ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα μεγάλη τρίτη, «῾Ο Χριστὸς ἀπαντᾷ... — Τὰ οὐαί» (εὐαγγέλιον)

 

Ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ στοὺς

Ἡρῳδιανοὺς καὶ Σαδδουκαίους.

Τὰ οὐαί.

 

Ὄρθρος Μ. Τρίτης (Μ. Δευτέρα βράδυ)

 

 

Ἡ ἐχθρότητα καὶ ἐπιθετικότητα τῶν φαρισαίων κατὰ τοῦ Χριστοῦ ὀξύνεται καὶ ὀργανώνεται. Συγκάλεσαν ἕνα συμβούλιο καὶ ἀποφάσισαν νὰ τοῦ στήσουν παγίδα στὰ λόγια. Ἐπιδίωξή τους ἦταν ν’ ἀκούσουν κάποιο λεξίδιο, γιὰ νὰ τὸ κάνουν ἐναντίον του ξιφίδιο, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν σωματικὰ καὶ ἠθικά.

Α. Πλησιάζουν τὸν Ἰησοῦ φανατικοὶ ὀπαδοὶ τοῦ Ἡρῴδη (= Ἡρῳδιανοί), ποὺ εἶχαν ἐπίτηδες συμφιλιωθεῖ ἐκεῖνες τὶς μέρες μὲ τοὺς φαρισαίους, ἐνῷ πρὶν ἦταν σὲ ὀξεῖα διαμάχη μεταξύ τους, γιὰ νὰ κάνουν κοινὸ μέτωπο ἐναντίον του, καί, ἀλείφοντας τὰ λόγια τους μὲ μπόλικη κολακεία, τοῦ στήνουν τὴν πρώτη παγίδα. Τί γνώμη ἔχεις, διδάσκαλε; Σὰν Ἰουδαῖοι ἐπιτρέπεται νὰ καταβάλλουμε φόρο στὸν Καίσαρα τῆς Ρώμης ἢ ὄχι; Πονηρὸ ἐρώτημα. Ἂν ἀπαντοῦσε, ναί, θὰ τὸν κατηγοροῦσαν γιὰ ἐθνικὸ μειοδότη, ποὺ δέχεται γιὰ βασιλιὰ τὸν κατακτητή. Ἂν ἀπαντοῦσε, ὄχι, θὰ τὸν κατηγοροῦσαν γιὰ ἐπαναστάτη καὶ ὑποκινητὴ τοῦ λαοῦ κατὰ τῶν Ρωμαίων. Καὶ οἱ δύο κατηγορίες ἐπέσυραν θανατικὴ καταδίκη. Ἀλλ’ ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ παγιδεύσουν αὐτοὶ τὸ Χριστό! Τοὺς ἀπαντᾶ μὲ αἴσθημα βεβαιότητος καὶ κυριαρχίας· «Δῶστε στὸν Καίσαρα ὅ,τι τοῦ ἀνήκει, καὶ στὸ Θεὸ ἐπίσης αὐτὸ ποὺ τοῦ ἀνήκει». Ἀνταποκριθεῖτε καὶ στοὺς δύο βασιλιάδες. Στὸν ἕναν ἀπὸ ἀνάγκη καὶ στὸν ἄλλον ἀπὸ εὐγνωμοσύνη. Ἔτσι τοὺς χάλασε τὰ πονηρὰ σχέδιά τους.

