (ποὺ εἶναι ἄλλη μορφὴ τοῦ ἴδιου ὀνόματος), παραλείπεται μία φορά (Α 119), καὶ ἄλλη μία ἀντικαθίσταται μὲ τὴν λέξι κάμπος! (Α 445)· τέλος τὴν ᾿Αχαιίδα γαῖαν τὴν κάνει πατρίδα (Α 254). Εἶναι ὁλοφάνερο καὶ ἀπὸ ἐδῶ ὅτι ἡ ἐργασία τοῦ Πάλλη εἶναι μία ἐλεύθερη νοηματικὴ ἀπόδοσι καὶ ποιητικὴ διασκευὴ τοῦ ὁμηρικοῦ κειμένου, συχνὰ τόσο αὐθαίρετη ποὺ διολισθαίνει στὴν παραχάραξι, ὁπότε κακῶς θεωρεῖται καὶ λέγεται μετάφρασι τῆς ᾿Ιλιάδος· εἶναι περισσότερο γλωσσικὸ μανιφέστο. Στὴν μετάφρασι τῶν Κακριδῆ-Καζαντζάκη τὸ ὄνομα ᾿Αχαιοὶ διατηρεῖται μόνον 7 φορὲς στὰ ἴδια σημεῖα μὲ τὸν ῞Ομηρο [λιγώτερες φορὲς κι ἀπὸ τὴν μετάφρασι τοῦ Πάλλη δηλαδή], παραλείπεται 5 φορές (Α 61, 79, 91, 127, 347), ἀλλάζει σὲ ᾿Αργῖτες ἢ συγγενικὸ τύπο 28 φορές (!) (Α 12, 15, 17, 22, 71, 123, 135, 150, 162, 163, 227, 237, 240, 276, 284, 305, 374, 376, 384, 389, 392, 409, 412, 422, 454, 473, 509, 559) [εἰδικὰ τὴν φράσι νῆες ᾿Αχαιῶν μεταφράζουν συχνὰ ᾿Αργίτικα καράβια, ἐνῷ θὰ μποροῦσαν νὰ τὴν ἀποδώσουν ᾿Αχαϊκὰ καράβιατῶν ᾿Αχαιῶν τὰ πλοῖα διατηρῶντας τὸ ἴδιο μέτρο καὶ νὰ εἶναι ἀκριβέστεροι πρὸς τὸ πρωτότυπο], καὶ μία φορὰ μεταλλάσσεται σὲ στρατός (Α 344)· τὸ ὄνομα Δαναοὶ παραλείπεται μία φορὰ (Α 97) καὶ ἀλλάζει ἐπίσης σὲ ᾿Αργῖτες 5 (Α 56, 87, 109, 258, 456)· γιὰ τὸ ᾿Αργεῖοι προκρίνεται παντοῦ ὁ τύπος ᾿Αργῖτες ἀκολουθῶντας προφανῶς τὸ παράδειγμα τοῦ Πάλλη, παραλείπεται μία φορὰ (Α 119) καὶ ἄλλη μία ἀντικαθίσταται μὲ τὸ ᾿Αχαιοί (Α 382). ᾿Απὸ τὴν μετάφρασι αὐτὴ ἀποκομίζει κανεὶς τὴν ἐσφαλμένη ἐντύπωσι ὅτι γιὰ τὸν ῞Ομηρο τὸ ᾿Αργῖτες (᾿Αργεῖοι) εἶναι τὸ κύριο καὶ σχεδὸν ἀποκλειστικὸ ὄνομα τῶν πολιορκητῶν. Στὴν δὲ μετάφρασι τοῦ Θεόδωρου Γ. Μαυρόπουλου τὸ ὄνομα ᾿Αχαιοὶ παραλείπεται 12 φορές (Α 15, 61, 79, 127, 162, 163, 229, 276, 305, 374, 384, 473) καὶ ἀλλάζει σὲ ᾿Αργείους μία (Α 2)· τὸ ὄνομα Δαναοὶ παραλείπεται 3 φορές (Α 90, 97, 258)· καὶ τέλος τὸ ᾿Αργεῖοι παραλείπεται 2 φορές (Α 119, 445), ἐνῷ στὶς ὑπόλοιπες δὲν μεταβάλλεται σὲ ᾿Αργῖτες. ῾Υπενθυμίζεται ὅτι ἡ παραπάνω σύγκρισι τῶν 4 ποιητικῶν μεταφράσεων περιορίζεται μόνον στὴν ῥαψῳδία Α τῆς ᾿Ιλιάδος. Ἂς ἐπιστρέψουμε ὅμως στὰ τρία ἐθνικὰ ὀνόματα ᾿Αχαιοί, ᾿Αργεῖοι καὶ Δαναοί, ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ ῞Ομηρος γιὰ τοὺς πολιορκητὲς τοῦ ᾿Ιλίου.

