ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα 26 σεπτεμβρίου, ᾿Ιωάννου τοῦ εὐαγγελιστοῦ (ἀποστολικὸν ἀνάγνωσμα)

PostHeaderIcon 26 σεπτεμβρίου, ᾿Ιωάννου τοῦ εὐαγγελιστοῦ (ἀποστολικὸν ἀνάγνωσμα)

 

Ὑπόδειγμα ἀγάπης ὁ Θεός

 

26 Σεπ., Ἰωάννου εὐαγγελιστοῦ (Α΄ Ἰω 4,12-19)

 

    Στὶς 8 Μαΐου δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ δώσουμε λίγα στοιχεῖα ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση τοῦ ἀποστόλου καὶ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου (http://www.symbole.gr/forum/viewtopic.php?f=372&t=818&p=3738#p3738). Δὲν θὰ τὰ ἐπαναλάβουμε ἐδῶ. Συμπληρωματικὰ λέμε μόνο ὅτι ὁ Ἰωάννης ἔγραψε 5 ἀπὸ τὰ 27 βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὴν Ἀποκάλυψη, τὶς 3 Ἐπιστολὲς καὶ τὸ Εὐαγγέλιο.

    Πρώτη χρονικῶς ἔγραψε τὴν Ἀποκάλυψη καὶ τελευταῖο τὸ Εὐαγγέλιο. Ὅλα τὰ ἔγραψε μέσα στὴν 5ετία 67-72. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ ὁ Ἰωάννης ὀνόμαζε τὸν ἑαυτό του «πρεσβύτερο». Τὰ ἔγραψε ἐπίσης ὅλα γιὰ τὸν ἴδιο σκοπό, τὴν καταπολέμηση τῆς ἀσεβοῦς καὶ ἀσελγοῦς αἱρέσεως τῶν νικολαϊτῶν, ποὺ τότε βρισκόταν σὲ ἔξαρση στὴν περιοχὴ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἕνας δεύτερος σκοπὸς ἦταν ἡ ἐμπέδωση τῆς ἀλήθειας.

    Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ ἵδρυσε τὶς ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, εἶχε ἤδη ὑποστεῖ μαρτυρικὸ θάνατο. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ποὺ εἶχε ἀναλάβει νὰ συνεχίσει τὸν ἀγῶνα τοῦ Παύλου κατὰ τῶν νικολαϊτῶν, δὲν ζοῦσε πιά. Ὁ μόνος ἀπόστολος ποὺ ζοῦσε ἀκόμη, αὐ­τόπτης καὶ αὐτήκοος τοῦ Χριστοῦ καὶ αὐθεντικὸς διδάσκαλος τῆς ἐκκλησίας, ἦταν ὁ Ἰωάννης ὁ πρεσβύτερος στὴν ἡλικία. Μ’ αὐτὸ τὸ δεδομένο ὁ Ἰωάννης ἔστειλε τὴν ὁμοβροντία τῶν Ἐπι­στολῶν, διότι ἦταν ὁ μόνος ποὺ εἶχε τὸ ἀποστολικὸ κῦρος καὶ μποροῦσε νὰ ἐλέγξει τὰ ψέματα τῶν νικολαϊτῶν καὶ νὰ στηρίξει τὸ πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας.

    Τὸ θέμα τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, στὴν ὁποία ἀνήκει ἡ περικοπή μας, εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι κάτι τὸ ἀφηρημένο, ἀλλὰ κάτι τὸ πολὺ συγκεκριμένο καὶ μεγαλειῶδες. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἡ ἀγάπη ἀνάμεσα στὸ Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους δὲν ξεκίνησε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώ­πους, ἀλλ’ ἀπὸ τὸ Θεό. Αὐτὸς ἔκανε τὴν ἀρχή. Αὐτὸς μᾶς ἀγάπησε καὶ ἔστειλε τὸ Γιό του σὰν ἱλαστήριο θῦμα γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Κι ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἐκδήλωσε τὴν ἀγάπη του σ’ ἐμᾶς μὲ τέτοιο τρόπο, κι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, κατὰ τὸ δικό του παράδειγμα, ὀφείλουμε ν’ ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἐὰν ἔτσι μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός, κι ἐμεῖς, ἂν θέλουμε νὰ λέμε ὅτι τὸν ἀγαπᾶμε, ὀφείλουμε ν’ ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἡ ἀγάπη μας πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας θ’ ἀποδεικνύει τὴν ἀγάπη μας πρὸς αὐτόν.

    Τὸ Θεό, λέει, δὲν τὸν ἔχει δεῖ κανένας ὅπως εἶναι. Κι ὅμως ὁ ἀόρατος στὴν ὅρασή μας Θεός, ἐὰν ἀγαποῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, γεμίζει τὸ ἐσωτερικό μας, καθὼς μένει μέσα μας κι ἐμεῖς μέσα του. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἄγνωστος καὶ ἀθέατος καὶ ξένος ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ νιώθουμε τὴν ἀγάπη του τέλεια καὶ ὁλοκληρωμένη σὰν θεία αὔρα. Αὐτὴ μᾶς τὸν ἔκανε γνωστὸ καὶ θεατὸ καὶ δικό μας. Ἔτσι γνωρίζουμε καὶ νιώθουμε ὅτι μένουμε μέσα του καὶ αὐτὸς μέσα μας. Πῶς;  μὲ τὸ ὅτι μᾶς ἔχει δώσει κάποιες ἀκτῖνες φωτισμοῦ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα του. Αὐτὸ μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι στοργικὸς Πατέρας μας, κράζοντας μέσα μας, Ἀββᾶ ὁ πατήρ. Ἄνθρωποι ἀπνευμάτιστοι ποὺ δὲν ἀγαποῦν ἀλλήλους, δὲν μποροῦν νὰ νιώσουν αὐτὴ τὴν ἀμοιβαία καὶ υἱικὴ σχέση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων.

