ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα 24 φεβρουαρίου, ᾿Ιωάννου βαπτιστοῦ (εὐαγγέλιον)

PostHeaderIcon 24 φεβρουαρίου, ᾿Ιωάννου βαπτιστοῦ (εὐαγγέλιον)

 

Ὁ Χριστὸς καὶ ὁ βαπτιστής του

 

24 Φεβ., Ἰωάννου βαπτιστοῦ (Μθ 11,2-15)

 

Κύριος μετὰ τὴ δοκιμαστικὴ ἀποστολὴ τῶν μαθητῶν του στὸ κήρυγμα (Mθ 10), συνέχισε νὰ κηρύττει μόνος του. Στὸ μεταξύ, σύμφωνα μὲ τὸ ἀνάγνωσμα, Ἰωάννης βαπτιστής, ἐνῷ ἦταν στὴ φυλακή, ὅταν ἄκουσε ἀπὸ τοὺς μαθητάς του γιὰ τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, ἔστειλε δύο ἀπαὐτοὺς καὶ τὸν ρώτησε· Σὺ εἶσαι Μεσσίας ποὺ πρόκειται νὰ ἔρθει ἄλλον περιμένουμε; (2-3).

Ὁ Ἰωάννης, ὅπως σαφῶς φαίνεται ἐδῶ, εἶχε γύρω του ὁμάδα μαθητῶν. Μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ἦταν πιὸ αὐστηροὶ καὶ ἀπὸ τὸ διδάσκαλό τους καὶ συχνὰ δὲν πειθαρχοῦσαν σὲ ὅσα τοὺς ἔλεγε ἐκεῖνος. Οἱ μαθηταί του, στὸ διάστημα ποὺ ἐκεῖνος ἦταν στὴ φυλακή, τὸν ἐπισκέπτονταν καὶ τὸν ἐνημέρωναν γιὰ ὅλα τὰ τρέχοντα, καὶ γιὰ τὸν Ἰησοῦ. Ὁ Ἰωάννης εἶχε φυλακιστεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη Ἀντίπα γιὰ τὸν ἔλεγχο ἠθικῆς τάξεως ποὺ ἄσκησε σ’ αὐτόν (Μρ 6,14-19). Ἀγαποῦσε καὶ σεβόταν τὸ Χριστὸ ὡς πολὺ ἀνώτερό του καὶ χαιρόταν γιὰ τὰ πολλὰ καὶ θαυμαστὰ σημεῖα καὶ τὴν πρόοδο τοῦ κηρύγματός του μέρα μὲ τὴν ἡμέρα. Πῶς ἐξηγεῖται ὅμως ὅτι ὁ Ἰωάννης ἐντελῶς ἀπρόσμενα ρωτάει τὸν Ἰησοῦ μέσῳ τῶν μαθητῶν του ἂν εἶναι ὁ Μεσσίας; Τί συνέβη; Μήπως στὸ μεταξὺ προέκυψε κάποια ρωγμὴ στὴν ἀγαστὴ σχέση του μὲ τὸ Χριστό;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν εἶχε καμμιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὸ ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς, εἶχαν ὅμως ἀμφιβολία οἱ μαθηταί του, οἱ ὁποῖοι προφανῶς ἀπὸ ἀντιζηλία εἶχαν πάθει κάτι τὸ ἀνθρώπινο. Πιθανῶς νὰ ἔλεγαν στὸν Ἰωάννη· Νά αὐτὸς γιὰ τὸν ὁποῖο ἔδωσες τὴ μαρτυρία συνεχῶς δοξάζεται ἀπὸ τὸ λαό, ἐνῷ ἐσὺ εἶσαι κλεισμένος στὶς φυλακές. Ἂν πραγματικὰ αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας, πῶς ἀδιαφορεῖ γιὰ σένα τὸν πρόδρομό του τώρα ποὺ εἶσαι στὴ φυλακή;

