7 ἰανουαρίου· ᾿Ιωάννου τοῦ βαπτιστοῦ (ἀπόστολος)
Βάπτισμα μετανοίας καὶ βάπτισμα ἀφέσεως
7 Ἰαν. Σύναξη Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ (Πρξ 19,1-8)
Ὁ Ἰωάννης δὲν ἦταν μόνο ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ βαπτιστής του, διότι συνήργησε στὴ βάπτισή του. Ὁ ρόλος του αὐτὸς ἦταν μοναδικός. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἐκκλησία μία μέρα μετὰ τὴ γιορτὴ τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ τιμᾷ τὴ σύναξη τοῦ Ἰωάννου βαπτιστοῦ.
Σύναξη (ἀπὸ τὸ συνάγω = συγκεντρώνω, μαζεύω, ἐξ οὗ καὶ Συναξάριον1) λοιπὸν εἶναι ἡ συνάθροιση τῶν πιστῶν γιὰ τὴν τέλεση τῆς θείας λειτουργίας πρὸς τιμὴν τοῦ μάρτυρος ἢ ἄλλων προσώπων ποὺ συνεργοῦν σὲ γεγονότα τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται στὸ Δεσπότη Χριστὸ (κυρίως τῆς μητέρας του, τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ ἀγγέλου Γαβριήλ, κλπ)· ἐδῶ τοῦ Ἰωάννου Βαπτιστοῦ. Στὴ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ κυριαρχεῖ ὁ Χριστός, καὶ δὲν μένει χρόνος γιὰ ἔξαρση τῆς συνεργίας τοῦ Ἰωάννου. Γι’ αὐτὸ γίνεται ἡ σύναξή του τὴν ἑπομένη τῶν θεοφανίων.
Κατ’ αὐτὴν λοιπὸν τὴ σύναξη τῶν πιστῶν πρὸς τιμὴν τοῦ Βαπτιστοῦ διαβάζεται μία περικοπὴ ἀπὸ τὶς Πράξεις2, ποὺ ἀναφέρεται σὲ κάποια συνάντηση, στὴν ὁποία ἔγινε λόγος γιὰ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου. Ἔτσι ἡ περικοπὴ ἔχει καὶ τὴν ἐπικαιρότητά της.
Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ συνάντηση; Εἶναι ἐκείνη τοῦ ἀποστόλου Παύλου μὲ 12 ἄντρες μαθητευόμενους στὴν πίστη. Πότε ἔγινε; Ὁ συγγραφεὺς τῶν Πράξεων Λουκᾶς μᾶς δίνει ἕνα χρονικὸ στοιχεῖο· ὅταν ὁ Ἀπολλὼς3 βρισκόταν στὴν Κόρινθο. Καὶ πῶς ἔγινε; Πάλι μᾶς πληροφορεῖ ὁ Λουκᾶς· ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισκέφθηκε τὰ βορειότερα (= ἀνωτερικὰ) μέρη τῆς μικρασιατικῆς χερσονήσου, καὶ συνέβη τότε νὰ ἐπισκεφθεῖ καὶ τὴν Ἔφεσο (1).
Ἐκεῖ συνάντησε τοὺς μαθητευόμενους καὶ τοὺς λέει μὲ εὐγένεια· Μὲ χαρὰ βλέπω ὅτι ἔχετε πιστέψει στὸ Χριστό. Ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς ρωτήσω· ὅταν πιστέψατε, πήρατε χαρίσματα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; Κι ἐκεῖνοι τοῦ ἀποκρίθηκαν· Ὄχι. Οὔτε κὰν ἔχουμε ἀκούσει ὅτι ὑπάρχει Ἅγιο Πνεῦμα. Τοὺς ξαναρωτάει ὁ ἀπόστολος μὲ φαινομενικὴ ἔκπληξη· Σὲ τί εἴδους βάπτισμα βαπτιστήκατε; Τοῦ ἀπαντοῦν· Στὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου (2-3).
Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· πῶς αὐτοὶ οἱ 12, ἐνῷ ζοῦσαν στὴν Ἔφεσο, πῆραν τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου; Ὁ Ἰωάννης, ὡς γνωστόν, βάπτιζε σὲ ἄλλη χώρα, τὴν Παλαιστίνη, πολλὰ χιλιόμετρα νοτιότερα, στὸ ὕψος τῶν ᾿Ιεροσολύμων. Πῶς συναντήθηκαν μὲ τὸν Βαπτιστή; Ὁ Ἰωάννης χρυσόστομος δίνει μία λογικὴ ἀπάντηση. Προφανῶς, λέει, τὰ χρόνια ποὺ βάπτιζε ὁ Ἰωάννης οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ βρέθηκαν ἐκεῖ σὰν ἐπισκέπτες. Καὶ βαπτίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, χωρὶς νὰ γνωρίσουν τὸ Χριστὸ καὶ πρὶν νὰ βαπτιστεῖ ὁ Χριστός. Πιθανῶς νὰ εἶχαν ἀκούσει μόνο αὐτὸ ποὺ εἶχε πεῖ ὁ Ἰωάννης, ὅτι «Ὅπου νἄναι ἔρχεται ὁ Χριστός». Πάντως ἦταν καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι καὶ ἦταν σχεδὸν ἕτοιμοι καὶ πρόθυμοι νὰ δεχτοῦν τὸ χριστιανικὸ βάπτισμα καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀνταποκρίθηκαν τὴν ἴδια ὥρα.
Ὑπενθυμίζω μόνο ὅτι, σύμφωνα μὲ τὸν εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο (3,5), στὸν Ἰορδάνη συνέτρεχαν τότε πλήθη ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ ᾿Ιεροσόλυμα, ἀπὸ ὅλη τὴν Ἰουδαία, καὶ ἀπὸ τὶς γύρω καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη χῶρες, γιὰ νὰ βαπτιστοῦν. Μέσα στὶς πιὸ μακρινὲς μποροῦμε νὰ συμπεριλάβουμε καὶ τὴν Ἔφεσο.
Ἂς σημειωθεῖ ὅτι τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἡ Ἔφεσος ἦταν ἡ πιὸ σπουδαία πόλη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, σημεῖο ἐμπορικῆς καὶ πολιτιστικῆς συναντήσεως ἀνατολῆς καὶ δύσεως. Εἶχε 300 χιλιάδες πληθυσμό, μίγμα Ἑλλήνων Ρωμαίων καὶ Ἰουδαίων, καὶ ἔβραζε ἡ εἰδωλολατρία. Ἀπὸ τὴ δύση οἱ ταξιδιῶτες ποὺ προορίζονταν γιὰ τὴ χώρα τοῦ Τίγρητος καὶ Εὐφράτου, τὸ σημερινὸ Ἰράκ, περνοῦσαν ἀπὸ τὴν Ἔφεσο. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μαρτυρεῖται ὅτι ἔμεινε στὴν Ἔφεσο τρία χρόνια. Κήρυξε στοὺς κατοίκους της τὸ Χριστὸ καὶ ἵδρυσε τὴν πρώτη ἐκκλησία. Προφανῶς οἱ 12 ἄντρες τὸν εἶχαν ἀκούσει τότε σὲ κάποιο κήρυγμά του. Καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία τὸν πλησίασαν καὶ τὸν γνώρισαν ἀπὸ κοντὰ προσωπικῶς.
Σ’ αὐτὴ τὴν εὐκαιρία ἔγινε ἡ στιχομυθία τῶν 12 μὲ τὸν Παῦλο καὶ τοὺς ρώτησε ἂν εἶχαν πάρει Πνεῦμα Ἅγιο, δηλαδὴ δωρεὲς καὶ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοὺς ἔδωσε τὸ ἔναυσμα γιὰ νὰ ζητήσουν τὸ Πνεῦμα ποὺ τὸ στερήθηκαν. Κι ὅταν αὐτοὶ ἔδειξαν ἐνδιαφέρον νὰ λάβουν τὸ Πνεῦμα, βαπτίστηκαν ἀμέσως στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Καὶ ἔβαλε τὰ χέρια του ὁ Παῦλος πάνω τους, ἦρθε σ’ αὐτοὺς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἄρχισαν τὴν ἴδια στιγμὴ νὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες καὶ νὰ προφητεύουν, ὅπως εἶχε συμβεῖ τὴν πεντηκοστὴ μὲ τοὺς 12 ἀποστόλους, ποὺ μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν μιλοῦσαν ξένες γλῶσσες. Κανένας δὲν εἶδε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς ἐνέργειές του ὅλοι τὸ κατάλαβαν (5-6).