Οἱ ᾿Αχαιοὶ εἶναι ἀρχαιότατο μεγάλο ἑλληνικὸ φῦλο, ἀπὸ τὰ πρῶτα ποὺ κατοίκησαν στὴν σημερινὴ ῾Ελλάδα. Στὴν ῥαψῳδία Α ἡ χώρα τῶν ᾿Αχαιῶν ὀνομάζεται ᾿Αχαιὶς γαῖα (Α 254), δηλαδὴ ᾿Αχαϊκὴ γῆ, ᾿Αχαΐα. Τὰ ὀνόματα ἑπομένως ᾿Αχαιοὶ καὶ ᾿Αχαΐα ἦταν κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Τρωικοῦ πολέμου γενικὰ ἐθνικὰ ὀνόματα τῶν κατοίκων τῆς σημερινῆς ῾Ελλάδος καὶ τοῦ νοτίου μέρους της, ἐνῷ πολλοὺς αἰῶνες ἀργότερα ἔγιναν τοπικὰ ὀνόματα. Στὴν περίοδο τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καὶ μετέπειτα τὸ ὄνομα ᾿Αχαΐα διατηρήθηκε ὡς γεωγραφικὸ καὶ διοικητικὸ ὄνομα καὶ συχνὰ ἐναλασσόταν μὲ τὸ ὄνομα ῾Ελλάς, ἐνῷ σήμερα περιωρίστηκε σὲ μία περιοχὴ τῆς ῾Ελλάδος, στὸν νομὸ ᾿Αχαΐας τῆς Πελοποννήσου.

᾿Αργεῖοι εἶναι, σύμφωνα μὲ μία ἄποψι, ἄλλη ὀνομασία τῶν Δωριέων (οἱ ὁποῖοι ὠνομάζονταν ἐπίσης Αἰολεῖς), καὶ εἰδικώτερα τῶν δωρικῶν κρατῶν ἢ βασιλείων ποὺ συνασπίστηκαν γιὰ τὴν ἐκστρατεία κατὰ τοῦ ᾿Ιλίου· καὶ Ἄργος στὸν ῞Ομηρο εἶναι ἡ χώρα τῶν ᾿Αργείων, τὴν ὁποία ἐμφανῶς ταυτίζει μὲ τὴν γῆ τῶν ᾿Αχαιῶν· πρόκειται δηλαδὴ γιὰ δεύτερα πανάρχαια ἐθνικὰ ὀνόματα τῶν κατοίκων τῆς ῾Ελλάδος. Φαίνεται ὅτι στὴν ἐποχὴ καταγραφῆς τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν τὸ Δωριεῖς δὲν ἦταν ἀκόμη καθιερωμένο ὡς γενικὸ ἐθνικὸ ὄνομα, ἐνῷ τὸ ᾿Αργεῖοι ἦταν ἐπικρατέστερο· αὐτὸ προφανῶς θὰ συν­έβαινε σὲ μία ἐποχὴ ἀρκετὰ ἀρχαιότερη ἀπὸ τὸν 9ο π.Χ. αἰῶνα· ἀργότερα ἡ ἰσχὺς τῶν ὀνομάτων ἀντιστράφηκε καὶ τὸ μὲν Δωριεῖς ἔγινε γενικῆς χρήσεως ἐνῷ τὸ ᾿Αργεῖοι τοπικῆς. Οἱ ΔωριεῖςΑἰολεῖς ἢ κατὰ τὸν ῞Ομηρο ᾿Αργεῖοι εἶναι ἐπίσης μεγάλο ἑλληνικὸ φῦλο ποὺ κατοίκησε στὴν σημερινὴ ῾Ελλάδα λίγους αἰῶνες μετὰ τοὺς ᾿Αχαιούς.

