ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν Εὐαγγέλιον 1ης κυριακῆς Λουκᾶ

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον 1ης κυριακῆς Λουκᾶ

 

Ψαρᾶς ἀνθρώπων

 

Κυρ. Α΄ Λουκᾶ (Λκ 5,1-11)

 

Θαυμάζει κανείς, ἀγαπητοί μου, τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ἀκρίβεια τῆς ἐξι­στορήσεως τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, ὁ ὁποῖος ἐγγράμματος ὢν σὰν γιατρός, ζωντανεύει τὴν περικοπὴ μὲ τὴ λεπτομερῆ καὶ ἀκριβῆ περι­γραφὴ τόσο, ὥστε νομίζει κανεὶς ὅτι ἔχει μπροστά του ζωγραφικὸ πίνακα διασή­μου ζωγράφου. Ἐκ τῶν προτέρων λέμε ὅτι ἡ ἀναμετάδοση τῆς περιγρα­φῆς-εἰκόνος, ποὺ θὰ ἐπιχειρηθεῖ ἐδῶ, δὲν θὰ εἶναι καὶ τόσο πετυχημένη, ὅπως κάθε ἀναμετάδοση, ἀλλὰ παρὰ ταῦτα θὰ τὴν τολμήσουμε.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς στὴν ἀρχὴ τῆς δημοσίας κηρυκτικῆς του δράσεως βρέθηκε στὴν ἀκρολιμνιὰ τῆς Γεννησαρὲτ μὲ τὸ λαὸ νὰ στριμώχνεται γύρω του, γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ λόγια του. Εἶδε τότε δύο ἀραγμένα πλοιάρια νὰ λικνίζονται στὸ λιμανάκι. Μόλις εἶχαν κατεβεῖ ἀπ’ αὐτὰ οἱ ψαρᾶδες καὶ ἔπλυναν τὰ δίχτυα τους. Ἔρχεται κοντά τους, μπαίνει μὲ θάρρος νοικοκύ­ρη στὴ βάρκα τοῦ Σίμωνος, καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ τὸ ἀπομακρύνει λίγο ἀπὸ τὴν ξηρά.

Κάθισε τότε στὸ πλοῖο, καὶ ἔτσι καθισμένος, δίδασκε τὰ πλήθη ποὺ ἦταν κι αὐτὰ καθισμένα ἀπέναντί του στὴν παραλία. Ὁ Πέτρος προφανῶς εἶχε καθίσει κι αὐτὸς κάπου κοντά του πάνω στὴ βάρκα καὶ ἄκουγε μὲ προσοχή, παρ’ ὅλο ὅτι καὶ αὐτὸς καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ ψάρευαν μαζί του τὴν προηγούμενη νύχτα δὲν εἶχαν κοιμηθεῖ σχεδὸν καθόλου καὶ ἦταν κουρα­σμένοι. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ἐπειγόμενος νὰ φτάσει στὸ κύριο θέμα τῆς συγκεκριμένης ἐξιστορήσεώς του, δὲν μᾶς εἶπε τί δίδασκε.

Ἀφοῦ εἶπε ὅσα εἶπε ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔπαυσε νὰ μιλάει, λέει στὸ Σίμωνα· Ὁδήγα τὸ πλοῖο πάλι στὰ βαθιὰ καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα γιὰ ψάρεμα. Ὁ Πέτρος τοῦ ἐξήγησε ὅτι ὅλη τὴν περασμένη νύχτα ψάρευαν, ἀλλὰ δὲν ἔπιασαν τίποτε. (Χαμένος κόπος, σκέφτηκε, νὰ ρίξουμε πάλι τέτοια πρωι­νὴ ὥρα τῆς ἡμέρας, ποὺ τὰ ψάρια ἀποφεύγουν τὸ δίχτυ, ἐνῷ οἱ ἴδιοι ἦταν κατάκοποι). Ἀλλ’ ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἀφοῦ τὸ λὲς ἐσύ, τοῦ λέει, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ. Κι ὅταν τὸ ἔρριξαν καί, πέρα ἀπὸ κάθε ἐλπίδα, κλείστηκαν πάρα πολλὰ ψάρια στὸ δίχτυ, ὥστε ν’ ἀρχίσει τὸ δίχτυ νὰ σπάζει ἀπὸ τὸ βάρος, ἔμειναν ὅλοι κατάπληκτοι. Κάλεσαν τότε μὲ νεῦμα τοὺς ψαρᾶδες τοῦ ἄλ­λου πλοιαρίου νἄρθουν νὰ τοὺς βοηθήσουν. Ἦρθαν λοιπὸν καὶ γέμισαν τὰ δύο πλοιάρια τόσο, ποὺ κινδύνευαν νὰ βουλιάξουν ἀπὸ τὸ βάρος.

