ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα 22 ἰανουαρίου, ἁγίου Τιμοθέου (ἀπόστολος)

PostHeaderIcon 22 ἰανουαρίου, ἁγίου Τιμοθέου (ἀπόστολος)

 

Θάρρος καὶ στὰ δεινά

 

22 Ἰαν., Τιμοθέου ἀποστόλου (Β΄ Τιμ. 1,3-9α)

 

Ὁ Τιμόθεος εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς 4 πιστότερους μαθητὰς τοῦ Παύλου. Τὸν γνώρισε ἔφηβο, ὅταν πέρασε ἀπὸ τὰ Λύστρα, ὅπου τὸν εἶχαν λιθοβολήσει καὶ τὸν πέταξαν σχεδὸν νεκρὸ σ’ ἕνα σκουπιδότοπο, ἀλλὰ τὴν ἄλλη μέρα ὁ Παῦλος συνῆρθε, καὶ χωρὶς νὰ πεῖ οὔτε ἕνα παράπονο, συνέχισε τὸ κήρυγμα στὴ διπλανὴ Δέρβη. Ἀπὸ τὴν ἀνεξίκακη καὶ ἀγόγγυστη αὐτὴ συμπεριφορὰ τοῦ Παύλου πρὸς τοὺς φονεῖς του προφανῶς ἐντυπωσιάστηκε ὁ νεαρὸς Τιμόθεος καὶ πείστηκε ὅτι ὁ Παῦλος εἶναι ἀληθινὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἀργότερα μετὰ κάποια χρόνια ξαναπέρασε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Παῦλος, ὁ Τιμόθεος μὲ δική του ἀπόφαση τὸν ἀκολούθησε γιὰ πάντα.

Τὴν εὐσέβεια ὁ Τιμόθεος τὴ διδάχτηκε νωρὶς ἀπὸ τὴ βρεφική του ἡλικία ἀπὸ τὴ μητέρα του καὶ τὴ μητέρα τῆς μητέρας του, ποὺ ἦταν εὐσεβεῖς Ἰουδαῖες καὶ στὴ συνέχεια πιστὲς Χριστιανές. Ὁ Παῦλος τὸν ὀνομάζει τέκνον καὶ γνήσιον τέκνον καὶ ἰσόψυχον. Ὅταν δὲν μποροῦσε νὰ πάει ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος κάπου, διότι εἶχε ἄλλες προτεραιότητες, ἔστελνε συχνὰ τὸν Τιμόθεο ὡς ἐκπρόσωπό του. Κυρίως τὸν ἔστελνε σὲ ἐκκλησίες διαφόρων πόλεων, γιὰ νὰ ἐπιλύσει προβλήματα. Τοῦ ἀνέθεσε ἐπίσης νὰ ποιμάνει τὴν ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου, τὴ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅσες ἵδρυσε. Ὡς ὑπεύθυνος τῆς ἐκκλησίας αὐτῆς ὁ Τιμόθεος ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες εἶχε νὰ κάνει καὶ μὲ τοὺς ἰουδαΐζοντες γνωστικούς, ποὺ ἦταν ἐπικίνδυνοι, ἄπιστοι, διαφθαρμένοι, δαιμονιώδεις, φονιᾶδες, ἀρσενοκοῖτες, μοιχοί, πόρνοι, ἀσελγεῖς, πωρωμένοι, κατὰ τοῦ γάμου, ἐμφανιζόμενοι ὡς κατέχοντες τὴ γνώση, ἀσχολούμενοι μὲ μύθους ἀσεβεῖς, καὶ ἄλλα πολλά. Ὁ Παῦλος τοῦ συνιστᾷ προσοχὴ στὴν ἀντιμετώπισή τους.

Τὸ ἀνάγνωσμά μας εἶναι ἀπὸ τὴ Β΄ πρὸς Τιμόθεον Ἐπιστολή. Τὴν Ἐπιστολὴ αὐτὴ τὴν ἔστειλε στὸν Τιμόθεο, ἐνῷ ἦταν φυλακισμένος στὴ φυλακὴ τῆς Ρώμης μὲ βαριὲς συκοφαντίες καὶ μέρα μὲ τὴν ἡμέρα περίμενε τὸν ἀποκεφαλισμό του. Παρ’ ὅλο ποὺ βρίσκεται στὰ πρόθυρα τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου του ὁ Παῦλος τοῦ δίνει θάρρος.

Τοῦ λέει· Παιδί μου Τιμόθεε, εὐχαριστῶ τὸ Θεό, τὸν ὁποῖο λατρεύω ὅπως μοῦ δίδαξαν οἱ πρόγονοί μου μὲ καθαρὴ συνείδηση, διότι σὲ θυμᾶμαι ἀκατάπαυστα μέρα καὶ νύχτα στὶς δεήσεις μου, ἔχοντας ζωηρὸ πόθο νὰ σὲ δῶ, γιὰ νὰ γεμίσω ἀπὸ χαρά, καθὼς θυμᾶμαι τὰ δάκρυά σου, ὅταν χωριζόμασταν. Θυμᾶμαι ἐπίσης τὴν εἰλικρινῆ καὶ ἀνυπόκριτη πίστη σου, ἡ ὁποία κατοίκησε πρῶτα στὴ γιαγιά σου τὴ Λωΐδα καὶ στὴ μητέρα σου Εὐνίκη, καὶ σίγουρα καὶ σὲ σένα (3-5).

