ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ
(περὶ φυλῶν, λαῶν, γενῶν, γλωσσῶν, κρατῶν, χωρῶν καὶ περιοχῶν)
Σημείωσις. τὸ παρὸν ἄρθρο ἐμπλουτίζεται κατὰ καιροὺς μὲ νέα στοιχεῖα καὶ λήμματα. πληροφορίες γιὰ τὶς προσθῆκες καὶ τὶς ἀλλαγὲς ὑπάρχουν στὸ ἀντίστοιχο θέμα τῶν διαλόγων τῆς «Συμβολῆς».
Α
῎Αβυδος· ἀρχαία πόλι τῆς Τρωάδος.
᾿Αγεκόγιο· φυλὴ τῆς ᾿Αφρικῆς κοντὰ στὸ Ναϊρόμπι· ἔτσι ὀνομάζονται στὴν γλῶσσά τους, ἐνῷ ἄλλοι τοὺς ἀποκαλοῦν Κικούγιου καὶ Γεκόγιο ἢ Γκεκόγιο· ἀνήκουν στοὺς λαοὺς Μπαντοὺ καὶ συγγενεύουν πάρα πολὺ μὲ τὶς φυλὲς ῎Εμπου καὶ Μέρου, σὲ σημεῖο ποὺ πολλοὶ συγγραφεῖς καὶ πολιτικοὶ νὰ τοὺς θεωροῦν μία φυλή· λιγώτερο συγγενεύουν καὶ μὲ τὴν φυλὴ τῶν Κάμπα ἢ ᾿Ακάμπα· οἱ ᾿Αγεκόγιο χωρίζονται σὲ πολλὲς ὑποφυλές.
᾿Αγριάνες· ἀρχαία θρᾳκικὴ φυλή.
᾿Αζτέκοι· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Αἰμάρα· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Αἶμος· μεγάλη ὀροσειρὰ καὶ περιοχὴ στὰ βόρεια τῆς Θρᾴκης ποὺ φτάνει ὣς τὴν παραλία τοῦ Εὐξείνου Πόντου.
῎Αιτ χατίντου· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
᾿Ακάμπα· βλέπε Κάμπα.
᾿Αμβρακία· ἀρχαία περιοχὴ τῆς ᾿Ηπείρου. ὁ Θουκυδίδης γράφει τὰ σχετικὰ ὀνόματα μὲ -μπ- ἀντὶ -μβ-· ᾿Αμπρακία (γ΄ 113, 114), ᾿Αμπρακικὸς κόλπος (α΄ 29), ᾿Αμπρακιῶται (α΄ 27).
᾿Αμβρακιῶτες· οἱ κάτοικοι τῆς ᾿Αμβρακίας.
᾿Αμπρακία καὶ ᾿Αμπρακιῶται· βλέπε ᾿Αμβρακία καὶ ᾿Αμβρακιῶτες.
᾿Ανατολικὸ Τουρκεστάν· βλέπε Σιντζιάνγκ.
᾿Απάτσι· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
᾿Αραπάχο· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
᾿Αραχωσία· ἀρχαία ἐπαρχία τῆς Περσίας.
᾿Αραχῶτοι· οἱ κάτοικοι τῆς ἀρχαίας ᾿Αραχωσίας.
᾿Ασσυρία· πανάρχαιο κράτος κι ἀργότερα ἐπαρχία μεταξύ Μηδίας, Μεσοποταμίας καὶ Βαβυλωνίας.
᾿Αχαιμενίδες· περσικὴ δυναστεία ἡ ὁποία ἵδρυσε τὸ μέγα περσικὸ κράτος· γενάρχης της ἦταν ὁ ᾿Αχαιμένης.
Β
Βαγκένια· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Βάι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Βακτριανή· ἀρχαία χώρα ὅπου περίπου σήμερα εὑρίσκονται ἐδάφη τοῦ ᾿Αφγανιστάν (κυρίως), τῆς Περσίας καὶ τῆς ῾Ρωσίας.
