ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα 1 ὀκτωβρίου, ᾿Ανανίου ἁγίου (ἀποστολικὸν ἀνάγνωσμα)

PostHeaderIcon 1 ὀκτωβρίου, ᾿Ανανίου ἁγίου (ἀποστολικὸν ἀνάγνωσμα)

  

Ἀνανίας, ὄργανο τοῦ Θεοῦ

 

1 Ὀκτ., Ἀνανίου (Πρξ 9,10-18)

 

    Ὁ Ἀνανίας ἀναφέρεται στὶς Πράξεις σὰν «μαθητής», δηλαδὴ Χρι­στια­νός. Κατὰ τὸν Ἰωάννη χρυσόστομο ἦταν ἕνα ἐπίσημο καὶ σεβαστὸ σ’ ὅλους πρόσωπο τῆς ἐκκλησίας τῆς Δαμασκοῦ. Ὡς τέτοιον τὸν βλέπει καὶ ὁ Κύ­ριος, τὸν προσφωνεῖ μὲ τ’ ὄνομά του καὶ τὸν ἐπιλέγει γιὰ μία λεπτὴ καὶ ὑπεύθυνη ἀποστολή.

    Ὁ Ἀνανίας σὰν Ἰουδαῖος ζοῦσε σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ κι ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι, ποὺ κατοικοῦσαν στὴ Δαμασκό, μαρτυροῦσαν γιὰ τὴν εὐσέ­βειά του. Σ’ αὐτὸν ἀνέθεσε ὁ Κύριος νὰ πλησιάσει τὸν μέχρι τώρα διώκτη τῶν Χριστιανῶν Σαῦλο, τὸν μετέπειτα ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν μετὰ τὸ ὅρα­μα εἶχε ἀνάγκη στηριγμοῦ.  Ἀπὸ τὴν ἀνάθεση τοῦ ρόλου αὐτοῦ καὶ ἀπὸ τὸ θάρρος μὲ τὸ ὁποῖο μιλάει ὁ Ἀνανίας στὸν Κύριο ἐπιβεβαιώνονται ἡ βαθιά του πίστη ἡ καθαρότητα τοῦ βίου του καὶ ἡ εὐσέβειά του. Προφανῶς ἦταν ἄνθρωπος προσευχῆς καὶ εἶχε συχνὲς καὶ ἀληθινὲς ἐπικοινωνίες μὲ τὸν Κύριο. Ἂς δοῦμε ὅμως τὶς λεπτομέρειες μέσα ἀπὸ τὸ ἀποστολικὸ ἀνά­γνωσμα.

    Ὁ Σαῦλος, ζηλωτὴς τῶν ἰουδαϊκῶν παραδόσεων, ἀφοῦ ζητεῖ καὶ παίρνει γραπτὴ ἄδεια ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα, βαδίζει μὲ τὴ συνοδεία του ἀπὸ τὰ ᾿Ιερο­σόλυμα πρὸς τὴ Δαμασκό, γιὰ νὰ συλλάβει τοὺς Χριστιανοὺς καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει δεμένους στὴν ᾿Ιερουσαλήμ. Στὸ δρόμο ὅμως ἄστραψε ἰσχυ­ρὸ φῶς γύρω του κι ἔπεσε κάτω. Ἀκούει μία φωνὴ νὰ τοῦ λέει· Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς ποὺ καταδιώκεις στὸ πρόσωπο τῶν πιστῶν. Σήκω πάνω. Μέσα στὴ Δαμασκὸ θὰ σοῦ μιλήσουν τί πρέπει νὰ κάνεις.  Σηκώθηκε ὁ Σαῦλος μὲ ἀνοιχτὰ μάτια, ἀλλὰ χωρὶς φῶς. Ἦταν τυφλὸς γιὰ τρεῖς μέρες.