Σίγουρος ὁ Ἰωάννης ὅτι οἱ μαθηταί του δὲν θὰ πείθονταν σὲ τυχὸν ἀπάντησή του, ἔκανε κάτι ἀνθρωπίνως εὐφυές· τοὺς ἔστειλε νὰ ρωτήσουν οἱ ἴδιοι τὸν Ἰησοῦ. Βέβαια τὸ ἐρώτημα, ὅπως εἶναι διατυπωμένο, φαίνεται σὰν ἐρώτημα τοῦ Ἰωάννου, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ἀνήκει στοὺς μαθητάς του. Ὅπως κι ἂν ἔχει τὸ πρᾶγμα, τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι ὁ καρδιογνώστης Κύριος χειρίστηκε τὴν περίπτωση μὲ θεία σοφία. Δὲν ἔδωσε δική του ἀπάντηση, ἀλλὰ κατὰ τὴν ταπεινή πάντοτε τακτική του, ἄφησε ν’ ἀπαντήσουν οἱ προφῆτες.

Πηγαίνετε, τοὺς λέει, καὶ πεῖτε στὸν Ἰωάννη αὐτὰ ποὺ ἀκοῦτε καὶ βλέπετε, ὅτι λεπροὶ καθαρίζονται, τυφλοὶ ἀνακτοῦν τὸ φῶς τους, κουτσοὶ περπατοῦν, λεπροὶ καθαρίζονται, κωφοὶ ἀποκτοῦν τὴν ἀκοή τους, νεκροὶ ἀνασταίνονται, φτωχοὶ δέχονται τὸ εὐχάριστο μήνυμα τῆς σωτηρίας, καὶ μακάριος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν θὰ σκανδαλιστεῖ ἀπὸ μένα (4-6).

Σὰ νὰ λέει· Ρωτᾶτε ἂν εἶμαι ὁ Μεσσίας; Σᾶς ἀπαντῶ· Δὲν λένε οἱ προφῆτες ὅτι ὁ Μεσσίας θὰ κάνει σημεῖα μεγάλα καὶ θαυμαστά; Νά, αὐτὰ τὰ σημεῖα γίνονται σήμερα, ὅπως βλέπετε, ἀπὸ μένα. Τὸ συμπέρασμα βγάλτε το μόνοι σας. Καὶ συμπληρώνει τὴν ἀπάντησή του μ’ ἕναν ἐλαφρὸ καὶ ἀνεπαίσθητο ἔλεγχο.

Μακάριος, λέει, εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν θὰ σκανδαλιστεῖ ἀπὸ μένα. Καὶ γιὰ νὰ μὴ νομίσει ὁ λαὸς ὅτι αὐτὸς ποὺ σκανδαλίστηκε εἶναι ὁ Ἰωάννης, πλέκει γι’ αὐτὸν ἕνα λαμπρὸ ἐγκώμιο.

Ἄνθρωποι, λέει, τί βγήκατε νὰ δεῖτε στὴν ἔρημο; μήπως κάποιο καλάμι ποὺ σαλεύεται ἀπὸ τὸν ἄνεμο (τῆς ἀμφιβολίας γιὰ τὸ πρόσωπό μου); (7).

Σὰν καλάμι ἐννοεῖ τὸ φυλακισμένο καὶ ἀδύναμο Ἰωάννη, ποὺ πρόκειται σὲ λίγο νὰ τσακιστεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη. Ἀλλὰ ἔχει καὶ τὴν ἄλλη ἔννοια· Πράγματι ὁ ἰσχνὸς σωματικῶς Ἰωάννης δὲν διέφερε ἀπὸ ἕνα εὔθραυστο καλάμι, ἀλλὰ ψυχικῶς ἦταν στερεὸς καὶ ἀμετακίνητος σὰν τὸ βουνό. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐκτιμοῦσαν τὸν Ἰωάννη ἤθελαν κάποτε ν’ ἀκούσουν κάτι γιὰ τὸ μυστηριῶδες, ὅπως τὸ θεωροῦσαν, πρόσωπό του, καὶ τώρα χαίρονται ποὺ ἀκοῦν γι’ αὐτὸν τόσο ἐγκωμιαστικὰ λόγια, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν ᾿Ιησοῦ. Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος·

Λοιπόν, τί βγήκατε νὰ δεῖτε; μήπως κανέναν ἄνθρωπο ντυμένο στὰ μαλακὰ καὶ πολυτελῆ ροῦχα; Μὴν κουράζεστε· αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὰ μαλακὰ καὶ πανάκριβα ροῦχα κατοικοῦν ὄχι στὴν ἔρημο ἀλλὰ στὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα (8).