Βατούσι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Βερβερίνοι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Βούτζι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Γ
Γαλατία· ἀρχαία χώρα, τμῆμα τῆς βορειοδυτικῆς Εὐρώπης ποὺ περιελάμβανε τὴν Γαλλία καὶ τὸ Βέλγιο καὶ τμήματα τῆς ῾Ολλανδίας, τῆς ῾Ελβετίας καὶ τῆς Γερμανίας.
Γεκόγιο· βλέπε ᾿Αγεκόγιο.
Γέτες· ἀρχαῖος θρᾳκικὸς λαὸς ποὺ ζοῦσε ἀνάμεσα στὸν κάτω Δούναβη καὶ τὸν Αἶμο.
Γκεκόγιο· βλέπε ᾿Αγεκόγιο.
Γκέο· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Γκίσσι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Γκμπάντι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Γκόλας· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Γκουαχίμπος· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Γκρέμποες· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Γυορούμπα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Δ
Δάες· ἀρχαῖος λαὸς ποὺ ζοῦσε κοντὰ στὴν Κασπία.
Ε
῎Εδεσσα τῆς Μεσοποταμίας· σπουδαία ὀχυρὰ πόλι τῆς Μεσοποταμίας, γνωστὴ ἀπὸ τοὺς ἑλληνιστικοὺς χρόνους· σήμερα ὀνομάζεται Οὔρφα καὶ ἀνήκει στὴν Τουρκία.
῎Εμπου· φυλὴ τῆς ᾿Αφρικῆς ἀνήκουσα στοὺς Μπαντοὺ καὶ συγγενεύουσα μὲ τὶς φυλὲς ᾿Αγεκόγιο καὶ Μέρου.
Ι
᾿Ιατμούλ· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Ωκεανίας.
᾿Ιβηρία· ἡ ῾Ισπανία.
῎Ιδη· ὄρος πλησίον τῆς ἀρχαίας Τροίας.
᾿Ιλλυρία· ἀρχαία χώρα ἐκτεινομένη κατὰ μῆκος τῶν ἀνατολικῶν παραλίων τῆς ᾿Αδριατικῆς, μαζὶ μὲ τὴν ἐνδοχώρα, ἐκεῖ ὅπου σήμερα εἶναι ἡ ᾿Αλβανία.
᾿Ινδοστάν· παλαιότερο ὄνομα τῆς Νοτίου ᾿Ασίας· λεγόταν ἐπίσης καὶ «᾿Ινδοστανικὴ Χερσόνησος». περιλάμβανε τὴν ᾿Ινδία, τὸ Πακιστάν, τὸ Μπαγκλαντές, τὴν Σρὶ Λάνκα, τὶς Μαλδίβες νήσους, καὶ τὰ κράτη τῶν ᾿Ιμαλαΐων Μπουτὰν καὶ Νεπάλ. ὁ ὅρος ᾿Ινδοστὰν ἐχρησιμοποιεῖτο ἀπὸ τὸν 17ο μέχρι τὸν 19ο αἰῶνα, ἀλλὰ σήμερα θεωρεῖται ἀπαρχαιωμένη ὀνομασία.
῎Ινκας· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
᾿Ισταμπούλ (ἢ ᾿Ινσταμποὺλ καὶ Σταμπούλ)· ἡ Κωνσταντινούπολις στὴν τουρκική· ἀπὸ παραφθορὰ τῆς φράσεως «εἰς τὴν Πόλιν».
Κ
Καδούσιοι· ἀρχαῖο ἔθνος κοντὰ στὴν Κασπία θάλασσα, στὴν βόρεια περιοχῆς τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Καζάκοι· τουρκικὸ φῦλο, μουσουλμᾶνοι στὸ θρήσκευμα, ποὺ κατοικοῦν κυρίως στὸ Καζαξτάν. στὴν Δυτικὴ Κίνα ὑπάρχουν ἐπίσης μεγάλοι πληθυσμοὶ Καζάκων, καθὼς κατέφυγαν ἐκεῖ κατὰ ἑκατοντάδες χιλιάδες τὴν περίοδο τῆς ῥωσικῆς αὐτοκρατορίας λόγῳ διωγμῶν, οἱ ὁποῖοι συνεχίστηκαν καὶ κατὰ τὸ σοβιετικὸ καθεστώς. λόγῳ ἀκριβῶς τῶν συνεχῶν διωγμῶν καὶ τῶν κακῶν συνθηκῶν διαβιώσεως ἐπὶ αἰῶνες ἀναφέρεται ὅτι οἱ Καζάκοι σήμερα πληθυσμιακὰ εἶναι μειονότητα μέσα στὴν ἴδια τους τὴν χώρα (κάτω ἀπὸ τὸ 40%). λίγοι Καζάκοι ὑπῆρχαν καὶ στὴν νότια Περσία.