Ἡ κατάπληξη τοῦ Σίμωνος Πέτρου, εἴπαμε, ἦταν μεγάλη. Θαμπώθηκε ἀπὸ τὸ γεγονός. Καὶ κατάλαβε ὅτι αὐτὸ ὀφείλεται στὴν ἁγιότητα τοῦ Ἰη­σοῦ, στὴν ὁποία ὑποτάσσεται ἡ φύση, καὶ στὴν ὁποία αὐτομάτως καθρε­πτίστηκε ὁ μυστικὸς ἐσωτερικός του κόσμος καὶ αἰσθάνθηκε ἔνοχος μπρο­στά του γιὰ τὶς προσωπικές του ἁμαρτίες. Καὶ κρίνοντας ὅτι ἡ ἁμαρτωλό­τητά του δὲν συμβιβάζεται μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ Ἰησοῦ, γεμάτος κατάνυξη ἔπεσε μπροστὰ στὰ γόνατά του καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ πλοιάριό του, διότι, εἶπε, εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος.

Τέτοιο παρόμοιο αἴσθημα θάμβους καὶ κατανύξεως κατέλαβε καὶ τοὺς γιοὺς τοῦ Ζεβεδαίου Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη, ποὺ ἦταν συνέταιροι μὲ τὸν Πέ­τρο. Ὁ Ἰησοῦς τότε τοὺς καθησύχασε λέγοντας στὸν Πέτρο· «Μέχρι τώρα ἔπιαννες ψάρια· ἀπ’ ἐδῶ κι ἐμπρὸς θὰ πιάνεις μὲ τὸ δίχτυ τοῦ κηρύγματος ζωντανοὺς ἀνθρώπους καὶ θὰ τοὺς ὁδηγεῖς στὴ σωτηρία», προβλέποντας ὅτι ὁ Πέτρος θὰ τὸν ἀκολουθοῦσε ἀπὸ ἐκείνη τὴν ὥρα καὶ θὰ γινόταν μα­θητής του, καὶ κοντὰ σ’ αὐτὸν θ’ ἀκολουθοῦσαν καὶ οἱ ἄλλοι συνέταιροί του. Καὶ πράγματι, ὅπως προέβλεψε, ἔτσι καὶ ἔγινε. Ἔβγαλαν τὰ πλοῖα στὴ στεριά, τ’ ἄφησαν ὅλα ἐκεῖ (δίχτυα, παραγάδια, ἐργαλεῖα), καὶ τὸν ἀκο­λούθησαν.

Ὁ Κύριος εἶχε σκοπὸ νὰ συγκινήσει τὶς καρδιὲς τῶν ψαράδων καὶ μὲ τὰ λόγια του βεβαίως ἀλλὰ καὶ μὲ κάποιο σημεῖο. Σίγουρα θὰ μποροῦσε νὰ κάνει κάποιο ἄλλο σημεῖο, ἀλλὰ προτίμησε τὸ σημεῖο τῆς θαυμαστῆς ἁ­λιείας, πού, ὅπως εἴδαμε, τὰ ψάρια, πέρα ἀπὸ κάθε φυσικὸ νόμο καὶ πέρα ἀπὸ τὸ ἔνστικτο αὐτοπροστασίας τους, καρφώθηκαν στὸ δίχτυ σὰν τυφλά, ὄχι νυχτερινές, ἀλλὰ ἡμερινὲς ὧρες.

Γιατί ἄραγε ὁ Κύριος προτίμησε νὰ κάνει αὐτὸ τὸ σημεῖο καὶ ὄχι κά­ποιο ἄλλο; Προφανῶς διότι οἱ ψαρᾶδες σὰν ἔμπειροι καὶ γνῶστες τῆς ἁλι­ευτικῆς τέχνης, θὰ τὸ καταλάβαιναν περισσότερο, ὅπως βέβαια καὶ ὁ κάθε εἰδικὸς καταλαβαίνει καλύτερα τὰ τῆς εἰδικότητός του, ὁ γεωργὸς τὰ γε­ωργικά, ὁ τσομπάνος τὰ ποιμενικά, ὁ κτίστης τὰ οἰκοδομικά.

Σοφὸς ὁ Κύριος στὸ ν’ ἁλιεύει τὶς εὐγενεῖς καὶ εὐαίσθητες ψυχές. Τὴν εἰδικὴ πρόσκληση δὲν τὴν ἀπηύθυνε μόνο στὸν Πέτρο καὶ στοὺς ἄλλους τρεῖς, ἀλλὰ τὴν ἀπευθύνει σ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς ἐξαίρεση, γιατὶ θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ σωθοῦν καὶ νὰ γνωρίσουν καλύτερα τὴν ἀλή­θεια. Ὅλοι μας μποροῦμε νὰ ὁμολογήσουμε τὸν ἰδιαίτερο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μᾶς ἁλίευσε ὁ Κύριος στὴν πίστη. Ἂς εἶναι δοξασμένο τὸ ἅγιο ὄνο­μά του στοὺς αἰῶνες.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 

(δημοσίευσις 23/9/2011)