Τὰ πολυτελῆ κοστούμια εἶναι γεγονὸς ὅτι τονίζουν τὴν προσωπικότητα. Συχνὰ ὅμως στὰ πανάκριβα ὑφάσματα τυλίγονται ἄθλια σώματα καὶ ἀκόμη πιὸ ἄθλιες ψυχές. Θέλει νὰ πεῖ ὁ Κύριος, ὅτι ὁ Ἰωάννης μπορεῖ νὰ φοροῦσε τρίχινο χοντροκαμωμένο ἱμάτιο χειμῶνα-καλοκαῖρι καὶ νὰ ἔτρωγε ἀκρίδες καὶ μέλι ἀγρίων μελισσῶν1, ἀλλὰ τὸ ἀγγελικό του σῶμα φιλοξενοῦσε μία ταπεινότατη καὶ ἁγιώτατη ψυχή. «Καὶ ὁ βαπτιστὴς μποροῦσε νὰ φοράει τέτοια πολυτελῆ φορέματα», λέει ὁ ἄλλος Ἰωάννης, ὁ χρυσόστομος, «ἂν εἶχε σιγήσει ἢ ἔκανε “ἐκπτώσεις” στὸ κήρυγμα». Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος·

Τί βγήκατε νὰ δεῖτε; προφήτη; Συμφωνῶ. Εἶναι προφήτης καὶ παραπάνω ἀπὸ προφήτης. Σᾶς πληροφορῶ ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶναι αὐτὸς γιὰ τὸν ὁποῖο ἔχει γραφεῖ ἀπὸ τὸν προφήτη Μαλαχία2· Νά, ἐγὼ (ὁ Θεὸς) στέλνω τὸν ἀγγελιοφόρο μου (᾿Ιωάννη) πρὶν ἀπὸ τὴ δημόσια ἐμφάνισή του, ποὺ θὰ προετοιμάσει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ σὲ ὑποδεχτοῦν (9-10).

Ὀνομάζεται «περισσότερον προφήτου», διότι ὁ Ἰωάννης δὲν προφήτευσε μόνο γιὰ τὸ Μεσσία, ὅπως οἱ ἄλλοι προφῆτες, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔδειξε μὲ τὸ χέρι του καὶ τὸν βάφτισε στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ προφήτου Μαλαχίου εἶναι μία ἐνημέρωση, ἂς τὴν ποῦμε ἔτσι, ποὺ κάνει ὁ Θεὸς Πατέρας στὸν Υἱό του πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευσή του στὸν κόσμο ὡς Μεσσίου. Πράγματι τὸ παρορμητικὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου εἶχε ἀπήχηση στὶς καρδιὲς τῶν Ἰουδαίων καὶ ὅλοι σχεδὸν πῆραν τὸ βάπτισμά του. Ἀλλ’ ὁ Χριστὸς ἀφήνει τὸ σπουδαιότερο στὸ τέλος·

Ἀλήθεια σᾶς λέω, ὅτι δὲν ἔχει ἐμφανιστεῖ ἄνθρωπος στὸν κόσμο ποὺ νὰ γεννήθηκε ἀπὸ γυναῖκα ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη. Καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία σᾶς λέω ὅτι ὁ μικρότερος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι ἀνώτερός του (11).

