ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
ΣΕ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ
Διονυσίου ᾿Ανατολικιώτου
δρος φιλοσοφικῆς σχολῆς Ἀθηνῶν,
πτυχιούχου κοινωνικῆς θεολογίας
symbole@mail.com
Προσφιλὲς ἐντρύφημα πολλῶν εὐλαβῶν χριστιανῶν εἶναι ὁ παρακλητικὸς κανὼν τῆς Θεοτόκου ἢ τοῦ προστάτου ἁγίου, τοῦ ὁποίου φέρουν τὸ ὄνομα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔχουν ἔντονη τὴν ἐπιθυμία νὰ προμηθευτοῦν διάφορους παρακλητικοὺς κανόνες. Καὶ –δόξα τῷ Θεῷ!– στὶς ἡμέρες μας ἀφθόνως κυκλοφοροῦν παλαιὲς καὶ νέες παρακλήσεις καὶ διατίθενται στοὺς ἐνδιαφερομένους ὑπὸ διάφορες μορφές, εἴτε ἐντύπως εἴτε ἠχογραφημένες εἴτε μὲ ἄλλους τρόπους, ἀλλὰ τώρα πλέον καὶ διαδικτυακῶς.
Πρᾶγμα ὅμως παράδοξο, ὅσο αὐξάνει ἡ ποσότητα τῶν διατιθεμένων ὑμνογραφημάτων, τόσο ἡ ποιότητά τους μᾶλλον ὑποβαθμίζεται, καθὼς στὶς προσφερόμενες παντοειδῶς καὶ παντοιοτρόπως ἀκολουθίες αὐξάνονται μὲ ῥυθμὸ ἁλματώδη τὰ διάφορα λάθη· λάθη ἐννοιολογικά, συντακτικά, ὀρθογραφικά, καὶ δογματικὰ ἐνίοτε, ἀλλὰ καὶ ποιητικὰ καὶ λειτουργικά, καθόσον δὲν εἶναι σπάνιο δυστυχῶς τὸ φαινόμενο νὰ συνθέτωνται ἀκολουθίες παρακλήσεων ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ εἴτε ἀγνοοῦν τοὺς κανόνες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως καὶ γλώσσης εἴτε δὲν ἔχουν τὴν ἀπαιτούμενη εὐχέρεια τῆς συνθέσεως ὑμνογραφημάτων εἴτε δὲν εἶναι γνῶστες τῆς τάξεως τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν.
Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι νὰ γράφωνται καὶ νὰ δημοσιεύωνται παρακλητικοὶ κανόνες μὲ διάφορα σφάλματα, τὰ ὁποῖα ὅμως δὲν γίνονται ἀντιληπτὰ ἀπὸ τοὺς περισσότερους, ἐνῷ οἱ εἰδήμονες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως καὶ τάξεως συνήθως ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν κατάστασι αὐτὴ ἢ μᾶλλον καὶ τὴν ἀνέχονται, ἐφόσον δὲν θεωροῦν καθῆκόν τους νὰ ἐπισημαίνουν τὰ πολλὰ σφάλματα καὶ νὰ τὰ διορθώνουν. Ἔτσι οἱ σημερινὲς ἐλλιπεῖς ἢ ἐσφαλμένες ἀκολουθίες γίνονται ὑμνογραφικὰ πρότυπα τῶν ἑπομένων, καὶ διαιωνίζεται μία σαθρὴ κατάστασι, ἡ ὁποία τείνει νὰ θεωρηθῇ «δόγμα» καὶ παράδοσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας!
Δείγματα σφαλμάτων καὶ ἐλλείψεων ὑπάρχουν πολλά. Στὶς παρακλήσεις πρὸς ἁγίους πρέπει τὰ προσόμοια, κοντάκια, καθίσματα κλπ. νὰ κατακλείωνται μὲ ὁμόηχα θεοτοκία. Παλαιοὶ κανόνες ποὺ ἔχουν συντεθῆ σὲ ἄλλες ἐποχὲς γιὰ διάφορες λειτουργικὲς ἀνάγκες, πρέπει σήμερα νὰ συμπληρώνωνται μὲ ἀναγκαῖα τροπάρια καὶ μὲ τὸ κατάλληλο εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Κείμενα μὲ καθιερωμένα λάθη ἀπὸ παλιότερα χρόνια, λόγῳ παραναγνώσεως ἀρχαίων χειρογράφων ἢ παλαιῶν τυπογραφικῶν ἀβλεψιῶν, πρέπει νὰ διορθώνωνται καὶ νὰ ἀποκαθίσταται ἡ ὀρθὴ γραφὴ σύμφωνα μὲ τὰ πορίσματα τῆς ἐπιστήμης.
