ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν Εὐαγγέλιον 11ης κυριακῆς Λουκᾶ

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον 11ης κυριακῆς Λουκᾶ

 

Εκαιρίες πο χάνονται δύσκολα ξανάρχονται

 

Κυρ. ΙΑ΄ Λουκᾶ, Μεγάλου δείπνου (Λκ 14,16-24)

 

Βρέθηκε κάποτε ὁ Χριστὸς σ’ ἕνα σπίτι ἑνὸς μεγαλοφαρισαίου, ἡμέρα σάββατο, γιὰ νὰ φάει, καὶ ἔλεγε στὸ νοικοκύρη καὶ στοὺς παρισταμένους φαρισαίους, ὅταν κάνουν τραπέζι, νὰ καλοῦν ὄχι τοὺς φίλους, τοὺς ἀδελφούς, τοὺς συγγενεῖς, τοὺς πλουσίους γείτονες, γιὰ νὰ μὴν τοὺς τὸ ἀνταποδώσουν, ἀλλὰ τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀναπήρους, τοὺς χωλούς, τοὺς τυφλούς, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τοὺς τὸ ἀνταποδώσουν. Τραπέζι σὲ τέτοιους ἀνθρώπους θ’ ἀνταποδοθεῖ, τοὺς εἶπε, στὴν ἀνάσταση τῶν δικαίων.

Πετάχτηκε τότε ἕνας φαρισαῖος ἀπὸ τοὺς συνδαιτυμόνες καὶ εἶπε· Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θὰ παρακαθήσει σὲ τραπέζι στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ Ἰησοῦς πῆρε ἀφορμὴ καὶ τοὺς μίλησε παραβολικὰ γιὰ ἕνα τραπέζι (καὶ ἐννοοῦσε τὸ τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸ ἀνέφερε ὁ φαρισαῖος), στὸ ὁποῖο συνέβησαν κάποια παράδοξα πράγματα ὡς πρὸς τὸ ποιοί τελικῶς θὰ δεχτοῦν νὰ παρακαθήσουν σ’ αὐτό.

Ἕνας ἄνθρωπος, εἶπε, ἔκανε μεγάλο δεῖπνο καὶ κάλεσε πολλούς, (ἐννοώντας ὅτι ὁ Θεὸς ἑτοίμασε τὸ τραπέζι τῆς οὐράνιας βασιλείας καὶ κάλεσε Ἰουδαίους καὶ ἐθνικούς). Ἔστειλε λοιπὸν τὸ δοῦλο του ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς στὴν κατάλληλη ὥρα νὰ πεῖ στοὺς καλεσμένους νὰ ἔρθουν, ὅτι ὅλα εἶναι ἕτοιμα, δηλαδὴ ἔστειλε τοὺς προφῆτες, τὸν Πρόδρομο, καὶ κυρίως τὸ Γιό του, γιὰ νὰ τοὺς πεῖ· Ἐλᾶτε στὸ τραπέζι μου, στὴ βασιλεία μου, ποὺ μοιάζει μὲ πλούσιο τραπέζι. Εἶναι ἕτοιμη.

Ἀλλ’ αὐτοὶ ἀντὶ νὰ τὸ θεωρήσουν τιμή τους καὶ νὰ σπεύσουν στὸ τραπέζι, περιφρόνησαν τὴν πρόσκληση καὶ ἔβαλαν μπροστὰ ἄλλες προτεραιότητες, λογικὲς μὲν καὶ ἀνθρώπινες, ἀλλὰ ἀνάξιες λόγου σὲ σχέση μὲ τὸ τραπέζι. Ἄρχισαν λοιπὸν νὰ παραιτοῦνται ὅλοι τους οἱ καλεσμένοι, λὲς καὶ εἶχαν προσυνεννοηθεῖ. Ὁ πρῶτος εἶπε· Ἀγόρασα ἕνα χωράφι καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ πάω νὰ τὸ δῶ. Σὲ παρακαλῶ, εἶπε στὸν ὑπηρέτη, δικαιολόγησέ με ποὺ θ’ ἀπουσιάσω. Ὁ δεύτερος εἶπε· Ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βοδιῶν καὶ πηγαίνω αὐτὴ τὴ στιγμὴ νὰ τὰ δοκιμάσω (ἂν ὀργώνουν καλά). Σὲ παρακαλῶ, δικαιολόγησε τὴν ἀπουσία μου. Ὁ τρίτος, κυνικότερος, εἶπε· Πῆρα γυναῖκα πρόσφατα (καὶ περνῶ τὶς πρῶτες εὐχάριστες μέρες μαζί της). Καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἔρθω.

Μὲ μία λέξη ἀρνήθηκαν νὰ προσέλθουν οἱ ἐπίσημα καλεσμένοι (δηλαδὴ οἱ φαρισαῖοι καὶ γενικότερα οἱ Ἰουδαῖοι), γιὰ λόγους ὄχι τόσο σοβαροὺς καὶ ἐπείγοντες ὅσο τοὺς παρουσίασαν, δείχνοντας οὐσιαστικὰ τὴν ἀπαξίωσή τους πρὸς ἐκεῖνον, δηλαδὴ τὸ Θεό, ποὺ τοὺς τίμησε μὲ τὴν πρόσκληση.

Τότε ὁ νοικοκύρης θύμωσε καὶ εἶπε στὸ δοῦλο του· Βγὲς γρήγορα στὶς πλατεῖες καὶ στὰ σοκάκια τῆς πόλεως καὶ ὁδήγησε στὸ τραπέζι τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀναπήρους, τοὺς χωλούς, τοὺς τυφλούς. Δηλαδή, φέρε ἐδῶ τοὺς πληγωμένους ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, οἱ ὁποῖοι ὅμως δέχτηκαν τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας.

Σὲ λίγο ὁ δοῦλος τοῦ λέει· Πῆγα καὶ τοὺς ἔφερα, ὅπως εἶπες, καὶ ὑπάρχει ἀκόμη χῶρος καὶ γιὰ ἄλλους. Πήγαινε πάλι, τοῦ ξαναλέει ὁ Κύριος, στοὺς δρόμους καὶ στοὺς φράχτες, ὅπου συχνάζουν τυχαῖοι ἁπλοὶ ἄνθρωποι, καὶ ἐπειδὴ δὲν θὰ θεωροῦν ἄξιους τοὺς ἑαυτούς των γιὰ τέτοια τιμή, ἀνάγκασέ τους μὲ τὴν πειθώ σου νὰ μποῦν, γιὰ νὰ γεμίσει τὸ σπίτι μου. Σᾶς διαβεβαιώνω, εἶπε ὁ νοικοκύρης, ὅτι κανένας ἀπὸ τοὺς ἀρχικοὺς καλεσμένους δὲν θὰ γευθεῖ τὸ δεῖπνο μου, δηλαδὴ δὲν θὰ δοκιμάσει οὔτε στὸ ἐλάχιστο τὴν πνευματικὴ εὐφροσύνη στὴ βασιλεία μου.

Μὲ τὴν παραβολὴ ὁ Ἰησοῦς ἀπάντησε στὸ φαρισαῖο ποὺ εἶπε· «Εὐτυχισμένος θὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ καθήσει στὸ τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ», καὶ ἐννοοῦσε ὅτι θὰ μποῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ γευθοῦν τὴν εὐφρόσυνη αἰώνια ζωὴ μόνο ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς καλεσμένους ποὺ δέχτηκαν τὴν ὁμαδικὴ πρόσκληση, ὅσο ἁμαρτωλοὶ ἀνάξιοι καὶ ἀνύπαρκτοι κι ἂν ἦταν στὴν πρότερη ζωή τους. Φτάνει ποὺ δέχτηκαν τὴν πρόσκληση, δηλαδὴ τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἐπιστροφῆς, καθὼς καὶ ὅλο τὸ σωτήριο ἔργο ποὺ πρόσφερε ὁ Γιός του μὲ τὸ λόγο, τὴ σταύρωση καὶ τὴν ἀνάστασή του, ποὺ ὅλο αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἐκληφθεῖ σὰν γενικὴ πρόσκληση τοῦ οἰκοδεσπότου.

Οἱ ἄλλοι, δηλαδὴ ἡ ἄρχουσα θρησκευτικὴ τάξη τοῦ Ἰσραήλ, οἱ ἐπίσημοι προσκαλεσμένοι ἀπὸ τοὺς προφῆτες καὶ τὸ Γιό του, ποὺ δὲν τὸν δέχτηκαν ὅμως καὶ δὲν τὸν ἀναγνώρισαν γιὰ Γιό του, αὐτοὶ δὲν θὰ γίνουν δεκτοὶ στὴ βασιλεία τῆς αἰώνιας πνευματικῆς εὐφροσύνης. Ἐπειδὴ στὴν τιμὴ τῆς ἰδιαίτερης προσωπικῆς προσκλήσεως ἀπέδωσαν ἀτιμία καὶ περιφρόνηση, χάνουν μία ἀνεπανάληπτη εὐκαιρία. Διότι δὲν θὰ ἔχουν κάθε μέρα πρόσκληση οὔτε τέτοιες εὐκαιρίες. Οἱ προφάσεις ποὺ πρόβαλαν, ὅπως ἐλέχθη, δὲν εἶχαν σοβαρότητα· ἦταν γελοῖες καὶ περιπαικτικές. Φανέρωσαν μόνο τὴν κακή τους προαίρεση καὶ τὴν ἀρνητική τους τοποθέτηση στὸ ζήτημα τῆς αἰωνίου ζωῆς.

Ἡ ζωὴ εἶναι σύντομη καὶ ὁ θάνατος ἀπρόβλεπτος. Μία εὐκαιρία, ποὺ περιφρονεῖται σήμερα, εἶναι ἄγνωστο ἂν θὰ χτυπήσει τὴν πόρτα μας αὔριο. Ὁ κίνδυνος τοῦ νὰ βρεθεῖ κανεὶς ἀπ’ ἔξω εἶναι ἄμεσος.

 

θανάσιος Γ. Σιαμάκης, ρχιμανδρίτης

 

 

(δημοσίευσις· 10/12/2011)