Καζαξτάν (ἢ Καζαχστάν)· περιοχὴ τῆς ῾Ρωσίας παρὰ τὴν Κασπία θάλασσα, ποὺ ἔγινε ἀνεξάρτητο κράτος στὸ τέλος τοῦ 1991. οἱ κάτοικοι τῆς χώρας εἶναι κυρίως ῾Ρῶσοι καὶ Καζάκοι.
Καλερί· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Κάμπα ἢ ᾿Ακάμπα· φυλὴ τῆς ᾿Αφρικῆς συγγενὴς κάπως μὲ τοὺς ᾿Αγεκόγιο.
Καμπουλιστάν· ἡ περιοχὴ γύρω ἀπὸ τὴν Καμπούλ, πρωτεύουσα τοῦ ᾿Αφγανιστάν, στὰ ἀνατολικὰ μέρη τῆς ἐπαρχίας Κορασάν· ἀλλὰ κατὰ τὴν περίοδο ἀπὸ τὸν 18ο αἰῶνα μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ Εὐρωπαῖοι συγγραφεῖς (κυρίως Ἄγγλοι καὶ Γάλλοι) ὠνόμαζαν τὸ μεγαλείτερο τμῆμα τοῦ σημερινοῦ ᾿Αφγανιστὰν ὡς Καμποὺλ ἢ Καμπουλιστὰν ἢ Βασίλειο τῆς Καμπούλ. ἀρχικῶς τὸ ὄνομα ᾿Αφγανιστὰν ἀναφερόταν στὰ νότια τοῦ Καμπουλιστὰν καὶ τὸ βορειοδυτικὸ Πακιστάν, περιοχὴ ποὺ κατοικεῖται ἀπὸ τὴν φυλὴ τῶν Παστούν, γι᾿ αὐτὸ ἐνίοτε ὀνομάζεται καὶ Παστουνιστάν. κατὰ περιόδους τὸ Καμπουλιστὰν περιλάμβανε διάφορα ἐδάφη, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ μέρος τοῦ σημερινοῦ Πακιστάν, ἦταν δὲ διῃρημένο σὲ μικρότερα ἀνεξάρτητα βασίλεια.
Καππαδοκία· ἐπαρχία τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Καπιτώλιον (καὶ Καπετώλιον) ἢ Καπετωλῖνος Λόφος· ἕνας ἀπὸ τοὺς 7 λόφους τῆς ῾Ρώμης, ὅπου ὑπῆρχε ναὸς τοῦ Διὸς καὶ ἡ ἀκρόπολι· βρίσκεται κοντὰ στὸν Τίβερι ποταμό.
Καρδία· θρᾳκικὴ χερσόνησος.
Καρδιανός· ὁ καταγόμενος ἀπὸ τὴν χερσόνησο Καρδία.
Καρία· ἀρχαία χώρα τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας, ἀντίκρυ περίπου ἀπὸ τὴν ῾Ρόδο.
Καρμανία· ἐπαρχία τῆς Περσίας κοντὰ στὸν περσικὸ κόλπο.
Κένυα· 1. κράτος τῆς ᾿Αφρικῆς· οἱ λαοί του περιλαμβάνουν τὶς ὁμάδες τῶν Νειλῴων, τῶν Νειλοχαμιτῶν, τῶν Χαμιτῶν καὶ τῶν Μπαντού. 2. πανύψηλο ὄρος τῆς ᾿Αφρικῆς εἰς τὸ ὁμώνυμο κράτος, πάντοτε νεφοσκεπὲς.
Κέτσουα· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Κικούγιου· βλέπε ᾿Αγεκόγιο.
