2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα λειτουργικῆς καὶ τελετουργικῆς Εὐταξία εἰς τὴν λατρείαν

 

Εὐταξία εἰς τὴν λατρείαν καὶ τὸν ἱερὸν ναόν

 

Σχόλια σὲ ἕνα ἀρχαῖο χριστιανικὸ κείμενο

 

 

Τοῦ Μιχαὴλ Ε. Μιχαηλίδη, θεολόγου

 

 

Ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἁγιάζει τὰ πάντα. Τότε ὁ ἔρημος τόπος τῆς βοσκῆς τῶν προβάτων τοῦ Μωυσῆ, ἐκεῖ στὴν κατάξερη Αἴγυπτο, δὲν εἶχε τίποτε τὸ ἰδιαίτερο καὶ ἐντυπωσιακό· μιὰ βάτος, πέτρες καὶ λίγο χορτάρι· ἕνα τοπίο ἄγριο κι ἐρημικό. Ποιός θἄδινε ποτὲ σημασία; Ὡστόσο ἔγινε γῆ ἁγία, γιατὶ ἔκανε αἰσθητὴ τὴν παρουσία του ὁ Θεός. Ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτό του μέσα ἀπὸ τὴν καιόμενη βάτο· Λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας γῆ ἁγία ἑστίν (Ἔξοδ. γ΄ 5).

Ὁ ἀόρατος ὁρᾶται καὶ ἀοράτως· ὁ ἀπρόσιτος μιλάει ἐνώπιος ἐνωπίῳ, ὅπως ὁ φίλος μιλάει μὲ τὸ φίλο του. Ἀλλὰ γῆ ἁγία σ᾿ ἕνα ἀσύγκριτο βαθμὸ εἶναι ὁ χριστιανικὸς ναός. Ἐδῶ ὁ Κύριος θυσιάζει ἀναίμακτα τὸν ἑαυτό του· ἐδῶ εἶναι ὁ ἴδιος προσφέρων καὶ προσφερόμενος· ἐδῶ μελίζεται καὶ διαμερ­ίζεται. Ἐδῶ δὲν εἶναι βάτος, εἶναι θυσιαστήριο· δὲν εἶναι σύνομιλία, εἶναι παρουσία καὶ θεοπροσφορά· δὲν εἶναι βοσκὴ προβάτων καὶ χορτάρι, εἶναι Γολγοθᾶς λυτρώσεως καὶ ἀναγεννήσεως καὶ σωτηρίας.

Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκήνωματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων! Βέβαια ὁ Θεὸς οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ, ἀλλ᾿ ὁ ναὸς εἶναι χῶρος τῆς παρουσίας καὶ τῆς θυσίας του· εἶναι ὁ ἱερὸς χῶρος τῆς εὐχάριστιακῆς συνάξεως, ὅπου τελεσιουργεῖται τὸ μέγα μυστήριο. Καρδιὰ καὶ νοῦς, σῶμα καὶ σκέψι, σὲ στάσι ἀπόλυτης ἐνατενίσεως καὶ αὐτοσυγκεντρώσεως. Σιγησάτω πᾶσα σὰρξ βροτεία / καὶ στήτω μετὰ φόβου καὶ τρόμου / καὶ μηδὲν γήινον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω (χερουβικὸ μεγάλου Σαββάτου).

Ἰδιαίτερο λόγο γιὰ τὴν εὐταξία στὸν ἱερὸ ναὸ κατὰ τὴν τέλεσι τῆς θείας μυσταγωγίας κάνει τὸ ἀρχαῖο ἐκκλησιαστικὸ βιβλίο Διαταγαὶ τῶν ἀποστό­λων, γραμμένο τὸν 4ο αἰῶνα. Ἡ παράγραφος 57 (ΒΕΠΕΣ, σελ. 52-54) μᾶς παρέχει μοναδικὲς πληροφορίες, πολὺ διδακτικὲς καὶ γιὰ μᾶς σήμερα.