Τὸ 1948 κάποιος ἀείμνηστος ἀρχιερεὺς συνέθεσε καὶ δημοσίευσε μία παράκλησι πρὸς τὸν Χριστὸ μὲ κύριο αἴτημα τὴν χορήγησι τῆς εἰρήνης στὸ ἀνήμερο, ἀνειρήνευτο καὶ πάντοτε πολεμοχαρὲς ἀνθρώπινο γένος. ῾Η 1η ᾠδὴ ἦταν σὲ ἦχο πλ. δ΄ κατὰ τὸν εἱρμὸ τῆς μικρᾶς παρακλήσεως «῾Υγρὰν διοδεύσας». ῾Η 3η ᾠδὴ ἦταν ὄχι μόνο στὸν ἴδιο ἦχο, ὅπως εἶναι τὸ σωστό, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν ἴδιο εἱρμό, δηλαδὴ «῾Υγρὰν διοδεύσας», κάτι ποὺ εἶναι τελείως λάθος.
῾Η 4η ᾠδὴ ἦταν, παρακαλῶ, σὲ ἄλλον ἦχο(!), ἤγουν σὲ ἦχο β΄ καὶ μὲ εἱρμὸ «᾿Εν βυθῷ κατέστρωσε ποτέ», ὁ ὁποῖος ὅμως εἶναι εἱρμὸς 1ης ᾠδῆς καὶ ὄχι 4ης. ᾿Αλλὰ καὶ οἱ δύο ἑπόμενες ᾠδὲς 5η καὶ 6η ἦσαν στὸν ἴδιο ἦχο καὶ στὸν ἴδιο εἱρμὸ μὲ τὴν 4η!
῾Η 7η ᾠδὴ ἦταν σὲ ἦχο πλ. δ΄ καὶ ὁ εἱρμὸς σημειωνόταν ὡς «Σκέπη γενοῦ (καὶ προστασία)»· αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι εἱρμὸς ἀλλὰ τροπάριο ἀπὸ τὴν 7η ᾠδὴ τῆς μεγάλης παρακλήσεως, ποὺ ἀκολουθεῖ τὸν εἱρμὸ «Παῖδες ῾Εβραίων ἐν καμίνῳ». Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ σημειωθῇ ὁ εἱρμός, ποὺ εἶναι γενικῆς ἰσχύος καὶ ἔχει τὸ περιεχόμενό του ἀπὸ τὴν Βίβλο, καὶ ὄχι ἕνα τροπάριο ἑνὸς εἰδικοῦ κανόνος.
῾Η 8η ᾠδὴ ἦταν σὲ ἦχο πλ. δ΄ καὶ ἀκολουθοῦσε στὸ μέτρο ὄχι κάποιον εἱρμὸ τῆς 8ης ᾠδῆς (π.χ. «Τὸν βασιλέα τῶν οὐρανῶν» τῆς μικρᾶς παρακλήσεως ἢ «Τὸν ἐν ὄρει ἁγίῳ δοξασθέντα» τῆς μεγάλης), ἀλλὰ πάλι τὸν εἱρμὸ τῆς 1ης ᾠδῆς «῾Υγρὰν διοδεύσας»!
Τέλος ἡ 9η ᾠδὴ πήγαινε ξανὰ στὸν β΄ ἦχο(!) καὶ εἶχε τὸν ἴδιο εἱρμὸ μὲ τὶς ᾠδὲς 4η, 5η καὶ 6η, δηλαδὴ «᾿Εν βυθῷ κατέστρωσε ποτέ»! Φαίνεται λοιπὸν ὅτι ὁ ἀείμνηστος ἐκεῖνος ἀρχιερεὺς γνώριζε μόνον 3 εἱρμοὺς ὅλους κι ὅλους, καὶ παρὰ τὴν τόση ἄγνοιά του καὶ τὶς κραυγαλέες ἐλλείψεις του φαντάστηκε ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ συνθέσῃ καὶ παρακλητικὸ κανόνα.