    Ἐνῷ ἦταν σ’ αὐτὴν τὴν ψυχικὴ κατάσταση ὁ Σαῦλος, ὁ Κύριος ἐμφα­νί­ζεται στὸν Ἀνανία πάλι μὲ ὅραμα καὶ τοῦ λέει· Ἀνανία, σήκω ἐπάνω καὶ πήγαινε τώρα στὸ δρόμο ποὺ λέγεται «Εὐθεῖα» καὶ ζήτα στὸ σπίτι τοῦ ᾿Ι­ού­δα ἕναν ποὺ κατάγεται ἀπὸ τὴν Ταρσὸ καὶ λέγεται Σαῦλος. Αὐτὴ τὴν ὥρα προσεύχεται. Μὴ φοβᾶσαι, δὲν εἶναι πιὰ διώκτης, ἀλλὰ συντετριμ­μέ­νος ἱκέτης ποὺ ζητεῖ τὸ ἔλεός μου. Στὸ ὅραμά του ὁ Σαῦλος εἶδε ἕναν ἄν­θρωπο, ποὺ λέγεται Ἀνανίας, ἐσένα δηλαδή, ποὺ μπῆκε μέσα στὸ σπίτι καὶ ἔβαλε τὸ χέρι του πάνω του, γιὰ νὰ τὸν γειάνει ἀπὸ τὴν τύφλωση καὶ γιὰ νὰ ξαναδεῖ τὸ φῶς του.  Δὲν φαίνεται ὁ Κύριος νὰ εἶπε στὸν Ἀνανία πῶς καὶ γιατί τυφλώθηκε, ἀλλ’ ὁ Ἀνανίας κατάλαβε τί εἶχε συμβεῖ, διότι εἶχε ἀ­κούσει γιὰ τὸ Σαῦλο.

    Παρ’ ὅλο ὅμως ποὺ ὁ Ἀνανίας κατάλαβε ὅτι ὁ Σαῦλος μεταστράφηκε κι ἔγινε ἄλλος ἄνθρωπος, δὲν δίστασε νὰ ἐκφράσει τὸ φόβο του στὸν Κύριο.  Κύριε, τοῦ λέει, ἔχω ἀκούσει ἀπὸ πολλοὺς γι’ αὐτὸν πόσα κακὰ ἔκανε στοὺς ἁγίους ἀνθρώπους σου στὴν ᾿Ιερουσαλήμ. Καὶ τώρα ποὺ ἦρθε ἐδῶ στὴ Δαμασκὸ ἔχει ἐξουσιοδότηση ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ συλλάβει καὶ νὰ δέ­σει ὅλους ὅσους πιστεύουν καὶ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομά σου. Ὁ Κύριος ὅμως τὸν καθησυχάζει ἀκόμη πιὸ πολὺ λέγοντάς του· Πήγαινε καὶ μὴ δι­στάζεις, διότι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς μοῦ εἶναι διαλεγμένος καὶ κατάλληλος  γιὰ νὰ σηκώσει τὴ βαριὰ εὐθύνη τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. Θὰ κηρύξει τὸ ὄνομά μου στοὺς ἐθνικοὺς καὶ στοὺς βασιλιάδες τους καὶ στοὺς Ἰσραη­λί­τες. Πήγαινε χωρὶς φόβο· ἐγὼ θὰ σοῦ δείξω ὅσα μέλλει νὰ πάθει, καθὼς θὰ κηρύττει τὸ ὄνομά μου.

    Ἀξίζει ἐδῶ νὰ παραθέσουμε ἕνα σχόλιο τοῦ Ἰωάννου τοῦ χρυσοστόμου.  «Γιὰ ποιό λόγο, λέει, δὲν ἔστειλε ὁ Κύριος κανέναν ἀπὸ τοὺς κορυφαίους ἀποστόλους, γιὰ νὰ κατηχήσει τὸν Παῦλο;»  Καὶ ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος· «Διότι δὲν ἔπρεπε νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν πίστη ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀνανίας δὲν τοῦ δίδαξε τίποτε, ἀλλὰ μόνο τὸν βά­πτισε». Ἔτσι ὁ Κύριος θωράκισε τὸν ἀπόστολό του, γιὰ ν’ ἀπολογεῖται στοὺς μετέπειτα Ἰουδαίους συκοφάντες του, ποὺ διέδιδαν στοὺς κατὰ τό­πους Χριστιανοὺς ὅτι ὁ Παῦλος δὲν εἶναι ἀπόστολος, δὲν εἶδε τὸν Κύριο, δὲν παρέλαβε τὸ εὐαγγέλιο ἀπὸ τὸν Κύριο, καὶ ἄλλα τέτοια, γιὰ νὰ τὸν μειώσουν στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν καὶ νὰ γίνουν πιστευτοὶ αὐτοί.  Ἀλλ’ ἐκεῖνος ἀπολογούμενος ἀργότερα στοὺς Χριστιανοὺς εἶπε· Ἐγὼ δὲν παρέλαβα τὸ εὐαγγέλιο ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ’ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο μ’ αὐτὸν καὶ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐννοώντας τὸ ὅραμά του στὴ Δαμασκό. Ἀλλ’ ἂς δοῦμε, τί ἔκανε τελικὰ ὁ Ἀνανίας.