Ὅλοι, σημειώνει τὸ κείμενο, βρίσκονται στὶς θέσεις τους· ἐπίσκοποι, ἱερατεῖο, λαϊκοί· σὰν τὸ παλιὸ τὸ καλοτάξιδο. Ναῦτες ποὺ φροντίζουν οἱ διάκονοι. Ὁ ἐπίσκοπος, παρακλητικὸς ὡς Θεοῦ ἄνθρωπος, εἶναι ὁ κυβερ­νήτης τοῦ πλοίου ποὺ τὸ ὁδηγεῖ μετὰ ἐπιστήμης πάσης. Δίνει ἐντολὲς στοὺς διακόνους, κι οἱ διάκονοι κανονίζουν τὶς θέσεις τῶν λαϊκῶν καὶ φροντίζουν γιὰ τὴν ὅλη εὐταξία στὸν ναό. Οἱ λαϊκοὶ καθεζέσθωσαν μετὰ πάσης ἡσυχίας καὶ εὐταξίας, καὶ αἱ γυναῖκες κεχωρισμένως καὶ αὐταὶ καθεζέσθωσαν σιωπὴν ἄγουσα. Χώρια οἱ ἄνδρες, χώρια οἱ γυναῖκες· ὄχι μικτὸ ἐκκλησίασμα· ὄχι ὅπου θέλει ὁ καθένας κι ἡ καθεμιά. Ὅπως θἄλεγε καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσό­στομος, οὐκ ἔστι θέατρον ἡ Ἐκκλησία.

Ὁ συγγραφεὺς τῶν Διαταγῶν τῶν ἀποστόλων κάνει λόγο γιὰ τὴν εὐλά­βεια ὅλων, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν. Ὅταν ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιο, πάντες οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ διάκονοι καὶ πᾶς ὁ λαὸς στηκέτωσαν μετὰ πολλῆς ἡσυχίας. Τὰ παλιὰ χρόνια ὑπῆρχε ὁ θεσμὸς τῶν θυρωρῶν καὶ τῶν ταξιθετῶν, ὥστε νὰ γίνωνται πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν. Οἱ πυλωροὶ (ἄνδρες θυρωροὶ) εἶχαν ὑπηρεσία στὶς θέσεις τῶν ἀνδρῶν καὶ αἱ διάκονοι (γυναῖκες) εἰς τὰς τῶν γυναικῶν. Οἱ νεώτεροι ἰδίᾳ καθεζέσθωσαν. Ἰδιαίτερη ἡ θέσι τῶν παιδιῶν. Ἂν ὑπάρχουν περισσότερα καθίσματα, νὰ κάθωνται· ἂν ὄχι, νὰ παραχωροῦν τὴ θέση τους στοὺς μεγαλείτερους. Οἱ πιὸ ἡλικιωμένοι νὰ κά­θωνται ἐν τάξει, ἀλλὰ ὅσοι καὶ ὅσες ἔχουν βρέφη καὶ μικρὰ παιδιὰ νὰ τἄχου­νε κοντά τους, γιὰ νὰ μὴν ἐνοχλοῦν καὶ θορυβοῦν. Οἱ νεώτερες (τὰ κορίτσια) νἄχουν τὶς δικές τους θέσεις ἢ νὰ στέκωνται πίσω ἀπ᾿ τὶς γυναῖκες. Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει σημασία εἶναι ὅτι ἕκαστος τῶν εἰσερχόμενων εἰς τὸν ἴδιον τόπον ὁρμᾷ. Ὁ καθένας πηγαίνει μ᾿ εὐλάβεια καὶ στέκεται στὴν καθωρισμέ­νη θέσι.