Κιλικία· περιοχὴ στὰ νοτιοανατολικὰ τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Κομάντσι· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Κούνα· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Κπέλλε· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Κράν· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Κρού· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Κυρηναϊκή· ἀρχαία χώρα τῆς βορείου ᾿Αφρικῆς ποὺ σήμερα ἀνήκει στὴν Λιβύη.
Λ
Λαοδίκεια· ὑπῆρχαν δύο πόλεις μὲ τὸ ὄνομα Λαοδίκεια· 1. ἡ μία εὑρίσκετο στὴν περιοχὴ τῆς Φρυγίας καὶ εἶναι γνωστὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Κολασσαεῖς ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου καὶ ἀπὸ τὴν ᾿Αποκάλυψι τοῦ ἀποστόλου ᾿Ιωάννου. 2. ἡ ἄλλη ἦταν παραθαλάσσια πόλι τῆς Συρίας· σήμερα ὀνομάζεται Λυχέ.
Λολούκα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Λυδία· ἀρχαία χώρα τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Λυκία· ἀρχαία χώρα τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Λυχέ· πόλι τῆς Συρίας, ἡ ἀρχαία Λαοδίκεια.
Μ
Μάγιας· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Μάμα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μανόχ· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μαντίγκος· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μαορί· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Ωκεανίας.
Μασάι· φυλὴ τῆς ᾿Αφρικῆς γειτονικὴ ἀλλὰ ἐχθρικὴ τῶν ᾿Αγεκόγιο.
Μέντι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μέρου· φυλὴ τῆς ᾿Αφρικῆς ἀνήκουσα στοὺς λαοὺς Μπαντοὺ καὶ συγγενεύουσα μὲ τὶς φυλὲς ᾿Αγεκόγιο καὶ ῎Εμπου.
Μεσοποταμία· ἡ περιοχὴ τῆς νοτιοδυτικῆς ᾿Ασίας ποὺ ἐκτείνεται ἀνάμεσα στοὺς ποταμοὺς Τίγρη καὶ Εὐφράτη.
Μηδία· ἀρχαία ἐπαρχία τῆς ᾿Ασίας ἀνάμεσα στὴν ᾿Αρμενία καὶ τὴν ᾿Ασσυρία.
Μῆδοι· οἱ κάτοικοι τῆς Μηδίας.
Μοϊκανοί· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Μόσι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μπαντού· ὁμάδα ἀφρικανικῶν λαῶν ποὺ περιλαμβάνει τὶς φυλὲς ποὺ ζοῦν κοντὰ στὸ ὄρος Κένυα· ἡ μεγαλύτερη φυλὴ τῶν Μπαντοὺ ἀλλὰ καὶ τῆς Κένυας εἶναι ἡ φυλὴ τῶν ᾿Αγεκόγιο.
Μπάσσα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μπέλλε· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Μπορορότζι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Ν
Ναβάγιος· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Νάμπα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Ωκεανίας.
Νειλῷοι· ὁμάδα ἀφρικανικῶν λαῶν στὸ κράτος τῆς Κένυας.
Νειλοχαμῖται· ὁμάδα ἀφρικανικῶν λαῶν στὸ κράτος τῆς Κένυας.
Νταρί· περσικὴ διάλεκτος ποὺ ὁμιλεῖται στὸ ᾿Αφγανιστάν ἀπὸ τὶς πολυπληθέστερες φυλὲς τῆς χώρας.
Ντέυ· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Ντίνκα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Ο
᾿Οπικοί· βλέπε ῞Οσκοι.
᾿Ορχηνοί· φυλὴ τῶν Χαλδαίων.
῞Οσκοι· λαὸς τῆς ᾿Ιταλίας, ἄλλοι τοὺς ἀναφέρουν ὡς ᾿Οπικούς.
Οὐιγοῦροι (Uyghur)· μία ἀπὸ τὶς 10 μουσουλμανικὲς μειονότητες τῆς Κίνας, ἀπὸ τὶς πιὸ πολυάριθμές. πρόκειται γιὰ τουρκικὸ φῦλο, κατοικοῦν στὴν περιοχὴ Σιντζιὰνγκ (Xinjiang) στὰ δυτικὰ σύνορα τῆς Κίνας καὶ εἶναι γνωστοὶ στὴν Δύσι γιὰ τὴν αὐτονομιστική τους δρᾶσι.