Σχόλιο Ἰωάννου χρυσοστόμου. Ὁ Παῦλος ἔχει καθαρὴ συνείδηση, διότι ἔχει καθαρὴ ζωή. Τὸν Τιμόθεο τὸν ἀγαπάει τρυφερὰ καὶ ποθεῖ νὰ τὸν δεῖ σὰν πατέρας, καθὼς θυμᾶται τὰ δάκρυά του, ὅταν τοῦ εἶχε δώσει ἐντολὴ νὰ πάει στὴν Ἔφεσο καὶ τὸν ἀποχωριζόταν. Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸ μαθητή του ἐκκενώνεται κυρίως στὶς ἱερὲς ὧρες τῆς προσευχῆς του. Ὁ Τιμόθεος δὲν ἔχει μόνο τὰ δάκρυα, ἀλλὰ καὶ τὴν κληρονομημένη καὶ διδαγμένη ἀπὸ τὴ γιαγιά του καὶ τὴ μητέρα του πίστη, ἡ ὁποία ὄχι μόνο τὸν συγκρατεῖ ἀλλὰ καὶ τὸν ἀνέδειξε σὲ ἄδολο ἐργάτη τῆς ἀληθείας.

Καὶ συνεχίζει ὁ Παῦλος. Ἐπειδὴ εἶμαι σίγουρος γιὰ τὴ σταθερὴ καὶ ἀμετακίνητη πίστη σου, σοῦ θυμίζω νὰ ἀναζωπυρώνεις τὸ χάρισμα τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τῆς ἱερωσύνης, ποὺ ἐνεργεῖ μέσα σου ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ σὲ χειροτόνησα θέτοντας πάνω σου τὰ χέρια μου. Ἡ ἀναζωογόνηση τοῦ χαρίσματος θὰ σοῦ προσθέτει θάρρος· διότι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἔδωσε πνεῦμα δειλίας ἀλλὰ πνεῦμα δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ. Μὴ ντραπεῖς λοιπὸν τὸ σταυρικὸ μαρτύριο τοῦ Κυρίου μας οὔτε ἐμένα τὸ φυλακισμένο γι’ αὐτόν, ἀλλὰ συγκακοπάθησε γιὰ τὸ εὐαγγέλιο μὲ τὴ δύναμη ποὺ σοῦ δίνει ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς ἔσωσε (6-9α).

Σχόλια καὶ πάλι τοῦ Ἰωάννου χρυσοστόμου.

1. Ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Παύλου φαίνεται κάποια ἀθυμία τοῦ Τιμοθέου. Ποῦ ὀφείλεται; Δὲν ἀναφέρεται, ἀλλ’ εἶναι εὔλογο νὰ ποῦμε σὲ πολλοὺς λόγους. Ὅτι ἔχει ἀπέναντί του τοὺς κερδοσκόπους ἀργυροκόπους, ποὺ χάνουν τὰ συμφέροντά τους καὶ ἀπειλοῦν τὴ ζωή του, ὅτι οἱ αἱρετικοὶ κινοῦνται δαιμονιωδῶς καὶ τοῦ δημιουργοῦν σοβαρὰ προβλήματα, ὅτι εἶναι ἕνας καὶ εἶναι πολλοί, ὅτι εἶναι μακριὰ ὁ Παῦλος καὶ δὲν ἔχει τὴν εὐχέρεια νὰ τὸν συμβουλεύεται, καὶ ἄλλα.

2. Ὁ Παῦλος τοῦ δίνει θάρρος. Δὲν θέλει νὰ περάσει ἀπὸ τὴ σκέψη τοῦ Τιμοθέου ὅτι τὸν καταφρόνησε ἢ τὸν κατέκρινε ἢ τὸν ξέχασε ἐκεῖ ποὺ εἶναι· τὸν θυμᾶται πάντα καὶ προσεύχεται. Τοῦ λέει· Τιμόθεε, ἔχεις τὸ Θεὸ μαζί σου, ποὺ σὲ ὁπλίζει μὲ πίστη καὶ πνευματικὰ χαρίσματα, καὶ μάλιστα μὲ τὴν ἱερωσύνη. Δεῖξε προθυμία καὶ κάνε νὰ ξαναφουντώσει ἡ φωτιὰ τοῦ ζήλου καὶ τῶν χαρισμάτων ποὺ ἔλαβες, γιὰ νὰ προστατεύεις τὴν ἐκκλησία, γιὰ νὰ κάνεις διάφορα σημεῖα, γιὰ ὅλη τὴ λατρεία καὶ τὸ λαό. Μὴ ξεχνᾷς ὅτι ἀπὸ ἐμᾶς ἐξαρτᾶται καὶ τὸ νὰ σβήσουμε τὸ χάρισμα καὶ τὸ νὰ τὸ ἀνάψουμε. Ἀπὸ τὴν ἀθυμία σβήνει, ἀπὸ τὴν ἐγρήγορση καὶ τὴν προσοχὴ φουντώνει. Ὑπάρχει μέσα σου, ἐργάσου το ἐντονότερα, γέμισέ το μὲ θάρρος, μὲ χαρά, μὲ εὐφροσύνη· στάσου γενναῖος.

