ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν Εὐαγγέλιον 9ης κυριακῆς Ματθαίου

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον 9ης κυριακῆς Ματθαίου

 

Ὁ ἀληθινὸς συμπαραστάτης τῆς ζωῆς μας

 

Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου (Μθ 14,22-34)

 

Ἡ ὑπόθεση τοῦ εὐαγγελίου τῆς Θ΄ κυριακῆς τοῦ Ματθαίου ἱστορικὰ εἶναι συνέχεια τῆς ὑποθέσεως τοῦ εὐαγγελίου τῆς Η΄ κυριακῆς. Ἐκεῖ εἴδαμε τὸν Κύριο νὰ χορταίνει πάνω ἀπὸ πέντε χιλιάδες ἀνθρώπους μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια. Τώρα τὸν βλέπουμε νὰ περπατάει πάνω στὴ θάλασσα. Ἀπὸ θαῦμα σὲ θαῦμα καὶ ἀπὸ ἔκπληξη σὲ ἔκπληξη ἀποκα­λύ­πτεται ἡ θεία του προσωπικότητα, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν ἀπόλυτη ἐμπι­στο­σύ­νη τῶν μαθητῶν του διαχρονικῶς.

Ἐκεῖ ἔδειξε πὼς εἶναι ὁ ἴδιος ποὺ ἔτρεφε τὸν Ἰσραὴλ στὴν ἔρημο μὲ τὸ μάνα, ἐδῶ ἐμφανίζεται δημιουργὸς τῆς ἄλογης φύσεως καὶ ἀνώτερος τῶν φυσικῶν νόμων. Παλιὰ ἐπὶ Μωυσῆ εἶχε ἀνοίξει τὴν Ἐρυθρά. Ἀπὸ τὸν πυθμένα της πέρασε ὁλόκληρος ὁ Ἰσραὴλ σὰν ἀπὸ ξηρά. Τώρα περπατάει πάνω στὰ κύματα. Εἶναι πάντα ὁ ἴδιος παντοδύναμος Θεὸς τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Νέας Διαθήκης. Κανένας φυσικὸς νόμος δὲν τὸν περιορίζει. Ὅλους τοὺς ἔχει στὰ παντοδύναμα χέρια του, καὶ τοὺς ὑπερβαίνει, ὅταν αὐτὸς θέλει· διότι εἶναι ὁ δημιουργὸς καὶ ὁ νομοθέτης τῆς φύσεως. Ἂς παρακο­λου­θήσουμε τὰ γεγονότα.

Ὁ Ἰησοῦς γνωρίζοντας ὅτι ὁ ἐνθουσιασμένος λαός, ποὺ χόρτασε μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια στὴν ἔρημο, εἶχε πρόθεση νὰ τὸν ἀνακηρύξει βασιλιὰ ἐκεῖ ἐπὶ τόπου, ἔσπευσε νὰ ματαιώσει μία τέτοια κίνησή τους. Ὑποχρεώνει λοιπὸν τοὺς μαθητάς του νὰ μποῦν στὸ πλοῖο καὶ νὰ γυρίσουν στὴ Γεννησαρέτ. Προφανῶς δὲν ἤθελε νὰ παρασυρθοῦν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ μία τέτοια κοσμικὴ καὶ μάταιη ἀντίληψη. Στὸ μεταξὺ ἀπολύει τὰ πλήθη. Καὶ σὰν ἀπομακρύνθηκαν εἰρηνικὰ καὶ φιλήσυχα, ὁ ἴδιος ἀνέβηκε στὸ βουνό, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Ἡ νύχτα τὸν βρῆκε ἐκεῖ μόνο του προσευχόμενο μέχρι τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες. Οἱ μαθηταὶ στὸ διάστημα αὐτὸ ἤδη ταξιδεύουν μὲ τὸ πλοιάριο.

Τὸ ταξίδι τους ὅμως αὐτὴ τὴ βραδιά, πέρα ἀπὸ κάθε πρόβλεψη, εἶχε ἐπικίνδυνη ἐξέλιξη. Ἦταν σημαδιακό. Τὸ πλοιάριο βασανιζόταν στὰ κύμα­τα, ποὺ εἶχε σηκώσει ὁ ἀντίθετος ἀέρας καὶ ἔπλεε δύσκολα καὶ ἀργά. Ὕ­στε­ρα ἀπὸ τόσες ὧρες ταξιδιοῦ, μόλις μπόρεσαν νὰ φτάσουν στὴ μέση της λίμνης. Ὁ Ἰησοῦς ὅλη τὴ νύχτα τοὺς ἄφησε μόνους νὰ παλεύουν μὲ τὰ κύ­ματα. Ἐκεῖνοι, παρ’ ὅλο ποὺ ἦταν ἔμπειροι ψαρᾶδες καὶ θαλασσινοί, ἐν τούτοις τέτοια ἄγρια κι ἐπικίνδυνη φουρτούνα δὲν εἶχαν ξαναδεῖ. Εἶχαν κυριολεκτικῶς πανικοβληθεῖ.