Γιὰ τὸ ὄνομα Δαναοί, ποὺ ὁ ῞Ομηρος παρουσιάζει σὰν τὸ τρίτο ἐθνικὸ ὄνομα τῶν πολιορκητῶν τοῦ ᾿Ιλίου, διαπιστώνουμε ὅτι χρησιμοποιεῖται σὲ ὅλο τὸ ἔπος πολὺ λιγώτερο ἀπὸ τὰ ἄλλα δύο ὀνόματα, στὴν δὲ ᾿Οδύσσεια συναντᾶται μόλις 13 φορές· ἐπίσης δὲν ἀναφέρεται κάποιο ἀντίστοιχο ὄνομα γιὰ τὴν χώρα τῶν Δαναῶν (π.χ. «Δαναῒς γῆ» κατὰ τὸ ᾿Αχαιὶς γῆ γιὰ τοὺς ᾿Αχαιούς)· καὶ τρίτον σὲ λίγες περιπτώσεις τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν φαίνεται τὸ Δαναοὶ νὰ χρησιμοποιῆται ὄχι σὰν κύριο ὄνομα ἀλλὰ σὰν κοινὸ προσηγορικό. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ κάποια ἑρμηνευτικὴ ἄποψι τὸ δαναὸς ἀρχικὰ δὲν ἦταν κἂν κύριο ὄνομα ἀνθρώπου, ἄρα οὔτε κύριο ἐθνικὸ ὄνομα τῶν κατοίκων τῆς ῾Ελλάδος, ἀλλὰ ἦταν πιθανώτατα ἀνώτατος ἱερατικὸς καὶ βασιλικὸς τίτλος, ποὺ ἀποδιδόταν μόνον σὲ ἡγεμόνες καὶ μέλη βασιλικῶν οἰκογενειῶν, ὁπότε σήμαινε περίπου ἱερός, ἅγιος, θεϊκός, θεῖος, ἄρχων, πρίγκιψ. Αὐτὸ προφανῶς θὰ συνέβαινε στὴν προομηρικὴ ποίησι τοῦ τρωικοῦ κύκλου, στὴν ὁποία ἡ χρῆσι τῆς λέξεως θὰ ἦταν μᾶλλον σπάνια, κάπως ἀνάλογη μὲ τὴν σπανιότητά της καὶ στὴν ὁμηρικὴ ᾿Οδύσσεια. Στὴν ἐποχὴ τοῦ ῾Ομήρου, ποὺ ζῇ περίπου δύο αἰῶνες μετὰ τὸν δεύτερο τρωικὸ πόλεμο, εἶχε ξεχαστῆ ἡ ἀκριβὴς σημασία τῆς λέξεως, ὁπότε ὁ ῞Ομηρος τὴν ἐξέλαβε ὡς κύριο ὄνομα καὶ μάλιστα ὡς ἕνα ἀκόμη ἐθνικὸ ὄνομα τῶν ἀντιπάλων τῶν Τρώων. Μία δεύτερη ἄποψι, ποὺ περιλαμβάνει καὶ τὰ κυριώτερα σημεῖα τῆς προηγούμενης, διευρύνοντάς τα ὅμως ἑρμηνευτικῶς καὶ ἱστορικῶς, εἶναι ὅτι τὸ Δαναοὶ ἦταν κάποτε κύριο ὄνομα τῶν Προελλήνων (εἴτε γενικὸ εἴτε μιᾶς τοπικῆς φυλῆς των, ἴσως τῆς ἐπικρατέστερης), οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἔθνος πιὸ θρησκευτικὸ ἀπὸ τὰ μετέπειτα ἑλληνικὰ φῦλα, μὲ ἔντονη ἱεροκρατικὴ κοινωνία, ὅπου οἱ ἡγεμόνες ἦσαν ταυτόχρονα καὶ ἀνώτατοι ἱερεῖς (ἱεροβασιλεῖς). ᾿Εξάλλου