Καὶ ἀπορῶ· δὲν βρέθηκε ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τοὺς συνεργάτες του καὶ τὸ περιβάλλον του, ποὺ νὰ ἔχῃ λίγες βασικὲς γνώσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, καὶ νὰ τοῦ πῇ ὅτι αὐτὸ τὸ κατασκεύασμα δὲν εἶναι βέβαια παρακλητικὸς κανόνας καὶ ὅτι τὸν ἐκθέτει ἀνεπανόρθωτα; ᾿Ασφαλῶς θὰ ὑπῆρχε εἴτε στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐπαρχία του εἴτε ἀλλοῦ κάποιος κληρικὸς ἢ μοναχὸς ἢ λαϊκὸς μὲ ὑμνογραφικὲς ἱκανότητες, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συνθέσῃ ἀμέσως μία σωστὴ καὶ κατάλληλη παράκλησι, ἢ ἀκόμη καὶ θὰ μποροῦσε νὰ συμπληρώσῃ καὶ νὰ διασκευάσῃ τὰ ἀρχικὰ τροπάρια τοῦ ἀρχιερέως, ὥστε νὰ φτιαχτῇ ἕνας κανονικὸς παρακλητικὸς κανόνας.
Οἱ κανόνες εἶναι εἶδος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως καὶ διέπονται ἀπὸ συγκεκριμένες ἀρχές. ῾Ο κάθε κανόνας εἶναι ἕνα ἑνιαῖο ποίημα, οἱ ᾠδές του εἶναι τὰ μέρη του καὶ τὰ τροπάρια εἶναι οἱ στροφές του.
Κατ᾿ ἀρχὰς κάθε κανόνας ἀνήκει σὲ ἕναν μόνον ἦχο. Γιὰ παράδειγμα ὁ κανὼν τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου «᾿Αναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν λαοὶ» ἀνήκει ὁλόκληρος στὸν α΄ ἦχο, ὁ μικρὸς παρακλητικὸς τῆς Θεοτόκου ἀνήκει ὁλόκληρος στὸν πλ. δ΄ ἦχο, ὁ κανὼν τοῦ ᾿Ακαθίστου ῞Υμνου «Χριστοῦ βίβλον ἔμψυχον» ἀνήκει ὅλος στὸν δ΄ ἦχο κλπ..
῾Επομένως σὲ ὅποιον ἦχο ἀνήκει ἡ 1η ᾠδή, τὸν ἴδιο ἦχο ἀκολουθοῦν καὶ οἱ ὑπόλοιπες ᾠδὲς κάθε κανόνος. Δὲν μπορεῖ ὁ κανόνας νὰ ξεκινᾷ μὲ πλ. δ΄ καὶ νὰ τελειώνῃ σὲ β΄ ἦχο! Τέτοια πράγματα δὲν γίνονται οὔτε στὴν κοσμικὴ ποίησι καὶ στιχουργική. Παραδείγματος χάριν δὲν μπορεῖς νὰ πάρῃς ἕναν στίχο ἀπὸ δημοτικὸ τραγοῦδι, ἕναν στίχο ἀπὸ τὸ «῞Ενα τὸ χελιδόνι» τοῦ ᾿Ελύτη καὶ ἕναν στίχο ἀπὸ ζεϊμπέκικο καὶ νὰ τὰ συνθέσῃς δῆθεν σὲ ἕνα «ποίημα». Θὰ σὲ κράξουν καὶ οἱ πέτρες.
Δεύτερον, κάθε ᾠδὴ ἀκολουθεῖ ἕνα συγκεκριμένο πρότυπο, ποὺ ὀνομάζεται εἱρμός. Σὲ κάθε ἦχο ὑπάρχουν εἰδικοὶ εἱρμοὶ γιὰ τὴν 1η ᾠδή, ἄλλοι γιὰ τὴν 3η ᾠδή, ἄλλοι γιὰ τὴν 4η καὶ οὕτω καθεξῆς. Δὲν μπορεῖς νὰ πάρῃς ἕναν εἱρμὸ τῆς 1ης ᾠδῆς καὶ νὰ τὸν τοποθετήσῃς στὴν 4η ᾠδὴ ἑνὸς κανόνα! Εἶναι σὰν νὰ βάζῃς τὸν πρόλογο ἑνὸς βιβλίου στὸ τέλος του! ἢ εἶναι σὰν νὰ ξεκινᾷς τὸν ὄρθρο μὲ τὴν δοξολογία καὶ στὴν μέση τῆς ἀκολουθίας (μετὰ τὸ Εὐαγγέλιο ἂς ποῦμε) νὰ διαβάζῃς τὸν ἑξάψαλμο!