Τρεῖς ὧρες ἀπέμειναν, ὥσπου νὰ ξημερώσει, ὅταν ὁ Ἰησοῦς πῆγε κον­τά τους περπατώντας πάνω στὰ κύματα. Ποῦ νὰ περιμένουν οἱ μαθηταὶ τέ­τοιο θέαμα; Στὰ τόσα χρόνια ποὺ δούλευαν στὴ θάλασσα οὔτε τὸ εἶχαν ὑποψιαστεῖ ὅτι θὰ δοῦν κάποιον νὰ μὴ βουλιάζει, ἀλλὰ νὰ περπατάει σὰν σὲ στεριά. Κι ὅμως τώρα τὸ βλέπουν. Ἄνθρωπος, σκέφθηκαν, δὲν θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ εἶναι. Μᾶλλον φάντασμα πρέπει νὰ εἶναι. Μὰ τί σκοπὸ μπορεῖ νὰ ἔχει τὸ φάντασμα, καθὼς τοὺς πλησιάζει; Τοὺς πιάνει νέος πανικός, τὰ χάνουν. Ἀλλ’ ἐκεῖνος δὲν τοὺς ἀφήνει μέσα στὸν πανικό, τοὺς ἐνθαρρύνει. Μὴ φοβᾶστε, τοὺς λέει· ἔχετε θάρρος.

Ἀπὸ τὴ λαλιά του κατάλαβαν οἱ μαθηταὶ ὅτι εἶναι ὁ Ἰησοῦς, καὶ ὁ πα­νι­κὸς μεταβάλλεται ἀμέσως σὲ χαρὰ καὶ ἐνθουσιασμό. Ὁ πάντα αὐθόρ­μη­τος Πέτρος δὲν κρατιέται τώρα· Κύριε, ἂν εἶσαι σύ, διάταξέ με νὰ ἔρθω κοντά σου περπατώντας στὰ νερὰ ὅπως ἐσύ. Ἔλα, τοῦ ἀποκρίνεται ἐκεῖνος, ποὺ εἶχε τὴ δύναμη νὰ τὸ κάνει καὶ αὐτό. Κατεβαίνει ὁ Πέτρος ἀπὸ τὸ πλοιάριο καὶ περπατάει κι αὐτὸς πάνω στὴν ἐπιφάνεια τοῦ νεροῦ. Νά ὅμως ποὺ ὁ δυνατὸς ἀέρας τὸν ἔκανε νὰ φοβηθεῖ, κι ἀμέσως ἄρχισε νὰ βουλιάζει. Κυριεύθηκε ἀπὸ ἀγωνία καὶ φώναξε ἀπεγνωσμένα· Κύριε, σῶσε με. Μὴν ἐπιτρέψεις νὰ πνιγῶ. Ὁ Χριστὸς ἁπλώνει τὸ χέρι του, τὸν τραβάει πάνω καὶ τὸν ἐπιπλήττει. Εἶσαι ὀλιγόπιστος, Πέτρε. Γιατί φοβήθηκες; Ξέ­χα­σες πὼς εἶμαι ἐδῶ; Καὶ μπαίνοντας στὸ πλοιάριο, κόπασε ὁ ἀέρας.

Ὅλοι μέσα στὸ πλοιάριο, ποὺ παρακολουθοῦσαν τὸ πρωτόγνωρο σκη­νικὸ καὶ τὸν κατευνασμὸ τῆς θάλασσας, ἔμειναν κατάπληκτοι. Πέφτουν, τὸν προσκυνοῦν καὶ ὁμολογοῦν· Πράγματι εἶσαι Γιὸς τοῦ Θεοῦ. Πολὺ γρήγορα τότε ἔφτασε τὸ πλοιάριο στὴν ξηρὰ τῆς Γεννησαρέτ.

Ποτὲ δὲν πρέπει νὰ φεύγει ἀπὸ τὸ μυαλό μας ὅτι ὁ Κύριος προσεύ­χε­ται, ὅταν ἐμεῖς συναντοῦμε δυσκολίες ἢ κινδυνεύουμε. Μεσιτεύει γιὰ μᾶς στὸν Πατέρα. Αὐτὴ ἡ ἔννοια δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει νὰ καταποντιστοῦμε, νὰ χά­σουμε τὴν ἐλπίδα, νὰ παραδοθοῦμε στὰ δεινὰ τῆς ζωῆς. Ἀντιθέτως θὰ γεμίζει τὰ στήθη μας μὲ πίστη καὶ θὰ δίνουμε τὴ μάχη μὲ θάρρος, μέχρι τελικῆς νίκης. Πολλὲς οἱ φουρτοῦνες τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καμμιὰ ἰσχυρότερη ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου.

Σὲ κάθε δύσκολη στιγμὴ ἂς καταφεύγουμε στὸν ἀπόλυτο ἐξουσιαστὴ ὅλων τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ, μὲ τὴν προσευχὴ τῆς ἐκκλησίας· «Κύριε τῶν δυνάμεων, μεθ’ ἡμῶν γενοῦ. Ἄλλον γὰρ ἐκτός σου βοηθὸν ἐν θλίψε­σιν οὐκ ἔχομεν. Κύριε, τῶν δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς».

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 13/8/2011)