Ζέκας έγραψε:Από μια πρόχειρη έρευνα που έκανα είδα ότι ο καθ. Ι. Φουντούλης ασχολείται με το θέμα στην υπ’ αρ. 245 απάντησή του. Εκεί αναφέρει ότι ο ευαγγελιστής διάκονος λαμβάνει την σχετική προ του Ευαγγελίου ευλογία όχι από τον χοροστατούντα αρχιερέα αλλά από τον ιερουργούντα ιερέα. Τούτο βεβαίως το γράφει εξ αφορμής της χοροστασίας στην τελεία θεία λειτουργία, η οποία αποτελεί αντικανονικώς υφιστάμενο καθεστώς, αλλά σε κάθε περίπτωση ίσως καταδεικνύει την τηρητέα πράξη και στην περίπτωση της χοροστασίας στην προηγιασμένη ή στις ακολουθίες εσπερινού και όρθρου που προαναφερθήκαν.
Εἶναι κάπως αὐθαίρετο καὶ παρατραβηγμένο αὐτὸ τὸ συμπέρασμα, ὅτι αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ μακαριστὸς ᾿Ιωάννης Φουντούλης στὴν ἑνιαία ἀπάντησί του 243-248, δῆθεν «σε κάθε περίπτωση ίσως καταδεικνύει την τηρητέα πράξη και στην περίπτωση της χοροστασίας στην προηγιασμένη ή στις ακολουθίες εσπερινού και όρθρου που προαναφερθήκαν». ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς μὲ πολλὰ ἐπιχειρήματα λέγει ὅτι ἡ «χοροστασία» στὴν λειτουργία ὄχι μόνον εἶναι παράτυπος ἀλλὰ εἶναι καὶ ἀδικαιολόγητη θεολογικῶς, ἐκκλησιολογικῶς καὶ λειτουργικῶς. μιλάει γιὰ «λειτουργικὸ ἀδιέξοδο», γιὰ «λειτουργικῶς ἄτακτο» καὶ γιὰ «μυρία κακὰ ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ ἕν». καὶ μάλιστα τονίζει ὅτι τὸ νὰ ζητᾷ ὁ διάκονος εὐλογία εὐαγγελιστοῦ στὴν συγκεκριμένη περίπτωσι εἶναι πρᾶγμα ἄτοπο.
῞Υστερα ἀπὸ τὰ παραπάνω ἐμεῖς θὰ πάρουμε ὅσα εἶπε «κατ᾿ οἰκονομίαν», γιὰ νὰ θεραπεύσῃ κάπως τὶς παρατυπίες ἑνὸς ἀτόπου, καὶ θὰ τὰ ἐφαρμόσουμε σὲ κανονικὲς ἀκολουθίες σὰν νὰ εἶναι ἡ ἀκρίβεια τῆς λατρευτικῆς τάξεως; εἶναι ἐμφανὲς ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο παρερμηνεύουμε τὰ λόγια τοῦ Φουντούλη καὶ διαστρεβλώνουμε τὰ νοήματά του. κάπου τὸ ἔχω ξαναδιατυπώσει ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο γιὰ τὸν καθένα νὰ ἑρμηνεύῃ τὸ τυπικόν, διότι ὑπάρχει ὁ κίνδυνος μὲ σοφιστεῖες νὰ συνδυάζουμε πράγματα ἄσχετα μεταξύ τους καὶ μὲ παρερμηνεῖες νὰ προσπαθοῦμε νὰ βγάλουμε τὰ δικά μας συμπεράσματα. ὅμως στὰ θέματα τοῦ τυπικοῦ καὶ τῆς λειτουργικῆς πρέπει νὰ εἴμαστε ἀκριβολόγοι, ὅπως πρέπει νὰ εἴμαστε παραδείγματος χάριν στὴν δογματική. σὲ καμμία περίπτωσι δὲν ἐννοῶ ὅτι τὸ τυπικὸν εἶναι δόγμα, ἀλλὰ ὅτι ἡ ἀκριβολογία μᾶς προφυλάσσει ἀπὸ τὴν ἐσφαλμένη ἑρμηνεία καὶ στὰ θέματα τῆς λειτουργικῆς.