3. Ὁ Θεός, συνεχίζει ὁ Παῦλος, σοῦ ἔδωσε πνεῦμα δυνάμεως καὶ ἀγάπης. Καὶ αὐτὸ χάρισμα τοῦ Θεοῦ εἶναι. Δεῖξε καὶ σὺ τὴν ἀνάλογη προθυμία. Τὸ χάρισμα ποὺ μᾶς ἀξιώνει νὰ προσφωνοῦμε τὸ Θεὸ «Πατέρα», ἐμπνέει καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ἀφοῦ ἡ κοινὴ προσφώνηση μᾶς κάνει νὰ εἴμαστε μεταξύ μας ἀδέρφια. Ἡ ἐκδήλωση δυνάμεως καὶ θάρρους φέρνει τὴν ἀγάπη.

4. Σοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς καὶ πνεῦμα σωφρονισμοῦ, δηλαδὴ πνεῦμα ὑγιοῦς σκέψεως καὶ διανοίας. Ἡ ὑγιὴς σκέψη τονώνει τὴν αὐτοσυγκράτηση καὶ κόβει καὶ πετάει τὰ περιττὰ καὶ ἁμαρτωλά. Ἂς μὴν πονοῦμε καὶ ἀθυμοῦμε ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς ἔρχονται. Δεινὰ ὑπάρχουν πάντοτε καὶ γιὰ ὅλους. Ὁ ἕνας ὑποφέρει ἀπὸ τὴ γυναῖκα του, ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸ παιδί του, ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸ δοῦλο, ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸ φίλο, ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸν ἐχθρό, ὁ ἄλλος ἀπὸ τὸ γείτονα, ὁ ἄλλος ἀπὸ ζημιές. Πολλὲς καὶ διάφορες αἰτίες ὑπάρχουν ποὺ κάνουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ ὑποφέρουν. Ἂς μὴν παραπονιόμαστε ὅτι μόνο ἐμεῖς ἔχουμε δεινά.

5. Ἐξ ἄλλου τί εἶναι αὐτὰ τὰ δεινὰ μπροστὰ στὸν ἐξευτελισμὸ ποὺ ὑπέμεινε ὁ Κύριος στὸ σταυρό; Καὶ ἐγὼ ποὺ σοῦ γράφω αὐτὴ τὴν ὥρα εἶμαι στὴ φυλακὴ συκοφαντημένος σὰν κακοῦργος γιὰ τὸν Κύριο. Ἀλλ’ ἂν ὁ Κύριος δὲν ντράπηκε τὸ σταυρό, οὔτε ἐγὼ ντρέπομαι τὴ φυλακή. Μὴν πάθεις κάτι τὸ ἀνθρώπινο, ἀλλ’ ὅπως ὁ Κύριος, ὅπως ἐγώ, ἔτσι καὶ σύ· συγκακοπάθησε γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου μὲ τὴ δύναμη ποὺ σοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς ὁ σωτῆρας μας.

Συμπέρασμα.

Οἱ ἀντιθέες δυνάμεις σὲ κάθε ἐποχὴ δὲν παραιτοῦνται. Μὲ κάθε τρόπο ἀποβλέπουν στὸ νὰ ρίξουν τοὺς Χριστιανούς, ἀκόμη καὶ τοὺς ἐκλεκτούς, ὅπως τὸν Τιμόθεο, στὴν ἀθυμία καὶ στὴν ἀπόγνωση. Ἀλλὰ ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ τοὺς κάνει τὸ χατίρι καὶ νὰ ἀθυμεῖ, ὅταν ξέρει ὅτι ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι μαζί τους εἶναι μεγαλύτερος καὶ δυνατότερος καὶ θὰ φέρει τὴν τελικὴ νίκη· Μείζων ὁ ἐν ἡμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ, λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Πιὸ δυνατὸς εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι μαζί μας παρὰ ὁ διάβολος ποὺ κυριαρχεῖ στὸν μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ κόσμο καὶ ἀπειλεῖ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Ἂς μὴ λησμονοῦμε καὶ τὴ διαβεβαίωση τοῦ Ψαλμοῦ· Οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα (19,7).

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 22/1/2013)