ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα 25 μαρτίου, εὐαγγελισμός (ἀπόστολος)

PostHeaderIcon 25 μαρτίου, εὐαγγελισμός (ἀπόστολος)

 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ ΑΠΑΛΛΑΞΕ
ΑΠΟ ΤΟ ΦΟΒΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

 

25 Μαρ., Εὐαγγελισμός (῾Εβ 2,11-18)

 

    Ὁ εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου εἶναι γιορτὴ ποὺ μᾶς φέρνει τὴν εὐχάριστη εἴδηση ὅτι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ πρόκειται νὰ σαρκωθεῖ, γιὰ νὰ σώσει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀναφέρεται ἀκριβῶς σ’ αὐτὴ τὴν ὑπόθεση, ὅπως τὴν προβάλλει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἂς τὴ μελετήσουμε μὲ τὸ ἀνάλογο ἐνδιαφέρον.

   Ἀνάμεσα στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους, παρ’ ὅλη τὴν ἀστρονομικὴ διαφορὰ ποὺ ὑπάρχει, ἀφοῦ αὐτὸς ὡς ἅγιος ἐκ φύσεως ἁγιά­ζει τοὺς ἀνθρώπους, ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι ὡς ἐκ φύσεως ἁμαρτωλοὶ ἁγιάζονται ἀπ’ αὐτόν, ὑπάρχει μία στενὴ σχέση· ὅτι τόσο αὐτὸς ὅσο καὶ ἐμεῖς ἔχουμε τὸν ἴδιο Πατέρα. Εἴμαστε παιδιά του. Ἀλλ’ ὁ Χριστὸς εἶναι φυσικὸς καὶ ὁμοούσιος Γιός του, ἐνῷ ἐμεῖς εἴμαστε δημιουργήματα καὶ κατὰ χάριν παιδιά του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰησοῦς, παρ᾿ ὅλη τὴ θεότητά του, δὲν ντρέπεται νὰ ὀνομάζει τοὺς ἀνθρώπους ἀδελφούς του καὶ παιδιά του, λέγοντας·

    «Πατέρα, θὰ κάνω γνωστὸ τὸ ὄνομά σου στοὺς ἀδελφούς μου ἀν­θρώ­πους, ποὺ δὲν σὲ ξέρουν, καὶ θὰ σὲ ἐγκωμιάσω μέσα στὴ συνάθροισή τους». Καὶ πάλι· «Σὰν ἄνθρωπος καὶ ἐγὼ θὰ στηρίξω, ὅπως ὅλοι, τὴ σι­γουριά μου πάνω στὸ Θεὸ καὶ πατέρα μου». Καὶ πάλι· «Νά ἐγὼ καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός».

    Ἐπειδὴ λοιπὸν τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι, εἶναι καμωμένοι ὅλοι ἀπὸ σάρκα καὶ αἷμα, ἀπὸ τὰ φθαρτὰ καὶ θνητὰ αὐτὰ ὑλικά, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς συμμετέσχε περίπου στὰ ἴδια ὑλικὰ ὡς πρὸς τὴν ἀνθρώπινη κατασκευή του, τὴ σάρκα καὶ τὸ αἷμα, γιὰ νὰ καταργήσει μὲ τὸ θάνατό του αὐτὸν ποὺ ἔχει στὰ χέρια του τὴ δύναμη τοῦ θανάτου, δηλαδὴ τὸ διάβολο, ὥστε μὲ τὸ δικό του θάνατο ν’ ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ θανάτου αὐτοὺς ποὺ σ’ ὅλη τους τὴ ζωὴ αἰσθάνονταν ἔνοχοι καὶ ἔτρεμαν μήπως πεθάνουν.

    Ἡ δύναμη καὶ τὸ κεντρὶ τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ἁμαρτία. Σὰν σὲ πα­ρέν­θεση λέγεται ἐδῶ ὅτι, ἐπειδὴ ὁ διάβολος ὑποκαίει τοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ διαπράττουν τὴν ἁμαρτία, γι’ αὐτὸ λέγεται ἐδῶ ὅτι ἔχει στὰ χέρια του τὴ δύναμη τοῦ θανάτου. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ποὺ φοβᾶται τὸ θάνατο βρίσκεται σὲ μία ἐναγώνια ἀναμονὴ καὶ ὑπομένει τὰ πάντα, ἀρκεῖ νὰ τὸν ἀποφύγει.

    Ὁ Χριστὸς βλέποντας τὴν ἀγωνία τοῦ ἀνθρώπου πῆρε στὰ χέρια του τὸ θάνατο καὶ τὸν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴ φρικαλεότητα ποὺ ἐνέπνεε στοὺς ἀν­θρώπους. Ἔτσι μ’ αὐτὸ ποὺ ὁ διάβολος καταπτοοῦσε τοὺς ἀνθρώπους, μ’ αὐτὸ καταπτοήθηκε καὶ κατανικήθηκε τώρα ὁ ἴδιος. Ὁ θάνατος τώρα πιὰ δὲν εἶναι φοβερός, δὲν ἔχει κεντρὶ καὶ δηλητήριο. Δὲν διαφέρει ἀπὸ τὸν ὕ­πνο. Διότι οἱ Χριστιανοὶ πεθαίνουν μὲ τὴ βεβαιότητα τῆς ἀναστάσεώς τους. Μὲ τὸ θάνατό του καὶ τὴν ἀνάστασή του ἄνοιξε τὸ δρόμο τῆς ἀναστάσεως καὶ στοὺς ἀνθρώπους. Ἐδῶ φαίνεται ἡ ὑπεροχὴ τοῦ Χριστοῦ ἔναντι τοῦ διαβόλου.