Τρίτον, ὑπάρχουν πολλοὶ εἱρμοὶ γιὰ κάθε ᾠδὴ σὲ κάθε ἦχο, ἀλλὰ οἱ μεταξύ τους συνδυασμοὶ ὑπόκεινται σὲ κάποιες ἀρχές. Οἱ εἱρμοὶ ἀπὸ τὴν 1η μέχρι τὴν 9η ᾠδὴ ἑνὸς κανόνα σχηματίζουν ἕνα σύστημα μὲ συγκεκριμένους περιορισμοὺς καὶ δυνατότητες. Γιὰ παράδειγμα, ἂν ὁ εἱρμὸς τῆς 1ης ᾠδῆς εἶναι τὸ «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε», δὲν μπορεῖ ὁ εἱρμὸς τῆς 3ης ᾠδῆς νὰ εἶναι τὸ «Δεῦτε πόμα πίωμεν καινὸν» τοῦ Πάσχα, κι ἂς εἶναι καὶ οἱ δύο εἱρμοὶ τοῦ α΄ ἤχου· δὲν μποροῦν νὰ συνδυαστοῦν.
Τέταρτον, σὲ κάθε ᾠδὴ τὰ τροπάρια πρέπει νὰ ἰσοσυλλαβοῦν καὶ νὰ ὁμοτονοῦν μὲ τὸν καθωρισμένο εἱρμό. ᾿Αλλιῶς τὰ τροπάρια δὲν ψέλνονται, καὶ τὸ κατασκεύασμα ἀπὸ μετρικῆς ἀπόψεως εἶναι ἀποτυχημένο. Διότι δὲν μπορεῖ νὰ συνθέσῃ κάποιος ποίημα μὲ τὸν 1ο στίχο σὲ ἰαμβικὸ μέτρο, τὸν 2ο σὲ τροχαϊκό, τὸν 3ο σὲ ἀνάπαιστο, τὸν 4ο στίχο σὲ προσῳδιακὸ μέτρο, τὸν 5ο σὲ τονικό, κλπ.. Ἢ ὅταν λὲς ὅτι θὰ φτιάξῃς ἕνα ποίημα μὲ δωδεκασύλλαβο στίχο, δὲν μπορεῖ ἕνας στίχος σου νὰ ἔχῃ 14 συλλαβές, ἄλλος 16 καὶ ἄλλος 10! ῾Απλὰ τότε δὲν κάνεις γιὰ ποιητής. Τὰ παραδείγματα αὐτὰ εἶναι πάλι ἀπὸ τὴν κατὰ κόσμον ποίησι, ἀλλὰ οἱ ἀντίστοιχες ἀρχὲς ἐκφράζονται στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίησι μὲ τοὺς εἱρμοὺς γιὰ τοὺς κανόνες καὶ μὲ τοὺς προλόγους γιὰ τὰ στιχηρά, τὰ καθίσματα καὶ τὰ ἐξαποστειλάρια.
῾Η ἐκκλησιαστικὴ ποίησι εἶναι ἕνας μοναδικὸς λογοτεχνικὸς θησαυρὸς τοῦ γένους τῶν ῾Ελλήνων πέρα ἀπὸ τὴν θεολογικὴ καὶ πνευματικὴ ἀξία της. Δυστυχῶς σήμερα περιφρονεῖται καὶ ἀγνοεῖται ἢ ἀκόμη καὶ καταστρέφεται ἀπὸ ἐκείνους στοὺς ὁποίους ἔλαχε νὰ κρατοῦν αὐτὸν τὸν θησαυρὸ στὰ χέρια τους καὶ οἱ ὁποῖοι ὑποτίθεται ὅτι εἶναι οἱ φυσικοὶ διαχειριστές του καὶ φρουροί του.