Τὸ ἔργο τελειώνει μὲ τὴν ταξιθεσία. Ὁ διάκονος –ὁ θυρωρὸς καὶ ταξιθέ­της– ἔχει καὶ τὴν ἐπίβλεψι τῆς λειτουργικῆς εὐταξίας κατὰ τὴν ὥρα τῆς λατρείας. ᾿Επισκοπεῖ, δηλαδὴ ἐποπτεύει καὶ παρακολουθεῖ, μή τις ψιθυρίσῃ ἢ νυστάξῃ ἢ γελάσῃ ἢ νεύσῃ. Ψίθυροι, νυσταγμοί, χαμόγελα, νεύματα καὶ χειρονομίες εἶναι ἀνάρμοστα καὶ ἀνεπίτρεπτα στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ ναοῦ, ὅπου τελεῖται ἡ ἀναίμακτη θυσία τῆς θείας εὐχαριστίας. Χρῆ γὰρ ἐν ἐκκλησίᾳ ἐπιστημόνως καὶ νηφαλίως καὶ ἐγρηγορότως ἑστάναι, ἐκτεταμένην ἔχοντα τὴν ἀκοὴν εἰς τὸν τοῦ Κυρίου λόγον. Ἀπόλυτη τάξι καὶ ἡσυχία καὶ εὐλά­βεια.

Ἀπ’ τοὺς διακόνους ἄλλοι βοηθοῦν τὸν ἐπίσκοπο στὴν ἑτοιμασία τοῦ μυστηρίου, οἱ ἄλλοι συνεχίζουν τὴν ἐπαγρύπνησι, καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν ἀσπασμὸ τῆς ἀγάπης ὁ διάκονος ποὺ βρίσκεται πλάι στὸν ἐπίσκοπο φωνάζει· Μή τις κατά τινος, μή τις ἐν ὑπόκρίσει. Ὅσοι δηλαδὴ θὰ κοινωνήσετε –τότε κοινωνοῦσε ὅλος ὁ λαός) προσέξετε, ἐρευνῆστε τὸν ἑαυτό σας μήπως ἔχετε κακία κατὰ τῶν ἀδελφῶν ἢ μήπως ἔρχεστε νὰ κοινωνήσετε ὑποκριτικά. Ὅταν πιὰ ἡ θυσία ἔχει τελειώσει, μεταλαμβάνει ἑκάστη τάξις καθ᾿ ἑαυτὴν τοῦ κυριακοῦ σώματος καὶ τοῦ τιμίου αἵματος ἐν τάξει μετὰ εἴδους καὶ εὐλαβείας.

῞Ενα λειτουργικὸ διαμάντι εἶναι τὸ ἀρχαῖο τοῦτο κείμενο τῶν Διαταγῶν τῶν ἀποστόλων· μία ὑπέροχη περιγραφὴ καὶ ἀναπαράστασι τῆς λειτουργικῆς εὐταξίας τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας· ἕνας αὐθεντικὸς καὶ διαυγέστατος καθρέ­φτης τῶν πιστῶν σὲ ὥρα λατρείας. Εἶναι ὡστόσο τὸ κείμενο τοῦτο ἕνας ἔλεγ­χος γιὰ μᾶς σήμερα· ἕνας ὀδυνηρὸς ἔλεγχος γιὰ τὴν ὑποβάθμισι τοῦ λειτουρ­γικοῦ μας ἤθους. Εἶναι καιρὸς νὰ ἐπανέλθουμε στὶς καθάριες πηγὲς τῆς πρώτης ᾿Εκκλησίας, γιὰ ν᾿ ἀναβαπτίστοῦμε. Μὲ τέτοια λειτουργικὴ συνείδησι καὶ βίωσι τῆς μεγάλης θυσίας καὶ δωρεᾶς θὰ μποροῦσε νὰ ἐπανέλθῃ ἡ πρω­τόφαντη ἐκείνη καὶ θαυμαστὴ ἀρχαιοχριστιανικὴ εὐταξία καὶ πνευματικὴ κα­τάνυξι.

 

«᾿Ορθόδοξος Τύπος» 21/9/2001

 

 

Ἐπιμέλεια κειμένου γιὰ τὴν παροῦσα ἀναδημοσίευσι· Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης.