12. Θετικὲς ἐπιστῆμες Βιολογία ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

 

 

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

 

    ᾿Απὸ τὴν ἰλιγγιώδη καὶ ἁρμονικὴ κίνησι τῶν οὐρανίων σωμάτων καὶ σφαιρῶν δὲν εἶναι καθόλου κατώτερη σὲ σκοπιμότητα καὶ λογικὸ συν­δυασμὸ ἐνεργείας οὔτε ἐμφανίζεται λιγώτερο καταπλητικὴ ἡ ἄλλη ἐκείνη κίνησι, ποὺ τὴν ποικίλη της ἐκδήλωσι μόνον στὸν πλανήτη μας μπορέσαμε, τοὐλάχιστον μέχρι σήμερα, νὰ τὴν παρακολουθήσουμε καὶ ποὺ καλεῖται ζωή.

    Παντοῦ, ὅπου κι ἂν γυρίσουμε τὰ μάτια μας, συναντοῦμε δια­σκορ­πισμένο μὲ μορφὲς καταπληκτικὰ ποικίλες τὸ διαρκῶς ἀνανεούμενο ῥεῦμα τῆς ζωῆς νὰ δημιουργῇ πλοῦτο ζῳικῶν εἰδῶν, μύριους καὶ ποικίλους ὀργα­νι­σμούς, θαυμάσιους σὲ σκόπιμη καὶ κανονικὴ λειτουργία.  ὄχι μόνο πάνω στὴν γήινη ἐπιφάνεια διακρίνεται ποικιλία ζῴων καὶ φυτῶν, ἀλλὰ καὶ στὸν ἀέρα ποὺ ἀναπνέουμε, στὸ νερὸ ποὺ μᾶς ξεδιψᾷ, στὴν μπίρα, στὸ κρασί, στοὺς καρποὺς καὶ στὰ ἄνθη, σ᾿ αὐτὲς τὶς ψυχρὲς καὶ ξηρὲς τροφές, παν­τοῦ τέλος πάντων, ἂν θὰ χρησιμοποιούσαμε τὸ μικροσκόπιο, θὰ ἀνα­κα­λύ­πταμε πλῆθος μικροοργανισμῶν, τοὺς ὁποίους κινητοποιεῖ ἡ ζωτικὴ δύ­ναμι.  συγχρόνως ἀπὸ τὴν ζωὴ δημιουργεῖται καὶ τὸ λεγόμενο φυτικὸ βα­σί­λειο, ὄχι λιγώτερο πλούσιο καὶ ποικίλο ἀπὸ τὸ ζῳικὸ βασίλειο.  βεβαίως ὁ φυτικὸς ὀργανισμὸς δὲν παρουσιάζει τὴν σύνθεσι καὶ τὴν πολύπλοκη τελει­ό­τητα ποὺ ἔχει καὶ ὁποιοσδήποτε ζωικὸς ὀργανισμός· τρέφεται ὅμως, αὐ­ξά­­νε­ται, πληθαίνεται, μαραίνεται καὶ πεθαίνει μὲ τρόπο ἀνάλογο καὶ συγ­γενικὸ μὲ ἐκεῖνον μὲ τὸν ὁποῖο ἀναπτύσσεται καὶ πολλαπλασιάζεται καὶ φθίνει καὶ ὁποιοσδήποτε ζωικὸς ὀργανσιμός.

    Τόσο ποικιλόμορφο ποὺ εἶναι στὶς ἐκδηλώσεις του τὸ ῥεῦμα τῆς ζωῆς, ὡς ἀκατάπαυστα κινούμενο καὶ παντοῦ ζητῶντας νὰ διεισδύσῃ, τράβαγε ἀνέκαθεν τὴν προσοχὴ τῶν φιλοσοφούντων, οἱ ὁποῖοι εἴτε σὰν βιολόγοι καὶ φυσιοδίφες εἴτε σὰν ἐρευνητὲς τῶν πρώτων αἰτίων καὶ φιλό­σο­φοι, ποὺ δίνουν ὁρισμούς, καὶ μεταφυσικοί, θέλησαν νὰ ἐξακριβώσουν ὄχι μόνον τὴν φύσι ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρχικὴ προέλευσι ἢ τὸν τρόπο τῆς πρώτης ἐμφανίσεως τῆς ζωῆς, καὶ πολὺ περισότερο καθὼς εἶναι βέβαιο ὅτι ἡ ζωὴ δὲν ὑπῆρχε ἀνέκαθεν πάνω στὸν πλανήτη μας.  διότι ὑπῆρξε ἐποχὴ ποὺ ἡ σύστασι καὶ ἡ μορφὴ τῆς γῆς ἦταν διάπυρη καὶ ἡ θερμοκρασία της λοιπὸν ὑπερβολικὰ ὑψηλή, ἐνῷ ἡ ἀτμόσφαιρα ποὺ σχηματίστηκε βαθμηδὸν γύρω της ἦταν κορεσμένη ὄχι μόνο ἀπὸ ἀτμοὺς ὕδατος καὶ μετάλλων κάθε εἴδους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀτμοὺς ἀνθρακικοῦ ὀξέος σὲ ποσότητες τεράστιες, ποὺ εἶναι δύσκολο νὰ ὑπολογιστοῦν.  ὅλα αὐτὰ προφανῶς δημιουργοῦσαν περιβάλλον τελείως ἀκατάλληλο καὶ δυσμενὲς γιὰ τὴν ζωή.

    ᾿Αλλὰ ἐὰν σὲ ὡρισμένη χρονικὴ στιγμὴ τοῦ παρελθόντος δημιουρ­γή­θη­καν στὴν γῆ οἱ εὐμενεῖς γιὰ τὴν ζωὴ συνθῆκες, γεννιέται φυσικὰ τὸ ἐρώ­τη­μα· πῶς ἐν μέσῳ νεκρῆς καὶ ἀνόργανης ὕλης ἀνεφάνησαν οἱ πρῶτοι ζῳ­ι­κοὶ ὀργανισμοί;  καὶ ποῦ ὀφείλεται αὐτὸς ὁ πλοῦτος, ποὺ δύσκολα μπορεῖ νὰ ἀπαριθμηθῇ, τῶν ζῳικῶν καὶ φυτικῶν εἰδῶν;  ὁρίστε προβλήματα, γιὰ τὴν λύσι τῶν ὁποίων κινήθηκαν περισσότερο οἱ ἐπιστήμονες καὶ φιλόσοφοι ποὺ ὁρμῶνται ἀπὸ ὑλιστικὲς προϋποθέσεις.  «ἡ ζωὴ γεννήθηκε αὐτομάτως ἀπὸ τὴν νεκρὴ ὕλη καὶ κατόπιν μὲ φυσικὴ ἐξέλιξι διασπάστηκε καὶ δια­χω­ρί­στηκε σὲ κλάδους μὲ τὴν ποικιλία τῶν εἰδῶν, μὲ τὴν ὁποία σήμερα τὴν ἐξετάζουμε».  αὐτὸ ἀνέλαβαν νὰ τὸ ἀποδείξουν ὅσοι φυσιοδίφες καὶ βιο­λό­γοι ἔχουν ὑλιστικὰ φρονήματα.  «ἡ ζωὴ ἀποδεικνύει καὶ ζητᾷ ὡς ἀπα­ραί­τητη πολὺ περισσότερο τὴν ὕπαρξι Νοῦ δημιουργοῦ παρὰ τὴν κίνησι τῆς ἀνόργανης καὶ νεκρῆς ὕλης».  αὐτὸ ὑπεστήριξαν ὅσοι δὲν θεωροῦν ὅτι τὸ θαῦμα τῶν κόσμων εἶναι μοιραῖο γένημα τυφλῆς τύχης καὶ συνεχῶν συμπτώσεων.

    ᾿Ερχόμενοι κι ἐμεῖς νὰ ἐξετάσουμε τὸ φαινόμενο τῆς ζωῆς γιὰ σκο­ποὺς ὄχι καθ᾿ αὑτὸ βιολογικοὺς καὶ φυσιολογικούς, ἀλλὰ φιλοσοφικοὺς καὶ ἀπολογητικούς, θὰ συγκεντρώσουμε τὴν προσοχὴ καὶ τὶς ἔρευνές μας γύρω ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο κύρια σημεῖα ἔχοντας πάντοτε ὁδηγοὺς τοὺς αὐθεντι­κώ­τερους καὶ σωφρονέστερους ἑρμηνευτὲς τῆς ἐπιστήμης.  χωρί­ζοντας αὐτὴν τὴν μελέτη μας λοιπὸν σὲ δύο μέρη, σύμφωνα μὲ τὴν φύσι τοῦ ἐξετα­ζο­μέ­νου προβλήματος, θὰ ἐξετάσουμε πρωτίστως τὴν φύσι τῆς ζωῆς καὶ τὶς ὑποθέσεις ποὺ δημιουργήθηκαν γύρω ἀπὸ τὴν γένεσί της καθὼς καὶ τὰ πορίσματα ποὺ ἔχουν ἐπιβεβαιωθῆ ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη.

 

Παναγιώτης Ν. Τρεμπέλας

«᾿Απολογητικὲς μελέτες» 2, 62-64

(διασκευή)

 

(δημοσίευσι· 20/2/2011)