Οὔρφα· πόλις τῆς νότιας Τουρκίας· ἡ ἀρχαία ῎Εδεσσα τῆς Μεσοποταμίας· καὶ σήμερα ἀκόμη (2000) πολλοὶ κάτοικοί της ὁμιλοῦν ἀπταίστως τὴν ἑλληνικήν.
Π
Πάβιοι· λαὸς τῆς ᾿Ασίας.
Παίονες· οἱ ἀρχαῖοι κάτοικοι τῆς Παιονίας.
Παιονία· ἀρχαία ἐπαρχία τῆς βορείου Μακεδονίας άνάμεσα στὸν ᾿Αξιὸ καὶ τὸν Στρυμόνα.
Παμφυλία· ἀρχαία περιοχὴ τῆς Μικρᾶς ᾿Ασἰας.
Παπούα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Ωκεανίας.
Παφλαγόνες· οἱ κάτοικοι τῆς Παφλαγονίας.
Παφλαγονία· άρχαία χώρα στὴν βόρεια περιοχὴ τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Πισιδία· ἀρχαία περιοχὴ τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Ποσυχάταν· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Πυγμαῖοι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Σ
Σάκκες· ἀρχαῖος νομαδικὸς λαὸς τῆς Περσίας.
Σεμινόλε· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Σεϋγέν· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Σῆρες ἢ Σῆροι· ἔτσι ὠνομάζονταν ἀπὸ τοὺς ῞Ελληνες καὶ τοὺς ῾Ρωμαίους οἱ λαοὶ τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς (ὁ ἐπικρατέστερος τύπος εἶναι Σῆρες). τὸ «Σῆρες» γράφεται μὲ «η», διότι δὲν εἶναι οἱ Σύριοι τῆς Μέσης ᾿Ανατολῆς, ἀλλὰ περιληπτικὴ ὀνομασία τῶν λαῶν τῆς Ἄπω ᾿Ανατολῆς. κυρίως ἔτσι λέγονταν οἱ Κινέζοι (ποὺ δὲν εἶναι μία ἀλλὰ πολλὲς φυλὲς καὶ γλῶσσες) καὶ οἱ Θιβετιανοί, ἀλλὰ μὲ κάποια διεύρυνσι περιλαμβάνονται καὶ Μογγόλοι καὶ Κορεᾶτες καὶ κάποιοι ἀκόμη μικρότεροι λαοὶ τῆς κιτρίνης φυλῆς, οἱ ὁποῖοι στὴν ἀρχαιότητα (ἀλλὰ καὶ σήμερα ἀκόμη) δὲν εἶχαν σαφεῖς φυλετικοὺς διαχωρισμοὺς μεταξύ τους. ἀκριβέστερα πάντως Σῆρες ὠνομάζονταν οἱ φυλές ποὺ κατοικοῦσαν κυρίως στὰ δυτικὰ μέρη τῆς Οὐιγουρικῆς Κίνας ἢ Σινγκιάνγκ, πάνω στὸ βορειοδυτικὸν ᾿Ιμάιον ἤ τοι ᾿Ιμαλάιον ὄρος. ἀπὸ τὸ ὄνομα Σῆρες βγαίνει καὶ ἡ παλαιὰ ὀνομασία τῆς μετάξης «σηρικόν» (= κινέζικον)· μέχρι καὶ σήμερα τὸ καλὸ μεταξωτὸ ὕφασμα, τὸ γνήσιο ἀπὸ τὴν Ἄπω ᾿Ανατολή, λέγεται καὶ «σηρικόν». ἐπίσης σήμερα «σηροτροφία» καλεῖται ἡ συστηματικὴ ἐκτροφὴ τοῦ μεταξοσκώληκος γιὰ τὴν παραγωγὴ μετάξης.
Σηρική· ἡ χώρα τῶν Σήρων, ἤ τοι περίπου ἡ σημερινὴ κεντρικὴ Κίνα.