Τὰ παραπάνω θὰ ἔπρεπε κανονικὰ νὰ διδάσκωνται στὸ μάθημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνολογίας, τὸ ὁποῖο θεωρητικὰ ὑπάρχει στὸ πρόγραμμα διδασκαλίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς τῶν διαφόρων ᾠδείων καὶ μουσικῶν σχολῶν, ἀλλὰ στὴν πρᾶξι δὲν ἐφαρμόζεται. Καὶ ἂν κάπου τυχὸν διδάσκεται ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία, αὐτὰ τὰ 4 ἁπλὰ καὶ βασικὰ πράγματα ποὺ ἀναφέρω στὸ παρὸν ἄρθρο ποτὲ δὲν λέγονται, καὶ ποτὲ ὁ ὑποψήφιος ψάλτης ἢ καὶ κληρικὸς δὲν τὰ ἀκούει καὶ ἄρα δὲν διδάσκεται τὴν ἀξία καὶ τὶς βασικὲς ἀρχὲς ποὺ διέπουν τὴν χριστιανικὴ ποίησι. Καὶ τότε πῶς θέλουμε νὰ ψέλνῃ σωστὰ καὶ νὰ σέβεται τὴν παράδοσι, ὅταν κανεὶς δὲν τὸν βοηθάῃ νὰ καταλάβῃ τί σημαίνει ἐκκλησιαστικὴ ποίησι, στὴν ὁποία καλεῖται νὰ δανείσῃ τὴν φωνή του, γιὰ νὰ τῆς δώσῃ ἔκφρασι καὶ ζωὴ καὶ μελῳδία;
Γενικὰ τὸ πρόγραμμα διδασκαλίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς χρειάζεται ῥιζικὴ ἀλλαγὴ καὶ ἀνανέωσι, καὶ τὰ ἐπὶ μέρους μαθήματα πρέπει ὅλα νὰ σχεδιαστοῦν καὶ νὰ καθοριστοῦν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μὲ νέο περιεχόμενο, νέα διάρθρωσι καὶ νέο τρόπο διδασκαλίας. ᾿Αλλὰ αὐτὰ δὲν ἀνήκουν στὸ παρὸν ἄρθρο.
῾Ολοκληρώνοντας πρέπει νὰ ἀναφερθῇ ὅτι βεβαίως ὅλοι οἱ νεώτεροι ὑμνογράφοι, ποὺ εἶναι καταξιωμένοι ἤδη στὴν συνείδησι τῆς ᾿Εκκλησίας, γνωρίζουν πολὺ καλὰ καὶ ἐφαρμόζουν μὲ συνέπεια καὶ ἀκρίβεια τοὺς κανόνες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως καὶ ὑμνολογίας τόσο στοὺς παρακλητικοὺς κανόνες ποὺ συντάσσουν ὅσο καὶ στὶς ὑπόλοιπες ἀκολουθίες. Τέτοιοι δόκιμοι ὑμνογράφοι ἦσαν γιὰ παράδειγμα ὁ μακαριστὸς μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ἐπίσημος ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας μέχρι τὴν κοίμησί του, ὁ ἀείμνηστος μητροπολίτης Πατρῶν Νικόδημος Βαλληνδρᾶς, καὶ ὁ μακαρίτης μουσικοδιδάσκαλος ᾿Απόστολος Παπαχρῆστος, ὁ ὁποῖος νωρὶς ἀναχώρησε γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. ᾿Επίσης σήμερα διακονοῦν μὲ συνέπεια τὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίησι ὁ τωρινὸς ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας ᾿Αθανάσιος ἱερομόναχος Σιμωνοπετρίτης, ὁ εὐφήμως γνωστὸς καθηγητὴς Χαραλάμπης Μπούσιας, ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας, ὁ μητροπολίτης ᾿Εδέσσης ᾿Ιωὴλ Φραγκάκος, ὁ μητροπολίτης ῾Ρόδου Κύριλλος Κογεράκης, καὶ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἄξιοι συνεχιστὲς τῶν προηγουμένων ὑμνογράφων.
«᾿Εκκλησιολόγος», φ. 522, 22/7/2017