Καὶ ἀπὸ τοὺς μεγάλους βιβλικοὺς ἄντρες Ἀβραὰμ Ἰσαὰκ Ἰακὼβ Μωϋσῆ Δαυῒδ Ἠλία εἶναι ἀνώτερος. Καὶ γιὰ νὰ μὴν πάει κανενὸς ὁ νοῦς ὅτι τὸν ἐννοεῖ ἀνώτερο καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, διευκρινίζει ὁ Ἰησοῦς μὲ λεπτότητα, ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶναι μικρότερος ὄχι ἁπλῶς ἀπὸ τὸν ἴδιο, ποὺ εἶναι Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ὑπάρχει σύγκριση μαζί του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἀσημότερο ἄνθρωπο τῆς νέας βασιλείας, τὸν τελευταῖο Χριστιανό. Ὅπως ὁ ναύτης ἑνὸς συγχρόνου ὑπερωκεανείου εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ τὸν καπετάνιο ἑνὸς ἱστιοφόρου τῆς ἀρχαίας ἐποχῆς, ἔτσι καὶ ὁ ἀληθινὸς Χριστιανὸς ἀπὸ τοὺς ἄντρες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Καὶ καταλήγει ὁ Κύριος·

Ἀπὸ τὶς ἡμέρες τοῦ Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ μέχρι τώρα ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν κατακτᾶται μὲ τὴ βία ἀπὸ τοὺς βιαστὰς ποὺ τὴν ἁρπάζουν κυριολεκτικά. Ὅλοι οἱ Προφῆτες καὶ ὁ Νόμος προφήτευσαν μέχρι τὸν Ἰωάννη, κι ἂν θέλετε νὰ παραδεχτεῖτε, αὐτὸς (ὁ ᾿Ιωάννης) εἶναι ὁ Ἠλίας ποὺ ἀναμενόταν νὰ ξαναέρθει. Ὅποιος ἔχει καλὴ διάθεση καταλαβαίνει τί λέω (12-15).

Ἡ πρώτη σημασία τοῦ βιάζω εἶναι ἀσκῶ σὲ κάποιον σωματικὴ ἢ ψυχικὴ βία, ἐνεργῶ καταπιεστικῶς. Βιασταὶ λέγονταν συνήθως οἱ τελῶνες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ποὺ εἰσέπρατταν μὲ τὴ βία φόρους παραπάνω ἀπὸ τὸ κανονικό (Σιαμάκης Κωνσταντῖνος, «Οἱ τελῶναι», Θεσσαλονίκη 1968, σ. 73, 130, 177). Ἂν ἕνας φόρος ἦταν 100 δηνάρια καὶ ὁ τελώνης εἰσέπραττε 150, αὐτὸ τὸ ἔλεγαν ὡς ἑξῆς· ὁ τελώνης βίασε τὰ 50 δηνάρια ἢ βιάζονται τὰ 100 δηνάρια.

Μὲ πνευματικὴ ἔννοια βιασταὶ νοοῦνται ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι τῶν ἡμερῶν τοῦ Χριστοῦ ποὺ πιστεύουν στὸ κήρυγμά του καὶ προσέρχονται μὲ σπουδὴ ν’ ἀγοράσουν τὴ βασιλεία του ὅσο ὅσο, ὅ,τι κι ἂν ἀπαιτεῖται νὰ θυσιάσουν.

Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ περὶ βιαστῶν εἶναι ἕνα εἰρωνικὸ λογοπαίγνιο γιὰ τοὺς ἀρχιερεῖς τοὺς φαρισαίους καὶ τοὺς μαθητὰς τοῦ Ἰωάννου, οἱ ὁποῖοι ἐπέκριναν τοὺς τελῶνες σὰν βιαστὰς χρηματικῶν φόρων· καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς λέει· Ναί, οἱ τελῶνες εἶναι βιασταὶ καὶ ἅρπαγες, ἀλλὰ κάποιοι ἀπ’ αὐτοὺς βίασαν καὶ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ μετάνοιά τους, ἐνῷ ἐσεῖς δὲν ἔχετε ἀκόμη ἐκτιμήσει τὶς προτεραιότητες ἢ ἀδιαφορεῖτε. Ἀλλὰ τότε δὲν σᾶς ὠφελεῖ τὸ ὅτι ὑπήρξατε μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου.