    Ἐμεῖς ὅμως, λέει, ὅσοι ἀγαποῦμε τοὺς ἀδελφούς μας, κι ἔχουμε μέσα μας τὸ Θεό, τὸν ἔχουμε δεῖ μέσῳ τῆς μυστικῆς αὐτῆς ὁδοῦ τῆς ἀγάπης, καὶ διαβεβαιώνουμε, ὅτι ὁ Θεός, ἐκδηλώνοντας τὴν ἔμπρακτη καὶ ψηλαφητὴ ἀγάπη του σ’ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, ἔχει στείλει τὸ γιό του, γιὰ νὰ σώσει ὄλον τὸν κόσμο. Ὅποιος λοιπὸν ἄνθρωπος ὁμολογήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς ἔχει τὸ Θεὸ μέσα του, καὶ ὁ ἴδιος μένει μέσα στὸ Θεό. Κι ἀφοῦ οἱ νικολαΐτες καὶ γενικὰ ὅλοι οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αἱρετικοὶ σκοντάφτουν στὴν πίστη καὶ δὲν ὁμο­λογοῦν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχουν μέσα τους τὸ Θεό, ἀλλὰ τὸ διάβολο, οὔτε κι αὐτοὶ μένουν μέσα στὸ Θεό, ἀλλὰ μέσα στὸν κακοῦργο διάβολο.

    Ὅσοι ὅμως ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε γνωρίσει καὶ πιστέψει ἀπὸ τὴν πεῖρα μας στὴν ἀγάπη ποὺ μᾶς ἔχει ὁ Θεός. Ἔχουμε γνωρίσει καὶ πιστέψει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη.  Καὶ αὐτὸς ποὺ μένει στὴν ἀγάπη, μένει στὸ Θεό, καὶ ὁ Θεὸς σ’ αὐτόν.

    Ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἀλήθεια πέφτει σὰν ὥριμος καρπὸς τὸ συμπέρασμα, ὅτι ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, τότε ὁ ἀντίδικός του διάβολος, καὶ δικός μας ἀντίδικος, εἶναι μῖσος, καὶ ἄρα οἱ ὑπο­κι­νού­μενοι ἀπ’ αὐτὸν νικολαΐτες καὶ παντοῖοι αἱρετικοὶ ὑπηρετοῦν τὸ μῖσος. Κι ὅσοι ἐπιδιώκουν τὴν ἕνωσή μας μὲ τοὺς αἱρετικούς, εἶναι ξένοι πρὸς τὴν ἀγάπη. Κι ὁ Θεὸς δὲν μένει μέσα τους, γιατί ἀναγκάζουν ἐμᾶς, ποὺ μένουμε μέσα στὸ Θεό, νὰ μένουμε μέσα στὸ διάβολο καὶ νὰ ὑπηρετοῦμε τὸ μῖσος. Δηλαδὴ κατ’ ἐπέκταση ἀναγκάζουν τὸ Θεὸ νὰ μένει μέσα στὸ διάβολο καὶ στὸ μῖσος!!

    Καὶ συνεχίζει ὁ Ἰωάννης. Ἔτσι ἔχει βρεῖ τὴν τελεία της μορφὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς, γιὰ νὰ ἔχουμε θάρρος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως καὶ νὰ μὴν τὴ φοβόμαστε. Διότι ὅπως ἐκεῖνος διατίθεται μὲ τέλεια ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν ἀγαποῦν, ἔτσι κι ἐμεῖς διατιθέμεθα πρὸς αὐτούς. Δὲν μᾶς τύπτουν ἐνοχὲς γιὰ ἀνάρμοστες καὶ ἁμαρτωλὲς συμπε­ρι­φορὲς ἀπέναντί τους. Ὁ φόβος τῆς κρίσεως δὲν ἔχει θέση μέσα στὴν ἀγάπη, ἀλλὰ ἡ τελεία ἀγάπη πετάει ἔξω τὸ φόβο, διότι ὁ φόβος ἐμπεριέχει κόλαση, καὶ ἄρα αὐτὸς ποὺ φοβᾶται τὸν Κριτὴ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του καὶ τὶς ἐνοχές του, δὲν ἔχει γίνει τέλειος στὴν ἀγάπη. Ἐμεῖς τὸν ἀγαπᾶμε, διότι πρὶν νὰ τὸν ἀγαπήσουμε, μᾶς ἀγάπησε αὐτὸς πρῶτος.

    Αὐτὰ τὰ ὑψηλὰ νοήματα τονίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.  Ταυτίζει τὸ Θεὸ μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὸν θέλει ν’ ἀναπαύεται μέσα σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς συν­αν­θρώ­πους. Ἀπόρροια αὐτῆς τῆς ἀγάπης τους εἶναι ἡ παρρησία τους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως. Οἱ νικολαΐτες καὶ ὅλοι οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αἱρετικοὶ καὶ φιλαιρετικοὶ εἶναι ἔξω ἀπὸ αὐτὴ τὴ δια­δι­κασία τῆς ἀγάπης, καὶ ἄρα εἶναι κολασμένοι. Αὐτὰ διδάσκει ἔμμεσα καὶ διακριτικά, πλὴν σα­φέ­στατα, ὁ μαθητὴς καὶ κήρυκας τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης Ἰωάννης στὴν περικοπή μας.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 (δημοσίευσις 21/9/2010)