Σικάσσο· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Σιντζιὰνγκ (Xinjiang)· περιοχὴ στὰ δυτικὰ σύνορα τῆς Κίνας, ὅπου κατοικοῦν φυλὲς τουρκικῆς συγγενείας ὅπως Οὐιγοῦροι καὶ Καζάκοι. ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς κατοίκους ἡ περιοχὴ ὀνομάζεται καὶ ᾿Ανατολικὸ Τουρκεστάν.
Σινωπεύς· ὁ καταγόμενος ἀπὸ τὴν πόλι Σινώπη.
Σινώπη· ἀρχαία πόλι τῆς Παμφυλίας.
Σιού· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Σκύθες· ἀρχαῖοι κάτοικοι τῆς Σκυθίας.
Σκυθία· ἀρχαία περιοχὴ ποὺ ἐκτεινόταν πέρα τοῦ Αἴμου καὶ τῆς Θρᾴκης ὣς τὸν βόρειο ὠκεανό.
Σού· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Σουαχίλι· λαὸς τῆς ᾿Αφρικῆς· ἡ γλῶσσα σουαχίλι εἶναι μία ἀπὸ τὶς κυριώτερες ἀφρικανικὲς διαλέκτους.
Σοῦσα· σημαντικὴ πόλι τοῦ ἀρχαίου περσικοῦ κράτους, πρωτεύουσα τῆς περιοχῆς Σουσιανῆς.
Σουσιανή· νοτιοδυτικὴ περιοχὴ τοῦ περσικοῦ κράτους μὲ πρωτεύουσα τὰ Σοῦσα.
Σουσιανοί· οἱ ἀρχαῖοι κάτοικοι τῆς Σουσιανῆς.
Στῆλες ῾Ηρακλέους· τὸ σημερινὸ Γιβραλτάρ.
Τ
Ταρσός· ἀρχαία πόλι στὴν νότια περιοχὴ τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας, πρωτεύουσα τῆς ἀρχαίας Κιλικίας, κτισμένη κοντὰ στὸν ποταμὸ Κύδνο· ἦταν ἡ ἰδιαιτέρα πατρίδα τοῦ ἀποστόλου Παύλου καὶ γιὰ 4-5 ἔτη τὸ ὁρμητήριό του γιὰ τὸν εὐαγγελισμὸ τῆς Κιλικίας (Πράξεις θ΄ 11, 30· ια΄ 25· κα΄ 39· κβ΄ 3). ἡ σημερινὴ πόλι ἔχει περὶ τοὺς 120.000 κατοίκους.
Τίβι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Ωκεανίας.
Τουαρέγκ· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Τσίμτσα· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Τσιριχουάκας· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Τσοκό· ἰνδιάνικη φυλὴ τῆς ᾿Αμερικῆς.
Τύανα· ἀρχαία πόλι τῆς Καππαδοκίας, ἐκεῖ ὁπου σήμερα βρίσκεται τὸ Καραχισάρ.
Υ
῾Υέδο· τὸ Τόκυο, πρωτεύουσα τῆς ᾿Ιαπωνίας. ἀρχικὰ λεγόταν Ἔντο (Edo), ὀνομασία ποὺ μεταγραφόταν στὰ λατινικὰ καὶ σὰν Yedo ἢ Yeddo (στὰ ἑλληνικὰ ῾Υέντο ἢ ῾Υέδο ἢ ἀκριβέστερα Γέντο). στὶς 3 σεπτεμβρίου τοῦ 1868 μετωνομάστηκε σὲ Τόκυο, ἀλλὰ συνέχισε νὰ ἀναφέρεται μὲ τὴν παλαιότερη ὀνομασία του γιὰ πολὺν καιρὸ ἀκόμη, μέχρι νὰ καθιερωθῇ ἡ νέα. ὁ ᾿Ιούλιος Βὲρν στὸ ἔργο του «῾Ροβύρος ὁ Κατακτητής» (Robyr le Concuérant), ποὺ τὄγραψε στὰ 1885, ἀναφέρει τὴν πόλι μὲ τὴν παλαιά της ὀνομασία (Yédo, la capitale du Japon), καὶ στὴν ἑλληνικὴ μετάφρασι τοῦ Νίκου Καζαντζάκη, ποὺ ἔγινε τὸ 1943 γιὰ λογαριασμὸ τοῦ «ἀρχαίου ἐκδοτικοῦ οἴκου Δημητρίου Δημητράκου», μεταγράφεται ὡς ῾Υέδο.