Στὴν ἀπάντησι 243-248 ὁ Φουντούλης μιλάει γιὰ τὸ ἄτοπο τῆς «χοροστασίας ἐπισκόπου στὴν λειτουργία» καὶ προσπαθεῖ νὰ μειώσῃ τὰ ἀτοπήματα. στὴν πραγματικότητα χοροστασία ἐπισκόπου στὴν λειτουργία δὲν ὑπάρχει, εἶναι ἀνυπόστατη· ἁπλῶς ὁ ἐπίσκοπος παρίσταται ἐμφανῶς ἀλλὰ ὄχι ἐνεργῶς. ἡ ἀρχιερωσύνη του ἐνεργεῖ διὰ τῆς ἱερωσύνης τοῦ ἱερέως, ἡ ὁποία εἶναι ἐνεργός, ἐνῷ στὶς ἄλλες περιπτώσεις μὲ τὴν συμμετοχὴ τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἱερωσύνη τῶν πρεσβυτέρων καθίσταται ἀνενεργός. στὴν λεγομένη «χοροστασία κατὰ τὴν λειτουργία» οἱ ὅροι ἀντιστρέφονται· ἡ ἱερωσύνη τοῦ πρεσβυτέρου παραμένει παραδόξως ἐνεργός, ἡ δὲ ἀρχιερωσύνη τοῦ ἐπισκόπου εἶναι προσωρινῶς ἀδρανὴς ὡς πρὸς τὸ πρόσωπόν του. εἶναι μία κατάστασις ποὺ νοσεῖ ἐξ ἀρχῆς.
᾿Αλλιῶς ἔχουν τὰ πράγματα στὴν προηγιασμένη. ἡ προηγιασμένη κατὰ τὴν ἀκρίβεια δὲν εἶναι λειτουργία, ἀλλὰ ἀκολουθία ἑσπερινοῦ. αὐτὸ εἶναι σαφὲς καὶ στὶς παλαιότερες διατυπώσεις τῶν λειτουργικῶν χειρογράφων, ὅπως ἐξηγῶ καὶ στὸ προμνημονευθὲν ἄρθρο μου «῾Η θεία λειτουργία τῆς μεγάλης παρασκευῆς» (Συμβολὴ 16, 3-14). ἑπομένως ὁ ἐπίσκοπος στὴν προηγιασμένη κατὰ κυριολεξίαν δὲν λειτουργεῖ ἀλλὰ πραγματικὰ χοροστατεῖ ἢ ἱερουργεῖ (ἀναλόγως), συμμετέχει στὴν ἀκολουθία μὲ τὸ ἀρχιερατικό του ἀξίωμα καὶ ἔχει τὸν πρῶτο λόγο. ἐνῷ στὴν λεγομένη «χοροστασία κατὰ τὴν λειτουργία» δὲν λειτουργεῖ, δὲν ἱερουργεῖ, δὲν ἔχει τὸν πρῶτο λόγο, δὲν ἀναγινώσκει εὐχές, δὲν συμμετέχει ὡς ἀρχιερεύς, ἀλλὰ ὡς τιμώμενος ἐκκλησιαζόμενος.
Τὸ σημαντικώτερο· στὴν λεγομένη «χοροστασία» ἐπισκόπου κατὰ τὴν θεία λειτουργία ποιός εὐλογεῖ τὰ τίμια δῶρα καὶ τελεῖ τὰ νενομισμένα τοῦ φρικτοῦ μυστηρίου; ὁ ἱερεὺς φυσικά! ἀπὸ αὐτὸ θὰ ἰσχυριστοῦμε ὅτι καὶ στὴν ἀρχιερατικὴ λειτουργία τὰ τίμια δῶρα πρέπει νὰ τὰ εὐλογῇ κάποιος πρεσβύτερος καὶ ὄχι ὁ ἐπίσκοπος; ὄχι βέβαια! δὲν μποροῦμε νὰ συγκρίνουμε ἀνόμοια πράγματα καὶ νὰ βγάζουμε αὐθαίρετα συμπεράσματα.