Β. Τὸν πλησιάζουν τώρα οἱ σαδδουκαῖοι, ἄνθρωποι τοῦ ἱερατείου, ἀλλὰ ἄπιστοι καὶ ἐμπαῖκτες. Δὲν πίστευαν οὔτε στὴ μετὰ θάνατον ζωὴ οὔτε στὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς οὔτε στὴν ὕπαρξη ἀγγέλων.  Τὴν ἀπιστία τους ἐξέφραζαν μὲ σαρκασμὸ καὶ χαιρεκακία, ὅπως στὴ συγκεκριμένη περίπτωση. Γιὰ νὰ μυκτηρίσουν τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ περὶ αἰωνίου ζωῆς, ἔπλασαν ὁλόκληρο παραμύθι.  Μία γυναῖκα, εἶπαν, τὴν παντρεύτηκαν ἑφτὰ ἀδέρφια, ὁ ἕνας ὕστερα ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ ἄλλου. Στὴν ἄλλη ζωὴ σὲ ποιόν ἀπὸ τοὺς ἑφτὰ θὰ ἀνήκει; Βρίσκεστε ἐκτὸς πραγματικότητος, τοὺς ἀπαντᾶ ὁ Χριστός. Σᾶς πληροφορῶ ὅτι στὴν ἄλλη ζωὴ δὲν θὰ γίνονται γάμοι καὶ παντρειές. Οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶναι σὰν ἄγγελοι. Ὅσο γιὰ τὸ ἂν ὑπάρχει ἀνάσταση καὶ ζωὴ μετὰ θάνατο, σᾶς λέω ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Μωϋσῆς, ποὺ λέτε ὅτι τὸν ἀκολουθεῖτε, λέει ὅτι ὁ Θεὸς εἶπε· Ἐγὼ εἶμαι Θεὸς τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ. (Ἂς σημειωθεῖ ὅτι αὐτοὶ εἶχαν πεθάνει πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ἀλλ’ ὁ Θεός, ἔτσι ὅπως μιλάει, τοὺς θεωρεῖ ζωντανούς, διότι πράγματι εἶναι ζωντανοί), ἀφοῦ ὁ Θεὸς δὲν εἶναι Θεὸς πεθαμένων, ἀλλὰ ζωντανῶν. Ἔφυγαν κι αὐτοὶ μὲ τὴν ἀφοπλιστικὴ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ.

Γ. Σειρὰ ἔχουν τώρα στὴν παρέλαση οἱ νομικοί, οἱ γραμματεῖς. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τὸν ρωτάει μὲ διάθεση πειρακτική· Διδάσκαλε, ποιά εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη ἐντολὴ στὸ νόμο; Πρώτη, τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Κύριος, εἶναι ν’ ἀγαπᾷς πάνω ἀπ’ ὅλα τὸ Θεό, καὶ δεύτερη ν’ ἀγαπᾷς τὸ συνάνθρωπό σου σὰν τὸν ἑαυτό σου. Σὰ νὰ τοὺς εἶπε· σεῖς ὅμως οὔτε τὸ Θεὸ ἀγαπᾶτε οὔτε τοὺς συνανθρώπους σας. Ἀγαπᾶτε φιλάρεσκα μόνο τὸν ἑαυτό σας, ὅσο κι ἂν θέλετε νὰ φαίνεστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς σᾶς σιχάθηκε καὶ θὰ σᾶς ἀποξέσει, καὶ στὴ θέση σας θὰ βάλει ἄλλους.

Δ. Μετὰ τὰ τρία πειράγματα, θὰ λέγαμε ὅτι ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴν ἐπίθεση. Τοὺς κάνει αὐτὸς ἐρώτημα καὶ ζητάει ἀπάντηση, γιὰ νὰ τοὺς ἀποδείξει ἀδιάβαστους στὸ νόμο κι ἀνίκανους νὰ καταλάβουν τὸ πραγματικὸ νόημά του καὶ νὰ τὸ διδάσκουν στὸν λαό. Ποιά εἶναι ἡ γνώμη σας; τοὺς ρωτάει· Ὁ Μεσσίας τίνος γιὸς εἶναι; Τοῦ Δαυΐδ, τοῦ ἀπαντοῦν αὐτοί. Τότε, ἀνταπαντᾷ ὁ Ἰησοῦς, θὰ ἔπρεπε ὁ Μεσσίας νὰ ἐκφράζεται μὲ σεβασμὸ πρὸς τὸ Δαυΐδ, ἀλλὰ στὸ σχετικὸ ψαλμὸ βλέπουμε τὸ ἀντίθετο. Βλέπουμε τὸ Δαυΐδ ν’ ἀποκαλεῖ τὸ Μεσσία Κύριό του. Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Καμμιὰ ἀπάντηση ἀπὸ μέρους τους. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς σὰ νὰ τοὺς ἔλεγε· Ἐσεῖς ἔχετε πάνω ἀπ’ ὅλα τὸ Δαυΐδ, ἀλλ’ ὁ Δαυῒδ ἀναγνωρίζει τὴ μεσσιανικότητά μου, διότι ἐγὼ εἶμαι ὁ μεσσίας. Στὸ πρόσωπό μου ὁ Δαυῒδ βλέπει τὸ Γιὸ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ τὸ κατάλαβε ἀκόμη κι ὁ ἁπλὸς λαός, καί, ὅπως ξέρετε, μὲ ἀποκαλοῦν «Χριστὸ» (= μεσσία), ἐνῷ ἐσεῖς, ὄχι μόνο δὲν μὲ παραδέχεστε, ὄχι μόνο μὲ περιφρονεῖτε, ἀλλὰ καὶ μὲ καταδιώκετε, καὶ θέλετε τὸ θάνατό μου. Ἔτσι δὲν τιμᾶτε τὸ Δαυΐδ, ποὺ μὲ τιμᾷ. Ἐπὶ πλέον ἀποδεικνύετε καὶ τὸν ἑαυτό σας ἐμπαθῆ καὶ θεοκτόνο.