γιὰ μία τόσο ἀρχαϊκὴ καὶ σχεδὸν προϊστορικὴ ἐποχὴ δὲν εἶναι σπάνιο οὔτε παράξενο ἕνα κοινὸ προσηγορικὸ ὄνομα νὰ χρησιμοποιῆται παράλληλα καὶ ὡς κύριο ἢ καὶ τὸ ἀντίστροφο, καθὼς τὸ φαινόμενο αὐτὸ συναντᾶται ἀδιάκοπα στὸν ἑλληνικὸ χῶρο ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα (παράβαλε τὰ σημερινὰ κύρια ὀνόματα Βλαστός, Ἤπειρος, Λαιμός, Πολίτης, Ψάλτης, Τρίτος, Πενηνταέξ, καὶ ἄλλα). ῞Οταν οἱ ᾿Αχαιοὶ κυριάρχησαν στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ἀφωμοίωσαν τὰ προγενέστερα προελληνικὰ φῦλα, ὁπότε τὸ δαναὸς παρέμεινε σὰν τίτλος βασιλικὸς καὶ ἱερατικός, ἀλλὰ καὶ σὰν δεύτερο ἐθνικό τους ὄνομα. ῾Ο ῞Ομηρος διατηρεῖ τὸν ἀπόηχο αὐτῆς τῆς μακροχρόνιας καὶ κατὰ πολὺ ἀρχαιότερής του διεργασίας, καὶ κάνει τὸν συλλογισμὸ ὅτι, ἐφόσον ᾿Αχαιοὶ = Δαναοὶ καὶ ᾿Αχαιοὶ = ᾿Αργεῖοι, ἄρα καὶ Δαναοὶ = ᾿Αργεῖοι.

Σύμφωνα μὲ κάποιους ἑρμηνευτὲς τὰ στοιχεῖα ποὺ μνημονεύονται ἀπὸ τὸν ῞Ομηρο καὶ τοὺς ἄλλους ἀρχαίους συγγραφεῖς ἀναφέρονται σὲ δύο τρωικοὺς πολέμους καὶ ὄχι μόνον σὲ ἕναν. ῾Ο πρῶτος θεωρεῖται ὅτι συνέβη ἀνάμεσα στὰ ἔτη 1300 καὶ 1260 π.Χ. καὶ κατὰ τὴν διάρκειά του οἱ ᾿Αχαιοὶ ἐκστράτευσαν στὸ Αἰγαῖο καὶ στὴν ἀπέναντι Μικρὰ ᾿Ασία καὶ κατέκτησαν τὰ ἀνατολικὰ παράλια τοῦ Αἰγαίου. Σύμφωνα μὲ τὴν ἄποψι αὐτὴ ὅσοι ἀναφέρονται στὴν ᾿Ιλιάδα συνήθως ἐννοοῦν τὸν δεύτερο τρωικὸ πόλεμο, ποὺ ἔγινε περὶ τὸ 1100 π.Χ. (δηλαδὴ σχεδὸν 200 χρόνια μετὰ τὸν πρῶτο) καὶ κατὰ τὴν διάρκειά του οἱ ᾿Αργεῖοι (ἢ ΔωριεῖςΑἰολεῖς) συνασπισμένοι ὑπὸ ἕναν ἀρχιστράτηγο βασιλιᾶ (περίπου σὰν ὁμοσπονδία κρατιδίων) κατέλαβαν κι αὐτοὶ τὴν Μικρὰ ᾿Ασία. Μὲ τὴν κάθοδο τῶν Δωριέων ἔγινε πολλὴ ἀνάμιξι παλαιῶν καὶ νέων ἑλληνικῶν φύλων, πολλὲς μετατοπίσεις πληθυσμῶν καὶ μεγάλη κατάτμησι τοῦ ἔθνους σὲ μικρὰ κρατίδια, ὁπότε κατὰ συνέπειαν προέκυψαν καὶ πολλὰ φυλετικὰ («ἐθνικὰ») ὀνόματα.