῾Υρκανία· ἀρχαία περιοχὴ στὴν κεντρικὴ Περσία.
῾Υρκανοί· οἱ κάτοικοι τῆς ἀρχαίας ῾Υρκανίας.
Φ
Φουλάνι· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Φρυγία· ἀρχαία χώρα τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας.
Χ
Χαβλάσιοι· λαὸς τῆς ᾿Αραβίας.
Χαλδαῖοι· 1. οἱ κάτοικοι τῆς Χαλδαίας· 2. ἄλλως οἱ Χάλυβες· 3. ἱερατικὴ φυλὴ τῶν Βαβυλωνίων· αὐτοὶ οἱ Χαλδαῖοι διακρίθηκαν στὴν ἀστρολογία.
Χάλυβες· 1. λαὸς τῆς ἐπαρχίας Πόντου μὲ πρωτεύουσα τὴν πόλι Χαλύβη· 2. ἔθνος τῆς ᾿Αρμενίας.
Χάλυβοι· οἱ Χάλυβες.
Χαμῖται· ὁμάδα ἀφρικανικῶν λαῶν στὸ κράτος τῆς Κένυας.
Χάν (Han)· ἔτσι ὀνομάζονται οἱ «καθαρόαιμοι» Κινέζοι· ἡ σινικὴ φυλὴ ποὺ πληθυσμιακὰ εἶναι ἡ πλειονότητα τῶν κατοίκων τῆς Κίνας.
Χάουσα· φυλὴ ἰθαγενῶν τῆς ᾿Αφρικῆς.
Χουέι (Hui)· μία ἀπὸ τὶς 10 μουσουλμανικὲς μειονότητες τῆς Κίνας, ἀπὸ τὶς πιὸ πολυάριθμές. φυλετικὰ εἶναι ὅμοιοι μὲ τὴν πλειονοψηφοῦσα κινεζικὴ φυλὴ τῶν Χαν (Han), μὲ μόνη διαφορὰ ὅτι οἱ Χουέι ἀκολουθοῦν τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. ἐγκατεστημένοι στὴν κεντρικὴ Κίνα καὶ ἀπομονωμένοι ἀπὸ τὸν ὑπόλοιπο μουσουλμανικὸ κόσμο οἱ Χουέι ἀλλοῦ διετήρησαν καὶ ἐπεξέτειναν κάποιες «ἀρχικὲς» παραδόσεις τοῦ ᾿Ισλὰμ καὶ ἀλλοῦ ἀνέμιξαν στὴν θρησκεία τους καὶ πολλὰ στοιχεῖα τοῦ νεωτέρου κινεζικοῦ πολιτισμοῦ. ἔτσι δημιούργησαν ἕνα ἰδιαίτερο «’Ισλὰμ κινεζικοῦ τύπου» μὲ στοιχεῖα δὲν συναντῶνται σὲ ἄλλες ἰσλαμικὲς κοινότητες, ὅπως εἶναι ἡ ἀναγνώρισι γυναικῶν νομομαθῶν, ἡ ἵδρυσι τεμενῶν μόνον γιὰ γυναῖκες, τὰ ὁποῖα καλοῦνται nusi καὶ ὄχι μόνον ὑποδέχονται ἀλλὰ καὶ διοικοῦνται ἀποκλειστικῶς ἀπὸ γυναῖκες, ἐνῷ ἀπὸ τὸ 1975 ἄρχισαν νὰ ἐμφανίζωνται καὶ οἱ πρῶτες γυναῖκες ἰμάμηδες (ahong).
Ω
᾿Ωρεῖται· ἀρχαῖος λαὸς τῆς ᾿Ινδίας ποὺ κατοικοῦσε στὰ παράλια τῆς Γεδρωσίας.