Ε. Τότε κορυφώθηκε ἡ ἀγανάκτηση τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τῶν ὑποκριτῶν ἐκείνων καὶ τοὺς στηλιτεύει μὲ 8 ἀδυσώπητα «οὐαί». Ἀλίμονό σας, τοὺς εἶπε, διότι· 1. Τρῶτε τὰ σπίτια τῶν χηρῶν. 2. Ἐμποδίζετε τοὺς ἀνθρώπους νὰ μποῦν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Οὔτε σεῖς μπαίνετε οὔτε τοὺς ἄλλους ἀφήνετε νὰ μποῦν. 3. Τοὺς προσηλύτους σας τοὺς κάνετε ἄξιους τῆς κολάσεως, χειρότερους ἀπό σας. 4. Θεωρεῖτε τὰ ἀσήμαντα σημαντικά, καὶ τὰ σημαντικὰ ἀσήμαντα (ἐκτιμᾶτε ὅτι ἡ χρυσὴ ἐπένδυση τοῦ θυσιαστηρίου εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ θυσιαστήριο). 5. Προσφέρετε δεκάτη ἀπὸ τὰ τιποτένια μυρωδικὰ δυόσμο ἄνηθο κύμινο, γιὰ νὰ φανεῖτε στὸ Θεὸ δίκαιοι καὶ ὑπάκουοι, ἀλλὰ τὰ μεγάλα καὶ βαριὰ (κρίση ἐλεημοσύνη πίστη) τὰ ἔχετε παρατήσει. 6. Ἑρμηνεύετε τὸ νόμο ὅπως θέλετε, καί, ἐνῷ εἶστε πνευματικὰ τυφλοί, καμώνεστε πὼς εἶστε ὁδηγοὶ τῶν ἀνθρώπων, ἐνῷ ἐσεῖς τοὺς ὁδηγεῖτε στὸ γκρεμό. 7. Ἀπ’ ἔξω φαίνεστε σπουδαῖοι, ἀλλ’ ἀπὸ μέσα εἶστε πτώματα σὲ ἀποσύνθεση, ποὺ ἐκπέμπουν πτωμαΐνη. 8. Ὁμολογεῖτε ὅτι εἶστε πατροκτόνοι καὶ προφητοκτόνοι, ὀχιὲς καὶ φίδια δηλητηριώδη.

Τὸ μεγάλο ἁμάρτημα τῶν γραμματέων καὶ ἀρχιερέων ἦταν ὅτι δὲν τὸν παραδέχτηκαν σὰν Γιὸ καὶ ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὸν ἀπέρριψαν. Παρὰ τὸ ὅτι καὶ οἱ προφῆτες τὸ εἶπαν καὶ ὁ ἴδιος τὸ ἀπέδειξε, τὸ χρῆμα, ὁ φθόνος, καὶ ἡ ἄκρατη φιλοδοξία δὲν τοὺς ἐπέτρεψαν νὰ τὸν παραδεχτοῦν. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ θέλησαν τὸ θάνατό του. Καὶ τώρα τὸν ἐπιδιώκουν μὲ κάθε τρόπο. Καὶ θὰ τὸν πετύχουν. Οὐσιαστικὰ βέβαια θὰ πετύχουν τὸ δικό τους αἰώνιο θάνατο, κι ὄχι τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἀνώτερος τοῦ θανάτου.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 15/4/2011)