    Καὶ συνεχίζει ὁ ἀπόστολος· Χωρὶς ἀμφιβολία ὁ Χριστὸς βοηθάει νὰ σωθοῦν ὄχι βέβαια οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ. Ὄφειλε λοιπόν, προκειμένου νὰ βοηθήσει τοὺς ἀνθρώπους νὰ σωθοῦν, νὰ γίνει ὅμοιος σὲ ὅλα μὲ τοὺς ἀδελφούς του, γιὰ νὰ γίνει φιλάνθρωπος καὶ ἀξιόπιστος ἀρχιερεύς, ὥστε νὰ προσφέρει αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ προσφέρει στὸ Θεὸ γιὰ τὴν ἐξιλέωση καὶ τὴ σωτηρία τους. Διότι ἀφοῦ αὐτὸς ἔπαθε καὶ ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸ αὐτὸ πάνω στὸ σταυ­ρό, μπορεῖ τώρα πιὰ καὶ αὐτός, ποὺ γνώρισε σὰν ἄνθρωπος τί εἶναι θλίψη καὶ τί πειρασμός, ν’ ἁπλώσει χέρι καὶ νὰ βοηθήσει τοὺς ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται σὲ πειρασμό.

    Ὁ Χριστὸς βοηθάει νὰ σωθοῦν ὄχι οἱ ἄγγελοι, διότι τότε δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ λάβει σάρκα, ἀφοῦ καὶ οἱ ἄγγελοι εἶναι ἄσαρκοι. Ἂς ση­μει­ω­θεῖ ἐδῶ ὅτι ὡς ἀγγέλους ὁ Ἀπόστολος ἐννοεῖ τοὺς πεπτωκότας ἀγγέλους, τοὺς δαίμονας, καὶ ὄχι τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἤδη σεσωσμένοι. Ὡς παιδιὰ δὲ τοῦ Ἀβραὰμ δὲν ἐννοεῖ τὸν Ἰσραήλ, ἀλλὰ τὸν κατὰ πνεῦμα Ἰσραήλ, δηλαδὴ τοὺς Χριστιανούς, τὴν ἐκκλησία. Τὴν ἐξήγηση τὴ δίνει ὁ ἴδιος στὴν πρὸς ῾Ρωμαίους Ἐπιστολή του (9,6-7).

    Πάνω στὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπάλλαξε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀγωνία τοῦ θανάτου μὲ τὴ βεβαιότητα τῆς ἀνα­στά­σεως, εἶναι εὔκαιρο νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Ἰωάννης χρυσόστομος μέμφεται τοὺς Χρι­στιανοὺς τῆς ἐποχῆς του, ποὺ συχνὰ θρηνοῦσαν ἀπαρηγόρητα γιὰ τὸ θάνατο ἀγαπητῶν τους προσώπων, παρὰ τὶς διαβεβαιώσεις τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ Παύλου. Παραθέτω λίγα ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ λέει·

    Ὅταν δῶ, λέει, τοὺς κοπετοὺς στὴν ἀγορὰ καὶ τὶς θρηνώδεις κραυγές, ποὺ βγάζουν γιὰ τοὺς συγγενεῖς τους ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὴ ζωή, τὰ κλάματα καὶ ὅλες τὶς ἄλλες ἀσχημοσύνες, πιστέψτε με, ντρέπομαι ποὺ τοὺς βλέπουν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ αἱρετικοί, καὶ γενικὰ ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς κοροϊδεύουν γι’ αὐτά. Ὅσα κι ἂν πῶ ἐγὼ γιὰ τὴν ἀνάσταση, τζάμπα θὰ τὰ πῶ, διότι οἱ εἰδωλολάτρες δὲν προσέχουν αὐτὰ ποὺ λέω ἐγώ, ἀλλ’ αὐτὰ ποὺ γίνονται ἀπὸ σᾶς… Πιστέψτε με, ἂν τὰ πράγματα στὴν ἐκκλησία ἦταν ὅπως ἔπρεπε, θὰ ἔπρεπε πολὺ χρόνο αὐτοὶ νὰ ἐμποδίζονται ἀπὸ τὸ κατῶφλι τῆς ἐκκλησίας. Αὐτοὶ ποὺ πράγματι εἶναι ἄξιοι πένθους εἶναι ὅσοι φοβοῦνται ἀκόμη τὸ θάνατο καὶ φρίττουν καὶ ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν ἀνάσταση.

    Πές μου, τί θέλουν στὶς κηδεῖες οἱ ἀναμμένες λαμπάδες; Δὲν προπέμπουμε τοὺς κεκοιμημένους σὰν ἀθλητάς; Τί θέλουν οἱ ψαλμῳδίες; Δὲν δοξάζουμε κι εὐχαριστοῦμε μ’ αὐτὲς τὸ Θεό, διότι στεφάνωσε τὸν ἀπελθόντα, διότι τὸν ἀπάλλαξε ἀπὸ τοὺς κόπους;

 

    Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 13/3/2010)

 

 

    Σημείωσις.  μὲ τὴν ἀνωτέρω ἀποστολικὴ περικοπὴ τοῦ εὐαγγελισμοῦ σχετικὴ ὡς πρὸς τὰ νοήματα εἶναι καὶ ἡ περικοπὴ τῆς 8ης νοεμβρίου.