῾Υπάρχει γραπτὴ διευκρίνισις τοῦ Φουντούλη ὅτι στὴν λεγομένη «χοροστασία» ἐπισκόπου κατὰ τὴν θεία λειτουργία «τηρεῖται δὲ κανονικῶς ἡ τάξις τῆς ἱερατικῆς λειτουργίας», ὄχι τῆς ἀρχιερατικῆς. καθόσον γνωρίζω, αὐτὸ καὶ πολλὰ ἀκόμη πράγματα σχετικῶς μὲ τὴν ἀρχιερατικὴ «χοροστασία στὴν λειτουργία» τὰ διευκρίνισε καὶ τὰ διώρθωσε γιὰ πρώτη φορὰ ὁ ᾿Ι. Φουντούλης, ἢ ἔστω τὰ διεσάφησε περισσότερο. σὲ μία προσεκτικώτερη ἔρευνα θὰ διαπιστώσῃ κανεὶς ὅτι πρὶν ἀπὸ τὸν Φουντούλη στὶς ἀρχιερατικὲς «χοροστασίες τῆς λειτουργίας» ἐπικρατοῦσαν σὲ πολλὰ σημεῖα οἱ συνήθεις πράξεις τῆς ἀρχιερατικῆς λειτουργίας. ἐσφαλμένως μέν, ἀλλὰ αὐτὸ «καταδεικνύει ποιά εἶναι ἡ τηρητέα πρᾶξις» στὶς ἄλλες περιπτώσεις, ὅταν ἀκολουθοῦμε τὴν ὁρθὴ τάξι τῶν ἀκολουθιῶν.
᾿Ανέφερα καὶ στὸ προηγούμενο μήνυμά μου ὅτι ὁ π. Κωνσταντῖνος Παπαγιάννης (Σύστημα Τυπικοῦ §§1900-1902, 1906-1908) διευκρινίζει ὅτι στὶς ἀρχιερατικὲς χοροστασίες ἑσπερινοῦ καὶ ὄρθρου παρέχει ὅλες τὶς συνήθεις εὐλογήσεις. ἐπίσης καὶ στὸ «ἀρχιερατικὸν» τοῦ μητροπολίτου Παντελεήμονος ῾Ροδοπούλου (Θεσσαλονίκη 2004, σ. 90-91) σημειώνεται ὅτι σὲ προηγιασμένη μὲ ἀνάγνωσι εὐαγγελίου τὴν εὐλόγησιν τοῦ διακόνου παρέχει ὁ ἀρχιερεύς. προσθέτω ἐδῶ ὅτι ἡ συμβολὴ τοῦ Φουντούλη καὶ στὶς δύο αὐτὲς ἐκδόσεις ἦταν σημαντικη, ὅπως ἄλλωστε ἀναφέρουν οἱ ἴδιοι οἱ συγγραφεῖς στοὺς προλόγους των. τὰ ὅσα ἀναφέρονται σ᾿ αὐτὲς τὶς δύο ἐκδόσεις γιὰ τὸ συγκεκριμένο θέμα ὄχι μόνον εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς θέσεις τοῦ μακαριστοῦ Φουντούλη ἀλλὰ καὶ βασίζονται σ᾿ αὐτές. εἶναι σημαντικό, νομίζω, τὸ ὅτι παίρνουν θέσι στὸ συγκεκριμένο θέμα δύο ἐξέχοντες καὶ μορφωμένοι κληρικοί, μὲ ἀνεγνωρισμένη τὴν ἐμβρίθεια τῶν γνωσεών τους καὶ τὴν ἐμπειρία τους στὰ θέματα τῆς λειτουργικῆς, ἐκ τῶν ὁποίων μάλιστα ὁ ἕνας εἶναι καὶ ἱεράρχης τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου.