ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα σαββάτου Εὐαγγέλιον 8ου σαββάτου Λουκᾶ

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον 8ου σαββάτου Λουκᾶ

 

Δὲν ἀντέχει τὸ Χριστὸ ὁ διάβολος

 

Σάββατο Η΄ ἑβδομάδος Λουκᾶ (Λκ 9,37-43)

 

Πάνω στὸ ὄρος ὅπου ὁ Κύριος μεταφορφώθηκε, οἱ δύο ἄντρες τοῦ ἄλλου κόσμου Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας ἔζησαν στιγμὲς θείας δόξης καὶ ὑπερφυ­σικοῦ μεγαλείου. Οἱ τρεῖς μαθηταὶ Πέτρος Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης ποὺ παραβρέθηκαν, δὲν ἤθελαν νὰ κατεβοῦν πιὰ στὸν κόσμο· ἐξέφρασαν τὴν ἐπιθυμία νὰ μείνουν γιὰ πάντα στὴν κορυφή, ἐκδηλώνοντας μιὰ πρόωρη νοσταλγία.

Τὴν ἄλλη μέρα, καθὼς ὁ Κύριος καὶ οἱ τρεῖς μαθηταί του κατέβαιναν ἀπὸ τὸ ὄρος, τὸν συνάντησε πολὺς λαός (37).

Ὅπως ἱστορεῖ ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος (9,14-15), συζητοῦσαν οἱ ἄνθρω­ποι μὲ τοὺς γραμματεῖς, ἀλλ᾿ ὅταν εἶδαν ὅτι ἦρθε ὁ Κύριος, θάμπωσαν τὰ μάτια τους ἀπὸ συγκίνησι καὶ πήγαιναν μὲ σεβασμὸ καὶ τὸν χαιρετοῦσαν, διότι ἦρθε τὴν κατάλληλη στιγμή.

Ὅπως βγαίνει ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα τῶν εὐαγγελιστῶν, ἡ προσπάθεια τῶν μαθητῶν νὰ βγάλουν τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα δὲν ἔφερε ἀποτέλεσμα, καὶ προφανῶς οἱ ἐμπαθεῖς καὶ χαιρέκακοι γραμματεῖς ποὺ παρακολούθησαν τὸ σκηνικό, τοὺς εἰρωνεύτηκαν καὶ αὐτοὺς καὶ τὸ δάσκαλό τους. Ὁ λαὸς τοὺς ἄκουγε μὲ λύπη μὴ μπορώντας ν᾿ ἀντιδράσῃ. Τὴν κρίσιμη ἐκείνη ὥρα καταφθάνει δίπλα τους ὁ Ἰησοῦς, καὶ μὲ ἀναπτερωμένο τὸ φρόνημα τρέ­χουν καὶ τὸν χαιρετοῦν. Ὁ δὲ Κύριος τοὺς ῥωτᾷ τί συζητοῦν μὲ τοὺς γραμ­ματεῖς.

Πρὶν λοιπὸν τοῦ ἀπαντήσουν ἐκεῖνοι, πετάγεται ὁ πατέρας τοῦ δαιμο­νισμένου παιδιοῦ, διότι ἤθελε νὰ δώσῃ ὁ ἴδιος πληροφορίες στὸ Χριστό, γιὰ νὰ τὸν συγκινήσῃ μὲ τὸν πόνο του, καὶ φωνάζει δυνατά, ὥστε νὰ ὑπερισχύσῃ ἡ φωνή του ἀπὸ τὸ θόρυβο τοῦ ὄχλου. Δὲν ἦταν ὥρα γιὰ χά­σιμο.

Διδάσκαλε, εἶπε, σὲ παρακαλῶ ῥίξε ἕνα βλέμμα συμπαθείας στὸ μονάκριβο γιό μου. Κατὰ καιροὺς τὸν καταλαμβάνει ἕνα δαιμονικὸ πνεῦ­μα καὶ τὸ παιδὶ κραυγάζει. Τὸν κάνει νὰ σπαρταράῃ καὶ νὰ βγάζῃ ἀφρὸ ἀπὸ τὸ στόμα· κι ὅταν ἀποχωρῇ, τὸ ἀφήνει ἐντελῶς συντετριμμένο. Παρα­κάλεσα τοὺς μαθητάς σου νὰ τὸ βγάλουν στὸ διάστημα ποὺ δὲν ἤσουν ἐδῶ, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν (38-40).

Ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἀναφέρει ὅτι ὁ πατέρας χαρακτηρίζει τὴν κατάστασι τοῦ παιδιοῦ σεληνιασμό, δηλαδὴ ἐπιληψία, περιστασιακὸ δαι­μονισμό, κάτω ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ ὁποίου τὸ παιδὶ ἄλλοτε πέφτει στὴ φωτιὰ γιὰ νὰ καῇ, καὶ ἄλλοτε στὸ νερὸ γιὰ νὰ πνιγῇ. Ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος ἀπὸ τὴ μεριά του ὀνομάζει τὴν πάθησι «πνεῦμα ἄλαλον», ποὺ κομματιάζει ψυχικὰ τὸ παιδί, καὶ ἐκεῖνο ἀφρίζει, τρίζει τὰ δόντια του καὶ πέφτει κάτω ξερό. Οἱ περιγραφὲς καὶ τῶν τριῶν εὐαγγελιστῶν δίνουν τὴν ἴδια εἰκόνα.

Τότε ὁ Κύριος μὲ φανερὴ ἀγανάκτησι ἀποκρίθηκε· Ὦ γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη, μέχρι πότε θὰ εἶμαι ἀνάμεσά σας καὶ θὰ σᾶς ἀνέχωμαι; Καὶ ἀμέσως λέει στὸν πατέρα· Φέρε ἐδῶ τὸ γιό σου (41).

Ὁ Κύριος θέλει νὰ φύγῃ ἀπὸ τὴ δαιμονόπληκτη κοινωνία, ἡ ὁποία εὐ­θύνεται γιὰ τὴν κατάστασί της λόγῳ τῆς ἀπιστίας της. Ὁ Θεὸς τὴν εὐεργέ­τησε, ἀλλ᾿ ἐκείνη δὲν ἐννοεῖ νὰ μετανοήσῃ καὶ ν᾿ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ τὴν κόλασί της. Ἐπιρρίπτει εὐθῦνες ὄχι σὲ συγκεκριμένα πρόσωπα, ἀλλὰ γενικά. Βλέ­πει τὸ παιδὶ καὶ τὸν πατέρα σὰν φρικτὸ ἀποτέλεσμα τῆς γενικῆς ἀποστα­σίας, θέλει νὰ βοηθήσῃ ἀποφασιστικά, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ δὲν ἦρθε ἀκόμη ἡ ὥρα τῆς τελικῆς συντριβῆς τοῦ διαβόλου, περιορίζεται πρὸς τὸ παρὸν στὴν ἐπὶ μέρους λύσι τοῦ δράματος μὲ τὴν ἐκδίωξι τοῦ δαιμονίου. Καὶ λέει· Φέρε ἐδῶ τὸ γιό σου.

Καὶ ἐνῷ ἐκεῖνος προσέρχεται, τὸ δαιμόνιο τὸν συγκλονίζει γιὰ μιὰ τελευταία φορά καὶ τὸν κάνει νὰ σπαρταράῃ σὰν τὸ ψάρι στὴν ξηρά. Ὁ Κύριος τότε ἐπιτιμᾷ τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα, γιατρεύει τὸ παιδὶ καὶ τὸ πα­ραδίδει στὸν πατέρα του. Ὅλοι δὲ οἱ παρόντες ποὺ βλέπουν τὸ γεγονὸς καὶ τὴ δύναμι τοῦ Ἰησοῦ, καταπλήσσονται ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ (42-43).

Τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα καταλαβαίνει ὅτι αὐτὴ τὴ φορὰ δὲν ἔχει μπρο­στά του τοὺς μαθητάς, ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Διαισθάνεται ὅτι ἡ κυρι­αρχία του εἶναι ἀπόλυτη, ἐνῷ ἡ δική του τελειώνει σὲ λίγα λεπτά, καὶ κά­νει τὴν τελευταία ἀπεγνωσμένη ἐπίδειξι τῆς κακίας του μὲ ἀπύθμενη μο­χθηρία. Αὐτὰ ἔκανε ὁ διάβολος στὸν ἀδύναμο ἄνθρωπο, στὸ ταλαίπωρο παλ­ληκάρι. Ἀλλὰ μπροστὰ στὸν Κύριο ἐμφανίζεται ἀνίσχυρος νὰ κάνῃ κά­τι ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ διατάσσεται. Μπροστά του εἶναι ἕνα στρατιωτάκι.

Ἡ δύναμι τοῦ Κυρίου, ἀγαπητοί μου, καὶ τώρα ἀπομάκρυνε τὸ κακὸ πνεῦμα καὶ στὸν κατάλληλο καιρὸ θὰ καταλύσῃ ὅλο τὸ σύστημα τοῦ πο­νηροῦ σὲ βαθμὸ ποὺ δὲν θὰ μπορῇ πιὰ νὰ ἐνοχλῇ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 

(δημοσίευσις· νοέμβριος 2013)