Σὲ κάθε περίπτωσι δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι κατὰ τοὺς ὁμηρικοὺς χρόνους οἱ παλαιότερες διακρίσεις σὲ ᾿Αχαιοὺς καὶ ᾿Αργείους (Δωριεῖς) ἔχουν ἐκλείψει καὶ τὰ δύο συγγενικὰ ἑλληνικὰ φῦλα ἔχουν ἑνωθῆ πλέον σὲ ἕναν λαό, ὅτι ὁ ῞Ομηρος θεωρεῖ (εἴτε ἀπὸ μόνος του εἴτε ἀπὸ πανάρχαιη παράδοσι ποὺ ἔχει φτάσει ἀμυδρὰ μέχρι τὴν ἐποχή του) ὅτι κάτι ἀνάλογο συνέβη καὶ (πολὺ παλαιότερα) στὴν περίπτωσι Δαναῶν καὶ ᾿Αχαιῶν, ὅτι χρησιμοποιεῖ ὡς ταυτόσημα τὰ ὀνόματα ᾿Αχαιοὶ ᾿Αργεῖοι καὶ Δαναοί, καὶ ὅτι κάτω ἀπὸ τὰ τρία αὐτὰ ἐθνικὰ ὀνόματα βλέπει ἕνα ἔθνος, τὸ ὁποῖο κατοικεῖ στὴν περιοχὴ ποὺ κατὰ τοὺς ἀμέσως ἑπόμενους ἱστορικοὺς χρόνους ὀνομάζεται ῾Ελλάς. Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ πολὺ παλιὰ μέχρι σήμερα ὅλοι σχεδὸν οἱ ἑρμηνευτὲς καὶ σχολιαστὲς τοὺς ᾿Αχαιοὺς᾿ΑργείουςΔαναοὺς τοῦ ῾Ομήρου ὀνομάζουν καὶ ῞Ελληνες, κάτι ποὺ φαίνεται σωστὸ καὶ ἱστορικὰ ἀκριβές· ὅμως ἡ γενικευμένη χρῆσι μιᾶς τέτοιας μετωνυμίας ἀδιακρίτως εἶναι πιθανὸν νὰ ὁδηγήσῃ σὲ κάποιες παρερμηνεῖες.

᾿Ακριβῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀνακύπτει ἕνας ἀκόμη προβληματισμός. Τόσο στὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια ὅσο καὶ σὲ ἄλλες ἑρμηνευτικὲς ἐργασίες γιὰ τὴν ᾿Ιλιάδα ἐπικρατεῖ ἡ ἀντίληψι ὅτι, ἐφόσον οἱ πολιορκητὲς τῆς Τροίας εἶναι ῞Ελληνες, καὶ οἱ Τρῶες εἶναι ἀντίπαλοι τῶν ῾Ελλήνων, ἄρα οἱ Τρῶες δὲν εἶναι ῞Ελληνες! ῾Η ἀντίληψι αὐτὴ ἄλλοτε ἐκφράζεται ῥητῶς καὶ ἄλλοτε ἐμμέσως, ἰδίως ὅταν συνεχῶς γίνεται λόγος γιὰ ἑλληνικὸ στρατόπεδο, γιὰ πολιορκία τῶν ῾Ελλήνων, γιὰ νῖκες τῶν ῾Ελλήνων, γιὰ θεότητες ποὺ παίρνουν τὸ μέρος τῶν ῾Ελλήνων καὶ ἄλλα παρόμοια, σὲ ἀντιπαράθεσι πάν­τοτε μὲ τοὺς Τρῶες. Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις πάντως τὸ ὁμηρικὸ κείμενο μιλάει γιὰ στρατόπεδο καὶ πλοῖα τῶν ᾿Αχαιῶν ἢ ᾿Αργείων, γιὰ ᾿Αχαιοὺς ἢ ᾿Αργείους πολεμιστές, γιὰ νῖκες τῶν ᾿Αχαιῶν κ.λπ.. ῾Επομένως εἶναι ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρον τὸ ἐρώτημα· ποιά εἶναι ἡ ἐθνικότητα τῶν Τρώων σύμφωνα μὲ τὰ ἔπη τοῦ ῾Ομήρου;