    Πῆγε λοιπόν, ὅπως τοῦ εἶχε ὑποδείξει ὁ Κύριος, καὶ μπῆκε στὸ σπίτι τοῦ Ἰουδαίου Ἰούδα, ποὺ φιλοξενοῦσε τὸν Σαῦλο. Βάζει ἀμέσως τὰ χέρια του πάνω του, προφανῶς στὸ κεφάλι του, καὶ τοῦ λέει· Σαούλ, ἀδερφέ, μ’ ἔστειλε ὁ Κύριος, ποὺ σοῦ ἐμφανίστηκε στὸ δρόμο, καθὼς ἐρχόσουν ἐδῶ στὴ Δαμασκό. Μ’ ἔστειλε, γιὰ ν’ ἀποκτήσεις πάλι τὸ φῶς τῶν ματιῶν σου καὶ νὰ γεμίσεις μὲ Πνεῦμα ἅγιο. Καὶ ἀμέσως ἔπεσαν ἀπὸ τὰ μάτια του κάτι σὰν λέπια, καὶ ξαναεῖδε τὸ φῶς. Ἐνισχυμένος δὲ ὁ Σαῦλος ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα ζήτησε καὶ βαπτίστηκε τὴν ἴδια ὥρα.

    Εἶναι ἐνδιαφέρουσα καὶ πάλι ἡ γνώμη τοῦ Ἰωάννου τοῦ χρυσοστόμου, ὅτι «ὁ Ἀνανίας δὲν πῆγε γιὰ νὰ ἐλέγξει  αὐτὸ ποὺ εἶχε γίνει στὸν Παῦλο, ἀλλὰ γιὰ νὰ δώσει τὴ δωρεά. Ἔχω τὴ γνώμη, λέει ὁ Χρυσόστομος, ὅτι τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Ἀνανίας ἔλεγε τὰ λόγια, ὁ Παῦλος ἔγινε μέτοχος τοῦ ἁγίου Πνεύματος, παρ’ ὅλο ὅτι αὐτὸς ποὺ τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα δὲν ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἀποστόλους. Ἔτσι ἀπ᾿ ὅλα ὅσα ἔγιναν πάνω του, τίποτε δὲν ἦταν ἀνθρώπινο, καὶ τίποτε δὲν ἔγινε ἀπὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὁ Θεὸς πα­ρευ­ρισκόταν καὶ τὰ ἔκανε ὅλ’ αὐτά». Βαπτίστηκε ἀπὸ τὸν Ἀνανία, ἀλλὰ κα­τηχήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο.

    Καὶ δυὸ ἀκόμη σύντομα σχόλια.  Ἀξίζει νὰ παρατηρήσει κανεὶς ὅτι ἔ­χουμε διπλὸ ὅραμα, ἕνα στὸν Παῦλο κι ἕναν στὸν Ἀνανία, γιὰ νὰ μὴ χω­ράει οὔτε ἡ παραμικρὴ ἀμφιβολία. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὴν περίπτωση μὲ τὸν Κορνήλιο καὶ τὸν ἀπόστολο Πέτρο. Καὶ τὸ ἄλλο σχόλιο. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ πίστευαν στὸ Χριστὸ καὶ δὲν εἶχαν ἀκόμη ὀνομαστεῖ Χριστιανοί, βλέ­πουμε ἐδῶ νὰ λέγονται «μαθηταί» «ἀδελφοί» «ἐπικαλούμενοι τὸν Κύριο» «ἅγιοι». Ἀργότερα στὴν Ἀντιόχεια θὰ ὀνομαστοῦν «Χριστιανοί», καὶ ἡ ὀνομασία τους αὐτὴ θὰ μείνει γιὰ πάντα.

    Αὐτὸς εἶναι ὁ ἅγιος Ἀνανίας καὶ αὐτὴ ἡ συνεισφορά του στὸν πρὶν διώ­κτη καὶ μετέπειτα μεγάλο ἀπόστολο Παῦλο.

 

    Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις· 1 ὀκτωβρίου 2010)