Ἀξίζει νὰ παραθέσουμε ἐδῶ κάποια εὔστοχα σχόλια τοῦ Ἰωάννου χρυσοστόμου. Ἀπ’ ἐδῶ ξεπηδάει, λέει, τὸ μεγάλο δόγμα ὅτι οἱ βαπτιζόμενοι καθαρίζονται τελείως ἀπὸ τ’ ἁμαρτήματα. Διότι, ἂν δὲν καθαρίζονταν, δὲν θὰ δέχονταν Πνεῦμα Ἅγιο, οὔτε χαρίσματα θὰ λάμβαναν ἀμέσως. Στὴν ἐδῶ περίπτωση ἦταν διπλὸ τὸ χάρισμα ποὺ πῆραν· γλῶσσες καὶ προφητεῖες. Καὶ σωστὰ ὁ Παῦλος τὸ βάπτισμα τοῦ Προδρόμου τὸ χαρακτήρισε «βάπτισμα μετανοίας» κι ὄχι ἀφέσεως. Τὸ χαρακτήρισε ἔτσι, γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ καταλάβουν ὅτι τὸ βάπτισμα τοῦ Προδρόμου δὲν εἶχε δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δωρεὲς εἶχε τὸ βάπτισμα τῆς ἀφέσεως, δηλαδὴ τὸ χριστιανικὸ βάπτισμα, ποὺ δόθηκε μετὰ τὴν πεντηκοστή.
Κι ἀφοῦ τελείωσε τὸ εὐχάριστο γεγονὸς μὲ τοὺς 12 ἄντρες, λέει τὸ ἀνάγνωσμα καὶ κάτι ἀκόμη, ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος μπῆκε στὴ συναγωγή. Ἐκεῖ ἐμφανιζόταν μὲ ἀποφασιστικότητα γιὰ τρεῖς μῆνες δημοσίως κάθε σάββατο κάνοντας συζήτηση μὲ τοὺς παρισταμένους Ἰουδαίους καὶ δίνοντας πειστικὲς ἀποδείξεις γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καὶ μιλοῦσε μὲ θάρρος ὅ,τι κι ἂν τοῦ κόστιζε ἡ συζήτηση καὶ ἡ διδασκαλία ἐκείνη (7-8).
Τόσο μεγάλο πρᾶγμα εἶναι τὸ χριστιανικὸ βάπτισμα. Εἶναι βάπτισμα ἀφέσεως καὶ προσθέσεως. Ἀφέσεως ἁμαρτιῶν καὶ προσθέσεως χαρισμάτων. Ἀλλὰ δυστυχῶς σήμερα ἡ κοσμικότητα τὸ κατάντησε σχεδὸν νεκρὸ καὶ ἀνενεργό. Μεγάλη ἡ εὐθύνη τῶν Χριστιανῶν γονέων ἀλλὰ καὶ τοῦ ἱερατείου, ποὺ ἀνέχεται τὴν κοσμικότητα.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
1. Συναξάριον εἶναι κατ’ ἀρχὴν ὁ πίνακας τῶν ἀποστολικῶν καὶ εὐαγγελικῶν περικοπῶν τοῦ ὅλου ἔτους ποὺ διαβάζονται ἐπ’ ἐκκλησίας κατὰ σύναξιν, δηλαδὴ κυρίως κατὰ τὶς κυριακές, καὶ ἔπειτα κατὰ τὰ σάββατα καὶ τὶς κινητὲς καὶ ἀκίνητες ἑορτὲς τοῦ ἐνιαυτοῦ. Ἀργότερα ὡς συναξάριον λέγεται ἡ ἐξιστόρηση τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἑορταζομένου μάρτυρος στὰ Μηναῖα τῆς ἐκκλησίας· Κ. Σιαμάκης, Ἡ παράδοση τοῦ κειμένου τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 15-17· τοῦ αὐτοῦ, Μελέτες, 8,267-8 (Προφητολόγιον).
2. Οἱ Πράξεις εἶναι ἱστορικὸ βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ποὺ γράφτηκε ἀπὸ τὸ γιατρὸ Λουκᾶ, μαθητὴ τοῦ Παύλου. Ὁ ἴδιος ἔγραψε καὶ τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του.
3. Ὁ Ἀπολλὼς ἦταν Ἰουδαῖος γεννημένος στὴν Ἀλεξάνδρεια, λόγιος καὶ εὔγλωττος. Προσῆλθε στὴν πίστη ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν Γραφῶν καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου. Περισσότερο τὸν κατήχησαν ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα στὴν Ἔφεσο. Κήρυξε στὴν Ἔφεσο καὶ στὴν Κόρινθο. Ὁ Παῦλος τὸν ἐκτιμάει πολύ. Ἀναφορὲς σχετικὲς μὲ τὸ πρόσωπό του Πρξ 18,24· 27· 28· 19,1· Α΄ Κο 3,4-7· 16,12· Ττ 3,13.
(δημοσίευσι· 8/1/2013)