Σήμερα ὅλο καὶ περισσότεροι μελετητὲς θεωροῦν ὅτι οἱ ὁμηρικοὶ Τρῶες εἶναι ἀναμφίβολα ἑλληνικὸ φῦλο, ἀφοῦ ἔχουν τὸ ἴδιο πάνθεον, ὅμοια ἤθη καὶ ἔθιμα, ἀκόμη καὶ ἴδια ἀρχιτεκτονικὴ καὶ τέχνες μὲ τὰ ὑπόλοιπα ἑλληνικὰ φῦλα τῆς ἐποχῆς τους. Οἱ ὁμηρικὲς περιγραφὲς προϋποθέτουν μία ἐντυπωσιακὴ ὁμοιότητα ἀνάμεσα στοὺς Τρῶες καὶ τοὺς ὑπόλοιπους Ἕλληνες, εἰδικὰ στὸ θέμα τῆς γλώσσας, ὅπου οἱ δύο ἀντίπαλοι λαοὶ σαφῶς ταυτίζονται, τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ῞Ομηρος δὲν παραλείπει νὰ διαχωρίσῃ γλωσσικὰ τοὺς ἑλληνόφωνους Τρῶες ἀπὸ κάποιους βαρβαροφώνους συμμάχους των. Ὄχι μόνον οἱ ἀρχηγοὶ ᾿Αχαιῶν καὶ Τρώων ἐπικοινωνοῦν ἀπευθείας μεταξύ τους χωρὶς διερμηνεῖς, ἀλλὰ καὶ ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ιλίου Πρίαμος ἐπισκέπτεται στὴν σκηνή του τὸν ᾿Αχιλλέα καὶ ἔχει μακρὰ συνομιλία μαζί του γιὰ τὴν ἀπόδοσι τοῦ νεκροῦ ῞Εκτορος, χωρὶς νὰ παρίσταται κάποιος τρίτος μαζί τους. Τὸ ὅτι πολλοὶ Τρῶες ἔχουν ἑλληνικὰ ὀνόματα (Ἕκτωρ, Πολίτης, Ἀλέξανδρος, Ἀνδρομάχη, Ἀστυάναξ κ.ἄ.) δὲν εἶναι ἴσως τόσο σημαντικὸ στοιχεῖο, ἂν τὸ δοῦμε μεμονωμένα· ἂν ὅμως τὸ ἐντάξουμε στὴν συνολικὴ εἰκόνα, τότε διαπιστώνουμε ὅτι κατὰ τὸν ποιητὴ τῆς ᾿Ιλιάδος οἱ κάτοικοι τοῦ ᾿Ιλίου παρουσιάζονται γενικώτερα (καὶ μάλιστα μὲ τρόπο ἔμμεσο, ἀβίαστο, καὶ αὐθόρμητο) ὡς λαὸς ποὺ ἔχει κοινὲς πολιτιστικὲς ῥίζες μὲ τοὺς πολιορκητὲς ᾿Αργείους· τιμοῦν τοὺς ἴδιους θεούς, ἰδίως δὲ τὴν ᾿Αθήνη (τὸ παλλάδιον τῆς ὁποίας φυλάσσεται στὸ Ἴλιον) καὶ τὸν ᾿Απόλλωνα, ὁρκίζονται στοὺς ᾿Ολυμπίους θεούς, καὶ ἄρα ἀναγνωρίζουν ὡς ὑψηλότερο καὶ ἱερώτερο ὄρος τὸν ἑλληνικὸ Ὄλυμπο, ποὺ ὑψώνεται μεγαλοπρεπὴς στὰ ὅρια Μακεδονίας καὶ Θεσσαλίας (αὐτὸς εἶναι οἱ «ἅγιοι τόποι», τὸ «ἅγιον ὄρος» τῆς θρησκείας των), θεωροῦν ὅτι ὁ ὡραιότερος ποταμὸς τῆς γῆς εἶναι ὁ ἑλληνικὸς ᾿Αξιός, ἔχουν κοινὰ μὲ τοὺς ᾿Αχαιοὺς ταφικὰ ἔθιμα (καῦσι νεκρῶν καὶ ἀνέγερσι τύμβων πρὸς τιμὴν τῶν πεσόντων ἡρώων), οἱ πρόγονοι τῶν Τρώων στὸ μυθολογικὸ παρελθόν τους παρουσιάζονται νὰ ἔχουν οἰκογενειακὲς συγγένειες μὲ τοὺς ἀντίστοιχους προγόνους τῶν ᾿Αχαιῶν.

Τὰ στοιχεῖα αὐτὰ βρίσκουν μία ἱκανοποιητικὴ ἐξήγησι μὲ τὴν ἄποψι περὶ δύο τρωικῶν πολέμων. Στὸν α΄ τρωικὸ πόλεμο (γύρω στὰ ἔτη 1300 καὶ 1260 π.Χ.) τὸ Ἴλιον κατοικεῖται ἢ ἀπὸ κάποιο προελληνικὸ φῦλο ἢ ἀπὸ κάποιον ἄλλο λαὸ τῆς ἐποχῆς, πολιορκεῖται δὲ ἀπὸ τοὺς ᾿Αχαιούς, οἱ ὁποῖοι τελικῶς τὸ καθιστοῦν δική τους κτῆσι καὶ πιθανὸν πρωτεύουσα τοῦ νέου ἀχαιικοῦ (ἑλληνικοῦ) κράτους ποὺ ἱδρύουν στὴν περιοχή. Στὸν β΄ τρωικὸ πόλεμο (περὶ τὸ 1100 π.Χ.) ὁ στρατιωτικὸς συνασπισμὸς τῶν ᾿Αργείων (Δωριέων) πολεμᾷ τὴν ἐδῶ καὶ δύο αἰῶνες ἀχαϊκὴ Τροία, ἔχει δὲ ὡς ἀντιπάλους του Τρῶες τοὺς ἀπογόνους τῶν παλαιοτέρων ᾿Αχαιῶν κατακτητῶν τῆς περιοχῆς, τοὺς ὁποίους καὶ τελικὰ νικᾷ. Στὸν β΄ τρωικὸ πόλεμο λοιπὸν εἶναι φυσικὸ οἱ δύο κύριοι ἀντίπαλοι στρατοὶ νὰ μιλοῦν τὴν ἴδια γλῶσσα, τὴν ἑλληνική, ἢ ἴσως δύο πολὺ κοντινὲς διαλέκτους τῆς ἑλληνικῆς (σὰν νὰ λέμε ἰωνικὴ καὶ δωρική), νὰ ἔχουν τὴν ἴδια θρησκεία, τὸν ἴδιο πολιτισμὸ καθὼς καὶ συνείδησι τῆς κοινῆς των καταγωγῆς. Τὰ ὅσα ἀναφέρονται στὴν ᾿Ιλιάδα προέρχονται ἄλλα ἀπὸ τὸν πρῶτο κι ἄλλα ἀπὸ τὸν δεύτερο τρωικὸ πόλεμο καὶ ἔχουν συγχωνευτῆ μὲ ἕναν τρόπο λογοτεχνικὸ καὶ ὄχι ἱστορικό, ὥστε νὰ ἀποτελέσουν τὸ ἑνιαῖο ἔπος. Εἶναι λοιπὸν σωστότερο καὶ ἀκριβέστερο πρὸς τὸ κείμενο τοῦ ῾Ομήρου νὰ μιλοῦμε γιὰ ἀχαιικὸ (ἢ ἀχαϊκὸ) ἢ ἀργίτικο στρατόπεδο ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ καὶ γιὰ τρωικὸ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἀποφεύγοντας νὰ δηλώνουμε μονομερῶς ὡς ῞Ελληνες μόνον τοὺς ᾿Αχαιούς, ἀλλὰ νὰ διευκρινίζουμε ὅτι τοὐλάχιστον κατὰ τὴν ὁμηρικὴ ἀντίληψι καὶ ποίησι καὶ οἱ πολιορκούμενοι Τρῶες ἦταν συγγενικὸ ἑλληνικὸ φῦλο μὲ τοὺς πολιορκητὲς ᾿Αχαιοὺς᾿Αργείους. Σὲ καμμία περίπτωσι ὁ τρωϊκὸς πόλεμος ποὺ τραγούδησαν ὁ ῞Ομηρος καὶ οἱ πρὸ αὐτοῦ ἀοιδοὶ δὲν ἦταν μία σύγκρουσι μεταξὺ δύο διαφορετικῶν καὶ ἐχθρικῶν κόσμων, τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπως ἄστοχα καὶ ἐπιπόλαια βλέπουν τὸ θέμα κάποιοι, ξένοι κυρίως, ἑρμηνευτές.

 

τὸν ἑλληνικὸ Ὄλυμπο, ποὺ ὑψώνεται μεγαλοπρεπὴς στὰ ὅρια Μακεδονίας καὶ Θεσσαλίας