Μὲ τὸ «Ὅποιος ἔχει καλὴ διάθεση καταλαβαίνει τί λέω» εἶναι σὰ νὰ τοὺς λέει ὁ Χριστός· Ὅ,τι ἔπρεπε νὰ προφητευθεῖ γιὰ τὸ Μεσσία προφητεύθηκε μέχρι τὸν Ἰωάννη. Ἄρα ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας. Δὲν θὰ σταματοῦσαν οἱ προφῆτες νὰ μιλοῦν γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία, ἂν ἐγὼ δὲν εἶχα ἔρθει. Ὅλοι οἱ προφῆτες ἀπὸ τὸ Δαυῒδ μέχρι τὸν Ἰωάννη τὸν χρονικῶς τελευταῖο προφήτη, καθὼς καὶ ὁ Νόμος, τὰ 5 πρῶτα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, προφήτευσαν γιὰ τὸ Μεσσία, ἀλλ’ ὁ Ἰωάννης, πρέπει νὰ γίνει αὐτὸ παραδεκτό, εἶναι ὁ Ἠλίας, ποὺ κατὰ τὴν προφητεία τοῦ Μαλαχίου3, ἐπρόκειτο νὰ ξανάρθει.

Ὁ προφήτης Μαλαχίας (440-400 π.Χ.), ὁ προτελευταῖος προφήτης πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ τελευταῖος συγγραφεὺς προφητείας, εἶχε προφητεύσει (4,4) ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας θὰ ἐρχόταν πρὶν ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία, καὶ ἕρπονταν ἡ ἰδέα αὐτὴ ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους. Ἀλλὰ τὴν προφητεία δὲν ἔπρεπε νὰ τὴν ἐκλάβουν κατὰ γράμμα. Διότι ὡς Ἠλίας νοεῖται ἀπὸ τὸ Μαλαχία ὁ Ἰωάννης ὁ πρόδρομος, ὁ ὁποῖος πράγματι ἦρθε καὶ προετοίμασε τὸ λαὸ νὰ τὸν δεχτεῖ. Ἐδῶ τὸ λέει καθαρὰ ὁ Χριστός· «Καὶ εἰ θέλετε δέξασθαι, αὐτὸς (ὁ Ἰωάννης) ἐστὶν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι».

Ἑπομένως ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι ἦταν ἐπεῖγον νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ πιστέψουν, κι ὄχι μόνο οἱ ὀλίγοι, οἱ βιασταί, διότι ἡ εὐκαιρία νὰ γίνει κανεὶς μέτοχος τῆς βασιλείας τώρα περνοῦσε ἀπὸ μπροστά τους καὶ ἔπρεπε νὰ τὴν ἁρπάξουν. Οἱ εὐκαιρίες δὲν ἔρχονται πάντοτε. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ ὅλους.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Στὸ χωρίο 11,18 μὲ τὸ «ἦλθεν Ἰωάννης μήτε ἐσθίων μήτε πίνων» τονίζεται ἡ ἄκρα αὐτοσυγκράτησή του. Πιὸ νωρὶς βέβαια ὁ Ματθαῖος (3,4) καὶ ὁ Μᾶρκος (1,6) μᾶς πληροφοροῦν ὅτι ἔτρωγε «ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριον», χωρὶς νὰ μειώνεται ἡ νηστευτικότητά του. Παρεμπιπτόντως σημειώνεται ἐδῶ ὅτι ἡ φράση «μέλι ἄγριον» λέγεται ἐδῶ κατὰ σχῆμα μετωνυμίας ἢ ὑπαλλαγῆς, ὅποτε «μέλι ἄγριον»= μέλι ἀγρίου μελισσιοῦ. Γιὰ τὶς ἀκρίδες βλ. τὸ βιβλίο μου «Διδάσκων ἐν σαββάτῳ», ὁμ. 115, σελ. 296.

2. Μέσα στὰ 430 χρόνια ἀπὸ τὸν Μαλαχία μέχρι τὸν Ἰωάννη δὲν εἶχε ἐμφανιστεῖ προφήτης στὸν Ἰσραήλ· ἔνθ’ ἀνωτέρω, ὁμ. 115, σημ. 4.

3. Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν τοῦ Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ, ὃς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρὸς πρὸς υἱὸν καὶ καρδίαν ἀνθρώπου πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ (4,4).

 

 

(δημοσίευσι 24/2/2013)